Αμινογλυκοσίδες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Lassner (συζήτηση | συνεισφορές)
προσθήκη πηγής, διόρθωση λαθών, αφαίρεση σχετικών επισημάνσεων
Γραμμή 1:
{{πηγές|06|06|2011}}
{{επιμέλεια}}
 
[[Αρχείο:Streptomycin2.svg|right|thumb|left|300px|Στρεπτομυκίνη]]
Οι '''αμινογλυκοσίδες''' είναι αντιβιοτικά που ανήκουν στην κατηγορία των ολιγοσακχαρίδων, με συνδυασμό ομάδων αμινοσακχάρων και κυκλοεξανίων. Αποτελούν μια μεγάλη, ακόμη αυξάνουσα ομάδα από περίπου 200 υδροδιάλυτα αντιοβιοτικά. Η αποβολή πραγματοποιείται, με χρόνο ημιζωής περίπου δύο ορών, κυρίως από τα νεφρά.
Γραμμή 8 ⟶ 5 :
 
Συμβατικά οι αμινογλυκοσίδες του γένους ''Stretomyces'' ονομάζονται με το επίθημα –μυκίνη (-mycin), ενώ αυτές του γένους ''Micromonospora'' ονομάζονται με το επίθημα –μικίνη (-micin).
 
Αυτή η ονοματολογία δεν είναι όμως χαρακτηριστική για τις αμινογλυκοσίδες. Για παράδειγμα η βανκομυκίνη είναι γλυκοπεπτιδιακό αντιβιοτικό και η ερυθρομυκίνη, που παράγεται από το είδος ''Saccharopolyspora erythraea'' , μαζί με τα συνθετικά της παράγωγα κλαριθομυκίνη και αζιθρομυκίνη είναι μακρολίδες.
 
== Μηχανισμός δράσης ==
Γραμμή 36 ⟶ 35 :
 
Προβληματική είναι η τάχεια ανάπτυξη αντοχής των μικροβίων που μπορεί να εμφανιστεί υπό θεραπεία με αμινογλυκοσίδες. Ως εκ τούτου χορηγούνται κατά κανόνα σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά (ιδίως αντιβιοτικά β-λακτάμης).
 
 
== Παρενέργειες ==
 
Λόγω του θεραπευτικού εύρους στις αμινογλυκοσίδες, ως συστημικά αντιβιοτικά, η δόση πρέπει να ρυθμίζεται προσεκτικά, οπότε πρόκειται περί τυπικού ενατικοθεραπευτικού αντιβιοτικού. Οι αμινογλυκοσίδες συσσωρεύονται ιδίως στα νεφρά και στο έσω ους και δρουν εκεί ισχυρά τοξικά (νεφροτοξικότητα, ωτοτοξικότητα). Άλλες παρενέργειες είναι η παράλυση της αναπνοής, αλλεργίες ή ενοχλήσηςενοχλήσεις στην αιμοποίηση. Με μία καθημερινή δόση, η σχέση μεταξύ ηθελημένης και μη ηθελημένης δράσης του φαρμάκου είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκή. Με δόση μια φορά την ημέρα η συγκέτρωση στο πλάσμα είναι βραχυπρόθεσμα πολύ υψηλή, οπότε η δραστική ουσία δύναται να εισχωρήσει ταχέως π.χ. στις ενδόλεμφους του έσω ωτός οπότε και κατ΄ αρχήν δύναται εκεί να προκαλέσει βλάβες. Επειδή όμως η συγκέτρωση στο πλάσμα πίπτει πάλι ταχέως, η δραστική ουσία έχει έπειτα το χρονικό διάστημα μιας ολόκληρης ημέρας να εξέλθει εκ του ωτός και να διαχυθεί. Με τον τρόπο αυτό περιορίζονται οι βλαβερές παρενέργειες.
 
Ορισμένες αμινογλυκοσίδες (νεομυκίνη, κεναμυκίνη) ενδείκνυνται, λόγω της νεφροτοξικότητας και ωτοτοξικότητάς των, μόνο για την θεραπεία τοπικών λοιμώξεων ( δέρμα, βλεννογόνοι, οφθαλμός).
 
== Πηγές ==
 
*Η αρχική έκδοση της 6.6.2011 είναι στην '''πληρότητά''' της μετάφραση από την Γερμανόγλωσση και Αγγόγλωσση Βικιπαίδεια, χωρίς άλλες προσθήκες (βλέπε ξενόγλωσσες παραπομπές και πηγές καθώς και επισήμανση ενσωμάτωσης κάτωθι).
 
{{αποποίηση ιατρικά}}
{{Ενσωμάτωση κειμένου|de|Aminoglykoside}}
{{Ενσωμάτωση κειμένου|en|Aminoglykocide}}
 
[[Κατηγορία:Φάρμακα]]
[[Κατηγορία:Αντιβιοτικό]]
 
[[ar:أمينوغليكوزيد]]
Γραμμή 71 ⟶ 77 :
[[tr:Aminoglikozit]]
[[zh:氨基糖苷类抗生素]]
[[Κατηγορία:Φάρμακα]]