Αγάθυρσος
Ο Αγάθυρσος, κατά την ελληνική Μυθολογία, ήτανε γενάρχης των Αγαθύρσων. Κατά τον Ηρόδοτο (Δ, 9) ήταν γιος του Ηρακλή[1] και ενός πλάσματος της Εχίδνης που ήταν το μισό γυναίκα και το μισό φίδι («μειξοπάρθενος έχιδνα διφυής») [2].
Αγάθυρσος | |
---|---|
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Γονείς | Ηρακλής και Έχιδνα |
Αδέλφια | Σκύθης Γελωνός |
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (1888–1891). Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου των καταστημάτων Ανέστη Κωνσταντινίδου. Ανακτήθηκε στις 24 Μαΐου 2010.
- Εγκυκλοπαίδεια Μαλλιάρης Παιδεία 2005
- Thesaurus Linguae Graecae
Αναφορές
Επεξεργασία- ↑ Herodotus Hist., Historiae Book 4, section 10, line 7 Τὴν δ', ἐπεί οἱ γενομένους τοὺς παῖδας ἀνδρωθῆναι, τοῦτο μέν σφι οὐνόματα θέσθαι, τῷ μὲν Ἀγά- θυρσον αὐτῶν, τῷ δ' ἑπομένῳ Γελωνόν, Σκύθην δὲ τῷ νεωτάτῳ· τοῦτο δὲ τῆς ἐπιστολῆς μεμνημένην αὐτὴν ποιῆσαι τὰ ἐντεταλμένα. Καὶ δὴ δύο μέν οἱ τῶν παίδων, τόν τε Ἀγάθυρσον καὶ τὸν Γελωνόν, οὐκ οἵους τε γενο- μένους ἐξικέσθαι πρὸς τὸν προκείμενον ἄεθλον, οἴχεσθαι ἐκ τῆς χώρης ἐκβληθέντας ὑπὸ τῆς γειναμένης, τὸν δὲ νεώτατον αὐτῶν Σκύθην ἐπιτελέσαντα καταμεῖναι ἐν τῇ χώρῃ.
- ↑ Herodotus Hist., Historiae Book 4, section 9, line 4 Ὡς δ' ἐγερθῆναι τὸν Ἡρακλέα, δίζησθαι, πάντα δὲ τῆς χώρης ἐπεξελθόντα τέλος ἀπικέσθαι ἐς τὴν Ὑλαίην καλεομένην γῆν· ἐνθαῦτα δὲ αὐτὸν εὑρεῖν ἐν ἄντρῳ μιξο- πάρθενόν τινα ἔχιδναν διφυέα, τῆς τὰ μὲν ἄνω ἀπὸ τῶν γλουτῶν εἶναι γυναικός, τὰ δὲ ἔνερθε ὄφιος.