'ΝτολμάΗ λέξη «ντολμά» είναι ένα [[ρηματικό ουσιαστικό]] του [[Τουρκική γλώσσα|τουρκικής τουρκικόγλώσσας]]. Ρήμα'''' dolmakΕιδικότερα, «γεμιστέςπροκύπτει πράγμα»,από «νατο γεμιστό»,ρήμα και σημαίνειdolmak (=γεμίζω<ref> [http://www.m-w.com/dictionary/dolma Merriam-Webster Online - Dolma]</ref><ref>[http://www.iranica.com/newsite/articles/v7f5/v7f527.html Encyclopedia Iranica. Dolma.]</ref>)
Ο ντολμάς είναι συνήθως ένα γεμιστό λαχανικό. Λόγου χάριν, τα γεμιστά [[Κολοκύθι|κολοκυθάκια]], η γεμιστή [[ντομάτα]], [[πιπεριά]] ή [[μελιτζάνα]], όπως και τα γεμιστά από [[σκουμπρί]], [[καλαμάρια]] και [[μύδια]] καλούνται επίσης «ντολμά». Πιάτα που περιλαμβάνουν φύλλα περιτυλίγματος όπως τα αμπελόφυλλα, λαχανοντολμάδες ή γύρω από ένα γέμισμα ονομάζονται ''[[Σάρμα (τρόφιμα)|sarma]]'' αν και σε πολλές γλώσσες η διάκριση αυτή δεν γίνεται συνήθως. Ο όρος «σάρμα» προέρχεται από το [[Τουρκική γλώσσα |τουρκικό]] ρήμα ''sarmak'' που σημαίνει «τυλίγω». Άλλες παραλλαγές προκύπτουν από την τουρκική λέξη για το «φύλλο», yaprak.
Γραμμή 13:
[[File:Gemista.jpg|thumb]]
Σε ορισμένες χώρες, η κοινή ονομασία για το πιάτο είναι ένα δανεισμούδάνειο τουτης λέξης Ντολμά'''' ή'''' yaprak (έννοια «φύλλο» στα τουρκικά), σε άλλους είναι μια [[calque]], και μερικές φορές συνυπάρχουν οι δύο με διαφορετικές σημασίες: [[Αλβανική γλώσσα| αλβανικήαλβανικά]]:'''' japrak?, [[αραβική γλώσσα|Αραβικά]]: محشي ('''' maḥshi, «γεμιστό») ή دولمة ('''' Ντολμά), محشي ورق عنب ('' maḥshī waraq »inab'',« γεμιστό σταφύλιγεμιστά φύλλα)? [[Ελληνική γλώσσα | Ελληνικά]]'' ντολμάς Ντολμάς'' (για την επένδυση στο φύλλο είδος) και γεμιστά yemista'''' ' γεμιστό »?, [[κουρδική γλώσσα| κουρδικήκουρδικά]]:'''' Ντολμά (دۆلمە),'''' yaprakh (یاپراخ). ΣτηνΣτο συριακό [[Χαλέπι]], η λέξη'''' yabraq (يبرق) αναφέρεται σε ντολμαδάκια, ενώ'''' η λέξη maḥshī (محشي) αναφέρεται σε Λαχανοντολμάδεςλαχανοντολμάδες και γεμιστά.