Ο Τριαντάφυλλος Ι. Τζουράς (Λήμνος 1793 - Αθήνα 1847) υπήρξε σημαντικός αγωνιστής στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Πολέμησε σε πολλές μάχες (άλωση Τριπολιτσάς, Δερβενάκια, εκστρατεία Ολύμπου, Νιόκαστρο, πολιορκία Ακρόπολης, μάχη Μαρτίνου) επικεφαλής στρατιωτικού σώματος "μισθωμένου εξ ιδίων", τραυματίστηκε έξι φορές και για τη δράση του πρασημοφορήθηκε με τον αργυρό σταυρό και χρίστηκε "Ιππότης του χρυσού σταυρού του Τάγματος του Σωτήρος", μια από τις μεγαλύτερες τιμητικές διακρίσεις για Έλληνα αξιωματικό. Μετά την απελευθέρωση υπηρέτησε ως πεντακοσίαρχος στον ελληνικό στρατό στην περιοχή της Φθιώτιδας έως το θάνατό του. Ο Νικόλαος Σπηλιάδης στα απομνημονεύματά του τον περιγράφει ως εξής: "Ήτο ανδρείος, αγχίνους και καθ’ όλα Έλλην". Στο Αρχείο Αγωνιστών του 21 έχει καταγραφεί με Α.Μ. 133.

Τριαντάφυλλος Τζουράς
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1793
Λήμνος
Θάνατος1847
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Οικογένεια
ΑδέλφιαΚωνσταντίνος Τζουράς

Βιογραφικό Επεξεργασία

Συμμετοχή στον αγώνα Επεξεργασία

Ο Τριαντάφυλλος Τζουράς γεννήθηκε στη Λήμνο το 1793 και ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του δεν είναι γνωστά αλλά πιθανότατα ήταν καραβοκύρης, διότι με το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821 μετέχει μαζί με ψαριανά πλοία στην περιοχή του Άθω τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1821, όπου τραυματίζεται για πρώτη φορά. Στη συνέχεια στις ναυτικές επιχειρήσεις στην Ερεσσό και στη Σάμο, έχοντας υπό τις διαταγές του 85 Λήμνιους "μισθωμένους εξ ιδίων", όπως γράφει σε μεταγενέστερη αναφορά του.

Από το Σεπτέμβριο του 1821 μετέχει στις χερσαίες επιχειρήσεις, στην πολιορκία και στην άλωση της Τριπολιτσάς θέτοντας το σώμα του υπό τις διαταγές του Δημητρίου Υψηλάντη. Την άνοιξη του 1822 εκστρατεύει με τον υπασπιστή του Υψηλάντη Γρηγόριο Σάλα και τον Κασομούλη στον Όλυμπο. Μετά την αποτυχία της εκστρατείας καταφεύγει στην Αγ. Μαρίνα Στυλίδας, όπου μαζί με τον Ανδρούτσο προσπαθεί να χωρίς επιτυχία να ανακόψει τον Δράμαλη και τραυματίζεται για δεύτερη φορά. Κατεβαίνει στην Πελοπόννησο και μάχεται υπό τον Δημ. Υψηλάντη στη μάχη των Δερβενακίων, στην καταστροφή του Δράμαλη.

Το 1823 παίρνει μέρος στην εκστρατεία στο Τρίκερι, υπό τις διαταγές του Βάσου Μαυροβουνιώτη, στην οποία μετέχει και ο αδερφός του Κωνσταντίνος Τζουράς. Στον εμφύλιο του 1824 μένει πιστός στον Μαυροβουνιώτη, υπό τις διαταγές του οποίου, μετέχει σε διάφορα εμφυλιακά γεγονότα. Σε ένα από αυτά, στην Τρίπολη, τραυματίζεται για τρίτη φορά, αυτή τη φορά πιο βαριά στον ώμο. Μετά τον τραυματισμό του προάγεται σε χιλίαρχο σύμφωνα με σωζόμενο έγγραφο:

"ΤΟ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΝ ΣΩΜΑ
Δυνάμει του Γ.Κ.Τ. του Ν. Της Επιδαύρου
Διατάττει,
Αον. Οι υποσημειούμενοι προβιβάζονται εις τους ακολούθους βαθμούς: Ο Γενναίος Κότζος και Τριαντάφυλλος Τζουράς εις τον βαθμόν της Χιλιαρχίας. Ο Κυριάκος Μούρτζης, Αιγινήτης εις τον της Υποχιλιαρχίας.
Βον. Το Υπουργείον του Πολέμου να ενεργήσει την δια/γήν ταύτην.

Εν Ναυπλίω 23 Δεκεμβρίου 1824."

Στη μάχη του Νιόκαστρου κατά του Ιμπραήμ, στις 7 Απριλίου 1825, τραυματίζεται για τέταρτη φορά, στη βουβωνική χώρα. Το 1826 συμμετέχει και διακρίνεται στην πολιορκία που επιχείρησαν οι Έλληνες στη Βηρυττό μαζί με τους Κριεζώτη, Μαυροβουνιώτη και το Γάλλο φιλέλληνα Φαβιέρο, τον οποίο έσωσε από την αιχμαλωσία.

Επιστρέφει στην Αττική και μετέχει στην πολιορκία της Ακρόπολης. Κλείνεται στο αθηναϊκό κάστρο μαζί με τον Ν. Κριεζή από τις 10 Οκτωβρίου 1826 ως τις 3 Ιουνίου 1827. Μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη πριν από τη μάχη Αναλάτου βγαίνει από το κάστρο ως απεσταλμένος των ελληνικών στρατευμάτων του φρουρίου και μεταφέρει την απόφασή τους να το κρατήσουν "έως να τελειώσουν και το ύστερον σπυρί του κριθαριού". Τη συμμετοχή του απεικόνισε ο Παναγιώτης Ζωγράφος στον πίνακα του "Πολιορκία των Αθηνών κατά το 1827", που έφτιαξε με την καθοδήγηση του Μακρυγιάννη, όπου σημειώνει:

"Έμβηκεν δευτέρα βοήθεια των Ελλήνων ο Ν. Γκριζιώτης, ο Μαμούρης, ο Μήτρο Λεκκας, Τριαντάφυλλος Τζουρας, Τόλιας και Ντεληγιώργης, έως 200 άνθρωποι"[1]

Η ηρωική του έξοδος που τόνωσε το ηθικό των πολιορκημένων επαινέθηκε με ειδική απόφαση της Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας. Στα τελευταία χρόνια της επανάστασης μετείχε σε διάφορες μάχες και διακρίθηκε στη μάχη Τρικέρων στις 17 Μαρτίου 1827. Με τη δημιουργία του τακτικού στρατού από τον Καποδίστρια, το Σεπτέμβριο του 1828,εντάχθηκε στο στράτευμα ως "πεντακοσίαρχος". Με το βαθμό πήρε μέρος στη νικηφόρα μάχη του Μαρτίνου Λοκρίδος, τον Ιανουάριο του 1829, στις προσπάθειες που γίνονταν ώστε να κατοχυρωθούν τα σύνορα του μικροσκοπικού και υπό διαμόρφωση ακόμα ελληνικού κράτους.

Μεταπολεμική περίοδος Επεξεργασία

Με την αναδιοργάνωση του στρατεύματος, το 1830, ονομάστηκε ταγματάρχης και τοποθετήθηκε διοικητής του ΙΒ΄ Τάγματος. Συμμετείχε με το τάγμα του σε διάφορες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον τουρκικών καταλοίπων στην Ανατολική Στερεά, στη Χασιά και στην Ελευσίνα. Το 1831, στη Σαλαμίνα, αντιμετώπισε την ανταρσία του Δ. Κριεζή κατά του Καποδίστρια. Μετά το θάνατο του Ιωάννη Καποδίστρια εμπλέκεται σε συγκρούσεις με στασιαστές, κατά τις οποίες τραυματίστηκε σοβαρά στο πρόσωπο και παρέμεινε στο Ναύπλιο για νοσηλεία. Ήταν η έκτη φορά που τραυματίστηκε σε μάχη. Για την αφοσίωσή του στον κυβερνητικό στρατό προήχθη σε χιλίαρχο από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια.

Στα χρόνια του Όθωνα συνέχισε να υπηρετεί στο στράτευμα, αρχικά με το βαθμό του ταγματάρχη και από το 1843 ως αντισυνταγματάρχης. Τοποθετήθηκε διοικητής στο 1ο Ελαφρό Τάγμα Οροφυλακής Φθιώτιδας, στη Στυλίδα, όπου αντιμετώπισε περιπτώσεις ληστών. Η εκτίμηση που υπήρχε προς το πρόσωπό του, αποδεικνύεται από το ότι διορίστηκε τιμητικά "πληρεξούσιος" του Στρατού Ανατολικής Ελλάδος.

Τιμητικές διακρίσεις Επεξεργασία

Η οικογένειά του Επεξεργασία

Το 1838, ο Τριαντάφυλλος Τζουράς πήρε σύζυγο τη Ζωή Ν. Σχοινά καταγόμενη από την Κωνσταντινούπολη, της οποίας η οικογένεια ζούσε στη Σύρο. Ο γάμος έγινε στην Αθήνα, όπου έμεινε το ζεύγος και απέκτησαν δύο παιδιά, την Ερατώ το 1839 και τον Ιωάννη το 1841. Επίσης, είχε αδερφό τον Κωνσταντίνο Τζουρά, αγωνιστή της επανάστασης και στρατιωτικό.

Ο Τριαντάφυλλος Τζουράς απεβίωσε το Νοέμβριο του 1847 στην Αθήνα. Ήταν 54 ετών. Μετά το θάνατό του, η οικογένειά του διεκδίκησε καθυστερούμενους μισθούς από τα χρόνια του Καποδίστρια 1.872 φοίνικες και σύνταξη. Το 1853 έλαβε μηνιαία σύνταξη 60 δρχ. ως χήρα Συνταγματάρχη Οροφυλακής.

Πηγές Επεξεργασία

  • Τρύφων Μαραγκός, "Λημνιακά Τετράδια: Ο Λήμνιος αγωνιστής του ’21 Τριαντάφυλλος Τζουράς και το Αρχείο του", Ιωλκός, Αθήνα 1981.
  • Τάσος Καψιδέλης, "Η Λήμνος στην επανάσταση του 1821", Αθήνα 1986.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Αναφορές Επεξεργασία