Ο Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ (Gofraid mac Sitriuc, ... - 951), βασιλιάς του Δουβλίνου ήταν γιος του Σιθρίκ Κες, αδελφός του Αμλάιμπ Κουαράν και δισέγγονος του Αιμάρ η δυναστεία του οποίου κυβέρνησε μεγάλα τμήματα της Βρετανίας και της Ιρλανδίας τον 10ο αιώνα.[1] Ο Γκοφραίντ έγινε βασιλιάς του Δουβλίνου μετά τον θάνατο του ξαδέλφου του Μπλακέρ μακ Γκοφρίθ που έπεσε σε μάχη εναντίον του Κονγκαλάχ μακ Μαε Μίθιγκ του Υψηλού βασιλιά της Ιρλανδίας (948), ο στρατός του Δουβλίνου υπέστη σοβαρά πλήγματα στην μάχη, χιλιάδες σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν.[2]

Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος951
Δουβλίνο
Αιτία θανάτουλέπρα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΓονείςΣιθρίκ Κες
ΑδέλφιαΑμλάιμπ Κουαράν
Aralt mac Sitric
ΟικογένειαΟυί Αιμάρ

Μια αιματηρή ήττα ακολούθησε (950) μετά την συμμαχία του Γκοφραίντ με τον Κονγκαλάχ εναντίον του υψηλού βασιλιά Ρουαντρι ουα Κανναναίν, ο Γκοφραίντ επιτέθηκε στον Ρουαντρι στις 30 Νοεμβρίου 950 σε μια απροδιόριστη θέση ανάμεσα στους ποταμούς Μπόιν και Λίφφει. Ο Ρουαντρι και ένας από τους γιους του σκοτώθηκαν στην μάχη αλλά παρ'όλα αυτά η ήττα κατέληξε σε βαρύτατη συντριβή για τον Γκοφραίντ με τον στρατό του Δουβλίνου, ο ίδιος σώθηκε και κατόρθωσε να δραπετεύσει. Τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν ότι οι νεκροί από τον στρατό του Δουβλίνου ήταν 2.000 ενώ άλλες Ιρλανδικές πηγές ανεβάζουν τον αριθμό στις 6.000, πιθανότατα ο Γκοφραίντ να προδόθηκε από τον Κονγκαλάχ επειδή μερικές πηγές τον παρουσιάζουν σαν θύμα.[3] Οι τύχες του Γκοφραίντ είχαν βελτιωθεί το 951 από τις επιδρομές και τις λεηλασίες σε διάφορα μοναστήρια της Ιρλανδικής ενδοχώρας όπως το αβαείο του Κελλς, τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν ότι από το Κελλς μονάχα είχε κατάσχει "τρεις χιλιάδες άνδρες αιχμαλώτους, μεγάλο αριθμό από βοοειδή, άλογα, και λάφυρα από χρυσό και ασήμι". Οι αιχμάλωτοι ελευθερώθηκαν με λύτρα ή πουλήθηκαν σαν δούλοι, τα βοοειδή χρησιμοποιήθηκαν σαν τροφή για τον πληθυσμό του Δουβλίνου και τα υπόλοιπα λάφυρα χρησιμοποιήθηκαν για την χρηματοδότηση οχυρώσεων στην άμυνα της πόλης.[4] Τα χρονικά καταγράφουν αμέσως μετά θανατηφόρα επιδημία στον πληθυσμό της πόλης του Δουβλίνου ή οποία περιγράφεται με τις περισσότερες πηγές σαν λέπρα ή δυσεντερία, από την επιδημία βρήκε τον θάνατο και ο ίδιος ο Γκοφραίντ, οι πηγές το περιγράφουν σαν θεία δίκη για την λεηλασία του αβαείου του Κελλς.[5] Ο αδελφός του Γκοφραίντ Αμλάιμπ Κουαράν τον διαδέχθηκε στον θρόνο του Δουβλίνου το 952.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Other forms of the name include Gothfrith, Guthfrith, Godred, and Godfrey.
  2. Downham, pp. 47 & 254; Hudson, p. 37; Woolf, p. 189.
  3. Downham, pp. 47 & 254; Hudson, p. 37; Doherty; Annals of Ulster, s.a. 950; Chronicon Scotorum, s.a. 950, states "Congalach son of Máel Mithig was the victor". The late Annals of the Four Masters add that the tánaiste—heir apparent—of Dublin, called Ímar, was killed: Annals of the Four Masters, s.a. 948; Downham, p. 259.
  4. Downham, pp. 47 & 254; Hudson, p. 37; Annals of Ulster, s.a. 951; Ó Cróinín, pp. 258–259.
  5. Downham, pp. 47 & 254; Hudson, p. 37; Annals of Ulster, s.a. 951; Chronicon Scotorum, s.a. 951; Annals of the Four Masters, s.a. 949.

Πηγές Επεξεργασία

  • The Annals of Ulster, Annals of the Four Masters and the Chronicon Scotorum are available with translations at CELT: The Corpus of Electronic Texts[permanent dead link] (University College Cork)
  • Doherty, Charles; Harrison, B. (2004), "Ruaidrí ua Canannáin", Oxford Dictionary of National Biography, doi:10.1093/ref:odnb/50131, retrieved 2007-10-25
  • Downham, Clare (2007), Viking Kings of Britain and Ireland: The Dynasty of Ívarr to A.D. 1014, Edinburgh: Dunedin.
  • Hudson, Benjamin (2005), Viking Pirates and Christian Princes: Dynasty, Religion, and Empire in the North Atlantic, New York: Oxford University Press.
  • Ó Cróinín, Dáibhí (1995), Early Medieval Ireland 400–1200, Longman History of Ireland, London: Longman.
  • Woolf, Alex (2007), From Pictland to Alba, 789–1070, The New Edinburgh History of Scotland, Edinburgh: Edinburgh University Press.