Βυζαντινές μονάδες μέτρησης
Οι Βυζαντινές μονάδες μέτρησης είναι συνέχεια των Ρωμαϊκών, οι οποίες προέρχονται από τις Αρχαιοελληνικές μονάδες μέτρησης.
Ως τη βασιλεία του Ιουστινιανού Α΄ κάθε περιοχή είχε τις παραδοσιακές της μονάδες μέτρησης. Συνήθεις τέτοιες μονάδες μέτρησης και ζύγισης, με τις οποίες γινόταν χρεώσεις, ήταν το μεστικόν, το μινιάτικον, το ζυγιαστικόν, το καμπανιάτικον, το γομαριάτικον και το σαμαριάτικον. Ο Ιουστινιανός Α΄ ξεκίνησε την τυποποίηση των μονάδων, κυρίως για το σύστημα της οικονομικής διοίκησης. Παρά την επιμονή της κεντρικής διοίκησης για τη χρήση των επίσημων μέτρων, τα παλαιά συστήματα συνέχισαν να χρησιμοποιούνται παράλληλα, είτε λόγω τοπικών παραδόσεων ή ξένων επιρροών, είτε με σκοπό να καλύψουν τις ανάγκες ειδικών εμπορευμάτων ή βιοτεχνιών. Επιπρόσθετα από τον 12ο αι. ξένοι έμποροι, όπως Βενετοί, Γενουάτες ή από την Πίζα, που κινούντο μέσα στην Αυτοκρατορία, έλαβαν το προνόμιο να χρησιμοποιούν το δικό τους μετρικό σύστημα.
Μονάδες μήκους
ΕπεξεργασίαΗ Αυτοκρατορία συνέχισε να χρησιμοποιεί τις ανθρωπομετρικές μονάδες των Αρχαίων Ελλήνων. Οι πράξεις για τα βάρη και τις μονάδες εκδιδόταν από τους αυτοκράτορες ως μορφή φορολογικής αναμόρφωσης. Ένας οδηγός του 11ου αι. για συλλογή φόρων περιέχει μία διόρθωση του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ΄ για την προσθήκη μίας παλάμης στην οργιά, που χρησιμοποιείτο για τον υπολογισμό του σχοινίου, μία πράξη που μείωσε τη φορολογήσιμη περιοχή του κατόχου κατά 5%.
Μονάδα | Ελληνικό όνομα | Ελληνικοί πόδες | μέτρα | Σημειώσεις |
---|---|---|---|---|
δάκτυλος |
1⁄16 | 0.0195 | Λέγεται και μονάς (μονάδα), καθώς ήταν η μικρότερη μονάδα μέτρησης.[1] | |
παλάμη | 1⁄4 | 0.0787 | 4 δάκτυλα [2] | |
ήμισυ ποδός |
ή ημιπόδιον | 1⁄2 | 0.1574 | 8 δάκτυλα |
σπιθαμή | 3 παλάμες | 3⁄4 | 0.2361 | 12 δάκτυλα |
πους | πόδι (πέλμα) | 1 | 0.3123 | Προέρχεται από τον αρχαιοελληνικό πόδα. Ο Ρωμαϊκός πους είναι 0.3123 μ., αλλά στην πράξη κυμαινόταν από 0.308 ως 0.320 μ.[3] |
δημόσιος πήχυς | ή τεκτονικός πήχυς | 1 1⁄3 | 0.4688 | Το εμπρός μέρος του χεριού. O δημόσιος πήχυς είχε 24 δακτύλους και χρησιμοποιείτο κυρίως για κατασκευές, έτσι λεγόταν λιθικός ή (ξυλο)πριστικός (πριονιστικός). [1] |
αυτοκρατορικός πήχυς | ή γεωμετρικός πήχυς | 2 | 0.625 | Ο αυτοκρατορικός ή γεωμετρικός πήχυς είχε 32 δακτύλους και χρησιμοποιείτο για αγρούς ή φορολογική εκτίμηση. [1] Τοπικές παραλλαγές υπήρχαν επίσης για διάφορα άλλα εμπορεύματα.[1] |
(απλούν) βήμα | 2 1⁄2 | 0.787 | Το αγγλικό βήμα. | |
διπλούν βήμα | 5 | 1.574 | Το ρωμαϊκό βήμα. | |
(απλή) οργυιά | 6 | 1.87 | Προέρχεται ακριβώς από την αρχαιοελληνική οργυιά (1.89 μ.)[4] Από τον 14ο αι. υπήρχαν τοπικές παραλλαγές, συχνά με το όνομα κάννα από το ιταλικό canna.[4] Είναι το αγγλικό fathom. | |
βασιλική οργυιά | ή γεωμετρική οργυιά | 6 3⁄4 | 2.10 | 9 σπιθαμαί = 108 δάκτυλοι. Για τη μέτρηση αγρών και της φορολογικής εκτίμησής τους. Για να ελαφρύνει τα φορολογικά βάρη των κτημάτων, ο Μιχαήλ Δ΄ εισήγαγε το μεγαλύτερο μήκος των 9,25 σπιθαμών (2,17 μ.) για τα μεσαίας και υψηλής ποιότητας κτήματα, ενώ για τα κατώτερης ποιότητας διατήρησε το μικρότερο μήκος. [4] |
δεκάποδον | 10 | 3.148 | ||
σχοινίον | 60 72 |
21.30 25.30[5] |
Μικρός σχοίνος. Ήταν η βάση της φορολογικής εκτίμησης γης: 10 οργυιές σε έφορα εδάφη της Βαλκανικής και ανατολικής Μ. Ασίας και 12 οργυιές στη λοιπή Μ. Ασία. [5] | |
πλέθρον | 100 | 31.48 | Όσο μήκος μπορεί να οργώσει ζεύγος βοών, ώσπου να ξεκουραστούν.[6] Ασύνηθες στις πηγές.[7] | |
στάδιον | 600 | 188.8 | Το αγγλικό furlong. | |
τόξου βολή | 1000 | 314.8 | ||
μίλιον | 5000 | 1574 | Το ρωμαϊκό milion. | |
σχοίνος | 20000 | 6296 | Σχοινί πλεγμένο από το χόρτο σχοίνος. Ίσος με 33 1⁄3 στάδια. | |
οδός ημέρας | οδοιπορία μίας ημέρας | 150000 | 47220 | |
οδός σαββάτου | οδοιπορία μίας εβδομάδας | 1050000 | 330540 | |
Source: Loizos,[8] unless otherwise noted. Metric equivalents are approximate. |
Μονάδες επιφάνειας
ΕπεξεργασίαΟι μονάδες μέτρησης επιφάνειας γης είναι ελληνικές.
Μονάδα | Ελληνικό όνομα | τετραγ. πόδες | τετραγ. μέτρα | Σημειώσεις | |
---|---|---|---|---|---|
τετραγ. πους | 1 | 0.095 | Η βασική μνάδα. | ||
στρέμμα | 10000 | 991 | Κυριολεκτικά σημαίνει στροφή[9]. Ήταν ένα τετράγωνο πλευράς ενός πλέθρου (αν και το πλέθρο δεν ήταν σύνηθες) [7]. Ήταν η έκταση, που μπορούσε να οργώσει ένα ζεύγος βοών σε μία ημέρα, καθώς έστριβε διαδοχικά[6]. Αυτό ανάλογα με την ποιότητα της γης κυμαινόταν από 900 ως 1900 τ.μ.[10] | ||
μόδιος | ή ζευγάριον | 30000 | 2973 | Κυμαινόμενο· άρχιζε από 100-250[11]. Το μόδιο είναι μονάδα όγκου σιτηρών και το ζευγάριον αναφέρεται σε ζεύγος βοών.[12] | |
Source: Loizos,[9] unless otherwise noted. Metric equivalents are approximate. |
Μονάδες όγκου
ΕπεξεργασίαΗ μονάδες μέτρησης όγκου ήταν, οι περισσότερες, ρωμαϊκές:
Μονάδα | ελληνικό όνομα | λίτρες | λίτρα (κυβ. παλάμες) | Σημειώσεις | ||
---|---|---|---|---|---|---|
ουγγιά | 1⁄12 | 0.1824 | είναι η ρωμαϊκή ουγγιά. | |||
κοτύλη | ή ημιξέστιο | 1⁄8 | 0.276 | αντιστοιχεί στο ρωμαϊκό semi-sextarius | ||
ξέστης | 2 κοτύλες ή 3 ουγγιές | 1⁄4 | 0.548 | αντιστοιχεί στο ρωμαϊκό sextarius | ||
λίτρα | 1 | 2.1888 | αντιστοιχεί στη ρωμαϊκή libra | |||
φούκτα | 1 13⁄24 | 3.367 | ||||
μόδιος | 40 | 87.552 | ||||
Source: Loizos,[13] unless otherwise noted. Metric equivalents are approximate. |
Μονάδες βάρους
ΕπεξεργασίαΟι μονάδες μέτρησης βάρους ή μάζας ήταν πιο πολύ ρωμαϊκές και βασιζόταν στη λίβρα. Το 309 ο Κωνσταντίνος Α΄ όρισε η λίβρα να είναι 72 σόλιδοι (χρυσά νομίσματα). Επειδή αυτά έχουν βάρος 4,55 γρ., η λίβρα την εποχή εκείνη θα ήταν 0,3276 κιλά. Ωστόσο η περιεκτικότητα σε χρυσό του σόλιδου έπεφτε, έτσι η λίβρα έγινε 0,324 κιλά (4ος-6ος αι.), 0,322 κιλά (6ος-7ος αι.), 0,32 κιλά (7ος-9ος αι.) 0,319 κιλά (9ος-13ος αι.), πράγμα που συνεχίστηκε μετά.
Τα σταθμά γινόταν από μολύβι, μπρούτζο, υαλί ή σπανιότερα από άργυρο ή χρυσό. Είχαν διάφορες μορφές, συχνά αυτοκρατειρών. Οι αρχαιολόγοι θεωρούν, ότι τα σταθμά ήταν αρχικά κυκλικά με τα γράμματα ΟΥ (ουγγιά) από τον 3ο ως τον 5ο αι. Κατά τη διάρκεια του 4ου αι. σταδιακά αντικαταστάθηκαν από τετράγωνα με τα γράμματα Γ Ο. Από τον 9ο αι. πήραν τη μορφή δίσκων και ίσως τον 12ο αι. Τα υάλινα βάρη είχαν πλεονεκτήματα, αλλά μετά την απώλεια της Συρίας και της Αιγύπτου τον 7ο αι., εξαφανίστηκαν.
Η ανάλυση εκατοντάδων σταθμών, που έχουν επιζήσει μας κάνουν να αντιληφθούμε, ότι υπήρχαν πολλά τοπικά πρότυπα βάρη πριν τις Αραβικές κατακτήσεις. Ο Ιουστινιανός Α΄ είχε θέσει τον κόμη του ιερού ταμείου (comes sacrarum largitionum) ως υπεύθυνο των βαρών των νομισμάτων και τον έπαρχο του πραιτωρίου (praetorian prefect) της πόλης ως υπεύθυνο για τα εμπορικά σταθμά. Ως τον 9ο αι. ο έπαρχος ήλεγχε όλα τα επίσημα βάρη στην Κωνσταντινούπολη, αν και οι αρχαιολόγοι έχουν βρεί, ότι άλλοι έφτιαχναν τα δικά τους βάρη, όπως οι proconsuls, οι viri laudabiles, οι viri clarissimi στη Δύση και οι ανθύπατοι, οι κόμητες και οι έφοροι στην Ανατολή.
Μονάδα | ελληνικό όνομα | ουγγιές | γραμμάρια | Σημειώσεις | ||
---|---|---|---|---|---|---|
scruple (βότσαλο) | γράμμα ή τρημίσις | 1⁄24 | 1.55[15] | 1/2 σημίσι | ||
semissis | σημίσις | 1⁄12 | 2.27[16] | 1/2 νομίσματος | ||
nomisma | νόμισμα | 1⁄6 | 4.55 | 1/72 λίβρας | ||
ounce | ουγγιά[17] | 1 | 27.3 | η ρωμαϊκή ουγγιά | ||
libra | λίβρα | 12 | 327.6[18] | Η τιμή αυτή σε γραμμάρια είναι περί το 309· με τον καιρό ελαττωνόταν. | ||
Source: Loizos,[19] unless otherwise noted. Metric equivalents are approximate. |
Υποσημειώσεις
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 ODB, "Daktylos" (E. Schilbach), p. 578.
- ↑ Oikonomides (2002), σελ. 976.
- ↑ ODB, "Pous" (E. Schilbach), p. 1708.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 ODB, "Orgyia" (E. Schilbach, A. Cutler), pp. 1532–1533.
- ↑ 5,0 5,1 Oikonomides (2002), σελ. 996.
- ↑ 6,0 6,1 Pryce (2012).
- ↑ 7,0 7,1 Schilbach (1991).
- ↑ Loizos (2010), σελ. 1–2.
- ↑ 9,0 9,1 Loizos (2010), σελ. 3.
- ↑ Davis (2004).
- ↑ Krumbacher (1998), σελ. 176.
- ↑ ODB, "Measures" (E. Schilbach), pp. 1325–1326.
- ↑ Loizos (2010), σελ. 4.
- ↑ Marlia Mundell Mango (2009). Byzantine Trade, 4th-12th Centuries: The Archaeology of Local, Regional and International Exchange : Papers of the Thirty-eighth Spring Symposium of Byzantine Studies, St John's CollegeUniversity of Oxford, March 2004. Ashgate Publishing, Ltd. σελ. 73. ISBN 978-0-7546-6310-2.
- ↑ Entwistle (2002), σελ. 614.
- ↑ Entwistle (2002), σελ. 613.
- ↑ Smith.
- ↑ Entwistle (2002), σελ. 611.
- ↑ Loizos (2010), σελ. 5.