Απόσταση (ναυτική πυροβολική)

Ο όρος απόσταση στη ναυτική πυροβολική σημαίνει το διάστημα μεταξύ του «βάλλοντος πλοίου» και του «στόχου». Τό διάστημα αυτό μετριέται επί ευθείας γραμμής, με οπτικό διαστημόμετρο (παλαιότερα), επί χάρτου προκειμένου για την προσβολή στόχων ξηράς, ή συνηθέστερα με τη χρήση συσκευής ραντάρ ή αποστασιομέτρου laser.

Η μετρούμενη αυτή απόσταση πλησιάζει προς τη «γεωμετρική», δηλαδή την πραγματική τόσο περισσότερο όσο και τα σφάλματα παρατηρήσεως του διαστημομέτρου ή το σφάλμα «συνδιαμέτρησης» του ραντάρ είναι ακριβέστερα γνωστά ώστε να επιφέρονται οι ανάλογες διορθώσεις.

Η γεωμετρική όμως απόσταση πρέπει και αυτή να υποστεί μια σειρά διορθώσεων πριν τεθεί στο τηλεσκόπιο του κατευθυντήρα (ή του πυροβόλου). Οι διορθώσεις αυτές είναι: α) Βλητικές (οφειλόμενες στη μεταβολή αρχικής ταχύτητας λόγω μεταβολής θερμοκρασίας γόμωσης, βαρομετρικής πίεσης, βλητικού συντελεστή, και φθοράς πυροσωλήνος πυροβόλου, αυξανόμενου εκ του αριθμού των βολών). β) Εξωτερικές (οφειλόμενες σε εξωτερικά αίτια, όπως άνεμος) και γ) Πλεύσης (οφειλόμενες στη πορεία, ταχύτητα και τις κινήσεις τόσο του βάλλοντος πλοίου όσο και εκείνων του στόχου - πλοίου).

Όλες οι παραπάνω διορθώσεις υπολογίζονται ταχύτατα με τη βοήθεια μηχανικών υπολογιστήρων μεγάλης ακρίβειας, τα δε επιμέρους αποτελέσματα προστίθενται αλγεβρικά παρά των μηχανισμών αυτών παρέχοντας σε κάθε στιγμή την απόσταση που πρέπει να τεθεί στα κλεισιοσκόπια προκειμένου να βληθεί ο στόχος. Η τελική (διορθωμένη) αυτή απόσταση ονομάζεται «απόσταση πυροβόλου».

Είναι προφανές ότι χωρίς μηχανικούς υπολογιστήρες θα ήταν αδύνατο οι παραπάνω υπολογισμοί να προλαμβάνουν τις συνεχείς μεταβολές των στοιχείων, που αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό και τη μεγαλύτερη δυσκολία στη ναυτική πυροβολική όταν ο «βάλλων» και ο «βαλλόμενος» (πλοία) μεταβάλουν τις θέσεις τους.

Σήμερα με τη σύγχρονη εξέλιξη τα ναυτικά οπλικά συστήματα στηρίζονται περισσότερο στον ηλεκτρονικό πόλεμο, όπως π.χ. τα αυτόματα ιταλικά πυροβόλα «ότο-μελάρα» που αρχίζουν αυτόματη βολή μετά τον «εγκλωβισμό» του στόχου και παύουν αυτόματα τη βολή όταν απεγκλωβιστεί ή χαθεί αυτός, έτσι ώστε θεωρητικά ούτε ένα βλήμα να μη πάει χαμένο.

Σημείωση: Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχει υπολογισθεί ότι μόνο το 5% των βολών που εκτελέστηκαν έπληξαν στόχους (ήταν επιτυχείς).