Ολλανδική Δημοκρατία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 22:
 
===Ολλανδική Δημοκρατία (1581–1795)===
Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας τους, οι επαρχίες Ολλανδία, Ζηλανδία, ΧρόνινγκενΧρόνινχεν, Φρισλάνδη, Ουτρέχτη, Οφεράισσελ και Χελδερλάνδη, σχημάτισαν μία συνομοσπονδία γνωστή ως η ''Δημοκρατία των Επτά Ηνωμένων Κάτω Χωρών''. Όλες οι επαρχίες παρέμειναν αυτόνομες και είχαν τη δική τους κυβέρνηση, την ''Πολιτεία'' της επαρχίας, όπως έμεινε γνωστή. Η κυβέρνηση της Συνομοσπονδίας και οι ύπατοι κυβερνήτες των επαρχιών είχαν έδρα τη [[Χάγη]], ενώ αποτελούνταν από αντιπροσώπους των μελών της Συνομοσπονδίας. Η αραιοκατοικημένη περιοχή της Δρέντης (Ντρέντε) ήταν μέρος της Δημοκρατίας, αν και δεν θεωρείτο μία εκ των επτά επαρχιών. Η Ντρέντε είχε τους δικούς της αξιωματούχους, αλλά ο κυβερνήτης της διοριζόταν από τους ύπατους κυβερνήτες. Παράλληλα, η δημοκρατία κατείχε και ορισμένες περιοχές εκτός των παραδοσιακών συνόρων των επαρχιών, γνωστές ως ''Γενικές Εκτάσεις'', οι οποίες διοικούνταν απευθείας από τους ύπατους κυβερνήτες, χωρίς δικούς τους αντιπροσώπους. Η πλειοψηφία των περιοχών αυτών είχε καταληφθεί από τους Ολλανδούς κατά τη διάρκεια του ογδοηκονταετούς πολέμου και κατοικείτο κυρίως από [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικούς]]. Οι περιοχές αυτές αποτελούσαν ουδέτερη ζώνη ανάμεσα στη Δημοκρατία και τις ισπανικές νότιες Κάτω Χώρες.
 
Οι επαρχίες αυτές εξελίχθηκαν στην ολλανδική αυτοκρατορία, η οποία συνεχώς αναπτύσσετο και σταδιακά εξελίχθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές και οικονομικές δυνάμεις του 17ου αιώνα. Στην επονομαζόμενη ολλανδική ''Χρυσή Εποχή'', ιδρύθηκαν αποικίες και εμπορικοί σταθμοί σε όλο τον κόσμο. Η εγκατάσταση των Ολλανδών στη [[Βόρεια Αμερική]] ξεκίνησε με την ίδρυση του οικισμού Νέο Άμστερνταμ στο νότιο άκρο του [[Μανχάταν]], το 1614. Οι Ολλανδοί ίδρυσαν την Αποικία του Ακρωτηρίου στη [[Νότια Αφρική]] το 1652. Μέχρι το 1650 ο ολλανδικός στόλος αριθμούσε 16.000 εμπορικά πλοία, ενώ παράλληλα ο πληθυσμός το 17ο αιώνα, αυξήθηκε από 1,5 σε περίπου 2 εκατομμύρια.