Θρήσκευμα και φρόνημα Οι Σλαβόφωνοι, περισσότερο από κάθε άλλη γλωσσική ομάδα, υπήρξαν το μήλον της έριδος: τους διεκδικούσαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες της τουρκικής κυριαρχίας οι Έλληνες με κριτήριο το θρήσκευμα και το φρόνημα και οι Βούλγαροι πρωτίστως και οι Σέρβοι δευτερευόντως με κριτήριο τη γλώσσα.[1]

Οι Σλαβόφωνοι της ελληνικής Μακεδονίας είναι πληθυσμιακή ομάδα στις βόρειες συνοριακές γραμμές της Ελλάδας σε τμήμα της Μακεδονίας που εμφανίστηκε στο προσκήνιο της σύγχρονης ιστορίας ιδιαίτερα μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913).

Πληθυσμός Επεξεργασία

Ο ακριβής αριθμός των σλαβοφώνων δεν είναι δυνατό να προσδιορισθεί εξαιτίας τόσο της αστικοποίησης του πληθυσμού τις τελευταίες δεκαετίες όσο και της μη ύπαρξης ειδικής απογραφής.[2] Ωστόσο σύμφωνα με την έκθεση της Διάσκεψης της Κοπεγχάγης (1990) ΔΑΣΕ (Διάσκεψη Ασφάλειας και Συνεργασίας για την Ευρώπη) για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα τα πρακτικά της οποίας δημοσιεύθηκαν από το αμερικανικό Υπουργείο Επικρατείας (1991:1172) αναφέρεται ότι υπάρχουν 20.000 έως 50.000 σλαβόφωνοι στη βόρεια Ελλάδα,α[›] οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν κατά μήκος της ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων.

Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία από αυτούς τους ανθρώπους έχουν ελληνική εθνική ταυτότητα, ένας μικρός αριθμός από αυτούς (ίσως 4.000-7.000) έχουν σλαβομακεδονική εθνική ταυτότητα δηλ. αυτοπροσδιορίζονται ως "Μακεδόνες", όχι ως Έλληνες.[3]

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ένας σημαντικός αριθμός των σλαβομακεδόνων (πολλές από τις οικογένειες των οποίων είχαν εμπλακεί κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946-49 μέσα από τις γραμμές του ΔΣΕ επανέφεραν, μέσω της τότε Ομόσπονδης Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το ζήτημα για την ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα.[4]

Ιστορία Επεξεργασία

Έλευση των Σλάβων και διάδοση της σλαβοφωνίας Επεξεργασία

Μόνιμη εγκατάσταση σλαβικών φυλών στη πεδινή περιοχή ανάμεσα στον Δούναβη και τον Αίμο έγινε για πρώτη φορά στις αρχές του 7ου αιώνα[5], όταν οι εσωτερικές ταραχές του Βυζαντινού κράτους κλόνισαν την άμυνα των βόρειων συνόρων του. Από τότε η διείσδυση του σλαβικού στοιχείου στην βόρεια Βαλκανική συνεχίστηκε, όταν το Βυζάντιο ήταν απασχολημένο σε άλλα μέτωπα.

Η σλαβική γλώσσα άρχισε να διαδίδεται σταδιακά και στη Βόρεια Μακεδονία:

  • Από Σλάβους δούλους και αγρότες, που οι Βυζαντινοί γαιοκτήμονες εγκαθιστούσαν για να καλλιεργούν τα κτήματά τους.
  • Από Έλληνες αιχμαλώτους των Βουλγάρων, που ύστερα από πολύχρονη αιχμαλωσία εξαγοράζονταν και γύριζαν στην πατρίδα τους, αφού είχαν πια μάθει στον τόπο της αιχμαλωσίας τα σλαβικά.
  • Από το γεγονός ότι και οι Έλληνες της Μακεδονίας που συναλλάσσονταν με σλαβόφωνους μάθαιναν σλαβικά. «Στην περιφέρεια Καστοριάς, που έχουν εγκατασταθεί πόντιοι σιγά — σιγά έμαθαν να μιλούν για να συνεννοούνται με κάποιους ντόπιους που μιλούσαν σλαβικά» (1938),[6] ενώ οι Σλάβοι δεν μάθαιναν ελληνικά, γιατι είναι γλώσσα δύσκολη.[7]

Η μεγαλύτερη πύκνωση του σλαβικού στοιχείου έγινε στα χρόνια της τουρκοκρατίας, οπότε οι Τούρκοι αγάδες συνέχισαν τη συνήθεια των Βυζαντινών γαιοκτημόνων να φέρνουν Σλάβους κολλήγες, για να καλλιεργούν τα τσιφλίκια τους. Ο βαθμιαίος όμως αυτός εκσλαβισμός, τόσο στη βυζαντινή όσο και στην τουρκική εποχή, περιορίστηκε στη βόρεια Μακεδονία και δεν προχώρησε στη νότια, αυτή που σήμερα περιλαμβάνεται στην ελληνική επικράτεια. Εδώ η δύναμη του ελληνικού στοιχείου, με κέντρο την Θεσσαλονίκη, ήταν και στο μεσαίωνα και στην εποχή της τουρκοκρατίας τόσο μεγάλη, ώστε οι λίγοι Σλάβοι που εισέδυαν κατά καιρούς δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από την αφομοίωση.[8] Εντόνότερο ήταν το φαινόμενο σλαβικών εγκαταστάσεων στη Νότιο Μακεδονία, μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και τη δίωξη που υπέστη μετέπειτα ο Μακεδονικός Ελληνισμός.

Οι Σλαβόφωνοι της εποχής αυτής ήταν απόγονοι ευρύτερης σλαβόφωνης κοινότητας που εκτεινόταν σε συμπαγείς θυλάκους σε μεγάλο μέρος της λεγόμενης «μείζονος» ή «γεωγραφικής» Μακεδονίας πριν την τριχοτόμισή της κατα τους Βαλκανικούς πολέμος του 1912-1913.[9] Ύστερα από δύο παγκοσμίους πολέμους και τις συνακόλουθες μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, αλλά κυρίως εξαιτίας της αφομοιωτικής πολιτικής που άσκησαν οι τρεις χώρες που μοιράσθηκαν τη Μακεδονία, η Ελλάδα η Σερβία και η Βουλγαρία,[10] διαμορφώθηκαν από αυτή την κοινότητα τρεις ομάδες:

 
Η κατάληψη της Κλεισούρα Καστοριάς από τον Βασίλ Τσακαλάρωφ στις 21 Ιουλίου 1903 στα γεγονότα που καθιερώθηκε ν΄αναφέρονται ως (Εξέγερση του Ίλιντεν)ε[›] σ΄ ένα βλαχόφωνο χωριό που πρωτοστάτησε ήδη από το 1867 στη ίδρυση της Νέας Φιλικής Εταιρείας, αλλά και ενεπλάκη σε φιλορουμανικές προσεγγίσεις.
  • Οι Σλαβόφωνοι της Ελλάδας ένα σημαντικό μέρος των οποίων οι γηγενείς Μακεδόνες (Γραικομάνοι), όπως τους αποκαλούσαν κατά καιρούς: η Βουλγαρική Εξαρχία, Οχρανίτες, Σνοφίτεςβ[›], Νοφίτεςγ[›] και Σλαβομακεδόνες,δ[›] οποίοι μαζί με τους άλλους αλλοφώνους αφομοιώθηκαν στο σύγχρονο ελληνικό έθνος.
  • Η αντίστοιχη ομάδα της Βουλγαρία, η οποία αφομοιώθηκε κατά τον ίδιο τρόπο από το βουλγαρικό έθνος και
  • Οι Σλαβομακεδόνες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, οι οποίοι στο πλαίσιο αυτής της ομοσπονδιακής χώρας εξελίχθησαν σε βασικό γλωσικο-πολιτιστικό στοιχείο της νέας πολύφωνης εθνικής κοινότητας προς βορράν των ελληνικών συνόρων που επέλεξε την ονομασία της χώρας ως εθνική της ονομασία.[11]

Στη Μακεδονία, όπως άλλωστε και στην υπόλοιπη Τουρκία, η καλύτερη και η πιο γόνιμη γη στα πεδινά ανήκε κυρίως σε Τούρκους μπέηδες. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν αλβανικής καταγωγής και ασκούσαν παράλληλα χρέη φοροεισπράκτορα, διαθέτοντας και μια ένοπλη τοπική αστυνομία. Έτσι η ζωή για το χωρικό ήταν σκληρή και δικαιοσύνη δύσκολα μπορούσε να βρεθεί. Στα ορεινά και στις πιο απομονωμένες περιοχές υπήρχαν ελεύθερα χωριά, φτωχά και μέ άγονη γη. Πλήρωναν μόνο φόρους στους Τούρκους και ήταν στο έλεος ληστρικών συμμοριών όταν δεν ανέθεταν την ασφάλεια τους σε τοπικούς λήσταρχους. Υπήρχε και η τουρκική διοίκηση τα κρατικά όργανα της οποίας δεν αμείβονταν καλά και ζούσαν σε βάρος του πληθυσμού, αυθαιρετούσαν και χρηματίζονταν ασύστολα. Τόπος χωρίς οδικό δίκτυο και με περιοχές τελείως απομονωμένες η μια από την άλλη, με αξιόλογα εμπορικά κέντρα αλλά εξαθλίωση στην ύπαιθρο. Με την έλλειψη ασφάλειας, σύντομα θα υποστεί τη βουλγαρική προπαγάνδα που θα κυριαρχήσει με την τρομοκρατία.[12]

Οι Σλαβόφωνοι, περισσότερο από κάθε άλλη γλωσσική ομάδα, υπήρξαν το μήλον της έριδος: τους διεκδικούσαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες της τουρκικής κυριαρχίας οι Έλληνες με κριτήριο το θρήσκευμα και το φρόνημα και οι Βούλγαροι πρωτίστως και οι Σέρβοι δευτερευόντως με κριτήριο τη γλώσσα.[13]

Ελληνοβουλγαρικός ανταγωνισμός Επεξεργασία

«Όλες οι παρατάξεις που διαφιλονικούν τη Μακεδονία, ανασυγκροτούν με τη σειρά τους η καθεμιά, την ιστορίας τής χώρας αυτής και αντλούν απ΄αυτήν την αναντίρρητη απόδειξη δικαιωμάτων τους συσκοτίζοντας τις παρελθούσες βασιλείες των ανταγωνιστών της και φωτίζοντας μονάχα την επέκταση του δικού του λαού. Σχόλια από τον Βικτόρ Μπεράρ για το βιβλίο του Γκόπτσεβιτς (Goptechewitch) «Makedonien und Alt Serbien, Βιέννη, Scidul 1889».

Βικτόρ Μπεράρ, Οδοιπορικό στη Μακεδονία (1891-1893)[14]

Οι δύο βασικές εκδοχές της ιστορίας του Μακεδονικού Αγώνα, η ελληνική και η βουλγαρική, μέρος οργανικό η κάθε μια της εθνική ιστορίας της Ελλάδας, η πρώτη και της Βουλγαρίας η δεύτερη, αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή του επηρεασμού και της στηρίξεως του φρονήματος των Σλαβοφώνων υπέρ της Ελλάδας ή της Βουλγαρίας. Οι Σλαβόφωνοι, οι οποίο εκτός από τη μητρική τους γλώσσα ομιλούσαν πολλοί και την ελληνική ή και την τουρκική, περισσότερο οι άνδρες, και ήσαν έως τότε προσηλωμένοι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, την πηγή των στοιχείων που συνιστούσαν την ταυτότητά τους, βρέθηκαν στο επίκεντρο σκληρών εθνικών συγκρούσεων που αποσκοπούσαν στην ένταξή τους στην μια ή την άλλη πλευρά.[15]

Ο Μιχαήλ Γκερτζίκωφ, εκ των ηγετικών στελεχών της ΕΜΕΟ σημείωνε στις αρχές του εικοστού αιώνα για τους σλαβόφωνους:

...Και όμως μένουν κολλημένοι σαν το στρείδι στο Πατριαρχείο και στην Ελληνική ιδέα. Γι αυτήν είναι έτοιμοι να θυσιαστούν. Ανοίγουμε στα χωριά τους Βουλγαρικά σχολεία που τα συντηρούμε. Τους στέλνουμε Βούλγαρους παπάδες και δασκάλους που τους πληρώνουμε εμείς. Συντηρούμε φτωχές οικογένειες. Τίποτα! Πληρώνουν μόνοι τους παπάδες και δασκάλους που τους στέλνει το Πατριαρχείο της Πόλης. Τους παραχωρούν δωρεάν δωμάτια στα σπίτια τους, συχνά τους διατρέφουν... Και βλέπεις ένα μοναδικό, ένα ακατανόητο φαινόμενο για κάθε λογικό άνθρωπο, έστω κι αν δεν είναι Βούλγαρος. Στις μεγάλες χριστιανικές γιορτές, Χριστούγεννα, Πάσχα, Αγίου Γεωργίου, Αγίου Δημητρίου, στους γάμους και τα βαπτίσια τους, όταν στρώνονται στο τραπέζι με συγγενείς και φίλους, και η κανάτα με το κρασί περνά από χέρι σε χέρι, δεν εύχονται για την απελευθέρωσή τους από τον Τουρκικό ζυγό, για την ένωσή τους με τη Μεγάλη Πατρίδα (τη Βουλγαρία), αλλά τους ακούς να διαδηλώνουν τα αισθήματά τους με τα λόγια «Ζήτω η Ορθοδοξία, ζήτω ο Ελληνισμός»... Και είναι σχεδόν τα δύο τρίτα των σλαβόφωνων της Μακεδονίας και όχι λίγοι στη Θράκη[16]

Προσάρτηση στην Ελλάδα Επεξεργασία

 
Le Courrier d'Orient (Αγγελιοφόρος της Ανατολής) κύριο όργανο της βουλγαρικής εξαρχίας που δημοσίευσε το 1878 δημογραφική μελέτη ως αντίδραση στο βιβλίου του Α.Synvet.[17]
«Εθνογραφία των βιλαετιών Ανδριανούπολης, Μοναστηρίου και θεσσαλονίκης». Τα στοιχεία θεώρηθηκαν καταδήλως αναξιόπιστα και αναθεωρήθηκαν με νέα έκδοση το 1895

Οι Βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1913 τερμάτισαν την ξένη κυριαρχία στην περιοχή δεν τερμάτισαν όμως τις βουλγαρικές διεδικήσεις, ούτε εξασφάλισαν τη γλωσσική ομοιογένεια[18] του πληθυσμού της. Αμέσως μετά την απελευθέρωση της περιοχής και της ενσώματωσης της περιοχής πολλοί σλαβόφωνοι μη Ελληνικής συνείδησης, όσοι ιδίως είχαν ταχθεί κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα υπέρ της Βουλγαρίας και δεν είχαν φύγει με προορισμό τη Βουλγαρία ή τις υπερτλαντικές χώρες, αισθάνονταν ανασφαλείς· το ίδιο και άλλοι που, μολονότι δεν είχαν εκτεθεί φανερά υπέρ των ηττημένων, είχαν λόγους να φοβούνται αντεκδικήσεις από την πλευρά εκείνων που είχαν επιλέξει τους νικητές. Ο αριθμός αυτών των εκτεθειμένων σλαβόφωνων μη Ελληνικής συνείδησης δεν είναι δυνατόν να υπολογισθεί, αλλά δεν θα πρέπει να ήταν μεγαλύτερος αυτού των ομογλώσσων τους που είχαν ταχθεί τη ίδια εποχή ανοιχτά υπέρ της Ελλάδας, αυτών που οι Βούλγαροι αποκαλούσαν «Γραικομάνους». Τρίτη κατηγορία αποτελούσαν οι φιλήσυχοι χωρικοί οι οποίοι, πέρα από την προσήλωσή τους στο πάτριο θρήσκευμα, δεν ενδιαφέρονταν πολύ για τους όρους και τις ονομασίες που επινοούσαν όσοι ασχολούνταν με το ζήτημα της πραγματικής τους ταυτότητας. Τα εθνολογικά στοιχεία που έδιναν κατά καιρούς στη δημοσιότητα τόσο η Ελλάδα όσο και η Βουλγαρία, ακόμη και αυτά των ξένων προξένων στη Θεσσαλονίκη και στο Μοναστήρι (Μπίτολα) και, σε σημαντικό βαθμό, αυτά της κεντρικής εξουσίας, στερούνται αξιοπιστία και φανερώνουν μόνο τους στόχους και τις επιδιώξεις αυτών που προέβαλλαν τα στοιχεία στον πόλεμο των εντυπώσεων που διεξάγονταν εκτός Μακεδονίας με την ίδια σφροδρότητα με την οποία διεξαγόταν ο ανταρτοπόλεμος στην Μακεδονία και ιδίως στην εξεταζόμενη περιοχή της.[19]

Σύμφωνα με την επίσημη άποψη της Ελλάδας, η οποία προβλήθηκε κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου κυρίως από τον Βλαδίμηρο Κολοκοτρώνη και τον Αλέξανδρο Πάλλη, στις περιοχές της μείζονος Μακεδονίας που απελευθερώθηκαν από το ελληνικό στρατό και αποτέλεσαν την ελληνική Μακεδονία ζούσαν στις παραμονές των Βαλκανικών πολέμων μεταξύ 115.000 και 120.000 σλαβόφωνοι μη Ελληνικής συνείδησης[20] Οι αριθμοί αυτοί ωστόσο, οι οποίοι υπήρξαν έκτοτε σταθερά σημεία αναφοράς για πλήθος Ελλήνων συγγραφέων, είναι παραπλανητικοί, επειδή υπολογίστηκαν με βάση το «φρόνημα», όχι τη γλώσσα αυτών που καταγράφτηκαν τότε ως «Βουλγαρόφωνοι». Υπολογίστηκαν, δηλαδή, μόνον όσοι θεωρήθηκαν πρώην Εξαρχικοί ή «βουλγαρόφρονες» και δεν συνυπολογίστηκαν εκείνοι που θεωρήθηκαν πρώην Πατριαρχικοί ή «ελληνόφρονες» Σλαβόφωνοι που συγκαταρίθμηκαν μαζί με τους άλλους Έλληνες. Η διαφορά των 140.000 μεταξύ των απογραφών που προβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου στις περιοχές της Μείζονος Μακεδονίας που απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό και αποτέλεσαν την ελληνική Μακεδονία (120.000) και των βουλγαρικών υπολογισμών (260.000)[21] αντιπροσωπεύει τον αριθμό των ελληνοφρόνων σλαβοφώνων.

Το 1923, δηλαδή πριν να εγκατασταθεί η μεγάλη μάζα των Προσφύγων, ενδεικτικά παρατίθενται δύο πίνακες, για την περιοχή της Καστοριάς και της Επαρχίας Εορδαίας, όπου την πλειοψηφία αποτελούσαν οι Μουσουλμάνοι (76,5%), ενώ στην Επαρχία Ανασελίτσας (Νεάπολη Κοζάνης) σε σύνολο 39.305 κατοίκων οι Σλαβόφωνοι αποτελούσαν τη μειοψηφία 1.794 (4,5%).

Αριθμός %
Σύνολο 42.438 100
Σλαβόφωνοι 7.586 17,8
Έλληνες 4.749 5,7
Μουσουλμάνοι 30.103 76,5
Πηγή: ΙΑΥΕ[22]

Στην Ανατολική Μακεδονία (περιφερειακές ενότητες Δράμας και Σερρών) η σλαβοφωνία εγκαταλείφθηκε κατά τη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να μή μιλούν σλάβικα ακόμα και μέσα στις οικίες τους, προκειμένου να μην γίνονται αντιληπτοί από τα Βουλγαρικά στρατεύματα[23].

Προσφυγιά και μεταναστεύσεις Επεξεργασία

Ωστόσο αν συνδυασθεί η σύγκριση των στοιχείων μεταξύ δύο απογραφών με τα στοιχεία της δήμευσης περιουσιών[24] π.χ. των οικειοθελώς μεταναστευσάντων βάσει του Πρωτόκολλο Πολίτη-Καλφώφ το 1925 η συχέτιση δεν αποκλίνει από την πραγματικότητα. Στην Βυσσινιά Καστοριάς μεταξύ των δύο διενεργηθέντων απογραφών το 1920 και 1928 παρατηρείται μείωση πληθυσμού κατά 58 άτομα επί συνολικού αριθμού 700 κατοίκων που δεν απέχουν από την δήμευση περιουσιών των 13 οικογενειών που μετανάστευσαν στη Βουλγαρία.[25]

Συνέβη όμως και το αντίστροφο, όταν το Μοναστήρι, η Στρώμνιτσα, η Γευγελή παραχωρήθηκαν στη Σερβία και το Μελένικο κατακυρώθηκε το 1913 στην ηττηθείσα Βουλγαρία με αποτέλεσμα όλοι σχεδόν οι κάτοικοί του να το εγκαταλείψουν για να εγκατασταθούν στη Φλώρινα, στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στο Σιδηρόκαστρο και στη Θεσσαλονίκη.[26]

Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος Επεξεργασία

Ο Ριζοσπάστης, σε άρθρο για την τετάρτη επέτειο της ιδρύσεως του ΕΑΜ, λησμονώντας τους 4.000 «οπλισμένους σλαβομακεδόνες» που είχε αποσπάσει ο ΕΛΑΣ από τους κατακτητές, μετέτρεψε τη Δυτική Μακεδονία σε πεδίο μάχης: «Ο ΕΛΑΣ αρχίζει πλέον την ένοπλη δράση του εναντίον των οργανωμένων εστιών [αυτονομιστών Κομιτατζήδων]». Στην ένοπλη αυτή δράση, ύστερα από την επιτυχία των πολιτικών και διαφωτιστικών του ενεργειών, αρχίζουν να παίρνουν μέρος και ομάδες από τους ίδιους τους Σλαβόφωνους δηλ. Γκραικομάνοι ή ελληνόφρονες σλαβόφωνοι εναντίον σλαβοφώνων σλαβομακεδονιστών μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ. Χίλιοι διακόσιοι σλαβόφωνοι μετέχουν στην 9η Μεραρχία του ΕΛΑΣ. [27] Ήταν η νέα γραμμή στο ζήτημα του ρόλου που είχε παίξει ο ΕΛΑΣ η οποία προβλήθηκε επίσημα το 1947, στην έκθεση που υπέβαλε ο ΔΣΕ στον ΟΗΕ για τα αίτια του Εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα: «Ο ΕΛΑΣ είχε δώσει 86 μάχες εναντίον του Κομιτάτου και είχε 93 νεκρούς».[28]

Την εποχή του Εμφυλίου πολέμου οι σλαβομακεδονικές μονάδες επανεμφανίστηκαν στη Μακεδονία, συνέστησαν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο γνωστό ως ΝΟΦ (Ναρόντνο Οσλομπουντίλνο Φρόντ - Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και πολέμησαν στο πλευρό του Δημοκρατικού Στρατού, ουσιαστικά προωθώντας τη γιουγκοσλαβική πολιτική της ενσωμάτωσης ελληνικών εδαφών.[29] Με το τέλος του Εμφυλίου οι οπαδοί του ΝΟΦ μοιράστηκαν την προσφυγική τύχη των μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού, για να εγκατασταθούν τελικά οι περισσότεροι στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία.[30]

Γλώσσα Επεξεργασία

Η επίδραση της ελληνικής γλώσσας Επεξεργασία

Ο μεγάλος αριθμός των λέξεων που με άμεση εθνολογική επαφή πέρασαν από την ελληνική γλώσσα στη Σλαβική της Βαλκανικής έχει πολύ μεγάλη σημασία για την εθνολογία των σλαβοφώνων. Γιατί μαζί με όλα τα τεκμήρια που μας προσφέρει η Ιστορία για να γνωρίσουμε το πως άπλωσαν οι Σλάβοι στα ελληνικά εδάφη, έρχεται και η ελληνική γλωσσική επίδραση να πιστοποιήσει με τρόπο αμαμφισβήτητο ότι οι Σλάβοι, όταν άρχισαν να κατεβαίνουν στη Βαλκανική Χερσόνησο την βρήκαν κατοικημένη από λαό που μιλούσε μόνο ελληνικά, και όχι, όπως ισχυρίζονται οι ιστορικοί τους, θρακοϊλλυρικά. Αν συνέβαινε το αντίθετο, θα έπρεπε τα σλαβικά ιδιώματα της βαλκανικής να είναι γεμάτα, αντί ελληνικών, από λέξεις θρακοϊλλυρικές, που οι σιγά σιγά εκσλαβιζόμενοι Θρακοϊλλυριοί, περνώντας και αυτοί, όπως κάθε λαός που αλλάζει γλώσσα, από το στάδιο της διγλωσσίας, έπρεπε να είχαν διατηρήσει από την παλαιά εθνική γλώσσα τους μέσα στη νέα τους γλώσσα, τη σλαβική. Μόνο μια μικρή θρακική φυλή οι Βέσσοι, στην περιοχή της Ροδόπης είχε διατηρήσει έως τον 7ον μ.Χ. αιώνα τη θρακική γλώσσα της, αλλά εργότερα εξελληνίστηκε κι αυτή, πριν ακόμα οι Σλάβοι έρθουν σε επαφή μαζί της.[31]

Σύμφωνα με τα πορίσματα του Konstantin Josef Jireček (1854-1918),[32] που δεν ήταν ούτε Έλληνας ούτε φιλέλληνας, παρά Σλάβος σεβόμενος την ιστορική αλήθεια, ολόκληρο το έδαφος του σημερινού κράτους των Σκοπίων ως τον 7ον τουλάχιστον αιώνα, τότε δηλ. που άρχισαν να κάνουν αισθητή την προυσία τους οι Σλάβοι στην ελληνική χερσόνησσο, ήταν περιοχή που ανήκε στη σφαίρα της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού.

Βαλκανική γλωσσολογία Επεξεργασία

Tο γλωσσικό υλικό που έχει συλλεχθεί στη Μακεδονία για τα άρθρα στα λήμματα του Ιστορικού λεξικού της Νέας Ελληνικής[33] της Ακαδημίας Αθηνών μπορεί να αξιοποιηθεί διαβαλκανικά όχι μόνο για την ιστορία της ελληνικής γλώσσας στη Μακεδονία. Η καταγραφή των τύπων κάθε λέξης σε όλο τον βαλκανικό χώρο διαχρονικά, με την ετυμολογία της και τη σημασία της μέσα σε χαρακτηριστικές φράσεις, άσματα, παροιμίες, κ.λ.π. συμβάλλει ουσιαστικά στις βαλκανικές γλωσσικές σπουδές π.χ. το ουσιαστικό πέλινο και το επίθετό του πελινάτο που σημαίνει το φυτό άψινθος εξεταζόμενο διαχρονικά σχετίζεται με τις λέξεις: Πέλλα Μακεδονίας, Πέλινος, πόλη της Θεσσαλίας, τη Δωρική πόλη Πελλάνα (Πελλάνα Λακωνίας), την Αχαΐκή Πελλήνη, την Αττική Παλλήνη και τα επίθετα πελιδνός (ωχρός), πελινάτο κρασί (με χρήση αψίνθου- αψιθιάς στη Μακεδονία και Θράκη) και την τσακωνική λέξη πελλί, που απαντούν και στη βουλγαρική ως pelin, ιδιωματικά pilim , αναγόμενα όλα στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα pel. [34]

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΣΛΑΒΙΚΗ
Νέα ελληνική, Τσακωνική Αρωμουνική Βουλγαρική
Βορειοελλαδικό ιδίωμα Ν.Ελληνικής Βλαχική Ελληνοσλαβικό ιδίωμα στη Μακεδονία

Παράδειγμα λέξης: Πέλινο (άψινθος)
Αρχαία Ελληνική: πελιδνόν (ωχρόν)
Αιολική: πέλιννον
Δωρική: Πελλάνα
Μακεδονική: πέλινον, Πέλλα
Αρωμουνική (Βλαχική): πιλόνιου
Σλαβική Αρχαία: peline
Βουλγαρική: pelin
Βορειοελ. ιδίωμα: πίλινου
Ελληνοσλαβικό μικτό ιδίωμα: πιλίμ
Τσακωνική: πελί

Γ.Ντελόπουλος, 1988, «Τσερνόμπιλ, Πέλινο, Αρτεμισία, Άψινθος», περ. Γλωσσολογία, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ορολογία Επεξεργασία

Οι σλαβοφανείς και σλαβικές διάλεκτοι της Μακεδονίας δε διαχωρίζονταν κατά κανόνα από τα βουλγαρικά. Μετά τη διαμόρφωση της βουλγαρικής φιλολογικής γλώσσας, το 19ο αιώνα οι ίδιοι οι ομιλητές των σλαβοφανών διαλέκτων (στην συντριπτική πλειοψηφία τους Ελληνικής συνείδησης), όπως μαρτυρούν ορισμένοι Ευρωπαίοι επισκέπτες της περιοχής, αποκαλούσαν τη γλώσσα τους "μακεδονικά". Η ονομασία αυτή υιοθετήθηκε (για τις σλαβοφανείς διαλέκτους) και από Έλληνες την περίοδο του Μακεδονικού αγώναστ΄[›] και αργότερα, που έκαναν λόγο για "μακεδονική" ή "μακεδονίτικη" γλώσσα, χαρακτηρισμός που υιοθετήθηκε και στην απογραφή του 1920.[35] Στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, Έλληνες λόγιοι διαχώριζαν τις σλαβοφανείς διαλέκτους της Μακεδονίας από τη βουλγαρική γλώσσα, άποψη που προέβαλλαν και επίσημοι εκπρόσωποι της Ελλάδας σε διεθνή fora (αντίθετα τις αμιγώς σλαβικές διαλέκτους της Μακεδονίας, όπως π.χ. της περιοχής Τίκφες, συνέχιζαν να τις χαρακτηρίζουν βουλγαρικές). Μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας το 1944, τα σλαβομακεδονικά θεωρούνται από αρκετούς, απλώς δυτικοβουλγαρικές διάλεκτοι,[36] ενώ στην απογραφή του 1951, την τελευταία που κατέγραψε τη μητρική γλώσσα των κατοίκων, χαρακτηριζόταν απλώς "σλαβική".[37] Σήμερα, οι ίδιοι οι σλαβόφωνοι ονομάζουν συχνότερα τη γλώσσα τους "ντόπια", "ντόπικα", "παλιά" (στάρσκι) ή "δικά μας" (πο νάμου).

Θρησκευτική γλώσσα Επεξεργασία

   
Προμετωπίδες δύο Ευαγγελίων του Κονικόβου (1852) σημερινό Δυτικό Πέλλας και Κουλακιάς σημερινή Χαλάστρα Θεσσαλονίκης (1863)
  • Ενδεικτικός κατάλογος εκκλησιαστικών λέξεων:
    Ad (Άδης), Agiasam, agiasma, agonia, azil (άσυλο), anarkia (αναρχία), analogia, analyza, akrovat, amfora, amnesia, amorfen (άμορφος), anemia (αναιμία), Angel, anomalia, apokryf, aristokratia, atom, Apostol, Aromatik, Arhiepiskop, biblioteka, deksam, dogma, epitrop, eretic, erotican, demon, diavol, diploma, Evangel, Episkop,epitrop, Efkeleon, egoist, epilipsia, epitimio, Igumen= ηγούμενος, Ikona, Idol, ipsoma, Ipokrit, Ipodrom, Kaluger, Katarasam, Katolik (Καθολικός), Kosmetica, Kristian, litania, logikan, metanija, lampada, lipsana, liturgia (λειτουργία), makar= μακάρι ή είθε, στα σερβοκροατικά όμως (τουλάχιστον), martyrisam, melodija, metropola, ortodoksan, pagar (παγκάρι μσν), psalt, psaltiri, profet, sindilija (συντέλεια), popagija (παπαδιά), timian= θυμίαμα, tropario, radisam, vaptisam, vasanisam, scala, vino (κρασί), praksam, prodrum, psinitsa (κόλυβα), sarantism, tartar, tetracta (τετράδιο), trimer (τριήμερο), cerija (σειρά), Fanatican, Fenomeno κ.α.[38]

Ο Στρατής Μυριβήλης το 1916 γράφει: «Έκαμα ένα γλωσσάριο που το πλουτίζω, το συπληρώνω μέρα με τη μέρα. Μιλάνε μια γλώσσα πούναι παρακλάδι σλαβικό, με πολλά τούρκικα και ελληνικά στοιχεία. Η αντρίκεια φτογγολογία μου δίνει ένα τονωτικό συναίστημα. Τα φωνήεντα είναι σπάνια. Η μαλακιά θηλυκάδα τους πνίγεται σ΄ένα κατακρύλισμα από φωνές αδρές και σκληρές. Σαν μιλάν ακούς να δρομίζουν, τον κατήφορο βότσαλα και χαλίκια στρογγυλεμένα στ΄ορμητικό ρέμα του Δραγόρα. Μερικές λέξεις έχουν την παρθένα παραστατικότητα των πρωτογέννητων γλωσσών, που δεν ήταν παρά ηχητική μίμηση των κρότων και των θορύβων της ζωντανής ζωής. Για να πούνε πως το πουλί «πέταξε», λένε «π΄ρρλτς». Σε καμιά γλώσσα δεν άκουσα τόσο ηχητικά το πέταγμα ενός πουλιού».[39]

Η ιδιαιτερότητα της γλώσσας Επεξεργασία

Η κατάληξη «αμ» Μόνο το ιδίωμα αυτό (μικροσλαβική) σχηματίζει όλα ανεξαιρέτως τα ρήματα στο πρώτο ενικό πρόσωπο με την κατάληξη -αμ. Η χρήση περιφραστικού ρηματικού τύπου με το βοηθητικό imam (=έχω) και το ουδέτερο της παθητικής αντωνυμίας, π.χ. imam videno (=έχω ιδωμένο) με την έννοια «έχω ιδεί».[40][41]
Το άρθρο Το άρθρο των ουσιαστικών δεν προηγείται αλλά έπεται, λιβάντα(τα), γκραντίνα(τα) πρβ αγγλ. Garden κήπος, σίτα(τα) κόσκινο, σένκα(τα) η σκιά, κατίτσα (τα) καρύδι, πατάτι(τε) οι πατάτες, ενώ τα επίθετα στερούνται άρθρου. To ta για τις λέξεις θηλυκού γένους και το te πληθυντικού αριθμού για όλα τα γένη, ενώ to για το ουδέτερο γένος ενικού αριθμού, όπως βλάσε(το) ο Βλάχος, σένο(το) πρβ σανός, μλέκο(το) (πρβ αγγλ.milk, μόριε(το) (πρβ λατ. mare (θάλασσα).
Η αφομοίωση ξένων λέξεων Οι ενσωματωμένες λέξεις είτε ακρωτηριάζονται, όπως Risto (Χ-ριστό-ς) είτε συντομεύονται, όπως Oco (μάτι) λατ.oculus είτε παρανοούνται, όπως το λατινικό αριθμητικό δέκα λατ.(Decem) μεταφέρεται ως Ντέσετ είτε αναγραμματίζονται, όπως η ελληνική λέξη μνημόσυνο σε νιμόσινο είτε διαφοροποιούνται, όπως το λέβο από το λατ.Leavum (αριστερό), αργκάντιν (εργάτης), φτέσαν (φταίχτης), ντουκιμάσαμ (δοκιμάζω), βιάσαμ (βιάζομαι) κ.α.
Η αδυναμία ανάπλασης συνθετικών λέξεων Οι αποδιδόμενες λέξεις στη σλαβομακεδονική πολυκλίνικα, πολυτέχνικα, πόλυγκλοτ (πολύγλωσσος), πολυφόνια, όπως και στα σερβοκροατικά είναι άγνωστες, επειδή δεν χρησιμοποιείται η μονολεκτική σύνθεση, αλλά πάντα αποδίδεται περιφραστικά, όπως τρο πετσένο (λίγο ψημένο), μλάτκο βαρένο (μισόβραστο) αντί πολυσμπάρεν κ.α. Η λέξη κυριλ. Полн[42] στη σλαβομακεδονική σημαίνει ότι και στην ελληνική «πλήρης», αλλά ως πρώτο συνθετικό με «y» παρανοημένη εκφράζει την έννοια του ήμισυ, όπως πολυβρέμε (ημίχρονο), πολυμεστσίνα (μισοφέγγαρο), πολυκρούγκ (ημικύκλιο) κ.α.
Η αδυναμία προφοράς του «Θ» Το ελληνικό «Θ» δεν προφέρεται:Ατάνας αντί Αθάνας (Αθανάσιος), Αντιπάτια, ανεστέτικα αντί ανεσθέτικα, άτειστ (άθεος), εντουασμίμ (ενθουσιασμός) άστμα αντί άσθμα, βιβλιότεκα αντί βιβλιόθεκα, γκιτάρ αντί κιθάρ, μέτοντ αντί μέθοντ, Λαβίριντ (Λαβύρινθος), Όττομαν αντί Όθομαν, τέμα αντί θέμα, εφτίνο αντί εφθίνο, αμφιτέατερ αντί αμφιθέατερ, μιτ (μύθος) νάτεμα αντί ανάθεμα, ατλέτα αντί αθλέτα, ρύτμικα αντί ρύθμικα, τεόρια αντί θεόρια, ορτοπέντια αντί ορθοπέδια, Τόντορ αντί Θόντορ, τίμιαν αντί θίμιαμ (θυμίαμα), τρον αντί θρον (θρόνος), εστέτικα, έτικα, σίντεζα (σύνθεση), σιο πατίμε αντί τι πάθαμε, όρτοντοκς (ορθόδοξος), τερμόμεταρ αντί θερμόμεταρ κ.α.
Το ελληνικό «φ» Το ελληνικό «φ» είναι ένα από τα εννέα σύμφωνα της ελληνικής γλώσσας που συμπεριλαμβάνονται στο Κυριλλικό αλφάβητο για να αποδοθούν αρχικά ελληνικές λέξεις και αργότερα ξενόφερτες, που συνταντάμε στο σύγχρονο σλαβομακεδονικό λέξικό, εν συνόλω ενενήντα τρεις, μεταξύ των οποίων:
Φάμπρικα, φάζα (φάση), φάκελ (λαμπάδα) αντί φάκελος· στη σλαβομακεδονική πλικ (φάκελος), φακτούρα (τιμολόγιο), φαντάστιτσεν, φάμα (φήμη) φάρμα, φαρμάτσια (φαρμακευτική), φάρμερ, πασούλι αντί Φάσολ, φατάλεν (μοιραίος), φάκα (συλλαμβάνω), φασίσμ, Φεμπρουάρη, φίδε (φιδές), φιγκούρα, φύσικα, φυσιολόγια, φυσιογνόμια, φιάσκο, φίλε (φιλέτο), φιλόσοφ, φιλολόγκ, φίλτερ, φίρμα, φλάστερ (λευκοπλάστης), φλέρτ, φλότα (στόλος), φουαγιέ, φόβια, φολκλόρ, φον (φόντο), φονέτικα, φόρμα, φορμάλεν (τυπικός), φοτογκράφια, φράγκμεντ (απόσπασμα), φούρνα, φράζα (φράση), φράντζα, φραντζούζην (Γάλλος), φόμενα (φωνήεν), Φότοτιπ, φροντ (μέτωπο ιδεολογικό ή πολεμικό) φούσταν, αλλά και κόφα αρχ.ελληνική κόφινος. [43]
Το ελληνικό «Χ» Δεν χρησιμοποιείται το ελληνικό «Χ» που παραλείπεται, όπως Χριστός (Ρίστο), χ-απ-ι (απ), ουμανίσμ (ανθρωπισμός) ή αντικαθίσταται από το «κ», όπως: κάρακτηρ, καρτία, κάρτα αντί χάρτης, κάσαπ αντί χασάπης, καλίφης αντί χαλίφης, κρίστιαν αντί χρίστιαν, κίλογκραμ αντί χίλιογραμ, κιλόμεταρ αντί χιλομέταρ κ.α)
Η λέξη Gospo και Бог (Βογκ) Μόνο στο βορειοελλαδικό σλαβικο ιδίωμα ο Θεός αποκαλείται Γκόσπο, ενώ η αντίστοιχη βουλγαρική λέξη κυριλλικά «Бог» (Μπογκ) για τον Θεό, από την οποία προέρχεται και η γνωστή αίρεση Βογόμιλοι, είναι καθιερωμένη τόσο στη σλαβομακεδονική[44] όσο και στα σερβοκροατικά.[45]
Η λέξη κουβάρι Κούβαρ, όπως το μσν κουβάρι (ν)<ελνστ. κουβάριον «μπάλα, σφαίρα»,[46] στη σλαβομακεδονική Κλούπκο και στα σερβοκροατικά κούβαρ= μάγειρας.


Η λαϊκή παράδοση κατέγραψε και τον θάνατο τού Τέλλου Άγρα με πολλά τραγούδια. Χαρακτηριστικό είναι το σλαβόφωνο μοιρολόι:

Νέμας μάικα, ζλάτνο ντέτε, να τε πλάτσι;     (Δεν έχεις μάνα, γλυκό παιδί, για να σε κλάψει;)
Νέμας σέστρα, να τε ζιάλβα;     (Δεν έχεις αδερφή, να σε πενθήσει;)
Κάκου σε ισμέε;     (Πώς σε ξεγέλασαν;)
Κάκου σε ντονισέα να τε ουμπέσε να όρετο;     (Πώς σ' έφεραν εδώ και σε κρέμασαν στην καρυδιά;)
Κι τε ντονεσέα να τσούζι μέστο,        (Και σε φέραν σε ξένο μέρος,)
τσούζι μάικι να τε πλάτσε,     (ξένες μάνες να σε κλάψουν,)
τσούζι σέστρι να τα ρέντε.     (ξένες αδερφές να σε μοιρολογήσουν.)[47]

Γλωσσολογικοί πίνακες Επεξεργασία

Το αντίστοιχο του έχω Επεξεργασία

Ελληνικά Λευκορωσικά Τσεχικά Σερβικά Βουλγαρικά Βορειο-ελλαδικά Σλαβομακεδονικά Πολωνικά Ρωσικά Σλοβενικά Ουκρανικά
*έχω мець (mets) mit имати (imaτι') ima Ίμαμ имаат (imat) mieć {miec) иметь (imet) imeti (απ/το)/ imam (α' εν.πρ.) мати (mati)

Το Λατινικό Sedeo (κάθομαι)και το αριθμητικό επτά (Septem) Επεξεργασία

Λατινικά Σερβικά Βουλγαρικά Βορειο-ελλαδικά Σλαβομακεδονικά Λιθουανικά Λετονικά
*Sedeo sedite sedi sedam1/sedis/sedi
sedime/sedite/sedee[48]
sedum (επτά)
sedi/ctoi

(ceди)(ctoи)

sėdėti sēdēt

1 Στα σερβοκροατικά sedam= το αριθμητικό επτά.

Σημειώσεις Επεξεργασία

^ α: Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού που έγινε στις 18 Μαρτίου 2001, στην Ελλάδα ζουν 747 άτομα με διαβατήριο της πΓΔΜ.[49]

Ωστόσο, στις ελληνικές απογραφές δεν τίθεται το ερώτημα της εθνικής συνείδησης και το ελληνικό κράτος δεν αναφέρει ύπαρξη σλαβομακεδονικής μειονότητας.
Η κυβέρνηση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας το 1993 ισχυρίστηκε ότι υπάρχουν από 230.000 έως 270.000 «Μακεδόνες» (Σλαβομακεδόνες) στην ελληνική Μακεδονία,[50] ενώ το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι ισχυρίζεται ότι υπάρχουν από 10.000 έως 30.000 Σλαβόφωνοι με «μακεδονική» εθνική συνείδηση στην Ελλάδα.[51]
Το «Ουράνιο Τόξο», που αυτοαπροσδιορίζεται ως «Κόμμα της μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα» συμμετείχε στις Ευρωεκλογές του 2009 και έλαβε στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας 4.530 ψήφους (0,09%), από τις οποίες οι 2.594 στις εκλογικές περιφέρειες της Μακεδονίας.[52]

^ β: Το ΣΝΟΦ (από τα αρχικά της οργάνωσης των Σλαβομακεδόνων (Σλαβομακεντόσκι Ναρότνο Οσλομποντίτελε Φροντ), δηλ. Σλαβομακεδονικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), το οποίο ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 1943 από σλαβομακεδονικά στελέχη του ΚΚΕ υπήρξε ο Δούρειος Ίππος των αυτονομιστών Σλαβομακεδόνων Παρτιζάνων της Γιουγκοσλαβίας και ο δίαυλος μέσω του οποίου οδηγήθηκε το μεγαλύτερο τμήμα των εκτειθεμένων Σλαβομακεδόνων της Ελλάδας στους Γιουγκοσλάβους και οι υπόλοιποι στον ΕΛΑΣ.[53]

^ γ:  Το ΝΟΦ (από τα αρχικά (Ναρόντνο Οσλομπουντίλνο Φρόντ) ήταν η διάδοχη πολιτική οργάνωση που ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1945 μετά τη διάλυση της Οχράνας από στελέχη του διαλυθέντος ΣΝΟΦ. Η νέα αυτή πολιτική οργάνωση των Σλαβομακεδόνων, η οποία έδρευε στα Σκόπια, ήταν αυτή που σχημάτισε και προώθησε στο Βίτσι και στο Καϊμάκτσαλαν τις πρώτες ομάδες ενόπλων από διωκόμενους πρώην Ελασίτες Σλαβομακεδόνες που είχαν καταφύγει στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας το 1944 και συνέχιζαν να καταφεύγουν εκεί μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας. Σύμφωνα με άλλη, περισσότερο αξιόπιστη, πηγή οι φυγάδες μετά τη Βάρκιζα στην Αλβανία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία ανέρχονταν σε 16.000, εκ των οποίων 8.000 ήσαν Σλαβομακεδόνες.[54] Τους πρώτους αυτούς φυγάδες ακολούθησαν προς το τέλος του 1945, 20.000 ακόμη Σλαβομακεδόνες. [55]

^ δ: Ο όρος Σλαβομακεδόνες επινοήθηκε και διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου και ειδικότερα κατά την Γιουγκοσλαβική παρέμβαση στα ελληνικά πράγματα ως μέρος της διαδικασίας εξισορρόπησης μεταξύ του σερβικού και του βουλγαρικού ανταγωνισμού. Ο όρος σήμερα "Σλαβομακεδόνες" φαίνεται να γίνεται γενικότερα αποδεκτός[56] με την έννοια ότι το δεύτερο συνθετικό είναι δηλωτικό του τόπου διαμονής τους ή αρχικής προέλευσής τους και το πρώτο συνθετικό της καταγωγή τους.[57]

^ ε: Η Εξέγερση του Ίλιντεν (1903) δεν ήταν παρά σειρά οργανωμένων επιθέσεων από την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) εναντίον τουρκικών φρουρών και Μουσουλμάνων γαιοκτημόνων με στόχο την πρόκληση τουρκικών αντιποίνων και την επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης.[58]

^ στ: Ακόμα και ο Παύλος Μελάς στις επιστολές του προς τη σύζυγό του Ναταλία Δραγούμη αναφέρει:«Ο Καπετάν Κώττας μας ωμίλησε στη Μακεδονική»[59] γιατί τότε ο ελληνισμός μάχονταν κατά των βουλγάρων που αποκαλούσαν όλους τους σλαβόφωνους Βουλγάρους εκτός των ελαχίστων, κατ΄αυτούς Γραικομάνων, ενώ η Πηνελόπη Δέλτα που αντιλαμβάνεται το πρόβλημα και τα αποκαλεί Μακεδονίτικα.[60]

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Ιωάννης Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, σ. 5, εκδ. ΒΑΝΙΑΣ, 1995 ISBN 960-288-040-6
  2. Karen Dawisha, Bruce Parrott, Πολιτική δύναμη, και ο αγώνας για τη δημοκρατία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, Cambridge University Press, 1997, σελ. 268-269 ISBN 0-521-59733-1
  3. NATIONAL CONFLICT IN A TRANSNATIONAL WORLD: GREEKS AND MACEDONIANS AT THE CONFERENCE FOR SECURITY AND COOPERATION IN EUROPE [1] by Loring Danforth
  4. ό.π.
  5. Διονύσιος Ζακυθηνός, Οι Σλάβοι εν Ελλάδι, 27
  6. Ιωάννης Ξηροτύρης Μνήμες και Παρατηρήσεις, σ. 85, Θεσσαλονίκη 2001
  7. Κωνσταντίνος Άμαντος, Συμβολή εις την μεσαιωνικήν ιστορίαν και εθνολογίαν της Μακεδονίας, 1920σ.25,
  8. Κωνσταντίνος Άμαντος , Συμβολή εις την μεσαιωνικήν ιστορίαν και εθνολογίαν της Μακεδονίας, σ. 3, Αθήνα 1920
  9. Ιωάννης Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, Τόμ. Α΄ «Πρόλογος» σ.10 (χ), εκδ.ΒΑΝΙΑΣ 1995
  10. Central and South-Eastern Europe, Routledge, 2004, σσ. 50 και 417.
  11. Ιωάννης Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, Τόμ. Α΄ «Πρόλογος» σ.10 (χ), εκδ.ΒΑΝΙΑΣ 1995
  12. ΙΕΕ, ό.π. τόμ. ΙΔ΄ σ. 222
  13. Ιωάννης Κολιόπουλος, Λεηλασία Φρονημάτων, σ. 5, εκδ. ΒΑΝΙΑΣ, 1995 ISBN 960-288-040-6
  14. Βικτόρ Μπεράρ , Οδοιπορικό στη Μακεδονία (1891-1893), εκδ. Τροχαλία
  15. Ιωάννης Κολιόπουλος, ό.π. σ. 5
  16. Κωνσταντίνος Αποστόλου Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μείζονος Θράκης, από την πρώιμη Οθωμανοκρατία μέχρι τις μέρες μας, Εκδοτικός Οίκος Αντώνιου Σταμούλη, ISBN 960-8353-45-9, Θεσσαλονίκη 2004, σσ. 242, 243
  17. A. Synvet, Les Grecs de l'Empire ottoman: Etude statistique et ethnographique, Κωνσταντινούπολη, 1878, σελ. 56. (pdf) (Γαλλικά)
  18. Wilkinson, Maps and Politics, 253-Χάρτης γλωσσικής κατανομής της περιοχής
  19. Ιωάννης Κολιόπουλος, ό.π. τόμ. Α΄ σ.11
  20. Αλέξανδρος Πάλλης, Στατιστική μελέτη περί των φυλετικών μεταναστεύσεων Μακεδονίας και Θράκης κατά την περίοδον 1912-1924, Αθήνα 1924
  21. *Έκθεση Επιτροπής του Ιδρύματος Κάρνεγκη: Carnegie Endowment for International Peace, Reporter of the International Commission to Inquire into the Causes and the Conduct of the Balkan Wars, Ουάνσινγκτον 1914
  22. Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (ΙΑΥΕ), ΦΒ/1923, Β/59
  23. Γεώργιος Μόδης, Αγώνες στη Μακεδονία, εκδόσεις Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη, 1975, σελ. 191
  24. Ιάκωβος Μηχαηλίδης, Μετακινήσεις Σλαβοφώνων πληθυσμών 1912-1930, σ.99 εκδ. ΚΡΙΤΙΚΗ 2003, ISBN 960-218-305-8
  25. Δημήτριος Γκολίτσης, Τα χωριά βορειοανατολικά της λίμνης της Καστοριάς (1870-1908), ήτοι από τη σύσταση της βουλγαρικής εξαρχίας μέχρι το Νεοτουρκικό Κίνημα σ.61, εκδ. Απόστολος Δούκης,1992 GR ISSN:0073-865X
  26. Κωνσταντίνος Τσώπρος, Αναμνήσεις Μελένοικο-Θεσσαλονίκη, 1964, 19922h εκδ. IMXA
  27. Ριζοσπάστης, 8 Ιουλ., 26 Σεπτ. 1945.
  28. Το Υπόμνημα ΔΣΕ στο ΟΗΕ τον Μάρτιο του 1947, επιμ. Π.Ροδάκη και Μ. Γραμμένου, Αθήνα 1987
  29. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, «Το Μακεδονικό Ζήτημα και ο Μακεδονικός Αγώνας», Τόμ. 25 σ. 371, Εκδοτική Αθηνών, 1992 ISBN 960-213-260-4
  30. Ιωάννης Κολιόπουλος, Τόμος Β' Κεφ. «Οι Σουδήτες της Ελλάδος» σσ. 122-161 ISBN 960-288-039-2
  31. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων «Νικόλαος Ανδριώτης, Το ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων» σελ. 207-258», 1992 ISBN 960-7169-11-5
  32. Josef Jireček (1854-1918, Encyclopædia Britannica Eleventh Edition
  33. Κέντρο ερεύνης των νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων Ι.Λ.N.E.
  34. Πρακτικά Ε ΄Συμποσίου Ι.Μ.Χ.Α. για τη Λαογραφία του Βορειοελλαδικού Χώρου, Θεσσαλονίκη 1989 που δημοσιεύτηκαν στο περ. Γλωσσολογία, Πανεπιστήμιο Αθηνών, επιμέλεια Γ. Ντελόπουλος
  35. Κωστόπουλος 2008, σελ. 41-2
  36. Κωστόπουλος 2008, σελ. 38-40
  37. Κωστόπουλος 2008, σελ. 43
  38. Αυτόθι, σ.1,2,3...
  39. Στρατής Μυριβήλης, Η Ζωή εν τάφω, Κεφ.«Ζάβαλη μάικω (δύσμοιρη μάνα)» σελ. 225-229,1989 26 ISBN 960-05-0149-1
  40. Νικόλαος Ανδριώτης,Το Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων και η γλώσσα του, σ. 215, 1957, 1992
  41. εφημ. ΕΘΝΟΣ 18/11/2006 και Ιός Ελευθεροτυπίας: Η ιδιαιτερότητα της γλώσσας
  42. «Μακεδονικό»-ελληνικό λεξικό (мaĸЄДонско- грУки), σ. 342
  43. Ελληνο- «Μακεδονικό» λεξικό, σ. 425 ISBN 9989-69-344-2
  44. Γκρεκο-«Μακεδονικό» Λεξικό,σ.87, Σκόπια 2001 ISBN 9989-69-344-2
  45. Σερβοκροατικό-Ελληνικό και Ελληνο-Σερβοκροατικό λεξικό, σ. 10, εκδ. Διαγόρας
  46. Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Ιδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, σ.747 ISBN 960-231-085-5
  47. Πετρόπουλος Α. Δημήτριος, "Παραδοσιακά τραγούδια για το Μακεδονικό Αγώνα", Μακεδονικά, τ.8, σελ. 341-342, Ιανουάριος 1968, Εταιρεία μακεδονικών Σπυδών, Θεσσαλονίκη]
  48. Δημήτριος Γκολίτσης, Τα χωριά βορειοανατολικά της λίμνης της Καστοριάς (1870-1908), ήτοι από τη σύσταση της βουλγαρικής εξαρχίας μέχρι το Νεοτουρκικό Κίνημα «Η ιδιαιτερότητα της γλώσσας», κεφ. 2 σσ. 25-39, εκδ. Αποστόλου Δούκη, 1992, GR ISSN:0073-865X.
  49. «Πίνακας 7: Αλλοδαποί κατά υπηκοότητα, φύλο και επίπεδο εκπαίδευσης - Σύνολο Ελλάδας και Νομοί (σελ. 5)» (PDF). Greek National Statistics Agency. Ανακτήθηκε στις 22-11-2011.  Ελέγξτε τις τιμές ημερομηνίας στο: |accessdate= (βοήθεια)
  50. Human Rights Watch/Helsinki, Denying Ethnic Identity: The Macedonians of Greece, σελ. 13.
  51. Greek Helsinki Monitor, Report about Compliance with the Principles of the Framework Convention for the Protection of National Minorities.
  52. Πηγή: Αποτελέσματα Ευρωεκλογών 2009, Υπουργείο Εσωτερικών
  53. Ιωάννης Κολιόπουλος, ό.π. σ. 152
  54. The World Today: Chronology of International Events and Documents, τ. Γ΄ σ. 56 Λονδίνο 1947
  55. Woodhouse, C. M.. Aple of Discord. A Syrvery of Recent Greek Politics in their Intarnationa Setting, σ. 140
  56. Σπυρίδων Σφέτας,Η διαμόρφωση της σλαβομακεδονικής ταυτότητας. Μια επώδυνη διαδικασία Α.Π.Θ, εκδ. ΒΑΝΙΑΣ, 2003 ISBN 960-288-111-9
  57. Ιωάννης Κολιόπουλος «Πρόλογος» σ. ix
  58. Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης», Τα γεγονότα του 1903 στη Μακεδονία, μέσα από την ευρωπαϊκή διπλωματική αλληλογραφία, επιμ. ομάδας ερευνητών:Β. Γούναρης, Α. Παναγιωτόπουλος και Α. Χοτζίδης, 1993
  59. Παύλος Μελάς «Επιστολαί», έκδοση Νομαρχίας Καστοριάς, Επιμέλεια Ιωάννης Μαζαράκης, 1964
  60. Πηνελόπη Δέλτα, Στα μυστικά του βάλτου

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία