Κυριαρχία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 10:
 
Ο '''Jean-Jacques Rousseau''' ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας στο έργο του “''Du Contrat Social, ou Principes du droit politique'' (1762)” αναφέροντας πως η νόμιμη αρχή πρέπει να βασίζεται σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο με το οποίο η δύναμη της εξουσίας να αποτελεί μονάχα τη συγκέντρωση της λαϊκής δύναμης. Στο επίκεντρο του έργου του Rousseau, όπως και σε αυτό του Hobbes, βρίσκεται το “κοινό καλό”, δηλαδή η προάσπιση του κοινού συμφέροντος. Η βασική διαφορά είναι πως, ενώ στη σκέψη του Hobbes ο λαός παραχωρεί την κυριαρχία σε κάποιον ηγεμόνα για αυτό το σκοπό, στη θεωρία του Rousseau τη διατηρεί και η συγκατάθεσή του νομιμοποιεί τις αποφάσεις της αρχής. <br />
Στην εποχή μας, όπου υπάρχει ισχυρή η δέσμευση για λαϊκές μορφές κυριαρχίας, οι διεθνείς νόμοι αναζητούν μια σύνδεση ανάμεσα στον κρατικό σεβασμό δημοκρατικών ιδεωδών και ατομικών δικαιωμάτων και στην εγκυρότητα των εξωτερικών -διεθνών- πράξεων του κράτους. Παρόλα αυτά, το ζήτημα αυτό είναι περισσότερο διπλωματικής φύσεως και η μη αναγνώριση της κυριαρχίας μιας διοίκησης ελλείψει των προηγούμενων εσωτερικών χαρακτηριστικών μπορεί -και έχει- ανατραπεί δικαστικά, καθώς για τον νόμο σημασία έχει η '''κρατικιστική κυριαρχία''' (''statist sovereignty'') που υποδηλώνεται από τον '''αποτελεσματικό έλεγχο''' (''effective control''). Τα στοιχεία που εξετάζονται συνήθως από τα δικαστήρια, για να αποφανθούν για την κυριαρχία μιας εξουσίας, είναι: η θεωρητική δυνατότητα άσκησης αποκλειστικού ελέγχου στους υπηκόους (''de jure or legal sovereignty'') και η δυνατότητα εφαρμογής του ελέγχου (''[[de facto]] or actual sovereignty'').
 
Κυριαρχία και κυριαρχικό δικαίωμα είναι, εν ολίγοις, το ίδιο πράγμα. Είναι το δικαίωμα του κράτους -ή της κυρίαρχης οντότητας- να δρα όπως κρίνει, προς όφελος των πολιτών του. Η νομική βάση της παραπάνω διατύπωσης είναι η '''αποκλειστικότητα δικαιοδοσίας''' (''exclusivity of jurisdiction'') που στο διεθνές δίκαιο σημαίνει ότι το κράτος έχει τον πλήρη έλεγχο των υποθέσεών εντός των ορίων του, δίχως να λογοδοτεί για τον τρόπο που ασκεί τον έλεγχο αυτόν. Συνεπώς, όσο αναγνωρίζεται μια οντότητα ως κυρίαρχη, τα δικαιώματά της δεν παύονται, αναστέλλονται ή παραχωρούνται.