Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ με τη χρήση AWB (8188)
Γραμμή 78:
== Η ποιμαντική δράση ==
 
Στις [[30 Σεπτεμβρίου]] [[1936]] εξελέγη από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος Μητροπολίτης της νεοπαγούς Μητρόπολης Αττικής και Μεγαρίδος, η οποία δημιουργήθηκε σε αποσπασθέν έδαφος της υπερμεγέθους τότε αρχιεπισκοπικής περιφέρειας. Μετά το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου στις [[23 Οκτωβρίου]] [[1938]] στήριξε την υποψηφιότητα του Μητροπολίτη Κορίνθου [[Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός|Δαμασκηνού Παπανδρέου]] έναντι αυτής του Μητροπολίτη Τραπεζούντος [[Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος|Χρυσάνθου Φιλιππίδη]]. Η εκλογή Δαμασκηνού ακυρώθηκε με πολιτικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης [[Ιωάννης Μεταξάς|Μεταξά]] και με αριστίδην Σύνοδο επιτεύχθηκε η ανάδειξη του Χρυσάνθου ως προκαθημένου. Ο Ιάκωβος θεωρήθηκε από το καθεστώς και τη νέα εκκλησιαστική ηγεσία ανεπιθύμητος και τα όρια της Μητρόπολής του συρρικνώθηκαν στην περιοχή των [[Μέγαρα|Μεγάρων]].<ref>Η πράξη αυτή αποσκοπούσε και στην επιθυμία του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου να βρίσκεται εντός της αρχιεπισκοπικής περιφέρειας η Σαλαμίνα, σε Ι.Μονή της οποίας βρισκόταν υπό περιορισμό ο αντίπαλός του Δαμασκηνός.</ref>. Η επαναφορά των κανονικών ορίων έγινε μετά την παύση του Χρυσάνθου και την ανάληψη της αρχιεπισκοπίας από το Δαμασκηνό το [[1941]].
 
Η ποιμαντική δράση του Ιακώβου ως Μητροπολίτη Αττικής και Μεγαρίδος έκανε την επαρχία του πρότυπο διοικητικής, οργανωτικής και πνευματικής δράσης για όλες τις άλλες μητροπολιτικές επαρχίες του ελλαδικού χώρου. Ο ίδιος έδωσε απ’ αρχής βάρος στην επιμόρφωση του εφημεριακού κλήρου με σκοπό την άσκηση της διακονίας του με όσο το δυνατό αρτιότερο τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό ίδρυσε προπαρασκευαστική σχολή για μετεκπαίδευση των εφημερίων και προήγαγε το θεσμό των ανά έτος ιερατικών συνάξεων. Το [[1953]] εξέδωσε και το έργο του ''"Ποιμαντικαί Υποδείξεις"'', ένα οδηγό ποιμαντικής πρακτικής.
Γραμμή 105:
 
Η τότε κυβέρνηση [[Κωνσταντίνος Καραμανλής|Κ. Καραμανλή]], πιεζόμενη ίσως από τα παρεκκλησιαστικά κέντρα και παρατηρώντας τις γενικότερες αντιδράσεις, αντίθετα με τον αφειδή χρόνο που δίδονταν μέχρι τότε, σε παρόμοιες περιπτώσεις για την προετοιμασία των υποψηφίων, έσπευσε και καθόρισε, για πρώτη φορά, ημερομηνία εκλογής αρχιεπισκόπου, δια του αρμόδιου Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, [[Γρηγόριος Κασσιμάτης|Γρηγόρη Κασσιμάτη]], μόλις δύο ημέρες μετά την κηδεία του αποθανόντος επισκόπου, προκαλώντας έτσι τη γενική αγανάκτιση των ιεραρχών αφού ουσιαστικά η προετοιμασία εκλογής γινόταν πάνω από το σκήνωμα του αποθανόντος αρχιεπισκόπου. Έτσι η εκλογή ορίστηκε για τις [[13 Ιανουαρίου]] του [[1962]]. Η δε πρόταση αναβολής της εκλογής δεν έγινε από την κυβέρηση δεκτή.
Η πλέον ουσιαστική παράμετρος της αντίθεσης της κυβέρνησης προς την υποψηφιότητα Ιακώβου ήταν η πρόθεσή του για δημιουργία ενός είδους εκκλησιαστικής τράπεζας, που θα διαχειριζόταν την περιουσία της Εκκλησίας της Ελλάδος.<ref>Σε [http://www.ekathimerini.com/4dcgi/_w_articles_ell_1_05/02/2003_26080 άρθρο του Γρηγόρη Καλοκαιρινού] στην [http://www.ekathimerini.com/ αγγλική έκδοση της "Καθημερινής"] αναφέρεται: ''He had actually been discredited by fringe church groups by order of the then-prime minister, Constantine Karamanlis, because he had wanted to found a Church bank, something that would have been disastrous for the National Bank of Greece, where all the Church’s money was deposited at that time.'' Στο φύλλο της ίδιας μέρας σε άρθρο με τον τίτλο [http://www.ekathimerini.com/4dcgi/_w_articles_ell_1_05/02/2003_26079 "Archbishop blackmailed"] αναφέρεται: ''On January 14, 1962, the new Archbishop Iakovos Vavanatsos had just been enthroned and was heading a parade down Aghias Filotheis Street toward the archbishop’s mansion. However, in his enthronement speech he had made the mistake of announcing his plans for the Church which, if carried out, would have been disastrous for the National Bank of Greece.''</ref>. Η υλοποίηση αυτού του σχεδίου θα έβλαπτε σοβαρά τα συμφέροντα της Εθνικής Τράπεζας, στην οποία μέχρι και σήμερα καταθέτονται τα εκκλησιαστικά κεφάλαια.
 
Ανήμερα της κηδείας του μακαριστού αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου μία ομάδα 23 Επισκόπων έδωσε στη δημοσιότητα την ακόλουθη ανακοίνωση σε απάντηση των διαφόρων επιθετικών δημοσιευμάτων:
Γραμμή 133:
 
Την επόμενη μέρα ο Αρχιεπίσκοπος δεχόμενος ισχυρές πιέσεις, και παρά τη σύσταση του [[Πατριάρχης Ιεροσολύμων Βενέδικτος|Πατριάρχη Ιεροσολύμων Βενέδικτου]] και άλλων κορυφαίων ελληνορθοδόξων ιεραρχών να μην ενδώσει, αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του εγχειρίζοντας την παρακάτω επιστολή προς την Ιερά Σύνοδο:
 
 
{| style="float: left; margin-left: 1em; margin-bottom: 0.5em; background:#FFFAF0; border: #000080 solid 0px; clear: right; class: polytonic; font-family: Palatino Linotype;"
Γραμμή 153 ⟶ 152 :
Μετά την παραίτησή του έλαβε από τη Σύνοδο τον τίτλο του ''Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος'' και καταστάθηκε Πρόεδρος της Μητρόπολης Αττικής και Μεγαρίδος, επιστρέφοντας στο εκεί ποιμαντικό του έργο.<ref>Η κύρωση της απόφασης της Ι. Συνόδου από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων έγινε το 1966.</ref> Το [[Συνοδικό Δικαστήριο]], ασχολούμενο με τις εναντίον του καταγγελίες και εξετάζοντας 70 μάρτυρες, εξέδωσε ομόφωνη απόφαση, συνοδευόμενη από πόρισμα 135 σελίδων, με την οποία αθώωνε τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο.
 
Με την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 και τη σύσταση αριστίνδην Συνόδου διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος ζήτησε να συναντηθεί <ref>Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο κτίριο του Πενταγώνου.</ref> με τον Ιάκωβο ο πραξικοπηματίας στρατηγός Σπαντιδάκης, που του δήλωσε πως έπρεπε να παραιτηθεί από το θρόνο της Μητρόπολης Αττικής γιατί οι θέσεις του για τις σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας ήταν αντίθετες με αυτές της "επαναστάσεως". Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε την παραίτηση επαναλαμβάνοντας τα λόγια του [[Βασίλειος Καισαρείας|Μεγάλου Βασιλείου]] προς τον έπαρχο Μόδεστο. Από εκείνη τη στιγμή τέθηκε σε παρακολούθηση μέχρι και τη δημοσίευση του νόμου 214/67,<ref>Νόμος, που αφορούσε την απώλεια της "έξωθεν καλής μαρτυρίας" και χρησίμευσε για την αποβολή από το σώμα της Ιεραρχίας Αρχιερέων ανεπιθύμητων στο δικτατορικό καθεστώς.</ref>, με τον οποίο μπόρεσε η δικτατορία να τον καταδικάσει αφαιρώντας του και τη διαποίμανση της επαρχίας του. Ακόμα θεσπίστηκε ειδική διάταξη στη ΛΣΤ’/968 Συντακτική Πράξη, που προέβλεπε φυλάκισή του σε Ι. Μονή εντός της χώρας, οριζόμενης από απόφαση του "υπουργικού συμβουλίου".
 
Παρά τις προσωπικές διώξεις του ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος συμπαραστάθηκε ενεργά στους πολιτικούς κρατούμενους και εξόριστους από τη [[Χούντα]] και σε προσωπικότητες της αντίστασης. Συνάμα στήριξε και τους νέους της οργάνωσης "[[Ρήγας Φεραίος (οργάνωση)|Ρήγας Φεραίος]]", που οδηγήθηκαν σε δίκη το [[1971]].<ref>Ο Γιάννης Ρέγκας, αγωνιστής του αντιδικτατορικού αγώνα, [http://www.rwf.gr/interviews_senaria-new.php?id=152&interview=1&interview_id=312 σε συνέντευξή του] στην εκπομπή του Στέλιου Κούλογλου [http://www.rwf.gr/index.php Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα] (Ημερομηνία προβολής 14/11/2005) ανέφερε σχετικά με τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο: ''«Μας ζήτησε να μας γνωρίσει ο τέως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιάκωβος ο Βαβανάτσος, γύρω από τον οποίο είχαν υπάρξει προδικτατορικά σοβαρά προβλήματα και ο οποίος ήταν και μια εξέχουσα προσωπικότητα της αντίστασης. Την επαφή με τον Ιάκωβο είχα την τιμή να την κάνω εγώ. Ζήτησε εμένα ο Ιάκωβος. Κρατούσε επαφή μαζί μας, ζήτησε την γυναίκα του Λεωνίδα και ζήτησε ο Ιάκωβος να συναντηθεί με τα παιδιά της δίκης. Ο Κώστας, ο Φώτης, ο Σπηλιώτης είχαν πάει στην φυλακή και την συνάντηση την έκανα εγώ μαζί του. Και διατήρησα αυτές τις σχέσεις μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο οποίος ήταν ένα πρόσωπο, αυτό το κομμάτι της ζωής του δεν έχει αναδειχθεί, όλος ο παράνομος μηχανισμός του ΕΛΑΣ των υπολοίπων, Μεγαρίδος και των υπολοίπων της Αττικής ήταν σε εκκλησίες τις οποίες τις κάλυπτε ο Ιάκωβος ο Βαβανάτσος.''
 
''Ήταν ένα πρόσωπο εξαιρετικών δυνατοτήτων και πολύ μεγάλου κύρους και είναι και ο μοναδικός Μητροπολίτης γιατί είχε πια παραιτηθεί από Αρχιεπίσκοπος ο οποίος δεν δέχτηκε να παραιτηθεί στην χούντα. Ο Σπαντιδάκης τον επισκέφθηκε και ζήτησε την παραίτησή του. Ο μοναδικός που δεν παραιτήθηκε και τον έδιωξε λέγοντάς του ότι πηγαίνετε κύριοι, εγώ έχω Ιερά Σύνοδο, εσείς να πάτε στον στρατό σας, όλοι οι άλλοι Μητροπολίτες παραιτηθήκανε.»''</ref>.
 
Μετά την παραίτηση του [[Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α´|Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου]] (Κοτσώνη) το [[1973]], επισκέφθηκε τον Ιάκωβο ο [[Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ|Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σεραφείμ]] (Τίκκας) και του ζήτησε τη στήριξή του προκειμένου να προωθηθεί στην ηγεσία της Εκκλησίας. Οι δυο τους διατηρούσαν φιλικές σχέσεις και ο Ιάκωβος τον είχε βοηθήσει να εκλεγεί Μητροπολίτης Άρτης και αργότερα Ιωαννίνων. Ανταποκρινόμενος στην παράκλησή του δέχτηκε να κάνει ότι ήταν δυνατό από μέρους του και του έδωσε κατευθύνσεις για την έξοδο από την εκκλησιαστική κρίση.
Γραμμή 183 ⟶ 182 :
== Υποσημειώσεις ==
{{παραπομπές|2}}
 
 
{{Διαδοχή|'''[[Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος|Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος]]'''<br />[[13 Ιανουαρίου]] [[1962]]-[[25 Ιανουαρίου]] [[1962]]|[[Αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος Β΄|Θεόκλητος Β΄]]|[[Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄|Χρυσόστομος Β΄]]}}
 
 
{{Προκαθήμενοι της Εκκλησίας της Ελλάδος}}
 
{{DEFAULTSORT:Ιακωβος Βαβανατσος}}
{{Στοιχεία προσώπου
|ΟΝΟΜΑ=Ιάκωβος Βαβανάτσος
Γραμμή 203 ⟶ 199 :
}}
 
{{DEFAULTSORT:Ιακωβος Βαβανατσος}}
[[Κατηγορία:Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και πάσης Ελλάδος]]
[[Κατηγορία:Φωκείς]]