Η καντάτα Christ lag in Todes Banden (Ο Χριστός κείται με τα δεσμά του θανάτου) [1], με αριθμό BWV 4, είναι το τέταρτο σε αρίθμηση έργο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο κατάλογο τον οποίο εισήγαγε ο Γερμανός μουσικολόγος Βόλφγκανγκ Σμίντερ (Wolfgang Schmieder, 1901 – 1990) και χρησιμοποιείται ευρύτατα σήμερα. Ανήκει στις πρωιμότερες -πιθανότατα η πρώτη σωζόμενη- από τις εκκλησιαστικές και, μάλιστα, χορωδιακές -ή κοράλ- καντάτες του μεγάλου κάντορα και συνετέθη κατά την παραμονή του στο Άρνσταντ, το 1707. Παρουσιάστηκε στις 24 Απριλίου του ιδίου έτους, την Κυριακή του Πάσχα (Feria Paschatos).

Αυτόγραφο χειρόγραφο της πρώτης σελίδας από το μέρος της σοπράνο της καντάτας Christ lag in Todes Banden. Ο γραφέας της μουσικής είναι ο C. G. Meissner, αλλά οι σημειώσεις είναι από το χέρι τού ιδίου τού Μπαχ.

Είναι η πρώτη από τις καντάτες που συνέθεσε ο Μπαχ για την συγκεκριμένη γιορτή και από τις λίγες που σώζονται από εκείνη την νεανική του περίοδο.[2] Ωστόσο, αρχικά πρέπει να γράφηκε μια πρώτη βερσιόν για να συνοδεύσει την αίτησή του για μια θέση σε μια λουθηρανική εκκλησία στο Μυλχάουζεν (Mühlhausen). Η σωζόμενη καντάτα είναι η δεύτερη βερσιόν (εκδοχή) του ιδίου του Μπαχ και εκτελέστηκε επανειλημμένα κατά την παραμονή του στην Λειψία, αρχίζοντας από το έτος 1724, πάντοτε την ημέρα του Πάσχα. Η -χαμένη- πρώτη βερσιόν, πιθανότατα δεν διέφερε σημαντικά από αυτήν.

Το έργο, με τις ιδιαιτερότητές του (βλ. Μουσικολογικές σημειώσεις), είναι από τις ομορφότερες καντάτες του μεγάλου κάντορα. Ο Άγγλος διευθυντής ορχήστρας Τζον Έλιοτ Γκάρντινερ περιγράφει την σύνθεση ως την «πρώτη γνωστή απόπειρα ‘ζωγραφικής αφήγησης’ στην μουσική του Μπαχ». Και, συνεχίζει, αναφέροντας ότι η επεξεργασία του ύμνου του Λουθήρου είναι «ένα τολμηρό, καινοτόμο κομμάτι μουσικού δράματος» και παρατηρεί «ταύτιση με το πνεύμα και το γράμμα τού φλογερού, δραματικού ύφους του κειμένου».[3]

Ιστορικό Επεξεργασία

Ο Μπαχ, πιστεύεται ότι, έγραψε την καντάτα το 1707, όντας ένας επαγγελματίας εκτελεστής εκκλησιαστικού οργάνου (οργανοκρούστης) ηλικίας μόλις 22 ετών, που εργαζόταν από το 1703 στην Νέα Εκκλησία του Άρνσταντ (η οποία αντικατέστησε την καμένη Bonifatiuskirche, σήμερα γνωστή ως Εκκλησία Μπαχ). Σε ηλικία 18 ετών, είχε ήδη επιθεωρήσει το νέο εκκλησιαστικό όργανο που κατασκευάστηκε από τον Johann Friedrich Wender, και κλήθηκε να παίξει μια Κυριακή, οπότε και προσελήφθη. Το όργανο κατασκευάστηκε στην τρίτη αναβαθμίδα της εκκλησία που μοιάζει με σκηνή θεάτρου. Στα καθήκοντα του Μπαχ περιλαμβανόταν και κάποια ευθύνη για σύνθεση χορωδιακής μουσικής, αλλά ο ακριβής χρόνος που άρχισε να συνθέτει καντάτες είναι άγνωστος.[4]

 
Η σημερινή Εκκλησία Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ στο Άρνσταντ (πρώην Neue Kirche), όπου ο Μπαχ διορίστηκε ως οργανίστας το 1703

Στο Άρνσταντ, κάντορας ήταν ο Heindorff, υπεύθυνος για την εκκλησιαστική μουσική στην Άνω Εκκλησία (Liebfrauenkirche), αλλά και στη Νέα Εκκλησία, όπου ο Μπαχ ήταν ο εκτελεστής. Οι περισσότερες καντάτες αυτής τής περιόδου δεν είναι για τις Κυριακάτικες γιορτές, αλλά περιορίζονται σε ειδικές κοσμικά γεγονότα όπως γάμους και κηδείες. Η καντάτα Christ lag in Todes Banden αποτελεί εξαίρεση, γι’ αυτό και υπάρχει η υπόθεση ότι γράφηκε για να συνοδεύσει την αίτησή του για μια άλλη θέση σε κάποια λουθηρανική εκκλησία στο Μυλχάουζεν (Mühlhausen).[2] Αποτελεί σημαντικό ορόσημο στην φωνητική μουσική τού συνθέτη. Ολοκληρώθηκε επτά χρόνια πριν την σειρά από τις καντάτες της Βαϊμάρης, που άρχισε το 1714, και δεκαεπτά χρόνια πριν ξεκινήσουν οι περίφημοι ετήσιοι κύκλοι καντατών της Λειψίας, το 1724.[5][6]

Κείμενο Επεξεργασία

Ο ύμνος πάνω στον οποίο βασίζεται η καντάτα- ανήκει στον μεγάλο Γερμανό μεταρρυθμιστή Λούθηρο και δημοσιεύτηκε το 1524, στο περίφημο Εγχειρίδιο της Ερφούρτης (Erfurt Enchiridion). Ο ύμνος εκθειάζει την Ανάσταση του Ιησού, με ιδιαίτερη αναφορά στη μάχη μεταξύ Ζωής και Θανάτου και αποτελούσε τον κύριο ύμνο του Λουθηρανικού Εκκλησιαστικού Τυπικού για την ημέρα του Πάσχα. Η τρίτη στροφή αναφέρεται στην «κεντρί του θανάτου», όπως αναφέρεται στην Πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή, κεφ. 15. Η πέμπτη στροφή σχετίζεται με το ‘Osterlamm’, το πασχαλινό αρνί και αναφέρεται στην σήμανση των θυρών με το αίμα πριν από την έξοδο από την Αίγυπτο. Η τελική στροφή υπενθυμίζει την παράδοση του ψησίματος και της κατανάλωσης του Ψωμιού του Πάσχα, με το ‘παλιό προζύμι’, που υπαινίσσεται και πάλι την Έξοδο, σε αντίθεση με τον ‘Λόγο της Θείας Χάριτος’ [23] για τη σύναψη «Ο Χριστός θα ... μόνη της να θρέψει την ψυχή.[7]

Οργανοθεσία και δομή Επεξεργασία

Η καντάτα είναι γραμμένη στην Μι Ελάσσονα και έχει 8 μέρη, μια εισαγωγική sinfonia και επτά φωνητικά τμήματα, όλα στην ίδια τονικότητα. Ο Μπαχ την συνέθεσε για τέσσερις σολίστες φωνής, τετράφωνη χορωδία και μπαρόκ ενόργανο σύνολο από τρία τρομπόνια, κορνέτο, δύο βιολιά, δύο βιόλες και μπάσο κοντίνουο. Τα τρομπόνια και το κορνέτο παίζουν colla parte στα μέρη τους (δηλαδή κάθε όργανο συνοδεύει μία (1) φωνή). Το κορνέτο που χρησιμοποιείται στην καντάτα ήταν όργανο που ανήκε σε προηγούμενη εποχή: από το δεύτερο τέταρτο του 18ου αιώνα είχε, σχεδόν εξ ολοκλήρου, εξαφανιστεί από τις συνθέσεις του Μπαχ.

Μουσικολογικές σημειώσεις Επεξεργασία

Η καντάτα Christ lag in Todes Banden έχει αρκετές ιδιαιτερότητες. Σε αντίθεση με τις περισσότερες κοράλ καντάτες που συνέθεσε ο Μπαχ, κυρίως εκείνες αργότερα στη Λειψία, το κείμενο του κοράλ διατηρείται αμετάβλητο, κάτι που έκανε και πάλι μόνο στις τελευταίες του χορωδιακές καντάτες.[7] Η σύνθεση αποτελείται από 7 στροφές και η πρωταρχική μελωδία του βασίζεται σε «μεσαιωνικά» μουσικά πρότυπα του 12ου αιώνα. Ο Μπαχ χρησιμοποίησε αμετάβλητους τους στίχους μίας από τις 7 στροφές σε κάθε ένα από τα 7 μέρη της καντάτας, με τη μορφή των κοράλ παραλλαγών per omnes versus (για όλες τις στροφές), χρησιμοποιώντας την μελωδία του ως cantus firmus. Μετά από την εισαγωγή σε φόρμα sinfonia, οι παραλλαγές διατάσσονται συμμετρικά: χορωδιακό-ντουέτο-σόλο-χορωδιακό-σόλο-ντουέτο-χορωδιακό, με εστίαση στην κεντρική τέταρτη στροφή, την «μάχη μεταξύ ζωής και θανάτου». Παρόλο που όλα τα μέρη της καντάτας είναι σε Μι ελάσσονα, ο Μπαχ την χειρίζεται επιδέξια, επιτυγχάνοντας ποικιλομορφία και τονίζει το νόημα του κειμένου μέσα από πολλές μουσικές μορφές και τεχνικές.

Η θρηνητική εισαγωγή (Sinfonia) βρίσκεται εκτός συμμετρικών σχημάτων, παρόλο που περιλαμβάνει ψήγματα του κοράλ θέματος. Το μοτίβο του δευτέρου μέρους (Versus 1), σε κατιούσα βηματική κίνηση, κυριαρχεί στους τέσσερις πρώτους στίχους της α΄στροφής, υπονοώντας την καθοδική πορεία του Χριστού στον Θάνατο. Είναι από τα πλέον δραματικά επεξεργασμένα μοτίβα της μουσικής του Μπαχ και διαρκεί περίπου 60 μέτρα. Κατόπιν, δίνει θέση στο -alla breve- Αλληλούια (Halleluja) με αρμονικά σχήματα σε διαστήματα τρίτης για να επισημανθεί η χαρά της Ανάστασης.

Το τρίτο μέρος (Versus 2) είναι μια αργή άρια ντουέτου πάνω σε ένα κοντίνουο τύπου ostinato, με επίμονο τονισμό στην καθοδική βηματική κίνηση του κοράλ θέματος, συμβολίζοντας πάντοτε τον Θάνατο. Το τέταρτο μέρος (Versus 3) πραγματεύεται τη νίκη του Χριστού έναντι της Αμαρτίας και του Θανάτου, με την χρήση των αρχικών φθόγγων του κοράλ θέματος από τα βιολιά, στην φόρμα μιας θριαμβευτικής οπερατικής άριας. Το κεντρικό, εν είδει μοτέτου- χορωδιακό του πέμπτου μέρους (Versus 4) επικεντρώνεται στην μάχη Χριστού-Θανάτου, με την μελωδία στην άλτο, λεπτή αίσθηση χιούμορ και κλείσιμο με Αλληλούια. Εξαιρετική λεπτομέρεια αποτελεί η χρήση της τροπικής Σι Δωρικής (B Dorian) από την σολίστ, με τις άλλες φωνές να ακολουθούν σε stretto φούγκας, μπαίνοντας πολύ κοντά μεταξύ τους, ενώ φεύγουν διαδοχικά η μία μετά την άλλη. Στο τελικό Αλληλούια, το μπάσο κοντίνουο κατεβαίνει σχεδόν δύο οκτάβες. Το μέρος αυτό αποτελεί μια από τις κορωνίδες της συνθετικής δεξιοτεχνίας του Μπαχ.[4]

Το έκτο μέρος (Versus 5) εμφανίζει ένα έντονα φορισμένο μπάσο κοντίνουο σε καθοδική χρωματική κίνηση, που συνοδεύει την εξαιρετική μελωδία. Οι αρμονίες των εγχόρδων θυμίζουν έντονα Πέρσελ, ιδιαίτερα το έργο Ο Θρήνος της Διδούς, με το θριαμβικό Αλληλούια να κερδίζει τις εντυπώσεις. Το έβδομο μέρος (Versus 6), μια άρια ντουέτου, αναδίδει εορταστική αίσθηση, με το ρυθμικό οστινάτο παρεστιγμένων στο μπάσο κοντίνουο και εναλλασσόμενες αλυσίδες από τρίηχα. στις φωνές. Τέλος, το όγδοο μέρος (Versus 7) είναι ένα απλό κοράλ εορταστικού ύφους για να κλείσει αυτή η ασυνήθιστη, αλλά εξαιρετική καντάτα.[8]

  • Γενικά, η καντάτα Christ lag in Todes Banden θεωρείται η πλέον αυστηρά αντιστικτική του μεγάλου κάντορα, με εξαιρετικά έντονη συγκινησιακή φόρτιση.[8]
Μέρος Τίτλος Κείμενο Φόρμα Σολίστ Οργανοθεσία Τονικότητα Μέτρο
1 Sinfonia Πολυφωνική κοράλ φαντασία 2 Βιολιά, 2 Βιόλες Μι Ελάσσων 4/4
2 Versus 1 Christ lag in Todes Banden Halleluja Λούθηρος Χορωδιακό SAΤB 2 Βιολιά, 2 Βιόλες, 1 Κορνέτο (colla parte στην S), 1ο Τρομπόνι (colla parte στην A), 2ο Τρομπόνι (colla parte στον T), 3ο Τρομπόνι (colla parte στον Β) Μι Ελάσσων 4/4
3 Versus 2 Den Tod niemand zwingen kunnt Λούθηρος Άρια ντουέτο S, A 1 Κορνέτο (colla parte στην S), 1ο Τρομπόνι (colla parte στην A) Μι Ελάσσων 4/4
4 Versus 3 Jesus Christus, Gottes Sohn Λούθηρος Άρια T 2 Βιολιά Μι Ελάσσων 4/4
5 Versus 4 Es war ein wunderlicher Krieg Λούθηρος Χορωδιακό SAΤB 2 Όμποε d’ amore, 2 Βιολιά (unisono) Μι Ελάσσων 4/4
6 Versus 5 Hier ist das rechte Osterlamm Λούθηρος Άρια B 2 Βιολιά, 2 Βιόλες Μι Ελάσσων 4/4
7 Versus 6 So feiern wir das hohe Fest Λούθηρος Άρια ντουέτο S, T Μι Ελάσσων 4/4
8 Versus 7 Wir essen und leben wohl Λούθηρος Κοράλ SATB 2 Βιολιά & 1 Κορνέτο (colla parte στην S), 1η Βιόλα & 1ο Τρομπόνι (colla parte στην A), 2η Βιόλα & 2ο Τρομπόνι (colla parte στον T), 3ο Τρομπόνι (colla parte στον Β) Μι Ελάσσων 4/4

(S: Σοπράνο, A: Άλτο, T: Τενόρος, B: Μπάσος)

  • Το μπάσο κοντίνουο δεν αναφέρεται ξεχωριστά διότι παίζει σε όλα τα μέρη

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Dellal
  2. 2,0 2,1 Wolff, p. 99
  3. Gardiner, p. 4
  4. 4,0 4,1 Gardiner, p. 12-13
  5. Durr, p. 258
  6. Durr, p. 387
  7. 7,0 7,1 Durr, p. 263
  8. 8,0 8,1 Apex

Πηγές Επεξεργασία

  • «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D.C.L (Oxford, 1880)
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1991.
  • Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδ. ΑΛΚΥΩΝ, 1985)
  • Gardiner, John Eliot (2007). «Cantatas for Easter Sunday, Easter Monday and Easter Tuesday / Georgenkirche, Eisenach» (PDF). Bach-Cantatas. Ανακτήθηκε στις 8 Αυγούστου 2016. 
  • Dellal, Pamela (2012). BWV 4 – Christ lag in Todesbanden. Emmanuel Music
  • Dürr, Alfred (2006). The Cantatas of J. S. Bach: With Their Librettos in German-English Parallel Text. (μτφρ. Richard D. P. Jones). Oxford University Press. ISBN 978-0-19-929776-4.
  • Dürr, Alfred (1971). Die Kantaten von Johann Sebastian Bach. 1 (4 ed.). Deutscher Taschenbuchverlag. pp. 340–342. ISBN 3-423-04080-7.
  • J. S. Bach Cantatas BWV 4 & BWV 131 (Cd), Apex, Αριθμός Καταλόγου: 0927 49574 2
  • Wolff, Christoph (2002). Johann Sebastian Bach: The Learned Musician. Oxford University Press. ISBN 978-0-393-32256-9.