Μάχη της Νικοπόλεως (1798)

Η βίαιη κατάληψη της Πρέβεζας από τα στρατεύματα του Αλή πασά των Ιωαννίνων μετά τη μάχη στη Νικόπολη τον Οκτώβριο του 1798
(Ανακατεύθυνση από Χαλασμός της Πρέβεζας)

Η Μάχη της Νικοπόλεως έγινε στις 12/23 Οκτωβρίου 1798, στον χώρο βόρεια των ερειπίων της αρχαίας Νικόπολης, μεταξύ 280 Γάλλων γρεναδιέρων, 200 Πρεβεζάνων πολιτοφυλάκων και 60 Σουλιωτών πολεμιστών, εναντίον 7.000 Τουρκαλβανών του Αλή Πασά Τεπελενλή, που κατέληξε σε πανωλεθρία των πρώτων. Την επόμενη μέρα 13 και 14 Οκτωβρίου 1798 τα τουρκαλβανικά στρατεύματα εισήλθαν στην Πρέβεζα όπου ακολούθησε σφαγή, ο αποκαλούμενος Χαλασμός της Πρέβεζας.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η τοποθεσία της μάχης της Νικοπόλεως

Ιστορία Επεξεργασία

Στις 17 Οκτωβρίου 1797, υπεγράφη μεταξύ Βενετών και Γάλλων του Μεγάλου Ναπολέοντα (Ναπολέων Βοναπάρτης), η συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, με την οποία η Πρέβεζα με την Πάργα και τα Ιόνια νησιά περιήλθαν στους Γάλλους, ερήμην του σουλτάνου. Οι κάτοικοι της Πρέβεζας υποδέχθηκαν τους 280 Γάλλους γρεναδιέρους υπό τον στρατηγό Λα Σαλσέτ με μεγάλη χαρά σαν απελευθερωτές, διότι είχαν δεινοπαθήσει οικονομικά και διοικητικά από τους Βενετούς. Η Πρέβεζα όμως, δυστυχώς παρέμεινε στα χέρια των Γάλλων λιγότερο από έναν χρόνο, γιατί τον Οκτώβριο του 1798 μ.Χ., πέρασε βιαίως στα χέρια του Αλή Πασά Τεπελενλή, μετά τη Μάχη της Νικοπόλεως. Προφανώς, η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είδε με καλό μάτι τη συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, διότι υπεγράφη άνευ της δικής της συγκατάθεσης.[εκκρεμεί παραπομπή]

Πριν τη μάχη της Νικοπόλεως Επεξεργασία

Στις 12 Οκτωβρίου 1798 (στις 23 Οκτωβρίου κατά το νέο ημερολόγιο), στα ερείπια της Νικοπόλεως, έγινε μία σκληρή μάχη, η Μάχη της Νικοπόλεως, στην οποία έλαβε μέρος η Γαλλική Φρουρά Πρέβεζας αποτελούμενη από 280-300 γρεναδιέρους υπό τον στρατηγό Λα Σαλσέτ, συνεπικουρούμενη από 200 Πρεβεζάνους πολιτοφύλακες και 60 Σουλιώτες πολεμιστές υπό τον καπετάν Χρηστάκη.[1] Κατά άλλη άποψη, επικεφαλής των Πρεβεζάνων πολιτοφυλάκων ήταν ο Παναγιώτης Τσαρλαμπάς, παππούς του Οδυσσέα Ανδρούτσου και επικεφαλής των Σουλιωτών ήταν ο τυχαίως ευρεθείς στην Πρέβεζα Γεώργιος Μπότσαρης και επίσης ένα μικρότερο σώμα από την περιοχή Λάκκα Σούλι υπό τον καπετάν Χρηστάκη.[2] Της μάχης αυτής προηγήθηκε προετοιμασία δύο μηνών με οχυρωματικά έργα. Η προετοιμασία καθυστέρησε πολύ λόγω της διαφωνίας των μηχανικών των Γάλλων με αντικείμενο εάν οι οχυρώσεις θα είναι υπέργειες, δηλαδή ξύλινοι πύργοι, ή επίγειες, δηλαδή χαρακώματα. Πέραν αυτού, η θέση άμυνας ήταν λανθασμένη (στη σημερινή θέση Μάζωμα Πρέβεζας, ή «έλεγχος» που βρίσκεται η ταβέρνα του Αριστείδη Ακρίβη, έξω από τα τείχη της Νικοπόλεως). Είναι προφανές ότι τα ελληνογαλλικά στρατεύματα μειονεκτούσαν τόσο ως προς τον αριθμό στρατιωτών όσο και ως προς τη θέση τους.

 
Αλή Πασάς Τεπελενλής, Τεπελένι Αλβανίας

Από την άλλη μεριά παρατάχθηκε ο 58χρονος τότε Αλή Πασάς Τεπελενλής, διορισμένος «περιφερειάρχης» Ηπείρου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με επικεφαλής τον νεαρό γιο του Μουχτάρ Πασά, με 4.000 πεζούς και 3.000 έφιππους Τουρκαλβανούς, ένα ασκέρι δηλαδή 7.000-8.000 ανδρών. Από ό,τι φαίνεται, οι Γάλλοι δεν πρόλαβαν να προετοιμασθούν αμυντικά, γιατί προδόθηκαν οι οχυρωματικές εργασίες τους και η στρατιωτική τους παράταξη, με αποτέλεσμα να δεχθούν ταχεία επίθεση από τον Αλή Πασά. Ο ιστορικός Κάδμιος γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Ισθμός ούτος της Νικοπόλεως απέχει μίαν ώραν (εννοεί με πεζοπορία φυσικά) από της πόλεως της Πρεβέζης και εθεωρήθη επιδεκτικός αμύνης. Εκτός των διακοσίων ογδοήκοντα Γάλλων Γρεναδιέρων, προσεφέρθησαν ενθουσιωδώς περί τους διακοσίους Πρεβεζαίους και εξήκοντα Σουλιώτες, ίνα αμυνθώσιν εν τη θέσει ταύτη, εκτός των προσφερθέντων ήδη και αναμενομένων Σουλιωτών. Μόλις είχεν αποπερατωθή έν πυροβολείον από λέκτρου, εις ό ο Richemont, Αξιωματικός του Μηχανικού, ετοποθέτησε δύο πυροβόλα εκ χυτοσιδήρου, όπερ ήτο και το μόνον πυροβολικόν θέσεως, γίνεται γνωστόν ότι επήρχετο ο στρατός του Αλή Πασσά, εις όν προδόται, τον ίδιον προπαρασκευάζοντες όλεθρον, είχον προδόσει την στρατιωτικήν παράταξιν των Γάλλων».[3][4][5][6]

Η μάχη Επεξεργασία

Τα στρατεύματα του Αλή Πασά κατέφτασαν από το Μιχαλίτσι και σχεδόν περικύκλωσαν τους Γάλλους και Ελληνες. Γράφει γλαφυρά ο ιστορικός Κάδμιος:

«Η πρωτοπορία του Πασσά συγκειμένη εξ επτακοσίων Αλβανών και διοικουμένη υπό του υιού αυτού Μουχτάρ, προσέβαλε πρώτη τας αμυντικάς θέσεις των Γάλλων. Οι εν Νικοπόλει ημύνθησαν καρτερικώς μέχρι πρωίας, ότε δύο λόχοι Γάλλων προσέβαλον ερρωμένως τους Αλβανούς και εξώθησαν αυτούς μέχρι των ερειπίων του αρχαίου θεάτρου της Νικοπόλεως, ευρισκομένων επί των δυτικών κλιτύων των υψωμάτων και επί της από Πρεβέζης εις Ιωάννινα αγούσης οδού. Κατά την στιγμήν εκείνην, οι εξήκοντα Σουλιώται πυροβολήσαντες εις τον αέρα κατέφυγον εις τα όρη, ήρχισε δε και εις τας τάξεις της εγχωρίου φρουράς να αναφαίνεται σύγχυσις, οι δε της προτεραίας καυχησιολόγοι να καταλαμβάνονται υπό λιποψυχίας. Ιδόντες τούτο οι εν τη πρωτοπορεία Αλβανοί επέπεσαν σφοδρότερον, αλλά δεν ηδυνήθησαν να προχωρήσωσι. Εξ άλλου ο στρατηγός La Salchette παρατηρήσας ότι το κατερχόμενον μέτωπον ήτο δυσανάλογον της αμυνομένης δυνάμεως και φοβηθείς διάσπασιν, διέταξεν την συμπύκνωσιν των ανδρών, ούτω δε η μάχη έμεινεν αμφίρροπος μέχρις της 8ης πρωϊνής, ότε ήρξαντο κατερχόμεναι αι εκ τεσσάρων χιλιάδων τουρκαλβανών, ών το τρίτον ιππείς, ορδαί του Αλή Πασσά μετ’ αλαλαγμών αγρίων…»[7]

Η μάχη ήταν ιδιαίτερα φονική, διήρκεσε μία ολόκληρη μέρα και παρά τα οχυρωματικά έργα των Γάλλων, φυσικά τη μάχη κέρδισε ο Αλή Πασάς. Ο «συνταγματάρχης Hotte, παλαίων επί πολύ διά του ξίφους, κατώρθωσεν να φθάση μέχρι της περιβολής εις ήν ημύνετο και ο στρατηγός La Salchette, αγωνιζόμενος μετά εικοσιπέντε ανδρών, μέχρις εξαντλήσεως των πυρομαχικών, οπότε και παρεδόθησαν. Ο δε γενναίος Richemont ηγωνίσατο τον άπελπιν τούτον αγώνα μετ’ ολίγων στρατιωτών εντός του μεγάλου αμφιθεάτρου, ένθα και συνελήφθη…» [3]

Οι αιχμάλωτοι Επεξεργασία

Ο ίδιος ο Λα Σαλσέτ συνελήφθη αιχμάλωτος, βαριά τραυματισμένος και οδηγήθηκε στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, απελευθερωθείς αργότερα και επιστρέψας στη Γαλλία όπου το 1831 ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΗ΄ τον ονόμασε στρατηγό. Πέθανε το 1834 και το όνομά του χαράχτηκε στο νότιο μέρος της Αψίδας του Θριάμβου στο Παρίσι. Στο μεταξύ ο λοχαγός Τισό είχε την ευθύνη των αποθηκών της Πρεβέζης με τριάντα πέντε άνδρες. Συγκέντρωσε ογδόντα άνδρες και ήρθε γρήγορα στη Νικόπολη, όπου έδωσε μάχη για να απελευθερώσει τον στρατηγό Λα Σαλσέτ και τον συνταγματάρχη Οτ, αλλά συνάντησε ορδές Τουρκαλβανών. Έτσι ο Τισό επανέκαμψε στην Πρέβεζα για να σώσει τους κατοίκους από την επερχόμενη σφαγή των Αλβανών, όπου βρήκε να τον περιμένουν Τουρκαλβανοί εισελθόντες στην πόλη από άλλη οδό. Ο λοχαγός Τισό έφτασε στο λιμάνι και παρετάχθη πίσω από την εκκλησία Άγιος Χαράλαμπος, έτσι ώστε τα νώτα του να προστατεύονται από θαλάσσης και τα πλευρά του από διπλανές κατοικίες. Ο Τισό έδωσε ηρωική μάχη επί δυόμιση ώρες έτσι ώστε έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στις χριστιανικές οικογένειες να επιβιβασθούν σε βάρκες και να πάνε στο Άκτιο, ενώ η αναμενόμενη βοήθεια από τη Λευκάδα ουδέποτε έφτασε λόγω ενάντιου ανέμου. Όμως η μάχη του Τισό ήταν άνιση και «μετά πεισματώδη αγώνα οι εναπομείναντες εννέα άνδρες του, εκ των τριάκοντα εξ συνελήφθησαν, αφωπλίσθησαν και ωδηγήθησαν ενώπιον του Μουχτάρ Πασσά».[8] Ετσι μόνον 9 γρεναδιέροι με τους αξιωματικούς Τισό και Καμί έμειναν ζωντανοί, αιχμαλωτίσθηκαν και αλυσοδεμένοι στην Πρέβεζα όπου έγιναν σκοπίμως μάρτυρες της σφαγής των γυναικόπαιδων και των προυχόντων, του εμπρησμού και της λεηλασίας της πόλης που αριθμούσε τότε 16.000 άτομα πληθυσμό. Στη συνέχεια οι Γάλλοι αιχμάλωτοι μέσω Ιωαννίνων οδηγήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, ενώ τα στρατεύματα του Αλή Πασά κυρίευσαν ανενόχλητα πλέον στην Πρέβεζα.[3]

 
Ο μικρός τυμπανιστής στη μάχη της Νικόπολης

Για πολλά χρόνια, αργότερα, κυκλοφορούσε στη Γαλλία η σοκολάτα Chocolat Poulain η οποία απεικόνιζε τον μικρό Γάλλο τυμπανιστή στη Μάχη της Νικόπολης (γαλλικά: Le Petit Tambour au Siege de Nicopolis) λίγο πριν αποκεφαλισθεί. Από τη σφαγή της Νικοπόλεως ξέφυγαν λιγοστοί Σουλιώτες πολεμιστές και ελάχιστοι Πρεβεζάνοι πολιτοφύλακες. Ο γνωστός Βρετανός ναύαρχος Οράτιος Νέλσον (1758-1805) είχε τόσο μίσος εναντίον του Μεγάλου Ναπολέοντα, ώστε μετά τη Μάχη της Νικοπόλεως έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον Αλή Πασά όπου έγραφε:

Εξοχότατε, παρακαλώ δεχθείτε τα θερμά μου συγχαρητήρια, για τη μεγαλειώδη νίκη σας εναντίον των Γάλλων

[3]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Μάνος Δημήτριος, 1965
  2. Θεόφιλος Σπυράκος, 2007, σελίδα 178
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», Αθήναι, Εκδόσεις Μιχαήλ Σαλίβερου, 1900, σελίδες 14-15.
  4. Μάνος Δημήτριος: Αλή Πασάς Τεπελενλής, Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα 1965
  5. Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005
  6. Σπυράκος Θεόφιλος: Ιστορία και αρχαιότητες της Ηπείρου, Αθήνα 2007, σελίδα 178-179.
  7. Κάδμιος, σελίδα 15
  8. Κάδμιος, σελίδα 17