Συνθήκη των Παρισίων (1814)
Η Συνθήκη των Παρισίων του έτους 1814[1] αποτελεί μία από τις βασικότερες συνθήκες ειρήνης στην ευρωπαϊκή ιστορία, καλούμενη και 1η ειρήνη των Παρισίων μετά την ολοκληρωτική ήττα του Ναπολέοντα Α΄[2]. Είναι αυτή που ουσιαστικά οδήγησε τους τότε ηγεμόνες της Ευρώπης, μόλις μερικούς μήνες αργότερα, στο Συνέδριο της Βιέννης. Η συνθήκη αυτή συνομολογήθηκε μεταξύ των συνασπισμένων κατά του Ναπολέοντα ηγεμονιών Ρωσίας, Αυστρίας, Αγγλίας και Πρωσίας, αφενός και της Γαλλίας αφετέρου, δια των πληρεξουσίων των Ηγεμόνων αυτών, κατά τον χρόνο εκεχειρίας των Ναπολεόντειων Πολέμων στις 23 Μαΐου του έτους εκείνου.
Γενικά
ΕπεξεργασίαΟι ειρηνευτικές συνομιλίες είχαν ξεκινήσει στις 9 Μαΐου από τον Ταλλεϋράνδο με τους συμμάχους και κατέληξαν στις 30 Μαΐου με τη συνομολόγηση της συνθήκης, στην οποία συμπεριελήφθησαν οι όροι της εκεχειρίας, γνωστότεροι ως «Σύμφωνο της Σωμόν»[3], σηματοδοτώντας και το τέλος των ναπολεόντειων πολέμων.
Βασικά με τη συνθήκη αυτή, που συντάχθηκε στη γαλλική γλώσσα και περιελάμβανε 33 άρθρα, ρυθμίστηκε η παλινόρθωση της βασιλείας του Οίκου των Βουρβόνων, με την επιστροφή του Βασιλέως της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΗ΄, καθώς και διάφορα θέματα που αφορούσαν γενικότερα το εδαφικό καθεστώς όπως είχε διαμορφωθεί, με την παραίτηση της Γαλλίας από τις νέες κτήσεις της. Τα θέματα αυτά ως ζητήματα καλύπτονταν από ένα μεγάλο αριθμό άρθρων για τα οποία υπήρξαν πολλές διαφωνίες και διαστάσεις απόψεων που οδηγούσαν σε διμερείς συνθήκες και συνεχείς τροποποιήσεις. Έτσι με το άρθρο 32 ορίστηκε η εντός διμήνου σύγκληση διεθνούς συνεδρίου στη Βιέννη, με τη συμμετοχή όλων όσων είχαν λάβει μέρος στους ναπολεόντειους πολέμους προκειμένου να συνομολογηθεί μια τελική διευθέτηση.
Στα ζητήματα εδαφικού καθεστώτος που τακτοποιήθηκαν με την παρούσα συνθήκη περιλαμβάνονται ως σημαντικότερα:
- η αναγνώριση των συνόρων της Γαλλίας που ίσχυαν στις 1 Ιανουαρίου του 1792, εγκαταλείποντας κάποιες κτήσεις και αποικίες και διατηρώντας κάποιες άλλες.
- η επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ελβετίας.
- η κατακύρωση της Μάλτας στην Αγγλική κυριαρχία.
- η διατήρηση του υπό τον Ναπολέοντα συνασπισμού των ενωμένων γερμανικών κρατιδίων.
- η προσάρτηση κάποιων γαλλογερμανικών παραμεθόριων εδαφών στην Πρωσία,
- η αυτοτέλεια του Πριγκιπάτου του Μονακό και
- η απόδοση του Αγίου Δομίνικου στην Ισπανία που είχε προσαρτήσει η Γαλλία το 1804.
Αντίθετα ένα από τα ζητήματα που ήγειρε τις περισσότερες αξιώσεις και διαφωνίες ήταν το ζήτημα της Επτανήσου, που είχαν καταλάβει ήδη οι Άγγλοι έχοντας εκδιώξει τους Γάλλους.
Ζήτημα εκτός εδαφικού που απασχόλησε τη συνθήκη ήταν η ελευθερία διάπλου του ποταμού Ρήνου, μέχρι του σημείου που είναι πλεύσιμος έχοντας καταστεί γεωγραφικό σύνορο και το γαλλικό δουλεμπόριο θέτοντας μια πενταετή χρονική προθεσμία για την πλήρη εξάλειψή του.
Τέλος τη συνθήκη αυτή υπέγραψαν η Ρωσία, η Πρωσία, η Αυστρία, η Αγγλία, και η Γαλλία καθώς και η Πορτογαλία, η Σουηδία και ένα μήνα αργότερα η Ισπανία.
Επτανησιακό ζήτημα
ΕπεξεργασίαΌπως αναφέρθηκε παραπάνω το ζήτημα της Επτανήσου, ως εδαφικό ζήτημα, ήταν αυτό που ήγειρε τις περισσότερες αξιώσεις και διαφωνίες[2] με αποτέλεσμα να αποφασισθεί η επανασυζήτησή του σε επόμενη σύνοδο των Ηγεμόνων.
Συγκεκριμένα για το εν λόγω θέμα, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους Έλληνες, οι πληρεξούσιοι του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄ της Ρωσίας πρότειναν η Επτάνησος ν' αποτελέσει ανεξάρτητο, ουδέτερο και κυρίαρχο κράτος με το όνομα «Επτάνησος Πολιτεία», που θα περιελάμβανε τα επτά κύρια νησιά, τις παρακείμενες νησίδες και θαλάσσιο χώρο αυτών, καθώς και τις έναντι ακτές της Ηπείρου, με τις πόλεις Πάργα, Πρέβεζα, Βόνιτσα και Βουθρωτό. Την πρόταση αυτή απέκρουσε εξ αρχής και κατηγορηματικά ο Αυστριακός πρίγκιπας Μέττερνιχ με την αιτιολογία ότι ως προϊόντα κατάλοιπα της διαλυθείσας Ενετικής Δημοκρατίας νόμιμος διάδοχος των κτήσεων της οποίας θεωρείται η Αυστρία, θα πρέπει να περιέλθουν στην Αυστρία. Εκτός όμως αυτής της αξίωσης υπήρξαν και άλλες όπως εκ μέρους του Βασιλέως της Βαυαρίας που πρότεινε να δοθούν ως Πριγκιπάτο στον γαμπρό του Πρίγκιπα Βαχαρνέ για την προσφορά του στους κατά Ναπολέοντα πολέμους. Αλλά και ο Πάπας Πίος Ζ΄ αξίωνε, προκειμένου να διατηρήσει τα Επτάνησα υπό τον καθολικισμό, την εγκατάσταση σ' αυτήν του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων και την υπ΄ αυτού διοίκησή τους.
Σημειώνεται όμως ότι και η Γερουσία της Επτανήσου είχε αποστείλει έγγραφο προς τους αντιπροσώπους των Αυτοκρατόρων και Βασιλέων της συνόδου, εν όψει του διακανονισμού των εδαφικών ζητημάτων της Ευρώπης που περιελάμβανε τα ακόλουθα βασικά σημεία - προτάσεις[4].
- Ν' αναγνωριστούν τα Επτάνησα ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος χωρίς καμία υποτέλεια.
- Να διατηρηθεί σε ισχύ το (γαλλικό) σύνταγμα του 1803 μέχρι ν' αντικατασταθούν όποια άρθρα απαιτούνται, και
- Οι πρώην ενετικές κτήσεις στα Ηπειρωτικά παράλια να ενσωματωθούν στο νέο κράτος.
Το έγγραφο κατέληγε με την ευχή ο Τσάρος της Ρωσίας να μεσολαβήσει προς τους άλλους Ηγεμόνες για την ευόδωση των παραπάνω στη κρίσιμη εκείνη περίοδο.
Τελικά η Γαλλία παραιτείται αξιώσεων και κυριαρχίας (suzeraineté), η Αγγλία ισχυρίζεται «προσωρινή κατοχή» και τον επόμενο χρόνο αποφασίσθηκε η παλινόρθωση της Ελεύθερης Πολιτείας του έτους 1800, πλην όμως με Άγγλο λόρδο Αρμοστή[5].
Παρατηρήσεις
Επεξεργασία- Η Συνθήκη των Παρισίων (1814) έφερε αρχικά 33 άρθρα, κατά το προσχέδιο που είχε συντάξει ο πληρεξούσιος του Βασιλέως και υπουργός εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου Λόρδος Κάσλρη, στα οποία προστέθηκαν ακόμα τέσσερα κατά τη συνομολόγηση που αφορούσαν θέματα αιχμαλώτων και οικονομικών αξιώσεων. Πληρεξούσιοι που υπέγραψαν αυτήν ήταν ο Σαρλ-Μωρίς ντε Ταλλεϋράν-Περιγκόρ πρίγκιπας του Μπενεβέντου, (Γαλλίας), ο Ρόμπερτ Στιούαρτ (υποκόμης Κάσλρη), (Ηνωμένου Βασιλείου), ο Τζωρτζ Χάμιλτον - Γκόρντον υποκόμης του Αμπερντίν, (Αυστρίας), ο πρέσβης Λόρδος Γουίλιαμ Κάθκαρτ, (Ρωσίας) και ο στρατηγός Τσαρλς Στιούαρτ (Πρωσίας).
- Για τα πρόσθετα άρθρα - αξιώσεις υπεγράφησαν ταυτόχρονα μία γαλλοαυστριακή, μια γαλλορωσική, και μια γαλλοπρωσική συνθήκη, μεταξύ Ταλλεϋράνδου αφενός και πρίγκιπα Μέττερνιχ (Αυστρία), κόμητες Ρασουμόφσκυ και Νεσελρόντε (Ρωσία) και Βαρόνους Χάρντεμπουργκ και Χούμπολτ (Πρωσία) αντίστοιχα.
- Η συνθήκη αυτή που αρχίζει με την φράση «Στο όνομα της υπέρ Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος» έχει ιδιαίτερη σημασία στην ευρωπαϊκή ιστορία αλλά και στο διεθνές δίκαιο κατά την οποία και αυτοπροσδιορίζονται για πρώτη φορά κατ' έννοια οι Μεγάλες Δυνάμεις οι οποίες και δημιουργούν το πρώτο διεθνές Διευθυντήριο με πρώτη πράξη το Σύμφωνο της Σωμόν που φέροντας και χαρακτήρα τελεσίγραφου, απετέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της συνθήκης στην οποία και περιελήφθη. Οι Ηγεμονίες που προσυπέγραψαν τη συνθήκη, εκτός της Γαλλίας, ήταν οι συνασπισμένες χώρες στο τέλος των ναπολεόντειων πολέμων, αποκαλούμενες και «6ος (αντι-ναπολεόντειος) συνασπισμός».
- Κατά τον χρόνο που γίνονταν οι συζητήσεις για τα Επτάνησα ο αγγλικός στρατός είχε ήδη καταλάβει όλα τα νησιά της συστάδας και πολιορκούσε την πόλη της Κέρκυρας όπου και αναμενόταν η πτώση της[6]
- Στο ζήτημα της Επτανήσου εμφανίσθηκε και η πρώτη αντιπαράθεση του Μέττερνιχ με τον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄ (δια του πληρεξούσιού του), που συνεχίστηκε μόνιμα σε όλα τα συνέδρια της Ιεράς Συμμαχίας.
Παραπομπές
ΕπεξεργασίαΠηγές
Επεξεργασία- Χαράλ. Νικολάου: Διεθνείς πολιτικές και στρατιωτικές συνθήκες-συμφωνίες και συμβάσεις, Εκδόσεις Φλώρος, Αθήνα 1996, σσ. 55-56
- Εκδοτική Αθηνών: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΑ΄, σελ. 375
- Σπ. Βερύκιος: Ιστορία των «Ηνωμένων Κρατών» των Ιονίων Νήσων, Αθήναι 1964, σσ. 63-65
- Κλ. Νικολαΐδης: Ιστορία του Ελληνισμού με κέντρον την Μακεδονίαν, Αθήναι 1923, σελ. 280