Το Who Do We Think We Are είναι το έβδομο στούντιο άλμπουμ του χαρντ ροκ συγκροτήματος Deep Purple. Κυκλοφόρησε στις 26 Ιανουαρίου του 1973 στις Ηνωμένες Πολιτείες από την εταιρεία "Warner" και λίγες μέρες αργότερα στην Ευρώπη από την "EMI". Ο δίσκος αυτός είναι ο τελευταίος που κυκλοφόρησε ο τραγουδιστής Ίαν Γκίλαν και ο μπασίστας Ρότζερ Γκλόβερ με το συγκρότημα μέχρι το 1984 όταν και επανενώθηκαν.[1] Γνώρισε αρκετά μεγάλη επιτυχία παρόλο που δεν έκανε ανάλογες πωλήσεις με τον προκάτοχο του, "Machine Head".[2]

Who Do We Think We Are
Στούντιο άλμπουμ από Deep Purple
Κυκλοφόρησε26 Ιανουαρίου 1973
ΗχογραφήθηκεΙούλιος 1972 στη Ρώμη και Οκτώβριος 1972 στη Φρανκφούρτη
Μουσικό είδοςHard Rock, Heavy Metal
Διάρκεια34:27
ΠαραγωγόςDeep Purple
ΔισκογραφικήEMI (Ευρώπη) Warner Bros. (Αμερική)
Δισκογραφικό χρονολόγιο
(Deep Purple)
'Machine Head
(1972)
Who Do We Think We Are
(1973)
Burn
(1974)

Ιστορία του δίσκου Επεξεργασία

Οι ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος, συνεχίστηκαν με μία περιοδεία στην Κεντρική Ευρώπη, που ξεκίνησε στις 16 Ιανουαρίου από το Βερολίνο. Τις επόμενες ημέρες το συγκρότημα επισκέφθηκε το Αμβούργο, τη Νυρεμβέργη, τη Φρανκφούρτη, το Μόναχο, την Κολωνία και άλλες γερμανικές πόλεις, μέχρι τις 28 Ιανουαρίου όταν και εμφανίστηκε ζωντανά στο Άμστερνταμ. Η συγκεκριμένη περιοδεία τελείωσε μετά από άλλες τέσσερις συναυλίες στα Σκανδιναβικά κράτη, στις 10 Φεβρουαρίου.[3]

Ο δίσκος δεν συνοδεύτηκε από κάποιο βρετανικό σινγκλ, αλλά στις 17 Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε στην υπόλοιπη Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, το "Woman from Tokyo", με b-side μία ζωντανή εκτέλεση του "Black Night", ηχογραφημένη τις ημέρες του "Made in Japan". Το συγκεκριμένο 45αρι ανέβηκε σε αρκετά ευρωπαϊκά Top-20 και έτυχε μεγάλης ραδιοφωνικής ανταπόκρισης.

 
Η δεύτερη σύνθεση των Deep Purple σε συναυλία το 1970

Στις 18 Φεβρουαρίου, έδωσαν την πρώτη τους βρετανική συναυλία για το 1973 στο "Rainbow Theater" του Λονδίνου, μία εμφάνιση της οποίας τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί πολλές ημέρες νωρίτερα. Πολύς κόσμος συγκεντρώθηκε έξω από το χώρο της συναυλίας με την επιθυμία να παρακολουθήσει το συγκρότημα και αφού οι διοργανωτές της συναυλίας κατάφεραν να δημιουργήσουν κάποιο χώρο έτσι ώστε να μπορέσουν να μπουν κάποιοι, μερικά άτομα από το συγκεντρωμένο πλήθος μάλωσαν αναμεταξύ τους για το ποιος θα μπει στο χώρο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σοβαρά επεισόδια.

Οι Deep Purple έδωσαν άλλες οκτώ συναυλίες σε μεγάλες βρετανικές πόλεις, μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου όταν και εμφανίστηκαν Λίβερπουλ, ενώ στις 26 εμφανίστηκαν στο "Alan Freeman Show" του "BBC". Στις 5 Μαρτίου το συγκρότημα ξεκίνησε άλλη μία ευρωπαϊκή περιοδεία παίζοντας στη Μπολόνια και μετά από τρεις συναυλίες στην Ιταλία συνέχισε στην Αυστρία, τη Γαλλία, την Ελβετία, για να τελειώσει τη συγκεκριμένη περιοδεία στις Βρυξέλλες του Βελγίου στις 20 Μαρτίου.[3]

Σε αυτό το διάστημα, παρ' όλη την πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία που είχε το συγκρότημα ο μόνος λόγος που ήταν ακόμη μαζί τα μέλη των Deep Purple ήταν τα συμβόλαια τα οποία τους δέσμευαν. Ο Ίαν Γκίλαν είχε αγοράσει τα "De Lane Lea Studios" με σκοπό να προωθήσει νέα συγκροτήματα και άρχισε να απομακρύνεται από τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος, ενώ ο Ρότζερ Γκλόβερ με τον Ρίτσι Μπλάκμορ είχαν συνεχείς τσακωμούς.

Στις 12 Απριλίου, οι Deep Purple ξεκίνησαν την τελευταία τους μεγάλη περιοδεία στη Βόρεια Αμερική και την Ιαπωνία, δίνοντας συνολικά 40 συναυλίες, μέσα σε δυόμισι μήνες. Ξεκινώντας από τις Νοτιοδυτικές Η.Π.Α. και αφού πέρασαν για τρεις συναυλίες από τον Καναδά στις 18, 20 και 22 Απριλίου, συνέχισαν σε όλες τις περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Αφού τελείωσαν με τις αμερικανικές εμφανίσεις στις 19 Ιουνίου στη Χαβάη, συνέχισαν με το ιαπωνικό κομμάτι της περιοδείας.[3]

Στις 23 Ιουνίου έπαιξαν στο "Taikukan Hall" της Χιροσίμα, στις 24 στη Ναγκόγια, στις 25 στο Τόκιο και ήταν προγραμματισμένο να τελειώσουν με δύο συναυλίες στο "Koseinenkin Hall" της Οσάκα στις 27 και 29 Ιουνίου.[3] Η δεύτερη από αυτές, ήταν και η τελευταία συναυλία της δεύτερης σειράς μελών των Deep Purple τη δεκαετία του '70. Μετά τη συναυλία έγιναν πολλά επεισόδια, με τους οπαδούς του συγκροτήματος να σπάζουν πάρα πολλά καθίσματα, αφού έμαθαν για την αποχώρηση του Ίαν Γκίλαν από το συγκρότημα. Η δικαιολογία στα ΜΜΕ ήταν ότι ο Γκίλαν ήταν πολύ επαναστατικός για την μουσική κατεύθυνση που ήθελε να ακολουθήσει το συγκρότημα.[4]

Στο τέλος του 1973, οι Deep Purple αναδείχτηκαν το κορυφαίο συγκρότημα σε πωλήσεις μετά τους τρεις πολύ επιτυχημένους δίσκους τους και η "Warner" ανακοίνωσε ότι ήταν το πιο δημοφιλές και εμπορικό συγκρότημα από αυτά που προωθούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες.[5]

Ανάλυση τραγουδιών Επεξεργασία

Τον Ιούλιο του 1972, οι Deep Purple μετέβησαν στην Ιταλία, με το φορητό στούντιο των Rolling Stones, όπου μέχρι τα μέσα Αυγούστου δημιούργησαν τα τραγούδια για τον επόμενο τους δίσκο. Τα κομμάτια που ηχογράφησαν ήταν τα "Woman from Tokyo", "Mary Long", "Super Trooper", "Smooth Dancer", "Rat Bat Blue", "Place In Line" και "Our Lady". Το κομμάτι που άρεσε περισσότερο στο συγκρότημα ήταν το "Woman from Tokyo", ένα από τα κλασικά τραγούδια των Deep Purple και πασίγνωστο κομμάτι εκείνη την εποχή, αφού έτυχε τεράστιας ραδιοφωνικής μετάδοσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.[6]

 
Μετά την περιοδεία του άλμπουμ, οι Ίαν Γκίλαν και Ρότζερ Γκλόβερ αποχώρησαν από τους Deep Purple

Το "Mary Long" αναφέρεται σε δύο άτομα τα οποία δεν συμπαθούσε το συγκρότημα, τη Mary Whitehouse και τον Lord Longford και είναι και αυτό από τα καλύτερα του δίσκου.[7] Οι διαμάχες που είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται ανάμεσα στον εκκεντρικό χαρακτήρα του Ρίτσι Μπλάκμορ και τον Ίαν Γκίλαν, φαίνονται από τους γεμάτους υπονοούμενα στίχους του "Super Trouper", ενός εκ των συντομότερων τραγουδιών του συγκροτήματος, και του "Smooth Dancer", το οποίο συνοδεύεται από ένα πολύ ωραίο σόλο του Τζον Λορντ, χωρίς κάποιο άλλο σημείο αναφοράς.[8]

Το "Rat Bat Blue", είναι ένα τραγούδι που για πρώτη φορά γίνεται φανερό ότι ο Ρίτσι Μπλάκμορ είχε βαρεθεί τις συγκεκριμένες ηχογραφήσεις και παρόλο που είναι ένα κομμάτι που από την αρχή ως το τέλος οδηγείται από την κιθάρα, το σόλο παίζεται από τον Τζον Λορντ. Το συγκεκριμένο κομμάτι, όμως, έμεινε στο set list από την κυκλοφορία του δίσκου ως και τη διάλυση της Mark II.[9] Το "Place in Line" είναι ένα ακόμη τραγούδι στη δισκογραφία των Deep Purple που φανερώνει την δυναμική των φωνητικών χορδών του Ίαν Γκίλαν, με τη φωνή του να ακούγεται παρόμοια με κάποιου blues τραγουδιστή!

Το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, "Our Lady", είναι ένα ακόμη τραγούδι του οποίου η δομή φανερώνει το πόσο απόμακροι είχαν γίνει οι Deep Purple αναμεταξύ τους, αφού είναι ένα από τα ελάχιστα κομμάτια στη δισκογραφία του συγκροτήματος που δεν έχει σόλο. Τέλος, ένα ακόμη κομμάτι που ηχογραφήθηκε αλλά έμεινε εκτός δίσκου, ήταν το "Painted Horse" το οποίο μπήκε για πρώτη φορά στη συλλογή "Powerhouse" του 1977.[10]

Εμπορική επιτυχία Επεξεργασία

Το Who Do We Think We Are κυκλοφόρησε σχεδόν ένα μήνα μετά το ζωντανά ηχογραφημένο "Made in Japan", με τίτλο παρμένο από μία ερώτηση που περιλάμβανε ένα μικρό κορίτσι σε ένα γράμμα του προς το συγκρότημα.[11] Σε γενικές γραμμές, ο συγκεκριμένος δίσκος ήταν ο κατώτερος στούντιο δίσκος του συγκροτήματος με τους Ίαν Γκίλαν και Ρότζερ Γκλόβερ.[12] Η επιτυχία του ήταν αρκετά μεγάλη, κυρίως λόγω του ονόματος που είχαν δημιουργήσει οι Deep Purple τα προηγούμενα τρία χρόνια, και όπως ήταν φυσικό, ο κόσμος περίμενε άλλον ένα πολύ καλό δίσκο. Το "Who Do We Think We Are", έφτασε ως το # 4 των βρετανικών τσαρτ και το Top-20 των αμερικανικών, μένοντας για πρώτη φορά από το 1971 εκτός των πρώτων δέκα άλμπουμ. Κάτι που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι για πρώτη φορά από το "Concerto for Group and Orchestra", ένα άλμπουμ των Deep Purple δεν ανέβηκε στην κορυφή των γερμανικών τσαρτ, αφού έφτασε ως το # 3.[13] Η αρκετά μεγάλη επιτυχία του δίσκου, επισκιάστηκε από τις τεράστιες πωλήσεις που έκανε το "Machine Head" και το "Made in Japan" αλλά και οι μουσικοκριτικοί αναφερόταν πολύ περισσότερο στο τελευταίο, παρά στο κατώτερο "Who Do We Think We Are". Χαρακτηριστικό είναι ότι αυτή την περίοδο τρία άλμπουμ των Deep Purple βρισκόταν ταυτόχρονα στο Billboard Hot-100 των Η.Π.Α.: Το "Machine Head", το "Made in Japan" και το "Who Do We Think We Are".[2]

Τα τραγούδια Επεξεργασία

1. Woman from Tokyo (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
2. Mary Long (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
3. Super Trouper (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
4. Smooth Dancer (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
5. Rat Bat Blue (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
6. Place in Line (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)
7. Our Lady (Blackmore, Gillan, Glover, Lord, Paice)

Κυκλοφορίες Επεξεργασία

Θέσεις τσαρτ Επεξεργασία

Who Do We Think We Are (άλμπουμ)

Επίσημη κυκλοφορία: Ιανουάριος 1973

Χώρα Θέση
Σουηδία 1
Νορβηγία 1
Αυστρία 1
Βέλγιο 1
Ιταλία 2
Αυστραλία 2
Γαλλία 3
Γερμανία 3
Ηνωμένο Βασίλειο 4
Φινλανδία 4
Ολλανδία 5
Καναδάς 11
Ηνωμένες Πολιτείες 15
Ιαπωνία 15

Woman from Tokyo (σινγκλ)

Επίσημη κυκλοφορία: 17 Φεβρουαρίου 1973

Xώρα Θέση
Ολλανδία 6
Ελλάδα 8
Χονγκ Κονγκ 10
Δανία 14
Βέλγιο 15
Γερμανία 16
Ιταλία 46
Γαλλία 48
Ηνωμένες Πολιτείες 60
Καναδάς 62
Αυστραλία 92

Βραβεία Επεξεργασία

Who Do We Think We Are (άλμπουμ)

Τα μέλη των Deep Purple Επεξεργασία

Το Who Do We Think We Are ηχογραφήθηκε από τη δεύτερη σειρά μελών του συγκροτήματος. Η εν λόγω σειρά έμεινε στην ιστορία ως η πιο επιτυχημένη και χαρακτηριστική των Deep Purple. Τα μέλη της ήταν τα εξής:

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία