Ηωσινόφιλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Νέα σελίδα: Τα ηωσινόφιλα κοκκιοκύτταρα που συνήθως αναφέρονται απλά ως '''ηωσινόφιλα''' ή '''εοσινόφιλα''', εί...
 
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 1:
Τα ηωσινόφιλα κοκκιοκύτταρα που συνήθως αναφέρονται απλά ως '''ηωσινόφιλα''' ή '''εοσινόφιλα''', είναι μια κατηγορία πολυμορφοπύρηνων λευκών αιμοσφαιρίων, συστατικά του ανοσοποιητικού συστήματος, τα οποία είναι υπεύθυνα για την καταπολέμηση πολυκύτταρων παράσιτων και ορισμένων λοιμώξεων στα σπονδυλωτά. Όπως και τα μαστοκύτταρα, ελέγχουν μηχανισμούς που σχετίζονται με τις αλλεργίες και το άσθμα. Είναι κοκκιοκύτταρα που αναπτύσσονται κατά την διάρκεια της αιμοποίησης στον μυελό των οστών, πριν μετοικήσουν στο αίμα.
==Μορφολογία των ηωσινοφίλων==
Τα κύτταρα αυτά είναι ηωσινοφιλικά και ευδοκιμούν σε σχετικά όξινο περιβάλλον, όπως φαίνεται από την σχέση τους με χρωστικές που παράγονται από υδρογονάνθρακες: Φυσιολογικά είναι διαφανή, κάτι το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται κεραμέρυθρα μετά από χρώση με ηωσίνη, μια κόκκινη χρωστική, κατά την μέθοδο Romanowsky. Η χρώση συγκεντρώνεται σε μικρά κοκκία εντός του κυτταροπλάσματος, το οποίο περιέχει αρκετούς χημικούς μεσολαβητές, όπως την ισταμίνη αλλά και πρωτεΐνες όπως την ηωσινοφιλική υπεροξειδάση, τη ριβονουκλεάση, τη δεοξυριβονουκλεάση, τη λιπάση, το πλασμινογόνο και άλλες βασικές πρωτεΐνες. Αυτοί οι μεσολαβητές ελευθερώνονται μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται αποκοκκίωση και ακολουθείται από την ενεργοποίηση των ηωσινόφιλων, οι οποίοι είναι τοξικοί τόσο για τα παράσιτα όσο και για τους ιστούς-ξενιστές. Σε φυσιολογικά επίπεδα, τα ηωσινόφιλα αποτελούν περίπου το 1-6% των λευκών αιμοσφαιρίων και έχουν διάμετρο 12-17 μm.
[[αρχείο:Eosinophil blood smear.JPG |thumb|H μορφή του ηωσινόφιλου σε χρώση May Grunwald - Giemsa]]
 
==Εντοπισμός των ηωσινοφίλων==
Εντοπίζονται στον προμήκη μυελό και στην συμβολή του φλοιού και του μυελού του θύμου αδένα, όπως επίσης και στο κατώτερο γαστρεντερικό σύστημα, στις ωοθήκες, στην μήτρα, στον σπλήνα και στα λεμφογάγγλια αλλά όχι στους πνεύμονες, στο δέρμα, στον οισοφάγο ή άλλα εσωτερικά όργανα υπό κανονικές συνθήκες. Η παρουσία ηωσινόφιλων στα τελευταία όργανα συνδέεται με νόσημα. Τα ηωσινόφιλα παραμένουν στην κυκλοφορία του αίματος για 8-12 ώρες και μπορούν να επιβιώσουν στους ιστούς για επιπλέον 8-12 μέρες, χωρίς να υπάρξει κάποια διέγερση. Πρωτοποριακές έρευνες την δεκαετία του 80, απέδειξαν πως τα ηωσινόφιλα είναι τα μοναδικά πολυμορφοπύρηνα τα οποία μπορούν να επιβιώσουν για παρατεταμένο χρονικό διάστημα μετά την ωρίμανση τους, έπειτα από ex-vivo πειράματα.