Η Argania (Βερβερικά: ⴰⵔⴳⴰⵏ Argan) είναι γένος ανθισμένων φυτών τα οποία περιέχουν το μοναδικό είδος Argania spinosa, γνωστό ως argan, ένα δέντρο ενδημικό στην ασβεστολιθική μισοερημική κοιλάδα Sous του νοτιοδυτικού Μαρόκου. Τα δέντρα argan αναπτύσσονται έως 8–10 m (26–33 ft) ύψος και ζουν έως 200 χρόνια περίπου. Είναι ακανθώδη, με οζώδεις κορμούς και φαρδύ σε έκταση στέμμα. Το στέμμα έχει μια περιφέρεια περίπου 70 m (230 ft) και τα κλαδιά κλίνουν προς το έδαφος.

Argania

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Ευδικοτυλήδονα (Eudicots)
Τάξη: Ερεικώδη (Ericales)
Οικογένεια: Sapotaceae
Υποοικογένεια: Sapotoideae
Γένος: Argania
Johann Jacob Roemer (Roem.) & Josef August Schultes (Schult.)[1]
Είδος: A. spinosa
Διώνυμο
Argania spinosa
(Carl Linnaeus (L.)) Homer Collar Skeels (Skeels)
Συνώνυμα[2]

Argania sideroxylon Roem. & Schult.
Sideroxylon spinosum L.

Η παραγωγή του ελαίου γίνεται χειρωνακτικά.

Τα φύλλα είναι μικρά, 2–4 cm (0,79–1,57 in) επιμήκη και οβάλ με στρογγυλεμένη κορυφή. Τα άνθη είναι μικρά, με πέντε αχνά κιτρινοπράσινα πέταλα· (petals)[Σημ. 1] τα οποία ανθίζουν τον Απρίλιο. Ο καρπός έχει μήκος 2–4 cm (0,79–1,57 in) και πάχος 1,5–3 cm (0,59–1,18 in), με έναν παχύ, πικρό φλοιό ο οποίος περιβάλλει ένα γλυκό-μυρωδάτο αλλά δυσάρεστης γεύσης στρώμα από πολτώδες περικάρπιο (pericarp).[Σημ. 2] Αυτό περιβάλλει το πολύ σκληρό κάρυο, το οποίο περιέχει ένα (μερικές φορές δύο ή τρεις) μικρούς, πλούσιους σε έλαια σπόρους. Ο καρπός χρειάζεται πάνω από ένα χρόνο για να ωριμάσει και ωριμάζει από τον Ιούνιο έως τον Ιούλιο του επόμενου έτους.

Ονομασία Επεξεργασία

Η επιστημονική ονομασία argania προέρχεται από το argan, την ονομασία του δέντρου στα Tasussit, τη Βερβερική γλώσσα η οποία ομιλείται από την πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν στις περιοχές όπου το δέντρο είναι ενδημικό. Τα Tasussit έχουν ένα πλούσιο λεξιλόγιο για τα διάφορα τμήματα του καρπού, τα στάδια της ωριμότητάς του καθώς και της συγκομιδής και επεξεργασίας του. Το έλαιο ονομάζεται επίσης argan. Στις μεσαιωνικές αραβικές φαρμακολογικές πηγές, το δέντρο είναι γνωστό ως harjān, μια ονομασία η οποία επίσης προέρχεται από το argan των Tasussit.

Καλλιέργεια Επεξεργασία

 
Κατσίκια έχοντας αναρριχηθεί ένα δέντρο argan.

Στο Μαρόκο, τα δάση από argan τώρα καλύπτουν περίπου 8.280 τετραγωνικά χλμ. (3.200 τετραγωνικά μίλια) και χαρακτηρίζονται από την UNESCO, ως ένα αποθεματικό της βιόσφαιρας. Η περιοχή τους τα τελευταία 100 χρόνια, έχει συρρικνωθεί κατά το ήμισυ περίπου λόγω της δημιουργίας ξυλάνθρακα, της βόσκησης και της όλο και περισσότερης εντατικής καλλιέργειας. Η καλύτερη ελπίδα για τη διατήρηση των δένδρων είναι πιθανό να έγκειται στην πρόσφατη ανάπτυξη μιας ακμάζουσας εξαγωγικής αγοράς του ελαίου argan ως προϊόν υψηλής αξίας. Ωστόσο, ο πλούτος ο οποίος προκάλεσε η εξαγωγή του ελαίου argan, δημιούργησε επίσης απειλές στα δέντρα argan με τη μορφή της αύξησης του πληθυσμού των αιγών. Οι ντόπιοι χρησιμοποιούν τον νεοαποκτηθέντα πλούτο προκειμένου να αγοράσουν περισσότερα κατσίκια και οι κατσίκες περιορίζουν την ανάπτυξη των δέντρων argan αναρριχώμενα και τρώγοντας τα φύλλα και τους καρπούς των.[3]

Στο Ισραήλ, το argan καλλιεργείται τόσο στην Arabah όσο και στη Νεγκέβ (Negev).[4][5][6]

Χρήσεις Επεξεργασία

Σε ορισμένες περιοχές του Μαρόκου, το argan στην κοινωνία των Βερβέρων, αντικαθιστά την ελιά ως πηγή ζωοτροφής, ελαίου, ξυλείας και καυσίμου. Ιδιαιτέρως πλησίον της Εσαουίρα (Essaouira), το δέντρο argan συχνά αναρριχάται από τις κατσίκες.[7]

Καρπός Επεξεργασία

Ο καρπός του argan πίπτει τον Ιούλιο, όταν είναι μαύρος και ξηρός. Έως ότου συμβεί αυτό, τα δάση argan φυλάσσονται από τους φύλακες, προστατεύοντάς τα από τις κατσίκες. Τα δικαιώματα για τη συλλογή των καρπών ρυθμίζονται από τους νόμους και τις παραδόσεις των χωριών. Τα εναπομείναντα κάρυα συγκεντρώνονται μετά την κατανάλωση και τα πτύα των μηρυκαστικών αιγοειδών. Οι σπόροι που πτύονται από τις κατσίκες, συνιστούν έναν μηχανισμό ο οποίος παραβλέπει τη διασπορά των σπόρων.[8]

Έλαιο argan Επεξεργασία

Το έλαιο argan παράγεται από πολλούς γυναικείους συνεταιρισμούς στα νοτιοδυτικά τμήματα του Μαρόκου. Το πιο εργασιοβόρο στάδιο για την εξαγωγή του ελαίου, είναι η αφαίρεση του μαλακού πολτού (χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή) και το δια χειρός ράγισμα, ανάμεσα σε δύο πέτρες, του σκληρού καρύου. Οι σπόροι κατόπιν απομακρύνονται και ψήνονται ελαφρώς. Αυτό το ψήσιμο, αντιπροσωπεύει ένα μέρος της ξεχωριστής γεύσης του ελαίου στο κάρυο.[9]

Η παραδοσιακή τεχνική για την εξαγωγή του ελαίου είναι η άλεση των ψημένων σπόρων σε αλοιφή, μετ' ολίγου νερού, εντός ενός πέτρινου περιστροφικού χειρόμυλου (rotary quern).[Σημ. 3] Εν συνεχεία, η αλοιφή πιέζεται χειρωνακτικά προκειμένου να εξαχθεί το έλαιο. Η εναπομείνασα αλοιφή εξακολουθεί να είναι πλούσια σε έλαιο και χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή. Το κατ' αυτόν τον τρόπο παραγόμενο έλαιο, δύναται να αποθηκευτεί και να χρησιμοποιηθεί για 3-6 μήνες και θα παραχθεί όσο απαιτείται σε μια οικογένεια, από την αποθήκευση των πυρήνων, οι οποίοι θα παραμείνουν κλειστοί για 20 έτη. Η ξηρή-πίεση γίνεται ολοένα και πιο σημαντική για το προς πώληση παραγόμενο έλαιο, καθώς η μέθοδος αυτή, επιτρέπει ταχύτερη εκχύλιση και το παραγόμενο έλαιο δύναται να χρησιμοποιηθεί για 12-18 μήνες μετά την εκχύλιση.[10]

Το έλαιο περιέχει 80% ακόρεστα λιπαρά οξέα, είναι πλούσιο σε βασικά λιπαρά οξέα και είναι πιο ανθεκτικό από το ελαιόλαδο στην οξείδωση. Το έλαιο argan χρησιμοποιείται για το βούτηγμα του ψωμιού, στο κουσκούς, σαλάτες και παρόμοιες χρήσεις. Ένα βούτηγμα ψωμιού γνωστό ως «amlou» παρασκευάζεται από έλαιο argan, αμύγδαλα και φιστίκια, μερικές φορές γλυκαμένο με μέλι ή ζάχαρη. Παραδοσιακά το μη ψημένο έλαιο, χρησιμοποιείται ως θεραπεία των δερματικών παθήσεων και έχει ευνοηθεί από τους Ευρωπαίους κατασκευαστές καλλυντικών.[11][12][13]

 
Φυλλώματα, άνθη και ανώριμοι καρποί.
 
Argania spinosa - Μουσείο Τουλόυζης.

Στο Μαρόκο, το έλαιο argan πωλείται ως είδος πολυτελείας. Το προϊόν παρουσιάζει αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις εταιρείες καλλυντικών στην Ευρώπη. Παλαιότερα, ήταν δύσκολο να αγοραστεί το έλαιο εκτός Μαρόκου, αλλά από το 2001-2002, έχει γίνει ένα μοντέρνο προϊόν στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.[εκκρεμεί παραπομπή] Είναι πλέον ευρέως διαθέσιμο σε εξειδικευμένα καταστήματα και περιστασιακά στα σούπερ μάρκετ. Η τιμή του (US$ 40-50 για 500 ml) είναι αξιοσημείωτη, συγκρινόμενη με άλλα έλαια.[14]

Το έλαιο argan περιέχει:[15]

Ζωοτροφή Επεξεργασία

Τα δέντρα argan αποτελούν σημαντική πηγή ζωοτροφών για πρόβατα, αίγες, καμήλες και βοοειδή. Οι καρποί και τα φύλλα καταναλώνονται πρόθυμα από τα ζωντανά. Το συμπιεσμένο τύπου κέικ που προκύπτει από την έκχυση του ελαίου μπορεί επίσης να αποξηρανθεί στον ήλιο και να θρέψει τα μηρυκαστικά. Οι μέλισσες μπορούν να φωλιάζουν στα δέντρα argan, καθιστώντας τους τόπους για τη συγκομιδή άγριου μελιού.[16]

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Τα πέταλα (φυτολογία) (petals), είναι τροποποιημένα φύλλα τα οποία περιβάλλουν τα αναπαραγωγικά μέρη των λουλουδιών.
  2. Το περικάρπιο (pericarp), τυπικώς αποτελείται από τρία διακριτά στρώματα: το επικάρπιο, το οποίο είναι το εξωτερικό στρώμα· το μεσοκάρπιο, το οποίο είναι το μεσαίο στρώμα· και το ενδοκάρπιο, το οποίο είναι το εσωτερικό στρώμα το οποίο περιβάλλει την ωοθήκη ή τους σπόρους. Σ' ένα εσπεριδοειδές, το επικάρπιο και το μεσοκάρπιο, συνθέτουν τον φλοιό.
  3. Rotary quern είναι ένας απλός περιστροφικός χειρόμυλος δια την άλεση (συνήθως) των σιτηρών, αποτελείται από δύο κυκλικές πέτρες, του οποίου το άνω τμήμα του περιστρέφεται ή τρίβεται από και προς το χαμηλότερό του.
Παραπομπές σημειώσεων

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Genus: Argania Roem. & Schult». Germplasm Resources Information Network. United States Department of Agriculture. 31 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2010. 
  2. Πρότυπο:GRIN
  3. Tim Wall (September 22, 2011). «Tree-Going Goats Threaten Oil Supply_Discovery News». Discovery News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-05-10. https://web.archive.org/web/20160510212815/http://news.discovery.com/animals/tree-going-goats-threaten-oil-supply-110921.htm. Ανακτήθηκε στις 2018-12-31. 
  4. Growing for Change, Ruhama Shattan, Jerusalem Post, Oct. 12, 2001
  5. Growth and oil production of argan in the Negev Desert of Israel, A. Nerd, E. Etesholaa, N. Borowyc and Y. Mizrahi, Industrial Crops and Products, Volume 2, Issue 2, February 1994, Pages 89-95
  6. Phenology, breeding system and Fruit development of Argan [ Argania spinosa, Sapotaceae] cultivated in Israel, Avinoam Nerd1, Vered Irijimovich2 and Yosef Mizrahi, Economic Botany, Volume 52, Number 2 / April, 1998, pl 161-167.
  7. Infos at the-tree.org.uk Αρχειοθετήθηκε 2006-09-24 στο Wayback Machine. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2018.  September 24, 2006, at the Wayback Machine.
  8. Delibes, Miguel; el al (2 May 2017). «Tree-climbing goats disperse seeds during rumination». Frontiers in Ecology and the Environment 15 (4): 222–223. doi:10.1002/fee.1488. 
  9. Charrouf, Zoubida; Guillaume, Dominique (1999). «Ethnoeconomical, ethnomedical, and phytochemical study of Argania spinosa (L.) Skeels». Journal of Ethnopharmacology 67 (1): 7–14. doi:10.1016/S0378-8741(98)00228-1. PMID 10616955. 
  10. Charrouf, Z; Guillaume, D (2007). «Phenols and Polyphenols from Argania spinosa». American Journal of Food Technology 2 (7): 679. doi:10.3923/ajft.2007.679.683. 
  11. Khallouki, F; Younos, C; Soulimani, R; Oster, T; Charrouf, Z; Spiegelhalder, B; Bartsch, H; Owen, RW (2003). «Consumption of argan oil (Morocco) with its unique profile of fatty acids, tocopherols, squalene, sterols and phenolic compounds should confer valuable cancer chemopreventive effects». European Journal of Cancer Prevention 12 (1): 67–75. doi:10.1097/01.cej.0000051106.40692.d3. PMID 12548113. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-07-13. https://web.archive.org/web/20190713051617/http://meta.wkhealth.com/pt/pt-core/template-journal/lwwgateway/media/landingpage.htm?issn=0959-8278&volume=12&issue=1&spage=67. Ανακτήθηκε στις 2018-12-31. 
  12. «Arganolie informative (NL)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 2016. 
  13. Charrouf, Zoubida; Guillaume, Dominique (2008). «Argan oil: Occurrence, composition and impact on human health». European Journal of Lipid Science and Technology 110 (7): 632. doi:10.1002/ejlt.200700220. 
  14. Chimi, H; Cillard, J; Cillard, P (1994). «Autoxydation de l'huile d'argan Argania spinosa L. du Maroc» (στα French). Sciences des Aliments 14 (1): 117–24. ISSN 0240-8813. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-11-18. https://web.archive.org/web/20161118163916/http://cat.inist.fr/?aModele=afficheN&cpsidt=4124059. Ανακτήθηκε στις 2018-12-31. 
  15. Charrouf, Zoubida; Guillaume, Dominique (2010). «Should the Amazigh Diet (Regular and Moderate Argan-Oil Consumption) have a Beneficial Impact on Human Health?». Critical Reviews in Food Science and Nutrition 50 (5): 473–7. doi:10.1080/10408390802544520. PMID 20373191. 
  16. Heuzé V., Tran G., 2015. Argan (Argania spinosa). Feedipedia, a programme by INRA, CIRAD, AFZ and FAO. Last updated on October 26, 2015, 16:29 Αρχειοθετήθηκε 2017-08-24 στο Wayback Machine.

Πρόσθετη πληροφόρηση Επεξεργασία

  • (Αγγλικά) T.J. Lybbert (2007). «Patent Disclosure Requirements and Benefit Sharing: A counterfactual case of Morocco's argan oil». Ecological Economics 64 (1): 12–18. doi:10.1016/j.ecolecon.2007.06.017. 
  • (Αγγλικά) T.J. Lybbert; C.B. Barrett (2004). «Does Resource Commercialization Induce Local Conservation? A Cautionary Tale from Southwestern Morocco». Society & Natural Resources 17 (5): 413–430. doi:10.1080/08941920490430205. 
  • (Αγγλικά) T.J. Lybbert; C.B. Barrett; H. Najisse (2002). «Market-Based Conservation and Local Benefits: The Case of Argan Oil in Morocco». Ecological Economics 41 (1): 125–144. doi:10.1016/S0921-8009(02)00020-4. 
  • (Αγγλικά) O. M'Hirit· M. Bensyane· F.Benchekroun· S.M. El Yousfi· M. Bendaanoun (1998). L'arganier: une espèce fruitière-forestière à usages multiples. Pierre Mardaga. ISBN 978-2-87009-684-0. 
  • (Αγγλικά) J.F. Morton; G.L. Voss (1987). «The argan tree (Argania sideroxylon, Sapotataceae), a desert source of edible oil». Economic Botany 41 (2): 221–233. doi:10.1007/BF02858970. 
  • (Αγγλικά) Rachida Nouaim (2005). L'arganier au Maroc: entre mythes et réalités. Une civilisation née d'un arbreune espèce fruitière-forestière à usages multiples. Paris: L'Harmattan. ISBN 978-2-7475-8453-1. 
  • (Αγγλικά) H.D.V. Prendergast; C.C. Walker (1992). «The argan: multipurpose tree of Morocco». Kew Magazine 9 (2): 76–85. doi:10.1111/j.1467-8748.1992.tb00072.x. 
  • (Αγγλικά) Elaine M. Solowey (2006). Supping at God's table. Thistle Syndicate. σελίδες 75–76. ISBN 978-0-9785565-1-8. 
  • (Αγγλικά) Cristiano, Luigi; De Martino, Gianni (2000). «Marocco atlantico. In terra di Argania». Erboristeria Domani 233: 78–85. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Πρότυπο:Taxonbar