Επικελευστής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 20:
* Κελευστής: προέρχεται από το ρήμα κελεύω (προστάζω).
==Πηγές==
*
|