Φρανκ Τζέιμς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[Image:Frank James.jpg|thumb|250px|Πορτρέτο του Φρανκ Τζέιμς του 1898]]
Ο '''Αλεξάντερ Φράνκλιν "Φρανκ" Τζέιμς''' (10 Ιανουαρίου 1843 - 18 Φεβρουαρίου 1915), υπήρξε διαβόητος [[Η.Π.Α|Αμερικάνος]] κακοποιός. Ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του εξίσου διαβόητου παράνομου και θρύλου της [[Άγρια Δύση|Άγριας Δύσης]] (η Παλαιά Δυτική Αμερική), [[Τζέσε Τζέιμς]].
 
Ο Φρανκ γεννήθηκε στην πόλη Κίρνι της Πολιτείας του [[Μιζούρι]], γιος του [[Βαπτιστές|Βαπτιστή]] ιερέα, Αιδεσιμώτατου Ρόμπερτ Σάλι Τζέιμς και της γυναίκας του Ζερέλντα, το γένος Κόουλ, οι οποίοι είχαν μετακομίσει στο Κίρνι από την Πολιτεία του [[Κεντάκι]]. Ήταν ο μεγαλύτερος από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Το 1851, ο πατέρας του πέθανε αφήνοντας τον ορφανό στην τρυφερή ηλικία των οχτώ ετών, και η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε την επόμενη χρονιά τον Μπέντζαμιν Σιμς. Μετά το θάνατο και του πατριού λίγο αργότερα, η μητέρα του παντρεύτηκε τρίτη φορά, το δόκτορα Ρόιμπεν Σάμιουελ το 1855, όταν ο Φρανκ ήταν 13 ετών. Ως παιδί, ο Φρανκ έδειξε ενδιαφέρον για τη μεγάλη βιβλιοθήκη του δεύτερου πατριού του, ιδιαίτερα για τα έργα του μεγάλου δραματουργού [[Ουίλιαμ Σαίξπηρ]]. Αρχεία των απογραφών της εποχής δείχνουν ότι ο Φρανκ ήταν επιμελής και καλός μαθητής και φημολογείτο ότι ήθελε να ακολουθήσει το επάγγελμα του δασκάλου.
 
==Εμφύλιος Πόλεμος==
Το 1861, όταν ο Φρανκ ήταν 18 ετών, ξεκίνησε ο [[Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος]]. Η πολιτεία του Μιζούρι παρέμεινε στους Βόρειους παρόλο που μια μειοψηφία ήθελε την απόσχιση της. Ανάμεσα στη μεοψηφία αυτή ξεχώρισε ο κυβερνήτης Τζάκσον της πολιτείας, που προσπάθησε να απωθήσει το στρατό των Βορείων έξω από τα όρια της πολιτείας του. Τελικώς, η δυναμική αυτή μειοψηφία ηττήθηκε, ανάμεσά τους και η οικογένεια Τζέιμς που προερχόταν από το δυτικό τμήμα της πολιτείας όπου οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν υπέρ της [[Συνομόσπονδες Πολιτείες της Αμερικής|Συνομοσπονδίας των Νοτίων]]. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1861, η Πολιτειακή Φρουρά του Μιζούρι, με το στρατιώτη Φρανκ Τζέιμς στις τάξεις της, πολιόρκησε το ισχυρότατο οχυρό [[Λέξινγκτον]] των Βορείων στο Μιζούρι. Ο Φρανκ αρρώστησε στη διάρκεια της πολιορκίας και όταν οι δυνάμεις των Νοτίων υποχώρησαν, απέμεινε πίσω. Παραδόθηκε στις δυνάμεις της Ένωσης, αφέθηκε ελεύθερος παίρνοντας όρκο να μην ξαναπάρει τα όπλα εναντίον των Βορείων, και του επετράπη να γυρίσει σπίτι του. Με την άφιξή του όμως στο πατρικό του, συνελήφθη από την τοπική πολιτοφυλακή, σύμμαχο των Βορείων και εξαναγκάστηκε να υπογράψει και όρκο υποταγής στην Ένωση (δυνάμεις των Βορείων).
 
Το φθινόπωρο του 1864, με την απόσυρση των τακτικών στρατευμάτων της Συνομοσπονδίας (Νότιοι), ξεκίνησε ένας σκληρός ανταρτοπόλεμος στην επικράτεια του Μιζούρι μεταξύ άτακτων υποστηρικτών των Νοτίων και των Βορείων πολιτοφυλάκων. Στις αρχές του 1863, ο Φρανκ αψηφώντας τον κίνδυνο και μην τηρώντας τους όρους της απελευθέρωσής του και τον ταπεινωτικό όρκο υποταγής που είχε δώσει, έγινε μέλος της αντάρτικης ομάδας του [[Φερνάντο Σκοτ]], ενός πρώην σαγματοποιού (σαμαροποιού). Σύντομα, εντάχθηκε στην πιο ενεργή αντάρτικη ομάδα του [[Ουίλιαμ Κλαρκ Κουάντριλ]].
 
Ο ανταρτοπόλεμος ήταν σκληρός, ανηλεής και αδυσώπητος. Εκείνη την εποχή στην Αμερική συγκρούεντοσυγκρούονταν όχι απλώς δυο αντιμαχόμενες δυνάμεις, αλλά δύο τρόποι ζωής, πολύ διαφορετικοί κόσμοι και ιδεολογίες. Στον αντίπαλο οι εκατέρωθεν αντιμαχόμενοι δεν έβλεπαν απλώς έναν εχθρό αλλά μια ανίερη και ανόσια προσπάθεια επιβολής ενός τρόπου ζωής και ματιάς ελευθερίας και κοινωνικής οργάνωσης που εκτός από το βασικό κίνδυνο που πρέσβευε για τα συμφέροντά τους, τους ήταν άγνωστη, γι΄ αυτό και επικίνδυνη. Ειδικά για τους Νότιους, ο βίαιος κοινωνικός μετασχηματισμός που επιχειρείτο να τους επιβληθεί προσέβαλλε βαθύτατα έναν κόσμο, που επέτρεπε μεν τη δουλεία, αλλά ήταν με τον τρόπο του βαθιά θρησκευόμενος και θρησκόληπτος, υπερήφανος και ανυπότακτος. Και οι δύο πλευρές επιδόθηκαν σε θηριώδίες, όπως την εν ψυχρώ εκτέλεση των αιχμαλώτων, άνευ προσαγωγής σε δίκη ή κατάθεση απολογίας.
 
Οι πολιτοφύλακες των Βορείων κυνηγώντας τον Φερνάντο Σκοτ, επέδραμαν στη φάρμα του δόκτορος Ρόιμπεν Σάμιουελ, όπου αφού βασάνισαν τον πατριό του Φρανκ προκειμένου να τους αποκαλύψει την κρυψώνα των ανταρτών, τον κρέμασαν. Ο θάνατος του δεύτερου πατριού του αποτέλεσε ένα ακόμα σκληρό πλήγμα για τον Φρανκ, που μέσα σε μια δεκαετία είχε δει τον πατέρα του να πεθαίνει, τον πρώτο πατριό του επίσης, τη μητέρα του να παντρεύεται τρεις φορές, τον εμφύλιο, τον τόπο του να υποτάσσεται στη βούληση των Βορείων, και τώρα την εκτέλεση του δεύτερου πατριού του, του ανθρώπου που με την καλλιέργειά του τον γαλούχησε σε ένα κόσμο διαφορετικό, εκείνο των γραμμάτων.