Η Αραβοελληνική Τράπεζα ήταν τράπεζα στην Ελλάδα.

Το 1978, πριν από την ίδρυση της τράπεζας, η ελληνική κυβέρνηση χορήγησε απαλλαγή από την απαγόρευση σε ξένες τράπεζες να κατέχουν πάνω από το 40% του μετοχικού κεφαλαίου οποιασδήποτε ελληνικής τράπεζας. Αυτό επέτρεψε σε αρκετές Αραβικές τράπεζες να ιδρύσουν την αραβοελληνική τράπεζα, όπου οι Άραβες θα κατέχουν το 49% της τράπεζας. Η τράπεζα ιδρύθηκε το 1979. Μεταξύ των ιδρυτών της τράπεζας ήταν ο Βασίλης Σαραντίτης, μεγαλοδικηγόρος και πρόεδρος του Αραβοελληνικού Επιμελητηρίου Εμπορίου, Η ιδιοκτησία ανήκε κατά 51% στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, το 20% της τράπεζας ανήκε στο επενδυτικό γραφείο του Κουβέιτ, ένα άλλο 20% ανήκε στην Λιβυακή Αραβική Τράπεζα Εξωτερικού (ίδρυμα της Λιβύης), ενώ ένα ποσοστό 9% ανήκε σε Άραβες επενδυτές.

Καθώς η τράπεζα ήταν υποκεφαλαιοποιημένη και η κεντρική τράπεζα της χώρας απαιτούσε σημαντική αύξηση κεφαλαίου, το 1993, η Λιβυκή Αραβική Τράπεζα Εξωτερικού πρότεινε μια έγχυση μετρητών που θα αυξήσει το ποσοστό της στο 72%, λαμβάνοντας υπόψη την άρνηση των άλλων μετόχων να συμμετάσχουν. Το σχέδιο ήταν η επωφέληση της τράπεζας από τους κανόνες "ενιαίου διαβατηρίου" της ΕΕ, επιτρέποντας έτσι στην Αραβοελληνική τράπεζα να ανοίξει υποκαταστήματα στο Λονδίνο και αλλού στην ΕΕ, ενώ θα βρίσκεται στην εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ διαμαρτυρήθηκαν έντονα και μπλόκαραν την κίνηση. Το 1994, η ελληνική κυβέρνηση διέλυσε την αφερέγγυα Αραβοελληνική Τράπεζα, καταβάλλοντας το ποσό των 1.5 εκατομμυρίων ευρώ συνολικά στους καταθέτες.