Το Χαγανάτο των Ρουράν ήταν μια συνομοσπονδία νομαδικών μογγολικών φυλών (με τη συμμετοχή και κάποιων τουρκικών φυλών) στη Μογγολία από τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. έως τα μέσα του 6ου αιώνα. Έχει υποτεθεί κατά καιρούς ότι οι Ρουράν είναι οι μετέπειτα εμφανισθέντες στην Ευρώπη Άβαροι της Ευρασίας. Ο όρος Ρουράν (ορθότερα Ρόου-ραν, σε βιβλία στα Ελληνικά απαντώνται ως Ρουράν) είναι μανδαρινικός κινεζικός και προέρχεται από τα κινεζικά χρονικά.

Χαγανάτο των Ρουράν
330 – 555
Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Πρωτεύουσα Η πόλη Μούμο στην κοιλάδα Ορχόν της Μογγολίας (οι περιοχές της συνομοσπονδίας απεικονίζονται στον χάρτη με το όνομα NIRUN)
Γλώσσες Μεσαιωνική Μογγολική
Θρησκεία Σαμανισμός
Βουδισμός
Πολίτευμα Χαγανάτο
Χαγάνος
 -  330 Γιουτζιουλιού Μουγκουλού
 -  555 Γιουτζιουλιού Ντενγκσουτσί
Ιστορία
 -  Ίδρυση 330
 -  Κατάλυση 555

Το χαγανάτο των Ρουράν καταστράφηκε στα 552 μ.Χ. από μια συμμαχία των δυνάμεων των Ουράνιων Τούρκων (Γκιοκτούρκων), των κινεζικών δυναστειών των Βορείων Τσι (550-577) και Βορείων Τζόου (557-581) που κυβερνούσαν τη βορειοανατολική Κίνα (το δυτικό τμήμα των τότε κινεζικών εδαφών στο Βορρά οι Βόρειοι Τζόου και το ανατολικό αντίστοιχο οι Βόρειοι Τσι), καθώς και λοιπών νομαδικών φυλών της Κεντρικής Ασίας.

Προέλευση και επέκταση Επεξεργασία

Οι Ρουράν ήταν συνομοσπονδία υπό την ηγεσία ενός παρακλαδιού της εθνοτικής ομάδας με την ονομασία Σιενμπέι (πρωτομογγολικής ή κατ' άλλους ιστορικούς τουνγκουζικής ή μογγολοτουνγκουζικής καταγωγής), τμήμα της οποίας παρέμεινε στις στέπες της Μογγολίας μετά τη μετανάστευση του μεγαλύτερου όγκου της νοτιότερα στη Βόρεια Κίνα, όπου ίδρυσε διάφορα βασίλεια. Γύρω από και με στυλοβάτη τον εναπομείναντα αυτό πυρήνα-παρακλάδι των Σιενμπέι δομήθηκε η συνομοσπονδία ενός μωσαϊκού μογγολικών φυλών, αποτελώντας τους Ρουράν.

Οι Ρουράν ήρθαν στο προσκήνιο όταν νίκησαν τους Γκάο-τσε/Τιέλε (συνομοσπονδία 9 τουρκικών φυλών) και εγκαθίδρυσαν μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν σε όλο το δρόμο έως το Χουλούν, στην ανατολική Εσωτερική Μογγολία. Στα δυτικά των Ρουράν την περιοχή εξουσίαζε η ορδή των Εφθαλιτών που αρχικώς, μέχρι τις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ., ήταν μια από τις υποτελείς φυλές των Ρουράν.

Μεταξύ των Ρουράν και των Εφθαλιτών υπήρχαν στενές σχέσεις, παρόλο που είχαν διαφορετικές γλώσσες και πολιτιστικές αξίες, και οι Εφθαλίτες είχαν δανειστεί ως προς την πολιτική τους οργάνωση πολλά στοιχεία από τους Ρουράν. Ειδικότερα, ο τίτλος "Χαγάνος/Χάνος" που σύμφωνα με τον ιστορικό Μακ Γκόβερν προερχόταν από τους Ρουράν, υιοθετήθηκε και από τους Εφθαλίτες. Ο λόγος για τη μετέπειτα μετανάστευση των Εφθαλιτών νοτιοδυτικότερα ήταν ν΄ αποφύγουν την πίεση των Ρουράν. Επιπλέον, οι Εφθαλίτες νίκησαν τους Γιουέ-τσι στη Βακτρία αναγκάζοντάς τους να καταφύγουν νοτιότερα.

Σύμφωνα με το Βιβλίο του Άσματος (κινεζικό ιστορικό κείμενο), το άλλο όνομα των Ρουράν ήταν "Τάταροι" ή "Τάρταροι", και ήταν μια από τις φυλές (ορθότερα σύνολο φυλών) που συναποτελούσαν παλαιότερα τη συνομοσπονδία των Σιονγκ-νου.

Οι Ρουράν ήλεγχαν την περιοχή της Μογγολίας από τα όρια της Μαντζουρίας μέχρι το Τουρπάν, και ίσως την ανατολική ακτή της λίμνης Μπαλκάς, και τα εδάφη από τον ποταμό Ορχόν μέχρι την Εσωτερική Κίνα. Ο πρόγονός τους και αρχικός ηγέτης, Μουγκουλού, λέγεται ότι ήταν αρχικώς σκλάβος των φυλών Τουόμπα (άλλου παρακλαδιού των Σιενμπέι), που κυριαρχούσαν στις βόρειες όχθες του Δέλτα του Κίτρινου Ποταμού. Ο απόγονος του Μουγκουλού, Γιουτζιουλιού Σελούν (Yujiulü Shelun), λέγεται ότι ήταν ο πρώτος φύλαρχος που κατάφερε να επιβάλει την εξουσία των Ρουράν νικώντας τους Τιέλε και τους Σιενμπέι. Ο Σελούν ήταν επίσης ο πρώτος από τους ανθρώπους της στέπας που υιοθέτησε τον τίτλο του χαγάνου το 402 μ.Χ., ο οποίος ήταν αρχικώς τίτλος της αριστοκρατίας των Σιενμπέι.

Λίγα είναι γνωστά για την κυβερνώσα ελίτ των Ρουράν, για την οποία το Βιβλίο των Ουέι (κλασικό κινεζικό ιστορικό κείμενο) αναφέρει ότι ήταν παρακλάδι των Σιενμπέι. Οι Ρουράν στην ακμή τους εξουσίαζαν τις περιοχές που σήμερα αποτελούν την επαρχία Σιντζιάνγκ της Κίνας, τη Μογγολία και την Κεντρική Ασία, καθώς και τμήματα της Σιβηρίας και της Μαντζουρίας από τα τέλη του 4ου αιώνα. Οι συχνές τους παρεμβάσεις και επιδρομές επηρέασαν βαθιά τα γειτονικά κράτη.

Οι Ρουράν και οι Εφθαλίτες άρχισαν κάποια στιγμή να έρχονται σε έντονες προστριβές, ενώ Κινέζοι πράκτορες δολοπλοκούσαν δημιουργώντας προβλήματα στη συνομοσπονδία των Ρουράν. Το 508 μάλιστα, οι Τιέλε νίκησαν τους Ρουράν σε μάχη, οι δεύτεροι όμως πήραν εκδίκηση το 516, νικώντας με τη σειρά τους τους Τιέλε. Εντός της συνομοσπονδίας των Ρουράν ήταν μια υποτελής τους τουρκική φυλή, η Ασίνα, μετέπειτα ηγέτιδα φυλή της συνομοσπονδίας των Ουράνιων Τούρκων ("Γκιοκτούρκων"), η οποία μετά την απόρριψη μιας πρότασης γάμου με προσβλητικό τρόπο από τους Ρουράν, συμμάχησε με το κινεζικό κράτος των Δυτικών Ουέι (Western Wei, διάδοχο κράτος αυτού των Βόρειων Ουέι στη Βόρεια Κίνα), και επαναστάτησε εναντίον των Ρουράν.

Τελικώς, το 552 μ.Χ., το χαγανάτο των Ρουράν καταστράφηκε από μια συμμαχία των δυνάμεων των Ουράνιων Τούρκων, των κινεζικών δυναστειών των Βορείων Τσι (550-577) και Βορείων Τζόου (557-581) που κυβερνούσαν πλέον τη βορειοανατολική Κίνα, και άλλων νομαδικών φυλών της Κεντρικής Ασίας. Το 555, οι Γκιοκτούρκοι αποκεφάλισαν 3.000 Ρουράν. Κάποιοι μελετητές ισχυρίζονται ότι οι Ρουράν κατέφυγαν τότε δυτικά διασχίζοντας τις στέπες και αποτέλεσαν τους Αβάρους, παρότι πολλοί άλλοι μελετητές αμφισβητούν αυτόν τον ισχυρισμό.

Τα απομεινάρια των Ρουράν κατέφυγαν στην Κίνα, όπου απορροφήθηκαν ως συνοριακοί φρουροί και εξαφανίστηκαν για πάντα από την ιστορία ως διακριτή οντότητα. Ο τελευταίος χαγάνος των Ρουράν κατέφυγε στην Αυλή των Δυτικών Ουέι, αλλά κατόπιν απαίτησης των Γκιοκτούρκων, οι Δυτικοί Ουέι τον εκτέλεσαν μαζί με τους ευγενείς που τον συνόδευαν.