Υπαρξισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ky:Экзистенциализм |
|||
Γραμμή 2:
== Όρος και πλαίσιο ==
Ο όρος εισήχθη τον [[20ος αιώνας|20ο αιώνα]] από τον [[Γκαμπριέλ Μαρσέλ]], φιλόσοφο, δραματουργό και μουσικοκριτικό, εκπρόσωπο του [[θεϊστικός υπαρξισμός|θεϊστικού υπαρξισμού]], σε αντιδιαστολή προς τη φιλοσοφική τάση του Σαρτρ προς τον [[αθεϊστικός υπαρξισμός|αθεϊστικό υπαρξισμό]]<ref>Πελεγρίνης Θεοδόσης, 2004, ''Λεξικό της Φιλοσοφίας'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, λήμμα: Μαρσέλ Γκαμπριέλ, 989.</ref>. Ωστόσο, ως τάση διαμορφώθηκε αρκετά νωρίτερα, από τον
Το ευρύτερο [[εννοιολογικό πλαίσιο|πλαίσιο]] του φιλοσοφικού στοχασμού των υπαρξιστών ήταν η άρνησή τους στη [[φιλοσοφία]], ως αντικειμενική και θεωρητική [[επιστήμη]] και η θεώρηση ότι η φιλοσοφία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ειδικά, επίκεντρο ενδιαφέροντος του υπαρξισμού δεν ήταν πράγματα, ιδέες ή έννοιες αλλά ο άνθρωπος ως μοναδική και ανεπανάληπτη ύπαρξη. Η ύπαρξη, ως μοναδικός τύπος κάθε ανθρώπου, δεν έχει στατικές έμφυτες ιδιότητες, όπως πιστευόταν ότι συμβαίνει με την ουσία του, αλλά διαμορφώνεται αέναα με την προσωπική του δράση, με αποτέλεσμα να ευθύνεται και γι’ αυτό στο οποίο θα καταλήξει. Έτσι, οι υποστηρικτές του υπαρξισμού διαχωρίστηκαν από την [[Καρτέσιος|καρτεσιανή]] παράδοση και οι [[Γαλλία|Γάλλοι]] υπαρξιστές, ειδικότερα, έθεσαν ως έμβλημά τους την ύπαρξη να προηγείται της ουσίας, ορίζοντας συγχρόνως ηγεμόνα των αισθήσεων την [[αφή]] και όχι την [[όραση]]: «Υπάρχω σημαίνει λερώνω τα χέρια μου»<ref> Βαλλιάνος, Π. ''ό.π.'', 267.</ref>.
|