Η Τιάρα (από τα λατινικά: tiara‎‎, από τα αρχαία ελληνικά: τιάρα‎‎) είναι ένα στέμμα που φορούν οι γυναίκες στις επίσημες κοινωνικές εκδηλώσεις. Το κόσμημα είναι μεταλλικό, σε σχήμα μισού κύκλου και διακοσμημένο με πετράδια και πολύτιμους λίθους. Φοριέται από βασίλισσες, πριγκίπισσες, αριστοκράτισσες, και όπου επιβάλλεται λόγω της εκδήλωσης. Η τιάρα είναι ελαφρύτερη από τη βασιλική κορόνα και καλύπτει μόνο το μπροστινό μέρος του κεφαλιού.[2][3][4]Η νυφική τιάρα είναι μέρος νυφικής ενδυμασίας για γάμους.[5] Οι τιάρες φοριούνται, επίσης, από τις νικήτριες των καλλιστείων και τις πριγκίπισσες της Ντίσνευ. Οι τιάρες των θεατρικών κοστουμιών είναι φτιαγμένες από πλαστικό, και διακοσμημένες με στρας, κρύσταλλα Σβαρόφσκι ή άλλα κοινά υλικά.

Η τιάρα της Δούκισσας του Ανγκουλέμ [1] με σμαράγδια και διαμάντια, φιλοτεχνήθηκε το 1820 και τώρα φυλάσσεται στο Λούβρο
Μια μαργαριταρένια και σμαραγδένια τιάρα των Βόρειων και Νότιων δυναστειών της Κίνας (420-589)

Ιστορία Επεξεργασία

 
Η γυναίκα στην προσωπογραφία του Φαγιούμ φορά ένα χρυσό στεφάνι, ~100-110

Σήμερα, οι λέξεις "τιάρα" και "διάδημα" συχνά θεωρούνται συνώνυμες και εναλλάξιμες, και σημαίνουν κόσμημα κεφαλής.[6] Και οι δύο λέξεις προέρχονται από στολίδια κεφαλής που φοριούνταν από αρχαίους άνδρες και γυναίκες για να υποδηλώσουν υψηλή θέση. Στην Περσία οι βασιλείς φορούσαν υψηλά καλύμματα κεφαλής που περιβάλλονταν από “διαδήματα” (δακτύλιοι με διακοσμήσεις μοβ και λευκού χρώματος).[7] Οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι έφτιαχναν χρυσά διακοσμητικά κεφαλής σε σχήματα στεφανιών, ενώ οι τιάρες των Σκύθων έμοιαζαν με άκαμπτα φωτοστέφανα που αποτέλεσαν την έμπνευση για τα μεταγενέστερα Ρώσικα κοκόσνικ.[8] Η χρήση τιάρων και διαδημάτων περιορίστηκε με την παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την άνοδο του Χριστιανισμού.

 
Η τιάρα της Μεγάλης Δούκισσας του Μπάντεν, Στεφανί του Μπωαρναί, με μαργαριτάρια και διαμάντια, φτιάχτηκε γύρω στο 1830 και τώρα φυλάσσεται στο μουσείο του Παλατιού του Μάνχαϊμ

Στα τέλη του 18ου αιώνα, ο νεοκλασικισμός αναβίωσε τις τιάρες, αλλά αυτή τη φορά ήταν αποκλειστικά γυναικεία στολίδια. Οι κοσμηματοπώλες που εμπνεύστηκαν από την Αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη δημιούργησαν νέα στεφάνια από πολύτιμους λίθους.[9] Ο Ναπολέων Α' και η σύζυγός του Ιωσηφίνα ΤΑσέρ ντε Λα Παζρί διέδωσαν τη χρήση τιαρών μαζί με τη νέα μόδα της Αυτοκρατορίας. Ο Ναπολέων ήθελε η μεγαλοπρέπεια της Γαλλικής αυλής να λάμψει στην Ευρώπη και η βασίλισσα είχε στη συλλογή της πολλά φανταχτερά σετ κοσμημάτων που περιλάμβαναν τιάρες.[10]

Η Βασίλισσα Ελισάβετ Β' λέγεται ότι έχει τη μεγαλύτερη και πιο πολύτιμη συλλογή τιάρων στον κόσμο, εκ των οποίων πολλές είναι κειμήλια της Βρετανικής βασιλικής οικογένειας. Τις φοράει στις επίσημες εκδηλώσεις του κράτους, όταν επιβάλλεται. Οι περισσότερες ήρθαν στα χέρια της βασίλισσας ως μέρος κληρονομιάς, κυρίως από τη Βασίλισσα Αλεξάνδρα. Το 1920 η Βασίλισσα Μαίρη αγόρασε την τιάρα της Μεγάλης Δούκισσας Βλαντιμίρ, με σχέδιο πολυάριθμους διαμαντένιους κύκλους μέσα στους οποίους υπάρχουν μαργαριτάρια ή σμαράγδια. Το 1911 με εντολή της Βασίλισσας Μαίρης φτιάχτηκε μία τιάρα για τη βασιλική αυλή του Δελχί στην Ινδία, που τώρα έχει δοθεί ως δανεική στη Δούκισσα της Κορνουάλης, τη σύζυγο του Κάρολου, Πρίγκιπα της Ουαλίας. Για τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β' φιλοτεχνήθηκε μια τιάρα με ρουμπίνια και διαμάντια. Όταν έλαβε ως δώρο ακουαμαρίνες από τον λαό της Βραζιλίας, τις πρόσθεσε στα διαμάντια για να φτιάξει μια νέα τιάρα. [11]

Και άλλες βασίλισσες, αυτοκράτειρες και πριγκίπισσες φορούν τακτικά τιάρες σε επίσημες βραδινές περιστάσεις. Η Σουηδική βασιλική οικογένεια έχει μια υπέροχη συλλογή όπως και οι Δανοί, οι Ολλανδοί και οι Ισπανοί μονάρχες. Πολλά από τα Δανικά βασιλικά κοσμήματα μπήκαν στη συλλογή όταν η πριγκίπισσα Λουίζα της Σουηδίας παντρεύτηκε τον μετέπειτα Βασιλιά Φρειδερίκο Η' της Δανίας. Η δυναστεία των Ρομανώφ είχε μια υπέροχη συλλογή μέχρι την επανάσταση του 1917. Και η Ιρανική βασιλική οικογένεια είχε μια μεγάλη συλλογή από τιάρες, που μετά την Ιρανική επανάσταση, φυλάσσονται στο Εθνικό Μουσείο στην Τεχεράνη.

Αν και συνήθως συνδέονται με γυναίκες βασιλέων και ευγενών οικογενειών, οι τιάρες έχουν φορεθεί και από κοινούς θνητούς, ιδιαίτερα από πλούσιους Αμερικάνους και επιφανή άτομα της υψηλής κοινωνίας, όπως η Μπάρμπαρα Χούτον. Σε σπάνιες περιπτώσεις, συνήθως όταν η πραγματική τιάρα είναι εξαιρετικά παλαιά και πολύτιμη λόγω της ιστορίας της, των πολύτιμων λίθων ή της προηγούμενης ιδιοκτήτριας, για λόγους ασφαλείας φτιάχνονται ρεαλιστικά αντίγραφα της πρωτότυπης που μπορούν να φορεθούν στη θέση της.

Κατά τη Βικτοριανή εποχή στις Ηνωμένες Πολιτείες, ορισμένες μεσοαστικές κυρίες που δεν ήταν της βασιλικής αυλής φορούσαν τιάρες.

Μέχρι τη δεκαετία του 1920, οι τιάρες και παρόμοια στεμματάκια έγιναν δημοφιλή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Συνδυάζονταν ιδανικά με επίσημες βραδινές τουαλέτες, αλλά ήταν και δημοφιλή στοιχεία στη μόδα και τα πάρτι των φλάπερς (επιπόλαιες κορασίδες).

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Eldest and only surviving daughter of Louis XVI of France and Marie Antoinette
  2. «Difference Between Tiara and Crown | Tiara vs Crown». DifferenceBetween.com (στα Αγγλικά). 4 Αυγούστου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. 
  3. «Definition of TIARA». www.merriam-webster.com (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. 
  4. «TIARA | meaning in the Cambridge English Dictionary». dictionary.cambridge.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. 
  5. «Royal Splendor 101: Tiara Rules». The Royal Order of Sartorial Splendor. 10 Οκτωβρίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Σεπτεμβρίου 2015. 
  6. «Royal Splendor 101: Tiara Terminology». The Royal Order of Sartorial Splendor. 5 Δεκεμβρίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Σεπτεμβρίου 2015. 
  7. Munn, Geoffrey (2002). Tiaras: Past and Present. 160 Brompton Road, London: V&A Publications. ISBN 0-8109-6594-1. 
  8. ««Κοκόσνικ»: ιστορία». ambotis.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. 
  9. Munn, Geoffrey (2001). Tiaras: A History of Splendor. England: Antique Collectors' Club Ltd. ISBN 1851493751. 
  10. «Parure | jewelry». Encyclopedia Britannica (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2019. 
  11. «Aquamarine and diamond tiara». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2010.