Για άλλες χρήσεις, δείτε: Ήρα (αποσαφήνιση).
3 Ήρα ⚵

Ανακάλυψη
Ανακαλύφθηκε από Καρλ Λούντβιχ Χάρντινγκ
Ανακαλύφθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 1804
Χαρακτηριστικά τροχιάς
Αφήλιο 502.050.000 km
(3,356 AU)
Περιήλιο 297.400.000 km
(1,988 AU)
Ημιάξονας τροχιάς 399.725.000 km
(2,672 AU)
Εκκεντρότητα 0,2559
Περίοδος περιφοράς 1.595,4 ημέρες
(4,37 χρόνια)
Μέση Ταχύτητα Τροχιάς 17,93 km/s
Κλίση 12,968° ως προς την Εκλειπτική
Μήκος του ανερχόμενου σημείου 169,96°
Όρισμα του περιηλίου 247,93°
Φυσικά Χαρακτηριστικά
Ισημερινή Ακτίνα 116,5 km
Μάζα 2,67 ×1019 kg
Μέση πυκνότητα 2,98 g/cm3
Επιφανειακή Βαρύτητα στον Ισημερινό 0,12 m/s2
Ταχύτητα Διαφυγής 0,18 km/s
Αστρονομική περίοδος περιστροφής 0,3004 ημέρες
7,21 h
Λευκαύγεια 0,238
Φασματικός τύπος S
Φαινόμενο μέγεθος 7,5 ως 11,55
Απόλυτο μέγεθος 5,33
Θερμοκρασία
ελάχ.μέσημεγ.
~163 K 301 K

Η Ήρα (λατινικά και διεθνώς: Juno, προφέρεται Γιούνο) είναι ο αστεροειδής (μικρός πλανήτης) με αύξοντα αριθμό ανακαλύψεως 3, ένας από τους μεγαλύτερους αστεροειδείς της Κύριας Ζώνης. Ανακαλύφθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1804 από τον Γερμανό αστρονόμο Καρλ Λούντβιχ Χάρντινγκ, που παρατηρούσε από τo Λίλιενταλ της Γερμανίας. Η Ήρα περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο σε μέση απόσταση (μεγάλος ημιάξονας της τροχιάς της) 2,6703 αστρονομικών μονάδων ή 399,5 εκατομμυρίων χιλιομέτρων. Η απόσταση αυτή κυμαίνεται αρκετά, αφού η εκκεντρότητα e της τροχιάς είναι σημαντική, e = 0,2573. Συγκεκριμένα, η Ήρα είχε την πιο έκκεντρη τροχιά από οποιοδήποτε γνωστό ουράνιο σώμα (πλην των κομητών) μέχρι την ανακάλυψη της Πολυμνίας το 1854, ενώ από τους αστεροειδείς με διαστάσεις άνω των 200 χλμ. μόνο ο 324 Βαμβέργη έχει τροχιά με μεγαλύτερη εκκεντρότητα.[1]

Μία φωτογραφία της 3 Ήρας.

Φυσικά χαρακτηριστικά

Επεξεργασία

Η Ήρα είναι πιθανώς ο δέκατος μεγαλύτερος αστεροειδής της Κύριας Ζώνης Αστεροειδών και περιέχει περί το 1% της συνολικής μάζας όλων των αστεροειδών της Κύριας Ζώνης. Είναι ο δεύτερος σε μάζα αστεροειδής φασματικού τύπου S (λιθώδης) μετά τον αστεροειδή 15 Ευνομία. Παρά το γεγονός αυτό, η Ήρα έχει μόλις το 3% της μάζας του νάνου πλανήτη 1 Δήμητρα.

 
Σύγκριση διαστάσεων: Οι πρώτοι 10 αστεροειδείς που ανακαλύφθηκαν, σε σύγκριση με τη Σελήνη (γκρι). Η Ήρα είναι η τρίτη από τα αριστερά.

Οι διαστάσεις της Ήρας είναι 320×267×200 χλμ.

Η Ήρα είναι ασυνήθιστα ανοικτόχρωμη ως αστεροειδής τύπου S, πράγμα που ίσως υποδεικνύει ξεχωριστές επιφανειακές ιδιότητες. Αυτό το υψηλό άλβεδο εξηγεί το σχετικώς φωτεινό φαινόμενο μέγεθος της Ήρας για τη μέση θέση της στη Ζώνη Αστεροειδών: μπορεί να φθάσει το +7,5 σε μια ευνοϊκή αντίθεσή της, δηλαδή εμφανίζεται φωτεινότερη από τον πλανήτη Ποσειδώνα ή τον μεγάλο δορυφόρο Τιτάνα, και αυτός ήταν ο λόγος που ανακαλύφθηκε πολύ πριν τους μεγαλύτερούς της αστεροειδείς Υγιεία, Ευρώπη, Νταβίντα και Ιντεράμνια. Στις περισσότερες αντιθέσεις της, ωστόσο, η Ήρα φθάνει σε φαινόμενο μέγεθος περί το +8,7[2] — ορατό και πάλι με κιάλια. Ανήκει στην πιθανή οικογένεια αστεροειδών «Συγκέντρωση της Ήρας» (Juno clump).

Η Ήρα αρχικώς θεωρείτο πλανήτης, όπως και οι 1 Δήμητρα, 2 Παλλάς και 4 Εστία[3]. Το 1811 ο Σρέτερ εκτίμησε τη διάμετρο της Ήρας στα 2.290 χλμ.[3]. Και τα τέσσερα σώματα επαναταξινομήθηκαν ως αστεροειδείς μετά την ανακάλυψη και αρκετών άλλων αστεροειδών. Οι μικρές σχετικώς διαστάσεις της Ήρας, καθώς και το ακανόνιστο σχήμα της, αποτρέπουν από τον χαρακτηρισμό της ως πλανήτη νάνου.

Η Ήρα περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της κατά την ορθή φορά με κλίση του άξονα περιστροφής περίπου 50° [4]. Η μέγιστη θερμοκρασία στην επιφάνειά της που είναι στραμμένη προς τον ήλιο μετρήθηκε σε περίπου 293 K (+20°C) στις 2 Οκτωβρίου 2001. Λαμβανομένης υπ' όψη της ηλιοκεντρικής αποστάσεώς της εκείνη τη στιγμή, αυτό δίνει μια εκτιμώμενη μέγιστη επιφανειακή θερμοκρασία 301 K (+28 °C) κατά το περιήλιο.

Φασματοσκοπικές μελέτες της επιφάνειας επιτρέπουν το συμπέρασμα ότι η Ήρα ίσως είναι το σώμα από το οποίο αποσπάσθηκαν οι χονδρίτες λιθώδεις μετεωρίτες που βρίσκουμε στη Γη[5]. Εικόνες στο υπέρυθρο αποκαλύπτουν ότι η Ήρα έχει ένα κρατήρα με διάμετρο της τάξεως των 100 χλμ., αποτέλεσμα προφανώς μιας «φρέσκιας» με αστρονομικά μέτρα προσκρούσεως [6][7].

Παρατηρήσεις

Επεξεργασία

Η Ήρα υπήρξε ο πρώτος αστεροειδής στην ιστορία για τον οποίο παρατηρήθηκε επιπρόσθηση: Πέρασε μπροστά από τον αμυδρό αστέρα SAO 112328 στις 19 Φεβρουαρίου 1958. Από τότε έχουν παρατηρηθεί αρκετές επιπροσθήσεις από την Ήρα, με την πιο ωφέλιμη σε επιστημονικά αποτελέσματα εκείνη της 11/12/1979, που καταγράφηκε από 18 διαφορετικούς παρατηρητές[8].

Ραδιοσήματα από διαστημόπλοια σε τροχιά περί τον πλανήτη Άρη έχουν χρησιμοποιηθεί για να εκτιμηθεί η μάζα της Ήρας από τις απειροελάχιστες παρέλξεις που ασκεί στην κίνηση του Άρη γύρω από τον ήλιο[9]. Η τροχιά της Ήρας φέρεται να έχει μεταβληθεί ελαφρώς γύρω στο έτος 1839, πιθανότατα εξαιτίας παρέλξεων από κάποιο άλλο αστεροειδή που πέρασε από κοντά της. Μία άλλη, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, είναι η πρόσκρουση ενός σχετικώς μεγάλου σώματος πάνω της[10].

Το 1996, η Ήρα απεικονίστηκε από το τηλεσκόπιο των 100 ιντσών του όρους Γουίλσον στο ορατό και το εγγύς υπέρυθρο φως με τη χρήση προσαρμοστικών οπτικών. Οι εικόνες που αποκτήθηκαν κάλυψαν μία πλήρη περιστροφή της και απεκάλυψαν ένα ακανόνιστο σχήμα[7].

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «MBA Eccentricity Screen Capture». ssd.jpl.nasa.gov/sbdb_query.cgi. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2008. 
  2. Odeh, Moh'd. «The Brightest Asteroids». The Jordanian Astronomical Society. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Αυγούστου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2008. 
  3. 3,0 3,1 Hilton, James L (16 Νοεμβρίου 2007). «When did asteroids become minor planets?». U.S. Naval Observatory. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουνίου 2008. 
  4. . Ο βόρειος πόλος της δείχνει προς το σημείο με εκλειπτικές συντεταγμένες (β, λ) = (27°, 103°) με σφάλμα 10° Kaasalainen, M.; Torppa, J.; Piironen, J. (2002). «Models of Twenty Asteroids from Photometric Data» (PDF). Icarus 159 (2): 369–395. doi:10.1006/icar.2002.6907. Bibcode2002Icar..159..369K. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2008-02-16. https://web.archive.org/web/20080216072340/http://www.rni.helsinki.fi/~mjk/IcarPIII.pdf. Ανακτήθηκε στις 2011-06-12. 
  5. Gaffey, Michael J.; Burbine, Thomas H.; Piatek, Jennifer L.; Reed, Kevin L.; Chaky, Damon A.; Bell, Jeffrey F.; Brown, R. H. (1993). «Mineralogical variations within the S-type asteroid class». Icarus 106 (2): 573. doi:10.1006/icar.1993.1194. Bibcode1993Icar..106..573G. 
  6. «Asteroid Juno Has A Bite Out Of It». Harvard-Smithsonian Center for Astrophysics. 6 Αυγούστου 2003. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2007. 
  7. 7,0 7,1 Baliunas, Sallie; Donahue, Robert; Rampino, Michael R.; Gaffey, Michael J.; Shelton, J. Christopher; Mohanty, Subhanjoy (2003). «Multispectral analysis of asteroid 3 Juno taken with the 100-inch telescope at Mount Wilson Observatory» (PDF). Icarus 163 (1): 135–141. doi:10.1016/S0019-1035(03)00049-6. Bibcode2003Icar..163..135B. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-10-20. https://web.archive.org/web/20111020163448/http://pubs.giss.nasa.gov/docs/2003/2003_Baliunas_etal.pdf. Ανακτήθηκε στις 2011-06-12. 
  8. Millis, R. L.; Wasserman, L. H.; Bowell, E.; Franz, O. G.; White, N. M.; Lockwood, G. W.; Nye, R.; Bertram, R.; Klemola, A.; Dunham, E.; Morrison, D. (February 1981). «The diameter of Juno from its occultation of AG+0°1022». Astronomical Journal 86: 306–313. doi:10.1086/112889. Bibcode1981AJ.....86..306M. 
  9. Pitjeva, E. V. (2004). «Estimations of masses of the largest asteroids and the main asteroid belt from ranging to planets, Mars orbiters and landers». 35th COSPAR Scientific Assembly. Held 18–25 July 2004, in Paris, France, pp. 2014. http://adsabs.harvard.edu/abs/2004cosp.meet.2014P. 
  10. Hilton, James L. (February 1999). «US Naval Observatory Ephemerides of the Largest Asteroids». Astronomical Journal 117 (2): 1077–1086. doi:10.1086/300728. Bibcode1999AJ....117.1077H. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-23. https://web.archive.org/web/20110723160546/http://aa.usno.navy.mil/publications/reports/asteroid_ephemerides.html. Ανακτήθηκε στις 2011-06-12. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία