Ο Στυλιανός Ζαούτζης (Ζαουντζάς στον Σκυλίτση) [1] ήταν υψηλόβαθμος βυζαντινός αξιωματούχος αρμενικής καταγωγής. Ανέβηκε σε υψηλό βαθμό υπό τον Αυτοκράτορα των Ρωμαίων Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα (βασ. 867–886), στη συνέχεια αναδείχθηκε περαιτέρω υπό τον διάδοχο τού Βασιλείου Α΄, Αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό (βασ. 886-912), ο οποίος είχε στενή φιλία και πιθανώς μία σχέση με την κόρη τού Στυλιανού, τη Ζωή Ζαούτζαϊνα. Ο Στυλιανός Ζαούτζης ήταν ο κορυφαίος υπουργός τού Λέοντα ΣΤ΄ κατά το πρώτο μισό της βασιλείας του και τού απονεμήθηκε ο μοναδικός τίτλος τού βασιλοπάτορα. Η θέση και η επιρροή του μειώθηκαν μετά το 895, αλλά το 898 έγινε πεθερός τού Λέοντα ΣΤ΄, όταν ο βυζαντινός Αυτοκράτορας νυμφεύτηκε τη Ζωή. Απεβίωσε το 899, την ίδια χρονιά με τη Ζωή. Μετά από απόπειρα πραξικοπήματος από τους συγγενείς του, η οικογένεια των Ζαούτζη στερήθηκε τη σημαντική δύναμη, που είχε συγκεντρώσει υπό την κηδεμονία του Στυλιανού.

Στυλιανὸς Ζαούτζης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση9ος αιώνας
Θάνατος899
Κωνσταντινούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός

Βιογραφία

Επεξεργασία

Καταγωγή και πρώιμη καριέρα

Επεξεργασία
 
Βασίλειος Α΄ και ο γιος του Λέων (ΣΤ΄). Μικρογραφία από τη Σύνοψη Ιστοριών τού Σκυλίτζη, χειρόγραφο της Μαδρίτης.

Ο Ζαούτζης ήταν αρμενικής καταγωγής και γεννήθηκε στο θέμα της Μακεδονίας. Έχει διατυπωθεί η θεωρία από τον ιστορικό Nίκολας Άντοντζ ότι ο Ζαούτζης μπορεί να είναι γιος ενός σύγχρονου στρατηγού της Μακεδονίας ονόματι Τζάντζη, που είναι το όνομα τού γιου τού Ζαούτζη, αλλά η σύνδεση είναι τελικά αδύνατο να αποδειχθεί.[1][2] Σύμφωνα με τον Στήβεν Ράνσιμαν, το επώνυμο Zαούτσης προέρχεται από την αρμενική λέξη zaoutch, «νέγρος», αντανακλώντας την ιδιαίτερα σκούρα χροιά τού Zαούτζη. Στο ίδιο πνεύμα, ο Ζαούτζης ήταν γνωστός στους Βυζαντινούς ως «ο Αιθίοψ».[2] Όποια και αν είναι η ακριβής καταγωγή του, μοιραζόταν εθνική και γεωγραφική καταγωγή με τον Αυτοκράτορα Βασίλειο Α' τον Μακεδόνα, παράγοντας που πιθανότατα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην άνοδό του στα υψηλά αξιώματα κατά τη βασιλεία τού τελευταίου.[2]

Στα τέλη τού 882, ο νεαρός Λέων (ΣΤ΄), ο δεύτερος γιος του Βασιλείου και διάδοχος μετά το τέλος τού μεγαλύτερου αδελφού του Κωνσταντίνου το 879, νυμφεύτηκε τη Θεοφανώ, μέλος της οικογένειας τού Μαρτινάκη. Η νύφη ήταν η επιλογή της αυτοκράτειρας Ευδοκίας Ιγγερίνας και δεν άρεσε στον Λέοντα, ο οποίος αντίθετα προτιμούσε τη συντροφιά της Ζωής Ζαούτζαινας, της όμορφης κόρης τού Στυλιανού Ζαούτζη. Το αν η Ζωή ήταν πράγματι ερωμένη του είναι αβέβαιο. Ο ίδιος ο Λέων το αρνήθηκε σθεναρά σε μεταγενέστερες αναφορές.[3] Τότε ο Ζαούτζης κατείχε το αξίωμα τού μικρού εταιρειάρχη, δηλαδή διοικητή τού κατώτερου συντάγματος της Εταιρείας (τής σωματοφυλακής από μισθοφόρους) τού Αυτοκράτορα.[4] Οι σχέσεις τού Λέοντα με τον πατέρα του Βασίλειο Α΄ ήταν πάντα τεταμένες και όταν η Θεοφανώ τον ενημέρωσε γι' αυτή την υπόθεση, ο Βασίλειος Α΄ φέρεται να εξαγριώθηκε, να χτύπησε τον Λέοντα μέχρι να αιμορραγήσει και να παντρέχει τη Ζωή με έναν Θεόδωρο Γουζουνιάτη.[2] Επιπλέον, το 883, ο Λέων καταγγέλθηκε ότι συνωμοτούσε εναντίον τού Βασιλείου Α΄ και φυλακίστηκε. Μόνο με την παρέμβαση τού Πατριάρχη Φωτίου και τού Στυλιανού Ζαούτζη δεν τυφλώθηκε και αυτός.[5] Αυτή η υπόθεση δεν φαίνεται να πλήγωσε τη θέση τού ίδιου τού Ζαούτζη απέναντι στον Βασίλειο Α΄ ή τη σταδιοδρομία του, γιατί στο τέλος της βασιλείας τού Βασιλείου Α΄ ήταν πρωτοσπαθάριος και μέγας εταιρειάρχης (ανώτερος διοικητής της Εταιρείας).[1]

Άνοδος στα αξιώματα

Επεξεργασία
 
Χάλκινος φόλλις τού Αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' (βασ. 886–912). Επιγρ.: + LEON BASILEVS ROM. / + LEON EN ΘEO BASILEYS ROMEON.

Ο Λέων πέρασε τρία χρόνια στη φυλακή, μέχρι που απελευθερώθηκε και αποκαταστάθηκε στη θέση του στα τέλη Ιουλίου 886. Και εδώ ο Ζαούτζης έπαιξε σημαντικό ρόλο, καθώς παρακάλεσε προσωπικά τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα να εξασφαλίσει την απελευθέρωση τού Λέοντα.[2] Εκείνη την εποχή, ο Βασίλειος Α΄ ήταν άρρωστος, και στις 12 Αυγούστου 886 τραυματίστηκε βαριά κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού. Η συμμετοχή τού Ζαούτζη στο κυνήγι δημιούργησε υποψίες για συνωμοσία, αλλά η συνενοχή του γενικά απορρίπτεται, καθώς ο Βασίλειος Α΄ επέζησε για εννέα ημέρες, κατά τις οποίες δεν τιμώρησε τον Ζαούτζη.[3] Μετά το τέλος τού Βασιλείου Α΄, ο Λέων ΣΤ΄ στέφθηκε Αυτοκράτορας, αλλά ο Ζαούτζης, στον οποίο απονεμήθηκαν οι τίτλοι τού πατρικίου και τού μάγιστρου και το αξίωμα τού λογοθέτη τού δρόμου, ανέλαβε ουσιαστικά τον έλεγχο της κυβέρνησης, καθοδηγώντας την κρατική πολιτική.[1] Μία παράδοση, βασισμένη στον Βίο τού Αγ. Ευθυμίουαγιογραφία τού Πατριάρχη Ευθυμίου Α΄), υποστηρίζει, ότι ο ίδιος ο Βασίλειος Α΄ διόρισε τον Ζαούτζη ως επίτροπον (αντιβασιλιά), αλλά άλλες πηγές αναφέρουν, ότι η άνοδός του στην εξουσία ήταν πιο σταδιακή.[2] Είναι ενδεικτικό της εξουσίας του, ότι τα περισσότερα από τα διατάγματα (νεαρές νομοθεσίες) τού Λέοντα ΣΤ΄ απευθύνονται σε αυτόν αυτοπροσώπως και το 893 επέτυχε να εκλεγεί ως Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο προστατευόμενός του Αντώνιος Καυλέας.[6] Την ίδια περίοδο (μεταξύ 886 και 893), ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ έκανε ομιλία σε εκκλησία, που χτίστηκε με εντολή τού Ζαούτζη στην Κωνσταντινούπολη.[7]

 
Από τη Σύνοψη Ιστοριών τού Σκυλίτζη: Ο Αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ δέχεται μία βουλγαρική πρεσβεία (επάνω). Η βουλγαρική νίκη στο Βουλγαρόφυγο το 896 (κάτω). Η αναφορά στον Βίο τού Αγ. ευθυμίου θεωρεί τον Ζαούτζη και τους διεφθαρμένους οπαδούς του υπεύθυνους για το ξεκίνημα τού πολέμου, ο οποίος γνώρισε πολλές βαριές βυζαντινές ήττες.

Η άνοδος τού Ζαούτζη σε εξέχουσα θέση εδραιώθηκε το 891–893, όταν τού δόθηκε ο νεοσύστατος τίτλος τού βασιλοπάτορα («πατήρ τού Βασιλέως»).[2] Η προαγωγή του σε αυτόν τον νέο και αινιγματικό τίτλο έχει αποτελέσει αντικείμενο διαμάχης, καθώς δεν είναι γνωστοί ούτε οι λόγοι δημιουργίας τού τίτλου, ούτε οι ακριβείς λειτουργίες του. Η πρώιμη ημερομηνία της ανύψωσής του αποκλείει μία σχέση με την τελική άνοδο της κόρης του Ζωής στον αυτοκρατορικό θρόνο ως αυτοκράτειρα τού Λέοντα ΣΤ΄. Η ευγνωμοσύνη για την υποστήριξη τού Ζαούτζη εναντίον τού Βασιλείου ΣΤ΄ μπορεί να έπαιξε κάποιο ρόλο και μία κοινή θεωρία είναι ότι το αξίωμα υπονοούσε κάποια μορφή κηδεμονίας στον Αυτοκράτορα.[2] Το αξίωμα σίγουρα επιβεβαίωσε τον Ζαούτζη ως τον ανώτερο κοσμικό αξιωματούχο της Ρωμανίας (Βυζαντινής Αυτοκρατορίας). Ωστόσο, αν και ο Ζαούτζης παραδοσιακά θεωρούνταν παντοδύναμος αντιβασιλιάς έναντι ενός αδύναμου Αυτοκράτορα, εν μέρει λόγω της αναφοράς που παρέχεται στον Βίο τού Αγ. Ευθυμίου, η πραγματική σχέση μεταξύ των δύο μπορεί να ήταν αρκετά διαφορετική. Μία πιο προσεκτική αξιολόγηση τού πηγαίου υλικού οδήγησε τους σύγχρονους μελετητές στο συμπέρασμα, ότι ο Λέων ΣΤ΄ συμμετείχε ενεργά στην κυβέρνηση και ότι ο Ζαούτζης ως κύριος υπουργός ήταν πιστός και υπάκουος στον αφέντη του.[5]

Η αξιολόγηση τού παρελθόντος του ως πρώτου υπουργού της Αυτοκρατορίας είναι δύσκολη. Από τις λίγες διαθέσιμες πηγές για τη σταδιοδρομία του, ο Βίος τού Αγ. Ευθυμίου, που συντάχθηκε χρόνια μετά το τέλος τού Ζαούτζη, είναι εξαιρετικά εχθρικός, επιδιώκοντας να αποδώσει την ευθύνη για αρκετές από τις αποτυχίες της βασιλείας ή τις αντιδημοφιλείς αποφάσεις, σε αυτόν και έτσι να προστατεύσει τον Λέοντα ΣΤ΄ από την ευθύνη.[2] Η αφήγηση τού Βίου χρωματίζεται περαιτέρω από τη σφοδρή αντιπαλότητα μεταξύ τού Ζαούτζη και τού Ευθύμιου, τότε ενός σύγγελου και πνευματικού πατέρα τού Λέοντα ΣΤ΄, για την επιρροή στον βυζαντινό Αυτοκράτορα.[2] Έτσι ο Βίος κατηγορεί τον Ζαούτζη ότι ήταν υπεύθυνος για την απόλυση τού επιτυχημένου στρατηγού Νικηφόρου Φωκά τού Πρεσβύτερου από τον στρατό, καθώς και για την έναρξη των εχθροπραξιών με τη Βουλγαρία το 893: φέρεται ότι δύο από τους προστατευομένους του μετέφεραν την κύρια αγορά βουλγαρικών αγαθών από την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια προχώρησε στην αποκόμιση υπέρογκων αμοιβών από τους Βούλγαρους εμπόρους. Όταν ο Λέων ΣΤ΄, κατ' εντολή τού Ζαούτζη, απέρριψε τις διαμαρτυρίες των εμπόρων, ο Βούλγαρος τσάρος Συμεών Α΄ βρήκε πρόσχημα για να επιτεθεί στο Βυζάντιο.[1][2] Ωστόσο, πρόσφατα προτάθηκε από τον μελετητή Paul Magdalino ότι η μεταφορά ήταν στην πραγματικότητα πρωτοβουλία τού Λέοντα ΣΤ΄, με στόχο τον πλουτισμό της Θεσσαλονίκης, της οποίας ο προστάτης Άγιος Δημήτριος έδειξε ιδιαίτερη εύνοια στον Αυτοκράτορα.[2]

Πτώση από την εύνοια και το τέλος

Επεξεργασία
 
Ο Σαμωνάς αποκαλύπτει την συνωμοσία τού Βασιλείου κατά του Λέοντος ΣΤ΄. Μικρογραφία από τη Σύνοψη Ιστοριών τού Σκυλίτζη.

Ωστόσο, όλα αυτά οδήγησαν στη διαρκή εικόνα μίας αναποτελεσματικής ηγεσίας στις εξωτερικές και στρατιωτικές υποθέσεις υπό τον Ζαούτζη.[8] Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί, παρά την επανέναρξη της σχέσης τού Λέοντα ΣΤ΄ με τη Ζωή, η σχέση μεταξύ τού Ζαούτζη και τού Αυτοκράτορα έγινε τεταμένη. Οι ιστορίες για μία υποτιθέμενη συνωμοσία τού γιου τού Ζαούτζη να δολοφονήσει τον Λέοντα ΣΤ΄ το 894/895 δείχνουν μία ρήξη μεταξύ των δύο, και παρόλο που ο ίδιος ο Ζαούτζης δεν συμμετείχε, λίγο μετά ακολούθησε μεγάλος καυγάς μεταξύ τους.[2] Αν και συμφιλιώθηκαν, η θέση τού Ζαούτζη φαίνεται να μειώθηκε περαιτέρω στη συνέχεια, καθώς δύο από τους προστατευόμενους του, που κρίθηκαν ένοχοι για αποδοχή δωροδοκιών, τιμωρήθηκαν από τον Λέοντα ΣΤ΄.[2] Ωστόσο, στα τέλη τού καλοκαιριού τού 898, μετά το τέλος της Θεοφανούς στις 10 Νοεμβρίου 897, και τού πρώτου συζύγου της Ζωής, τού Γουζουνιάτη στις αρχές του 898, ο Λέων νυμφεύτηκε επιτέλους τη Ζωή, αναβιβάζοντάς την σε Αυγούστα. Τον επόμενο χρόνο όμως απεβίωσαν και η Ζωή και ο Στυλιανός.[9] Μετά το τέλος τους, ο Λέων ΣΤ΄ πρότεινε να νυμφευτεί ξανά, επιλέγοντας για σύζυγό του την Ευδοκία Βαϊανή. Οι πολυάριθμοι συγγενείς τού Ζαούτζη, που είχαν επωφεληθεί από την προστασία του, φοβήθηκαν μήπως χάσουν τις θέσεις τους από τις σχέσεις της νέας αυτοκράτειρας, και συνωμότησαν για να ανατρέψουν τον Λέοντα ΣΤ΄. Επικεφαλής ανάμεσά τους ήταν ο Βασίλειος, ανιψιός της Ζωής. Η δολοπλοκία, ωστόσο, προδόθηκε από τον ευνούχο υπηρέτη Σαμωνά και η συνωμοσία κατεστάλη. Οι συγγενείς τού Ζαούτζη εξορίστηκαν ή περιορίστηκαν σε μοναστήρια και η εξουσία της οικογένειας εθραύσθη.[1][10] Ο ίδιος ο Σαμωνάς ανταμείφθηκε πλουσιοπάροχα: προσελήφθη στην αυτοκρατορική υπηρεσία και προήχθη γρήγορα, ενώ έγινε παρακοιμώμενος το 908, προτού και αυτός εκπέσει από την εύνοια.[2]

Βιβλιογραφικές αναφορές

Επεξεργασία