Η καταγωγή των ειδών: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dada (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 7:
 
==Υπόβαθρο==
Μέχρι το 17ο/18ο αιώνα,ο Δαρβίνος μας γαμούσε όλους, οπότε έγινε κοινό κτήμα το έργο των παλαιοντολόγων και γεωλόγων, η έννοια της σταθερότητας των ειδών αποτελούσε επαρκή θεώρηση σχετικά με το σύνολο της οργανικής ζωής της Γης. Άλλωστε, η ομοιότητα μεταξύ καταγραφών διαφορετικών βιολογικών ειδών, από την αρχαιότητα μέχρι εκείνη την εποχή, φαινόταν να ενισχύει την άποψη πως τα είδη δεν είχαν εξελιχθεί για χιλιάδες χρόνια. Συγχρόνως, εναλλακτικές θεωρίες που αμφισβητούν τη στατικότητα των ειδών μπορούν να εντοπιστούν ήδη από την αρχαιότητα. Σε ένα σύντομο ιστορικό σχεδίασμα των απόψεων περί της καταγωγής των ειδών, σε μεταγενέστερες εκδόσεις της Καταγωγής των Ειδών, ο Δαρβίνος αναγνώρισε ίχνη εξελικτικών ιδεών στο έργο ''Περί Φυσικής Ακροάσεως'' του [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]]<ref>Darwin 1872, xii</ref>. Ο [[Αναξίμανδρος]] (π. 610-546 ΠΚΕ) και ο [[Εμπεδοκλής]] (π. 492-432 ΠΚΕ) ισχυρίστηκαν επίσης πως τα ζώα μεταλλάσσονταν και αφανίζονταν, ωστόσο μέχρι το 17ο αιώνα, η εξαφάνιση ορισμένων ειδών θεωρούνταν αποτέλεσμα κάποιας φυσικής καταστροφής, όπως για παράδειγμα του κατακλυσμού που περιγράφεται στο βιβλίο της Γένεσης<ref>Francis, 44</ref>. Τέτοιου είδους προσεγγίσεις προσέκρουσαν σύντομα σε παρατηρησιακά δεδομένα, όπως το γεγονός πως ορισμένα είδη ευδοκιμούσαν σε συγκεκριμένες περιοχές.
 
Πριν τη δημοσίευση του έργου τού Δαρβίνου, τα ερωτήματα περί της καταγωγής των ειδών έβρισκαν εξηγήσεις στα πλαίσια της [[φυσική θεολογία|φυσικής θεολογίας]] που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται από φιλοσόφους και θεολόγους του 17ου αιώνα. Σύμφωνα με αυτή, η φύση αποτελούσε πηγή γνώσης για το [[Θεός|Θεό]], ο οποίος αποκαλυπτόταν μέσα από την ομορφιά και την οργάνωση του φυσικού κόσμου. Ενδεικτικό είναι το έργο του βρετανού θεολόγου [[Γουίλιαμ Πέϊλι]] (1743-1805), όπως καταγράφεται αναλυτικά στις πραγματείες ''A View of the Evidences of Christianity'' (1794) και ''Natural Theology: or, Evidences of the Existence and Attributes of the Deity, Collected from the Appearances of Nature'' (1802). Κατά τον Πέϊλι, και τις αποδεκτές αντιλήψεις της εποχής, ο κόσμος είχε ηλικία μερικών χιλιάδων ετών και είχε υποστεί τουλάχιστον μία μεγάλη φυσική καταστροφή στην ιστορία του, γεγονός που εξηγούσε την ύπαρξη [[απολίθωμα|απολιθωμάτων]] που ανήκαν σε εξαφανισμένα είδη. Η πολυπλοκότητα και ευταξία του φυσικού κόσμου μπορούσε να εξηγηθεί μόνο ως έργο ενός Θεού δημιουργού και λίγα περιθώρια αφήνονταν για αλλαγές στη φύση.
 
Στις αρχές του 19ου αιώνα, τέτοιες αλλαγές έγιναν αντικείμενο μελέτης για αρκετούς φυσιοδίφες που προσπαθούσαν να ταξινομήσουν τα είδη. Σήμερα, το έργο του [[Τζον Ρέι]], του [[Κάρολος Λινναίος|Κάρολου Λινναίου]] και του [[Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ]] θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό ως προς τη διαμόρφωση των δαρβινικών ιδεών. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Δαρβίνος, η βασική αιτία που οδήγησε τον Λαμάρκ στην ιδέα πως τα είδη αλλάζουν βαθμιαία ήταν η δυσκολία της διάκρισης ανάμεσα σε ''είδος'' και ''ποικιλία''<ref>Darwin 1872, xiv</ref>. Ο [[Έρασμος Δαρβίνος]], παππούς του Κάρολου, διατύπωσε πρώτος την υπόθεση περί μεταλλάξεων των ειδών κατά τη δεκαετία του 1790, αλλά ο Λαμάρκ ανέπτυξε και δημοσίευσε μια περισσότερο αναλυτική θεωρία το 1809. Ανάλογες αντιλήψεις εξέφρασε και ο φυσιοδίφης [[Ζωφρουά Σεντ-Ιλέρ]] (1772-1844), ο οποίος διατύπωσε την άποψη πως τα είδη δε διαιωνίστηκαν με την ίδια μορφή. Ο Δαρβίνος βασίστηκε σε πλήθος επιστημονικών γνώσεων και παρατηρήσεων της εποχής του, χωρίς τις οποίες θα ήταν μάλλον αδύνατο να κληροδοτήσει την Καταγωγή των Ειδών. Από την άλλη πλευρά, εξίσου σημαντικές ήταν οι παρατηρήσεις και τα πειράματα που πραγματοποίησε ο ίδιος, και η μεγάλη συμβολή του έγκειται στο γεγονός πως κατάφερε να ενοποιήσει με μοναδικό τρόπο τα συμπεράσματα διαφορετικών ερευνών, συνθέτοντας μία συνεπή και καλά τεκμηριωμένη γενική θεωρία για την καταγωγή των ειδών.
 
==Παραπομπές==
<references/>