Μοντανισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dkat (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
 
== Ιδρυτές και απαρχές του Μοντανισμού ==
Ο [[Μοντανός]] γεννήθηκε στην πολίχνη της [[Φρυγία|Φρυγίας]] Αρδαβαύ. Η δημόσια εμφάνιση του δεν μπορεί να χρονολογηθεί με ακρίβεια, καθώς οι ελάχιστες σωζόμενες πηγές παρουσιάζουν ορισμένες σοβαρές αντιφάσεις. Ο [[Ευσέβιος Καισαρείας|Ευσέβιος]] χρονολογεί τη δράση του Μοντανού περί το [[172]], ενώ ο [[Επιφάνιος]] υπαινίσσεται τα μέσα του 2ου αιώνα. (''Κατά Αιρέσεων'', 48, 2) Η χρονολόγηση της εμφάνισης του Μοντανού πρέπει να κυμανθεί μεταξύ των ετών [[156]] και [[172]]. Κατά τον Επιφάνιο, το 172 δέχθηκε τον Μοντανισμό η εκκλησία Θυατείρων, αλλά αυτό υποδηλώνει και προγενέστερη κηρυκτική δραστηριότητα. Ο Μοντανός συνοδευόταν στο κήρυγμα από δυο προφήτιδες γυναίκες, την [[Πρίσκιλλα]] και τη [[Μαξιμίλλα]], και αρχικά έδρασε στις μικρές κώμες της Πεπούζας (ή Πέπυζας) και του Τυμίου της Άνω Φρυγίας. Ως σκοπός του κηρύγματος προβαλλόταν η ανάγκη αναβιώσεως των [[ενθουσιαστικές τάσεις|ενθουσιαστικών τάσεων]] και των χαρισμάτων της αποστολικής εποχής. Οι σύγχρονοι του θεωρούσαν τον Μοντανό "''εν κατοχή τινι και παρεκστάσει γενόμενον ενθουσιάν αρξασθαί τε και λαλείν και ξενοφωνείν, παρά το κατά παράδοσιν και κατά διαδοχήν άνωθεν της εκκλησίας έθος προφητεύοντα''"(Εύσεβίου, ''Έκκλ. Ιστορία'', V, 16,7). Οι μοντανιστές όμως προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι διαφύλασσαν την αυθεντική συνέχιση του αποστολικού χαρίσματος της [[Προφητεία|προφητείας]], χρησιμοποιούσαν δε συγκροτημένο κατάλογο προφητών από τους χρόνους της Καινής Διαθήκης.
 
Την προσπάθεια των μοντανιστών αντέκρουαν οι σύγχρονοι αντιμοντανιστές, υποστηρίζοντας ότι "''τούτον τον τρόπον ούτε τινά των κατά την Πάλαιαν, ούτε κατά την Καινήν πνευματοφορηθέντα προφήτην δειξαί δυνήσονται, ούτε Άγαβον, ούτε Ιούδαν, ούτε Σίλαν, ούτε τάς Φιλίππου θυγατέρας, ούτε την εν Φιλαδέλφεια Αμμίαν, ούτε Κοδράτον, ούτε ει δη τινας άλλους μηδέν αυτοίς προσήκοντας καυχήσονται''." (Ευσεβίου, ''Εκκλ. Ιστορία'', V,17, 3).