Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
→‎Αγροτική και αστική αποκατάσταση: προσθήκη παραπομπής Πάνος Τσολάκης
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 5:
==Οι επικρατούσες συνθήκες==
Η οικονομική δυσπραγία της χώρας, οι πολιτικές περιστάσεις και ο μεγάλος αριθμός των προσφύγων καθιστούσαν φανερό ότι η κυβέρνηση ήταν ανίσχυρη να αντιμετωπίσει μόνη της το τεράστιο έργο της αποκαταστάσης. Ζήτησε λοιπον τη συνδρομή της [[Κοινωνία των Εθνών|ΚτΕ]], με την υπόδειξη της οποίας ιδρύθηκε η Επιτροπή Αποκατάσταση Προσφύγων.
Ο πρώτες πιεστικές ανάγκες των προσφύγων (διατροφή, στέγαση και ιατρική περίθλψη) αντιμετωπίστηκαν στοιχειωδώς από το κράτος, καθώς και από διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις που δραστηριοποιήθηκαν στη Ελλάδα την περίοδο αυτή, όπως ο Βρετανικός [[Διεθνές Κίνημα Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου|Ερυθρός Σταυρός]], ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, η YMCA κ.ά<ref>Ανδριώτης Νικ. 2003, 81.</ref> Το έργο της προσωρινής στέγασης ανελαβε αρχικά το '''Τ'''αμείο '''Π'''εριθάλψεως '''Π'''ροσφύγων (ΤΠΠ), που ιδρύθηκε το Νοέμβριο του [[1922]]. Στην αρχή οι πρόσφυγες ανέχονταν τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν ελπίζοντας ότι η παραμονή τους στην Ελλάδα θα ήταν προσωρινή. Όταν λίγους μήνες μετά την άφιξη τους τπογράφτηκε η [[Συνθήκη της Λωζάνης|σύμβαση της Λωζάνης]], που καθόριζε την οριστική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αντέδρασαν έντονα οργανώνοντας συλλαλητήρια.<ref>*Ν. Ανδριώτης, Η αποκατατάσταση των ΠροσφώγωνΠροσφύγων, ένθετο καθημερινής «Επτά Ημέρες» (31.10.1999) 26-27</ref><ref>Γ. Γιαννακόπουλος, Προσφυγική Ελλάδα, ΚΜΣ, Αθήνα 1992</ref>Δεδομένης της προσμονής εκμετάλλευσης των γαιών από τους ντόπιους πληθυσμούς, της υπερπροσφοράς εργασίας και των προσπαθειών του κεφαλαίου να την εκμεταλλευτεί<ref>Γιαννακόπουλος Γεωργ. 2003, 91.</ref>, όπως επίσης και των συχνών επιτάξεων κατοικιών, οι πρόσφυγες αντιμετωπίστηκαν εχθρικά τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές<ref>Κοντογιώργη Έλσα 2003, 107-108.</ref>. Στον αντίποδα πιθανώς βρίσκεται η βοήθεια μερίδας ντόπιων κατοίκων και πολλοί ιδιωτών, οι οποίοι πρόσφεραν ατομικά ή οργανωμένα με τη διενέργεια εράνων, την οργάνωση πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή ρουχισμού, φαρμάκων κ.α.<ref>Χατζηιωσήφ Χρ. 2002, 18.</ref>.
τα πρώτα χρόνια της άφιξής τους οι Μικρασιάτες πρόσφυγες παρουσίασαν μεγάλη κινητικότητα στις μετακινήσεις τους, περιφερόμενοι σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης από τις αστικές προς τις αγροτικές περιοχές και τανάπαλιν, παρά τις επιδιώξεις των διαδοχικών κυβερνήσεων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής<ref name=auto1>Κοντογιώργη Έλσα 2003, 105.</ref>. Η ίδια η ΕΑΠ φρόντισε ώστε οι αστοί στην πλειοψηφία τους πρόσφυγες που προέρχονταν από τον ίδιο οικισμό ή ευρύτερη περιοχή να εγκαταθίστανται μαζί στο ελληνικό έδαφος<ref>Κοντογιώργη Έλσα 2003, 107.</ref> ως μικροϊδιοκτήτες και συνεπώς αρνητές{{ασαφές}} του [[Κομμουνισμός|κομμουνιστικού]] κινδύνου, έτσι όπως τον έβλεπε ο παρεμβατισμός της Κοινωνίας των Εθνών στο έργο της ΕΑΠ και της [[Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος|Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος]]. Η προσπάθεια μαζικής μετακίνησης προφυγικών πληθυσμών στη μακεδονική γη πέραν της αναπτυξιακής αγροτικής πολιτικής εξυπηρέτησε και τον πολιτικό στόχο της αντικατάσταστασης των σλαβοφώνων, που μετανάστευαν αναγκαστικά είτε προς τη [[Βουλγαρία]] και τη [[Σερβία]], είτε προς τις χώρες του [[Αμερική|Νέου Κόσμου]]<ref name=auto1 />.
 
Η προσωρινή στέγαση Μικρασιατών προσφύγων έγινε καταρχήν σε γήπεδα, θέατρα, αυλές εκκλησιών, δημόσια κτήρια, σε παράγκες, σε σκηνές, σε χαμόσπιτα και σε καλύβες που βρίσκονταν σε εγκαταλελειμμένα χωριά, σε οικισμούς αμιγώς προσφυγικούς. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Δεν υπήρχαν έργα υποδοχής, ούτε δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης. Έλειπαν παντελώς οι χώροι αναψυχής, ενώ μεταδίδονταν εύκολα επιδημικές ασθένειες όπως ο εξανθηματικός [[τύφος]], η [[γρίπη]], η [[ελονοσία]], η [[φυματίωση]] και η [[ευλογιά]], παρούσες ήδη στην Ελλάδα και πριν την άφιξη των προσφύγων. Φαίνεται λογικό, λοιπόν, το γεγονός ότι δόθηκε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση στοιχειωδών και πιεστικών αναγκών, όπως ήταν η διατροφή που αντιμετωπίστηκε με την οργάνωση συσσιτίων και παροχή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης, όπως και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.