Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας

Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σαλαμίνας[1] βρίσκεται στην πόλη της Σαλαμίνας και φιλοξενεί αρχαιολογικά ευρήματα που προέρχονται κυρίως από το νησί και τις κοντινές περιοχές. Προσφέρει μια αρκετά ενδιαφέρουσα συλλογή από εκθέματα που αναδεικνύουν την ιστορία και τον πολιτισμό της περιοχής από την αρχαιότητα μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή. Μέσα από αυτή την ποικιλία αρχαιολογικών ευρημάτων, ο επισκέπτης μπορεί να ανακαλύψει την ιστορία του νησιού, την αρχαία πόλη της Σαλαμίνας κατά τις διάφορες περιόδους της αρχαιότητας. Το μουσείο λειτουργεί ως σημαντικός πολιτιστικός φορέας που συμβάλλει στη διατήρηση και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σαλαμίνας βρίσκεται στο κτίριο του πρώην 1ου Δημοτικού Σχολείου, γνωστού και ως Καποδιστριακό Σχολείο, στην πόλη της Σαλαμίνας. Το κτήριο αυτό λειτούργησε ως σχολείο από το 1830 έως το 1981, οπότε υπέστη σοβαρές ζημιές λόγω σεισμού και διακόπηκε η λειτουργία του. Τα ευρήματα που φιλοξενεί το μουσείο αποτελούνται κυρίως από έργα κεραμικής και γλυπτικής τέχνης, καλύπτοντας όλη τη διάρκεια της πλούσιας αρχαίας ιστορίας του νησιού, από τα Προϊστορικά χρόνια (Τελική Νεολιθική εποχή) έως και την Ύστερη αρχαιότητα. Οι εργασίες ανακατασκευής του κτηρίου ολοκληρώθηκαν το 2005 και από το 2006 ξεκίνησε η προετοιμασία της έκθεσης. Από τον Ιούνιο του 2010, το Αρχαιολογικό Μουσείο άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό[2].

Εξωτερική Άποψη Μουσείου

Το μουσείο διαχωρίζεται σε τρεις αίθουσες και ένα αίθριο τμήμα, μια τετράγωνη αυλή με στεγασμένο περιστύλιο που οδηγεί στην υπερυψωμένη τρίτη αίθουσα. Οι εκθεσιακοί χώροι καλύπτουν μία επιφάνεια περίπου 400 τ.μ. , 100 εκ των οποίων όμως είναι οι εργαστηριακοί χώροι και οι αποθήκες.

Στην κεντρική είσοδο υπάρχει μια κλίμακα η οποία διαχωρίζει νοητά τις δύο πρώτες άνισες εκθεσιακές αίθουσες του μουσείου. Στην πρώτη αίθουσα από αριστερά, η οποία είναι και η μικρότερη, υπάρχουν ευρήματα των προϊστορικών χρόνων. Η αίθουσα χωρίζεται σε προθήκες, ανάλογα με το περιεχόμενο και τη χρονολογία που προέρχονται.

Στην Προθήκη 1 παρουσιάζονται ευρήματα από το σπήλαιο των Περιστερίων, το γνωστό ησυχαστήριο και τόπο έμπνευσης δηλαδή, το σπήλαιο του Ευριπίδη και από το ελληνιστικό ιερό του Διονύσου λόγω του παρακείμενου ιερού, που είναι αφιερωμένο στον θεό του θεάτρου Διόνυσο. Μαζί με τα αντιπροσωπευτικά δείγματα κεραμικής, μικρογλυπτικής και μεταλλοτεχνίας από τη νεότερη και τελική νεολιθική περίοδο, που δείχνουν την αρχική εποχή κατοίκησης του σπηλαίου, εκτίθενται επίσης τα ευρήματα από την ιστορία του νησιού. Αυτά περιλαμβάνουν τον ενεπίγραφο κεραμικό σκύφο του Ευριπίδη, κεραμικά αγγεία από την κλασική και ρωμαϊκή περίοδο, καθώς και αντικείμενα από την περίοδο της φραγκοκρατίας. Αυτά τα ευρήματα επιβεβαιώνουν την εκτεταμένη χρήση του σπηλαίου κατά τη διάρκεια της ιστορίας του νησιού.

Στην Προθήκη 2 μπορεί κάποιος να θαυμάσει κεραμικά, ειδώλια, χάλκινα και λίθινα εργαλεία από την καθημερινή ζωή της, πρόσφατα ανακαλυφθείσης Μυκηναϊκής πόλης των Κανακίων. Το νησιωτικό οικιστικό αυτό συγκρότημα αποκαλύφθηκε ύστερα από ανασκαφή μόλις το 2000, ενώ φαίνεται ότι άκμασε τον 13ο αιώνα π.Χ. και εγκαταλείπεται λίγο μετά το 1200 π.Χ. Μια ενδεχόμενη θεώρηση υποστηρίζει ότι η μεγαλεπήβολη οικιστική κοινότητα των Κανακίων κατά την περίοδο της Μυκηναϊκής περιόδου ενδέχεται να αντιστοιχεί στην "αρχαία πόλη", όπως αναφέρεται σε γραπτές πηγές και σε επιγραφή του ύστερου 1ου αιώνα π.Χ. από την Ακρόπολη των Αθηνών. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, η εν λόγω αρχαία πόλη θα μπορούσε να έχει λειτουργήσει ως η κύρια πρωτεύουσα του ναυτικού βασιλείου της Σαλαμίνος. Αυτή η ερμηνεία βασίζεται σε διάφορες πηγές, όπως η παράδοση, αναφορές σε επιγραφές και αρχαίους γεωγραφικούς συγγραφείς όπως ο γεωγράφος Στράβων, καθώς και σε μύθους και λαογραφικά στοιχεία.

Στην Προθήκη 3 παρουσιάζονται κατά κύριο λόγο ταφικά ευρήματα από το κεντρικό νεκροταφείο της πόλης της Σαλαμίνας και από το προαύλιο του Γυμνασίου της πόλης, προερχόμενα από τα πρωτοελλαδικά και τα μυκηναϊκά χρόνια. Στο δεξί τμήμα της προθήκης υπάρχουν αντικείμενα από τη νεκρόπολη του Ναυστάθμου, όπου Έλληνες και Γερμανοί αρχαιολόγοι ερευνώντας εκατό και πλέον κιβωτιόσχημους τάφους, διαπιστώθηκε η καύση των νεκρών σε ορισμένους από αυτούς, οπότε και χρονολογήθηκε στην Υπομυκηναϊκή περίοδο, δηλαδή τη μετάβαση από τα μυκηναϊκά προς τα Πρωτογεωμετρικά χρόνια.

Στη συνέχεια είναι η Αίθουσα Β, η οποία είναι και μεγαλύτερη καθώς αποτελείται από πέντε προθήκες, με ευρήματα από ταφικά και οικιστικά σύνολα από διάφορες θέσεις του νησιού, που παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά.

Στην Προθήκη 4 παρατηρεί ο επισκέπτης ευρήματα από γεωμετρικούς τάφους που βρέθηκαν κυρίως μέσα στην πόλη της Σαλαμίνας, από τα μέσα του 11ου αι. π. Χ. έως και τα μέσα περίπου του 8ου αι. π. Χ.

Στην επόμενες, Προθήκες 5 και 6 υπάρχουν αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν στον οικισμό και το νεκροταφείο των Αμπελακίων, καθώς και στους τάφους που εντοπίστηκαν στην περιοχή του Τύμβου των Σαλαμινομάχων, αναδεικνύοντας το υψηλό βιοτικό επίπεδο των κατοίκων, τις πρακτικές τελετουργίες και τη θρησκευτική πίστη των αρχαίων κατοίκων της περιοχής κατά την αρχαϊκή και κλασική εποχή.

Στις τελευταίες Προθήκες 7 και 8, ο επισκέπτης μπορεί να ανακαλύψει μία συλλογή χάλκινων ευρημάτων, κυρίως όμως κτερίσματα γυναικείων ταφών, όπως κάτοπτρα και άλλα αντικείμενα καλλωπισμού. Επίσης μπορεί κανείς να βρει αντικείμενα που προέρχονται από τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, όπως επίσης και από τον Πολεμικό Ναύσταθμο των Πρωτοχριστιανικών και Βυζαντινών χρόνων.

Τις Προθήκες της Αίθουσας Β’, αλλά και τον μικρό Αίθριο χώρο του μουσείου, πλαισιώνουν αξιόλογες συλλογές από επιτύμβια και αναθηματικά ανάγλυφα που χρονολογούνται περίπου στον 4ο αιώνα π.Χ. Οι χαραγμένες στήλες με τα ονόματα και τα μνημεία των αποβιωσάντων προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες για τον πληθυσμό του νησιού. Μέσα από αυτές τις αναγλυφικές αναφορές, αναδεικνύεται η σύνθεση και η ποικιλία των κατοίκων της περιοχής. Παράλληλα, οι εικόνες και οι απεικονίσεις αυτών των μνημείων μεταφέρουν τα συναισθήματα της θλίψης και της απώλειας, καθώς και την αποφασιστικότητα να διατηρηθεί η μνήμη των αγαπημένων που έφυγαν.

Η Αίθουσα Γ’ του μουσείου έχει τίτλο: «Η πόλη της Σαλαμίνας: Από το μύθο στην ιστορία». Αρχικά υπάρχει ένας θησαυρός χάλκινων και λίθινων όπλων και εργαλείων από την προϊστορική πόλη της Σαλαμίνος. Βρέθηκε σε κιβωτιόσχημο τάφο της πρώιμης Μυκηναϊκής εποχής (περί το 1600 π.Χ.) οπότε συνηθιζόταν οι πολεμιστές να θάβονται μαζί με τα όπλα τους, όχι μόνο του πολέμου, αλλά και του κυνηγιού. Στη συνέχεια παρουσιάζεται εν συντομία η ζωή του Αίαντα μέχρι και το θάνατό του, Ομηρικού ήρωα και μυθικού ηγεμόνα του νησιού σε μεγάλες αφηγηματικές πινακίδες. Επίσης, σε αφηγηματικές πινακίδες, παρουσιάζεται το κορυφαίο ιστορικό γεγονός, η Ναυμαχία της Σαλαμίνας, που γνωστοποίησε το νησί παγκοσμίως ταυτίζοντας το όνομά του με την έννοια του ανέλπιστου θριάμβου.

Κοσμήματα με χάνδρες από κοχύλια, γυαλί, χαλκό και σίδηρο
Χάλκινα πάλι αντικείμενα όπως αγκίστρια και μολύβδινα βαρίδια, μιας και αναφερόμαστε σε νησιωτική πόλη καθώς και γραφίδες
Αίθουσα Α'


Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Προγραμμάτων, Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών. «Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας | Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων». Αρχαιολογικά Mουσεία της Ελλάδας. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουλίου 2024. 
  2. «Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού | Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας». odysseus.culture.gr. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουλίου 2024.