Η Ραδεγούνδη ή Αγία Ραδεγούνδη (λατινική γλώσσα: Radegunda, περί το 520 - 13 Αυγούστου 587) ήταν πριγκίπισσα από τη Θουριγγία που ίδρυσε το "Αβαείο του Τιμίου Σταυρού" στο Πουατιέ. Η Ραδεγούνδη ήταν κόρη του βασιλέως των Θουριγγίων Μπερτάχαρ.[5] Είναι Αγία-προστάτιδα σε πολλές εκκλησίες στη Γαλλία, στην Αγγλία αντίστοιχα είναι προστάτιδα στο "Αβαείο του Ιησού" στο Κέιμπριτζ. Έγινε βασίλισσα των Φράγκων σαν η δεύτερη από τις έξι συζύγους ή ερωμένες του Βασιλέως των Φράγκων Χλωταρίου Α΄.

Ραδεγούνδη
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Radegunda ці Radegonda (Λατινικά)
Γέννηση518[1]
Ερφούρτη
Θάνατος13  Αυγούστου 587[2][3]
Πουατιέ[2]
Τόπος ταφήςéglise Sainte-Radegonde de Poitiers
Χώρα πολιτογράφησηςΦραγκία
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Eορτασμός αγίου13 Αυγούστου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταποιήτρια
μονάρχης[2]
συγγραφέας
μοναχή
Οικογένεια
ΣύζυγοςΧλωτάριος Α´[2]
ΓονείςΜπερτάχαρ[2][4]
ΟικογένειαΜεροβίγγειοι
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμακυβερνώσα βασίλισσα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Γάμος με τον Χλωτάριο Α΄ Επεξεργασία

Ο πατέρας της έπεσε σε μάχη εναντίον του αδελφού του Χερμάναφριντ που πήρε τη Ραδεγούνδη στο νοικοκυριό του, ο Χερμάναφριντ συμμάχησε με τον βασιλιά των Φράγκων Θευδέριχο Α΄ και νίκησε τον άλλο αδελφό του Μπαντέρικ. Αφού ανέκτησε ολόκληρη τη Θουριγγία από τους αδελφούς του ο Χερμάναφριντ αρνήθηκε να μοιράσει την εξουσία του με τον Θευδέριχο Α΄ που τον είχε βοηθήσει. Ο Θευδέριχος Α΄ επέστρεψε με τον μικρότερο ετεροθαλή αδελφό του Χλωτάριο Α΄, νίκησαν τον Χερμαναφριντ και κατέκτησαν το βασίλειο του. Ο Θευδέριχος Α΄ επέστρεψε στη Γαλατία με τη μικρή Ραδεγούνδη, την έστειλε σε βίλα στην Πικαρδία και μετά από μερικά χρόνια την πάντρεψε με τον Χλωτάριο Α΄ (540).[6] Η Ραδεγούνδη ήταν μία από της 6 συζύγους ή ερωμένες του Χλωτάριου Α΄, οι άλλες 5 ήταν οι : Γκουντέρικ χήρα του μεγαλύτερου αδελφού του Χλωδόμηρου, Χουνσίνα, οι εξαδέλφες της Ραδεγούνδης Ινγούνδη και η αδελφή της Αρεγούνδη και η Βαλντράντα χήρα του μικρανεψιού του Θευδεβάλδου. Η Ραδεγούνδη δεν έκανε παιδιά με τον Χλωτάριο Α΄ και έμεινε γνωστή για τη γενναιοδωρία της.[7]

Ασκητισμός Επεξεργασία

Ο αδελφός της Ραδεγούνδης ήταν το τελευταίο μέλος της βασιλικής οικογένειας της Θουριγγίας που είχε επιζήσει. Ο Χλωτάριος Α΄ τον θανάτωσε, η Ραδεγούνδη ζήτησε την προστασία της εκκλησίας και από τον επίσκοπο του Νογιόν να τη χρίσει διακόνισσα.[8] Ίδρυσε το μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού στο Πουατιέ και έμεινε γνωστή για τις θεραπευτικές της ικανότητες.[9] Οι μοναχές υπό την κηδεμονία του Καισάρειου του Αρλ ήταν υποχρεωμένες να διαβάζουν και να γράφουν πολλές ώρες την ημέρα, διάβαζαν τις γραφές και αντέγραφαν τα χειρόγραφα.[10] Οι κανόνες εφαρμόστηκαν στο Αβαείο του Τιμίου Σταυρού με τόσο μεγάλη αυστηρότητα που οι μοναχές δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν ούτε την κηδεία της Ραδεγούνδης. Το Αβαείο πήρε το όνομα του από τα τεμάχια του Τιμίου Σταυρού, τα έδωσε στη Ραδεγούνδη ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστίνος Β΄. Ο επίσκοπος του Πουατιέ αρνήθηκε να τα τοποθετήσει στο Αβαείο, ύστερα από αίτημα της Ραδεγούνδης ο βασιλιάς Σιγιβέρτος Α΄ έστειλε στο Πουατιέ τον Ευφρόνιο του Τουρ για να ολοκληρώσει την τελετή. Ο Βενάντιος Φορτουνάτος γιόρτασε το γεγονός με μία σειρά από ύμνους, ένας από αυτούς ο "Βεξίλλα Ρέτζις" είναι από τους πιο διάσημους ύμνους στη χριστιανοσύνη, ψέλνεται τη Μεγάλη Παρασκευή και την Κυριακή των Βαΐων.

Η Ραδεγούνδη είχε στενή φιλία με τον Ιουνιανό του Μαίρ με τον οποίο ακούγεται ότι πέθανε την ίδια μέρα (13 Αυγούστου 587).[11] Η Ραδεγούνδη έμεινε γνωστή για τον υπερβολικά ασκητικό της χαρακτήρα, πήρε το προσωνύμιο "ακραία ασκητική".[12][13] Δεν έτρωγε κανένα ζωικό προϊόν, ούτε φρούτα, ούτε ψάρια, ούτε αυγά, μονάχα όσπρια και λαχανικά.[14] Η Ραδεγούνδη απείχε επίσης από το κρασί, την μπύρα και το μέλι, τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν έτρωγε τίποτα ούτε ψωμί, ούτε λάδι, ούτε αλάτι μονάχα νερό.[15] Οι υπόλοιποι μοναχοί της ζητούσαν να εγκαταλείψει τον υπερβολικό ασκητισμό επειδή θα κάνει κακό στην υγεία της αλλά η ίδια τους αγνόησε.[16] Έδεσε στον λαιμό της και τα χέρια της σιδερένια δακτυλίδια που έκοψαν τις σάρκες της και πίεσε το σώμα της με έναν καυτό μεταλλικό σταυρό.[17]

Συνδέσεις Επεξεργασία

 
Απεικόνιση της Αγίας Ραδεγούνδης τον 11ο αιώνα.

Οι καλύτεροι φίλοι της Ραδεγούνδης ήταν ο Βενάντιος Φορτουνάτος και ο Γρηγόριος Τουρώνης, οι τρεις φαίνεται ότι είχαν στενές σχέσεις μεταξύ τους. Η σχέση της με τον Βενάντιο Φορτουνάτο στηρίχτηκε στη φιλία, της αφιέρωσε δύο μεγάλα ποιήματα τα οποία πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς αποδίδουν στην ίδια.[18] Άλλη μία βιογραφία για τη Ραδεγούνδη έγραψε μία μοναχή ύστερα από μία εξέγερση στο Αβαείο που την περιγράφει ο Γρηγόριος Τουρώνης. Στην κηδεία της Ραδεγούνδης τρεις ημέρες μετά τον θάνατο της παραβρέθηκαν ο Βενάντιος Φορτουνάτος και ο Γρηγόριος Τουρώνης, τάφηκε στην εκκλησία της Αγίας Ραδεγούνδης στο Πουατιέ που αφιερώθηκε στην ίδια. Τη δεκαετία του 1260 ένα πρόγραμμα διακόσμησης περιείχε πολλές εικόνες που σχετίζονται με τη ζωή της Αγίας Ραδεγούνδης, πολλές από αυτές της κατέστρεψαν αργότερα οι Ουγενότοι. Η Λίνα Εκενστέιν (1857 - 1931) στο βιβλίο της "Γυναίκες υπό τον Μοναχισμό" (1896) που αναφέρεται στην περίοδο 500 - 1500 περιγράφει την εξέγερση που ακολούθησε μετά τον θάνατο της Ραδεγούνδης που κράτησε δύο χρόνια. Οι μοναχοί στο αβαείο αρνήθηκαν να δεχτούν άλλη ηγουμένη διορισμένη από την Καθολική ιεραρχία.[19]

Λατρεία Επεξεργασία

Απεικονίζεται με "βασιλικά ενδύματα, στέμμα και σκήπτρο", κοντά της υπάρχουν "λύκοι και άγρια ζώα" που τα έχει δαμάσει η παρουσία της.[20] Στη Ραδεγούνδη έχουν αφιερώσει πέντε ενοριακές εκκλησίες και ένα παρεκκλήσι στον παλαιό Καθεδρικό ναό του Αγίου Παύλου όπως επίσης εκκλησίες στο Γκλόστερ, στο Λίχφιλντ και τον Καθεδρικό ναό του Έξετερ. Το αβαείο της Αγίας Ραδεγούνδης κοντά στο Ντόβερ ιδρύθηκε προς τιμή της (1191), είναι επίσης προστάτιδα του Ιησουήτικου Κολεγίου του Κέιμπριτζ που ιδρύθηκε στη θέση που βρισκόταν τον 12ο αιώνα η μονή της Αγίας Μαρίας και της Αγίας Ραδεγούνδης. Το δημόσιο κτίριο της Αγίας Ραδεγούνδης στο Κέιμπριτζ πήρε το όνομα του προς τιμήν της, το ίδιο επίσης και το Κεντρικό και Συνεδριακό κέντρο στη νήσο Γουάιτ. Στη Γαλλία υπάρχουν πολλές τοποθεσίες με το όνομα "Αγία Ραδεγούνδη", στην Αυστρία υπάρχει κοινότητα στην Μπραουνάου αμ Ιν που βρίσκεται στα δυτικά της Ινφίρτελ, εκεί που ο ποταμός Σάλτσαχ σχηματίζει τα σύνορα με τη Βαυαρία. Τα ερείπια του κάστρου του Μίλμπουγκ στο χωριό Μίλμπουγκ στη Θουριγγία χρονολογούνται από το 704, τα θεμέλια του κάστρου είναι αφιερωμένα στην Αγία Ραδεγούνδη και είναι ορατά σήμερα.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118743430. Ανακτήθηκε στις 16  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 Κριστιάν Σετιπανί: «La Préhistoire des Capétiens» (Γαλλικά) Βιλνέβ-ντ'Ασκ. 1993. σελ. 70-71. ISBN-13 978-2-9501509-3-6. ISBN-10 2-9501509-3-4.
  3. p67311.htm#i673109.
  4. 4,0 4,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  5. "St. Radegund", Jesus College, Cambridge
  6. "St. Radegund", Jesus College, Cambridge
  7. McNamara, Jo Ann et al, "St. Radigund", Sainted Women of the Dark Ages.(Durham and London: Duke University Press, 1992), σσ. 70–86
  8. "St. Radegund", Jesus College, Cambridge
  9. McNamara, Jo Ann et al, "St. Radigund", Sainted Women of the Dark Ages.(Durham and London: Duke University Press, 1992), σσ. 70–86
  10. "St Radegund" the nunnery and its history rediscovered", Jesus College Cambridge
  11. https://web.archive.org/web/20090706111740/http://www.diocese-poitiers.com.fr/patrimoine/saints.html
  12. Effros, Bonnie. (2002). Creating Community with Food and Drink in Merovingian Gaul. Palgrave Macmillan. σσ. 49-50
  13. Muir, Elizabeth Gillan. (2019). Women's History of the Christian Church: Two Thousand Years of Female Leadership. University of Toronto Press. σ. 46
  14. Effros, Bonnie. (2002). Creating Community with Food and Drink in Merovingian Gaul. Palgrave Macmillan. σσ. 49-50
  15. Effros, Bonnie. (2002). Creating Community with Food and Drink in Merovingian Gaul. Palgrave Macmillan. σσ. 49-50
  16. Effros, Bonnie. (2002). Creating Community with Food and Drink in Merovingian Gaul. Palgrave Macmillan. σσ. 49-50
  17. Muir, Elizabeth Gillan. (2019). Women's History of the Christian Church: Two Thousand Years of Female Leadership. University of Toronto Press. σ. 46
  18. Stevenson, σ. 88
  19. http://jstor.org/stable/1833622?seq=1#page_scan_tab_contents
  20. Francis Bond, Dedications and patron saints of English churches: ecclesiastical symbolism; saints and their emblems, 1914, σ. 328

Πηγές Επεξεργασία

  • Gregory of Tours, Glory of the Confessors, translation by R. Van Dam (Liverpool, 1988)
  • Gregory of Tours, Glory of the Martyrs; translated by Raymond Van Dam. Liverpool: Liverpool University Press, 2004.
  • Gregory of Tours, History of the Franks; translation by L. Thorpe (Penguin, 1974: many reprints)
  • Venantius Fortunatus, The Life of the Holy Radegund; translation by J. McNamara and J. Halborg
  • Lina Eckenstein, Woman Under Monasticism: Chapters on Saint-Lore and Convent Life between A.D. 500 and A.D. 1500, Cambridge: Cambridge University Press, 1896.
  • Edwards, Jennifer C. Superior Women: Medieval Female Authority in Poitiers' Abbey of Sainte-Croix. Oxford: Oxford University Press, 2019.
  • Glenn, Jason. "Two Lives of Saint Radegund," in Jason Glenn (ed.), The Middle Ages in Texts and Texture: Reflections on Medieval Sources. Toronto: University of Toronto, 2012
  • Labande-Mailfert, Yvonne & Robert Favreau, eds. Histoire de l’abbaye Sainte-Croix de Poitiers: Quatorze siecles de vie monastique. Poitiers: Societe des Antiquaires de l’Ouest, 1986.
  • Lillich, Meredith Parsons. The Armor of Light: Stained Glass in Western France, 1250–1325. Berkeley: University of California Press, 1994.
  • Hahn, Cynthia. Portrayed on the Heart: Narrative Effect in Pictorial Lives of Saints from the Tenth through the Thirteenth Century. Berkeley: University of California Press, 2001.
  • Smith, Julia M. H. "Radegundis peccatrix: authorizations of virginity in late antique Gaul," in Philip Rousseau and Emmanuel Papoutsakis (eds), Transformations of Late Antiquity: essays for Peter Brown Τόμος. 2 (Aldershot: Ashgate, 2009)
  • Jane Stevenson (2005). Women Latin Poets: language, gender, and authority, from antiquity to the eighteenth century. Oxford University Press.