Αρχαία ελληνική λογοτεχνία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Διόρθωση συνδέσμου
μ Διόρθωση λάθους CHECKWIKI 64 + επιμέλεια με τη χρήση AWB (8480)
Γραμμή 1:
Ο όρος '''αρχαία ελληνική λογοτεχνία''' αναφέρεται στα γραπτά [[λογοτεχνία|λογοτεχνικά]] μνημεία της [[αρχαία ελληνική γλώσσα|αρχαίας ελληνικής γλώσσας]] με όρια τον 8ο αι. π.Χ. και τα μέσα περίπου του 4ου αι. (ίδρυση της [[Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινούπολης]]ς). Τα προγενέστερα γραπτά μνημεία, δηλαδή οι πινακίδες σε [[γραμμική Β]] είναι έγγραφα χωρίς λογοτεχνικό χαρακτήρα, γι' αυτό στις απαρχές της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας τοποθετούνται τα έργα του [[Όμηρος|Ομήρου]] που συντέθηκαν τον 8ο αι. π.Χ.<ref>Φ.Ι. Κακριδής, ''Αρχαία ελληνική γραμματολογία'', Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], Θεσσαλονίκη 2005, 18.</ref> Το όριο της μεταφοράς της πρωτεύουσας της [[ρωμαϊκή αυτοκρατορία|ρωμαϊκής αυτοκρατορίας]] στην Κωνσταντινούπολη είναι συμβατικό, καθώς δεν υπάρχει μία ριζική τομή στη λογοτεχνική παραγωγή: τα παλαιότερα ρεύματα συνέχισαν να συνυπάρχουν με τα νεότερα για ένα διάστημα, σε έργα συγγραφέων όπως ο [[Νόννος]] (''Διονυσιακά''), ο [[Μουσαίος]] {{ανάγκη αποσαφήνισης}} (''Τα καθ' Ηρώ και Λέανδρον'') και ο [[Πρόκλος]].<ref>Κακριδής, σελ. 295-296.</ref>
 
Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία διακρίνεται συμβατικά στις εξής μικρότερες περιόδους:
Γραμμή 6:
* την '''ελληνιστική εποχή''' (από το 323 π.Χ. έως τη [[ναυμαχία του Ακτίου]], [[31 π.Χ.]])
* την '''ελληνορωμαϊκή''' ή '''αυτοκρατορική εποχή''' (31 π.Χ. έως [[330]] μ.Χ.)
 
 
==Η ομηρική ποίηση και ο τρωικός κύκλος==
Γραμμή 19 ⟶ 18 :
 
==Αρχαϊκή εποχή==
Χαρακτηριστικό της πνευματικής ζωής της [[αρχαϊκή εποχή|αρχαϊκής]] περιόδου είναι η γεωγραφική διασπορά της πνευματικής ζωής σε πολλά κέντρα: [[Ιωνία]], [[Σικελία]], [[Αθήνα]], νησιά του [[Αιγαίο|Αιγαίου]]υ, [[Αρχαία Σπάρτη|Σπάρτη]].<ref>Κακριδής, σελ. 46-47.</ref> Εκτός από τη συνέχεια της επικής παράδοσης, σημειώνεται μεγάλη άνθηση της λυρικής ποίησης: ολόκληρη η περίοδος έχει χαρακτηριστεί «λυρική εποχή της Ελλάδας».<ref>C. Mossé, ''Επίτομη ιστορία της αρχαίας Ελλάδας (2000-31 π.Χ.)'', μετάφρ. Λ. Στεφάνου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2006, σελ. 388.</ref> Ο χώρος ανάπτυξης της λυρικής ποίησης ήταν το αριστοκρατικό περιβάλλον. Αρκετοί ποιητές είχαν ενεργή πολιτική δράση και κάποιοι σχετίστηκαν με τυράννους που προστάτευαν τα γράμματα και τις τέχνες (Αρίων, Στησίχορος, Ανακρέων), ενώ άλλοι εξέφρασαν την αντίθεσή τους (Αλκμάν, Ιππώναξ).<ref>Κακριδής, σελ. 80-81.</ref> Στην Ιωνία, απ' όπου προήλθε το έπος, ξεκίνησε και η ανάπτυξη του πεζού λόγου, με τους λογογράφους, προδρόμους της ιστοριογραφίας, και τους πρώτους φιλοσόφους. Στην [[Αθήνα]] στο τέλος της αρχαϊκής εποχής άρχισε να διαμορφώνεται η δραματική ποίηση
===Ησίοδος και άλλοι επικοί===
Με τον [[Ησίοδος|Ησίοδο]] περνούμε stoys iliuiousαπό το ηρωικό στο διδακτικό έπος. Ήδη η αρχαιότητα μνημόνευε παράλληλα τον Όμηρο και τον Ησίοδο και έλεγαν μάλιστα ότι πήραν μέρος σε κοινό ποιητικό αγώνα όπου, αν και οι στίχοι του Ομήρου θεωρήθηκαν ωραιότεροι, βραβεύτηκε ο Ησίοδος επειδή το έργο του εξυμνούσε την ειρηνική ζωή.<ref>A. Lesky, ''Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας'', μετάφρ. Α. Τσοπανάκη, Θεσσαλονίκη 1972, 2η έκδ., σελ. 151.</ref> Ο [[Ηρόδοτος]] (''Ιστορίαι'', 2.52), είχε πει ότι δυο επικοί ποιητές ήταν εκείνοι που δημιούργησαν τους θεούς για τους Έλληνες.<ref>Lesky, σελ. 148.</ref> Ανάμεσα όμως στους δυο ποιητές υπάρχουν πράγματι ομοιότητες, όπως η κοινή λογοτεχνική παράδοση, το μέτρο και η γλώσσα, αλλά και σημαντικές διαφορές που οφείλονται στις διαφορετικές πνευματικές καταβολές: ο Όμηρος διακρίνεται από το ιωνικό πνεύμα, ενώ αντίθετα ο Ησίοδος, μεγαλωμένος στην αιολική [[Βοιωτία]], σε αγροτικό περιβάλλον, είχε διαφορετική πνευματική συγκρότηση.<ref>Lesky, σελ. 149.</ref>
Γραμμή 32 ⟶ 31 :
Τα πρώτα γραπτά μνημεία της λυρικής ποίησης που έχον σωθεί, από τον 7ο αι. π.Χ., είχαν τις ρίζες τους σε μια παράδοση τραγουδιών που συνόδευαν θρησκευτικές τελετές, καθημερινές δραστηριότητες ή λαϊκά έθιμα, όπως ένα λαϊκό τραγούδι για το άλεσμα, το ροδιακό χελιδόνισμα και τα επιθαλάμια τραγούδια, από τα οποία επηρεάστηκε η Σαπφώ.<ref>Lesky, σελ. 171-172.</ref>
 
Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι είχαν απαρτίσει έναν «κανόνα» εννέα λυρικών ποιητών, που περιελάμβανε τον [[Αλκαίος|Αλκαίο]], τη [[Σαπφώ]], τον [[Ανακρέων|Ανακρέοντα]], τον [[Αλκμάν|Αλκμάνα]]α, τον [[Στησίχορος|Στησίχορο]], τον [[Ίβυκος|Ίβυκο]], τον [[Σιμωνίδης|Σιμωνίδη]] {{ανάγκη αποσαφήνισης}}, τον [[Βακχυλίδης|Βακχυλίδη]] και τον [[Πίνδαρος|Πίνδαρο]].
 
Η λυρική ποίηση με τη σημερινή σημασία μπορεί να διακριθεί σε επιμέρους κατηγορίες με διάφορα κριτήρια (περιεχόμενο, μετρική μορφή, τρόπο παρουσίασης και συνοδείας).
====Η ελεγεία====
Για τις ρίζες και τον δημιουργό της [[ελεγεία|ελεγείας]]ς οι αρχαίες μαρτυρίες είναι συγκεχυμένες. Ο Οράτιος στην ''ποιητική τέχνη'' (''Ars poetica'' 77) αναφέρει ότι οι γραμματικοί διαφωνούσαν για τον δημιουργό της. Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι οι ρίζες της βρίσκονται στον νεκρικό θρήνο. Πράγματι δεν είναι απίθανο στις περιοχές της [[Λυδία|Λυδίας]]ς και της [[Φρυγία|Φρυγίας]]ς, απ' όπου φαίνεται ότι προήλθε η ελεγεία, αρχικά να είχε αυτή τη σημασία. Εξάλλου ο [[Ευριπίδης]] αναφέρει τη λέξη {{πολυτονικό|''ἔλεγος''}} με τη σημασία του θρήνου. Όμως τα πρώτα δείγματα που γνωρίζουμε έχουν διαφορετικό περιεχόμενο.<ref>Lesky, σελ. 184-185.</ref> Η λέξη ''{{πολυτονικό|ἐλεγεῖον}}'' εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 5ο αι. για να χαρακτηρίσει τη στιχουργική μορφή του πεντάμετρου. Ο ιαμβικός πεντάμετρος αποτελείται από δύο ημιστίχια του εξάμετρου κομμένα στην πενθημιμερή τομή και τοποθετημένα στη σειρά σαν ενιαίος στίχος. Συνήθως αυτός ο πεντάμετρος στίχος συνδυαζόταν με έναν εξάμετρο και σχημάτιζε το ελεγειακό δίστιχο.
 
Ο πρώτος εκπρόσωπος της ελεγείας είναι ο [[Καλλίνος]] ο Εφέσιος (περίπου στο μέσον του 7ου αι. π.Χ.). Τα έργα του, όπως και τα έργα του λίγο νεότερου [[Τυρταίος|Τυρταίου]] που έδρασε στη [[Αρχαία Σπάρτη|Σπάρτη]], είναι πολεμικές ελεγείες που εμψυχώνουν για τη μάχη, προβάλλοντας ηρωικά ιδανικά που δεν απέχουν πολύ από τα ομηρικά. Περισσότερο αφηγηματικό περιεχόμενο έχουν οι ελεγείες του [[Μίμνερμος|Μίμνερμου]] του Κολοφώνιου (γύρω στο 600 π.Χ.). Ο [[Σόλων]] συνέθεσε πολλές ελεγείες στις οποίες ανέπτυσσε τις πολιτικές ιδέες του και το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Τέλος, έλεγείες με γνωμικό τόνο έγραψε ο [[Θέογνις ο Μεγαρεύς|Θέογνις]] (περ. 570-500 π.Χ.)
Γραμμή 45 ⟶ 44 :
 
====Το αιολικό μέλος====
Η [[Λέσβος]] είχε μεγάλη φήμη ως μουσικό νησί: σύμφωνα με το μύθο, όταν οι γυναίκες της [[Θράκη|Θράκης]]ς διαμέλισαν τον [[Ορφέας|Ορφέα]], το κεφάλι και η λύρα του θάφτηκαν στη Λέσβο. Αυτή η φήμη οφείλεται στους μεγάλους λυρικούς ποιητές [[Σαπφώ]] και [[Αλκαίος|Αλκαίο]],<ref>Lesky, σελ. 199.</ref>, όμως πριν από αυτούς εκεί γεννήθηκε και ένας άλλος λυρικός ποιητής, ο [[Τέρπανδρος]], ο οποίος κατά την παράδοση κατασκεύασε την επτάχορδη λύρα, αν και τα ιστορικά ευρήματα δείχνουν ότι το όργανο προϋπήρχε.<ref>Lesky, σελ. 200.</ref> Από τη Λέσβο καταγόταν και ο κιθαρωδός [[Αρίων]], γνωστός από τη μυθική διήγηση της σωτηρίας του από ένα δελφίνι. Ο Αλκαίος και Σαπφώ ήταν σχεδόν συνομήλικοι και κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες του νησιού. Ο Αλκαίος ανέπτυξε πολιτική δράση και έζησε πολλά χρόνια εξόριστος. Σε αρκετά τραγούδια του ανέπτυξε πολιτικά θέματα που σχετίζονταν με τη δράση του σε μία πολιτική εταιρεία. Έγραψε όμως και ύμνους, ερωτικά τραγούδια, καθώς και συμποτικά άσματα.<ref>Κακριδής, σελ. 66</ref> Η Σαπφώ έγραψε κυρίως ερωτική ποίηση. Ο τρόπος με τον οποίο περιέγραψε τα συμπτώματα του ερωτικού πάθους άσκησε σημαντική επίδραση στην ερωτική ποίηση των επόμενων αιώνων.<ref>Lesky, σελ. 221-222.</ref>
 
====Το χορικό μέλος====
Αν στις αιολικές περιοχές αναπτύχθηκε μονωδιακή ποίηση προσωπικού χαρακτήρα, από τη [[Δωριείς|δωρική]] [[Αρχαία Σπάρτη|Σπάρτη]] ξεκίνησε το χορικό μέλος, τραγούδι που παρουσιαζόταν από μία ομάδα (χορό) με μουσική συνοδεία, και προοριζόταν για δημόσιες τελετές (γιορτές, τελετές, εορτασμούς). Αυτή η ανάπτυξη δικαιολογείται από τα δωρικά ήθη, που προέκριναν τον ομαδικό τρόπο ζωής και ευνοούσαν τη συλλογική έκφραση.<ref>Κακριδής, σελ. 55.</ref> Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λυρικής ποίησης που έδρασαν στη Σπάρτη κατάγονταν από άλλες περιοχές. Οι ποιητές, τους οποίους μετακαλούσαν οι Δωριείς, δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιήσουν τη γνήσια δωρική διάλεκτο. Γι' αυτό παρατηρούμε στα χορικά μέλη ιωνισμούς, αιολισμούς και άλλους γλωσσικούς τύπους.{{πηγή}} Από το έργο του [[Αλκμάν|Αλκμάνα]]α, που καταγόταν από τις [[Σάρδεις]] αλλά έζησε στη Σπάρτη, σώζονται μόνο αποσπάσματα, τα μεγαλύτερα από τα οποία προέρχονται από ένα ''παρθένειο'', άσμα που τραγουδούσαν νέες κοπέλες προς τιμήν μιας θεάς. Εκτός από τη Σπάρτη, η χορική ποίηση αναπτύχθηκε και στη Μεγάλη Ελλάδα, απ' όπου προέρχονται δύο σημαντικοί εκπρόσωποι, ο [[Στησίχορος]] και ο [[Ίβυκος]]. Ο Στησίχορος είναι γνωστός κυρίας για την {{πολυτονικό|''Παλινῳδία''}}, όπου εξιστορεί ότι η [[ωραία Ελένη]] δεν είχε ακολουθήσει τον [[Πάρης|Πάρη]] στην [[Τροία]], ιστορία στην οποία βασίστηκε η ''Ελένη'' του [[Ευριπίδης|Ευριπίδη]].<ref>Κακριδής, σελ. 57-58.</ref> Ο Ίβυκος ξεκίνησε με μυθολογικά θέματα, όπως ο Στησίχορος, αλλά όταν αργότερα πήγε στην αυλή του [[Πολυκράτης|Πολυκράτη]] της [[Σάμος|Σάμου]] στράφηκε σε ερωτικά θέματα, στα οποία βασίστηκε η εικόνα της αρχαίας κριτικής για το έργο του.<ref>Lesky, σελ. 273.</ref> Ο [[Σιμωνίδης ο Κείος]] φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος που έγραψε επινίκια άσματα για νικητές αθλητικών αγώνων.<ref>Κακριδής, σελ. 59.</ref> Οι ''επίνικοι'' έφτασαν στην ακμή τους με το έργο του [[Πίνδαρος|Πινδάρου]]. Εκτός όμως από τους αθλητικούς αγώνες ο Πίνδαρος ύμνησε και τις νίκες των Ελλήνων στους [[Περσικοί πόλεμοι|περσικούς πολέμους]].<ref>Κακριδής, σελ. 107.</ref> Ο τελευταίος σημαντικός λυρικός ήταν ο [[Βακχυλίδης]], που συνέθεσε, όπως και ο Πίνδαρος, λατρευτικά τραγούδια (διθυράμβους, παιάνες, ύμνους), ερωτικά, επίνικους και εγκώμια.<ref>Lesky, σελ. 301.</ref>
 
====Άλλοι λυρικοί====
Σημαντικός λυρικός ποιητής που έγραψε πολλά είδη τραγουδιών στην ιωνική διάλεκτο ήταν ο [[Ανακρέων]], που ύμνησε πρωτίστως τον έρωτα και το κρασί, αλλά συνέθεσε επίσης ύμνους, θρήνους και σκωπτικά τραγούδια.<ref>Κακριδής, σελ. 67.</ref> Από τον χώρο της ηπειρωτικής Ελλάδας προέρχονται κάποιες ποιήτριες που συνέθεσαν λυρικά τραγούδια. Η [[Κόριννα]] από την [[Τανάγρα]], πιθανότατα σύγχρονη του Πινδάρου, έγραψε για τους θρύλους και τους μύθους της [[Βοιωτία|Βοιωτίας]]ς, όπως των πόλεμο των επτά [[Άργος|Αργείων]] στρατηγών εναντίον της [[Αρχαία Θήβα|Θήβας]]. Συνέθεσε ακόμη και ένα τραγούδι που παρουσιάζει το μουσικό συναγωνισμό μεταξύ του [[Ελικώνας|Ελικώνα]] και του [[Κιθαιρώνας|Κιθαιρώνα]].<ref>Lesky, σελ. 268.</ref> Ως δασκάλα της αναφέρεται η ποιήτρια Μυρτίδα. Από το Άργος καταγόταν η ποιήτρια [[Τελέσιλλα]], από τη [[Σικυώνα]] ή [[Πράξιλλα]], ενώ στην [[Τήλος|Τήλο]] έζησε η [[Ήριννα]], χρονολογικά πολύ μεταγενέστερη (4ος αι. π.Χ.).
 
===Η γένεση του δράματος===
Γραμμή 57 ⟶ 56 :
Στο δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. άρχισε να αναπτύσσεται στην [[Αθήνα]] η δραματική ποίηση. Για την προέλευσή της είναι λίγες πληροφορίες γνωστές και οι αρχαίες πηγές συχνά δίνουν αντιφατικές πληροφορίες. Από συνδυασμό των παρατηρήσεων του [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] στην ποιητική του με τα ιστορικά δεδομένα, συμπεραίνουμε ότι [[τραγωδία]] και [[κωμωδία]] έχουν τις ρίζες τους σε λατρευτικές τελετές. Κατά τον [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] η τραγωδία προήλθε από τους εξάρχοντες του διθυράμβου αλλά και από τα σατυρικά άσματα. Αυτές οι πληροφορίες, αν και επιφανειακά αντιφατικές, αν συνδυαστούν με άλλες μαρτυρίες οδηγούν σε μια εύλογη υπόθεση. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο [[Αρίων]] ήταν ο πρώτος που συνέθεσε διθυράμβους και το [[Σούδα (λεξικό)|λεξικό της Σούδας]] αναφέρει τον Αρίωνα ως ευρετή του τραγικού τρόπου. Φαίνεται ότι αυτός ήταν ο πρώτος που ανέδειξε τον λατρευτικό προς τον Διόνυσο διθύραμβο σε καλλιτεχνικό είδος και το παρουσίασε με [[σάτυρος|σατύρους]]. Επομένως η ονομασία τραγωδία προήλθε από τη σύνθεση των λέξεων τράγων ωδή, αφού οι σάτυροι εκλαμβάνονταν ως μορφές τράγων.<ref>Lesky, σελ. 328-330.</ref>
 
Σύμφωνα με μαρτυρία του [[πάριο μάρμαρο|Πάριου μάρμαρου]], ο [[Θέσπης]] ανέβασε πρώτος τραγωδία στην 61η Ολυμπιάδα (δηλαδή στο διάστημα 536-532 π.Χ.). Το λεξικό της Σούδας αναφέρει ότι ο Θέσπις πρώτος χρησιμοποίησε μάσκα, γεγονός που δεν ισχύει γιατί το προσωπείο ήταν σε χρήση από παλιότερα. <ref>Lesky, σελ. 336.</ref>
Μετά τον Θέσπη, οι πρώτοι τραγικοί ποιητές για τους οποίους υπάρχουν μαρτυρίες είναι ο [[Φρύνιχος (τραγικός ποιητής)|Φρύνιχος]], γνωστός κυρίως γιατί εμπνεύστηκε από την άλωση της [[Μίλητος|Μιλήτου]] το [[494 π.Χ.]] για την τραγωδία του ''Μιλήτου άλωσις'' και τιμωρήθηκε επειδή θύμησε στους Αθηναίους «οικεία κακά», ο [[Χοιρίλος]], για τον οποίο οι γνώσεις μας είναι ελάχιστες και από τα 160 δράματα που φέρεται να έγραψε γνωρίζουμε μόνο ένα, την ''Αλόπη'', και ο [[Πρατίνας]], γνωστός κυρίως για τη διαμόρφωση του [[σατυρικό δράμα|σατυρικού δράματος]].
 
Γραμμή 142 ⟶ 141 :
 
===Ιστοριογραφία===
Ο 5ος αι. είναι σημαντικός και για την γένεση της ιστοριογραφίας. Το έργο των Ιώνων λογογράφων είχε θέσει τις βάσεις την καταγραφή ιστορικών γεγονότων, αλλά το πρώτο βήμα προς την αναζήτηση των αιτιακών σχέσων που καθορίζουν τις ιστορικές εξελίξεις, το έκανε ο [[Ηρόδοτος]] (485-περ.420 π.Χ.), που χαρακτηρίστηκε από τον [[Κικέρων|Κικέρωνα]]α πατέρας της ιστορίας.<ref>Lesky, σελ. 455-6.</ref> Οι ''Ιστορία'' του Ηροδότου έχει θέμα τους [[Περσικοί πόλεμοι|περσικούς πολέμους]] αλλά η εξιστόρηση ξεκινά από τα κατά τον Ηρόδοτο αίτιά τους, δηλαδή την προαιώνια έχθρα [[Ευρώπη|Ευρώπης]]ς και [[Ασία|Ασίας]]ς που ξεκίνησε από αρπαγές γυναικών.<ref>Lesky, σελ. 443.</ref> Ο συγγραφέας όμως δεν περιορίζεται στα ιστορικά γεγονότα: ακολουθώντας την παράδοση των λογογράφων, εμπλουτίζει το έργο του με πλούσιο γεωγραφικό και εθνολογικό υλικό για τους λαούς της ανατολικής [[Μεσόγειος|Μεσογείου]], που είχε συλλέξει στα πολυάριθμα ταξίδια του. Μία από τις κεντρικές ιδέες που διατρέχουν το έργο του είναι η άποψη ότι οι θεοί ρυθμίζουν την τύχη των ανθρώπων και τιμωρούν όσους διαπράττουν {{πολυτονικό|''ὕβριν''}}, δηλαδή συμπεριφέρονται χωρίς μέτρο και σεβασμό.<ref>Κακριδής, σελ. 151.</ref> Ένα ακόμη σημαντικότερο βήμα προς την ανάπτυξη της ιστοριογραφίας γίνεται από τον [[Θουκυδίδης|Θουκυδίδη]] (περ. 460-407 π.Χ.), ιστορικό του [[Πελοποννησιακός πόλεμος|πελοποννησιακού πολέμου]]. Διακρίνεται για
το λιτό αλλά και πυκνό ύφος του, την αυστηρή και δίκαιη κρίση του, την τεκμηριωμένη αφήγησή
του, την ορθολογική θεώρηση των πραγμάτων και των προσώπων και τη χρονολογική ακρίβεια.<ref>Κακριδής, σελ. 153.</ref> Την ημιτελή εξιστόρηση του Πελοποννησιακού πολέμου που άφησε ο Θουκυδίδης ανέλαβε να συνεχίσει ο [[Ξενοφώντας|Ξενοφών]] (περ. 430-350 π.Χ.), στα ''Ελληνικά'' του. Συνέγραψε και ένα άλλο ιστορικό έργο, το ''Κύρου ανάβασις'', που αφηγείται την εκστρατεία του [[Κύρου|Κύρου]] για να καταλάβει το θρόνο της Περσίας. Ο Ξενοφώντας άφησε και άλλα έργα, πολιτικά και φιλοσοφικά.
 
Άλλοι ιστορικοί του 4ου αι. ήταν ο [[Κτησίας]], που ασχολήθηκε κυρίως με την περσική ιστορία, αφού είχε ζήσει πολλά χρόνια στην αυλή των Περσών βασιλέων ως γιατρός, ο [[Θεόπομπος ο Χίος]], που συνέχισε το έργο του Θουκυδίδη εξιστορώντας μέχρι τη ναυμαχία της Κνίδου το [[394 π.Χ.]] και εξιστόρησε επίσης τη βασιλεία του [[Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας|Φιλίππου Β΄]] στα ''Φιλιππικά'', ο [[Έφορος]], που επιχείρησε να γράψει παγκόσμια ιστορία, ο [[Φίλιστος]], που κατέγραψε την ιστορία των [[Συρακούσες|Συρακουσών]]. Από την ίδια εποχή έχουμε και το πρώτο σύγγραμμα περί πολεμικής τεχνικής, που έγραψε ο Αινείας ο τακτικός (''τακτικόν υπόμνημα περί του πώς χρη πολιορκουμένους αντέχειν''), του οποίου έχει σωθεί επιτομή, και ήταν τμήμα μεγαλύτερου έργου που επίσης δε σώζεται (''περί των στρατηγικών υπομνήματα'')αλλά μνημονεύεται από τον [[Πολύβιος|Πολύβιο]]. Γενικό χαρακτηριστικό της ιστοριογραφίας του 4ου αι. είναι η έντονη επίδραση της [[ρητορική|ρητορικής]]ς στο ύφος αλλά και η τάση για εντυπωσιασμό των αναγνωστών με θεατρική οργάνωση του υλικού.<ref>Lesky, σελ. 859.</ref>
 
===Η ανάπτυξη της ρητορικής===
Γραμμή 159 ⟶ 158 :
 
==Ελληνιστική εποχή==
Κατά την [[ελληνιστική εποχή]] πολλαπλασιάζονται τα πνευματικά κέντρα, καθώς στα νέα βασίλεια που ιδρύονται οι μονάρχες επιδιώκουν να προσελκύσουν στις αυλές τους λογοτέχνες, φιλοσόφους και άλλους λογίους.<ref>Mossé, σελ. 452.</ref> Στην Αθήνα συνεχίζεται η φιλοσοφική δραστηριότητα, η Ακαδημία και το Λύκειον συνεχίζουν να λειτουργούν, ενώ ιδρύονται τρεις ακόμη σχολές, η Στοά του [[Ζήνων ο Κιτιεύς|Ζήνωνος]], ο Κήπος του [[Επίκουρος|Επικούρου]] και η σχολή των σκεπτικών του [[Πύρρων|Πύρρωνος]]ος. Με εξαίρεση την τελευταία αναλαμπή του θεάτρου, την [[νέα κωμωδία]], η δραματική τέχνη παρακμάζει οριστικά.<ref>Κακριδής, σελ. 235</ref> Την ίδια εποχή όμως ανανεώνεται η λυρική και η επική ποίηση, με ποιητές όπως ο Καλλίμαχος και ο Απολλώνιος ο Ρόδιος. Ακόμη, παρατηρείται στροφή της λογοτεχνίας προς την αστική καθημερινή ζωή, στη νέα κωμωδία και τους μιμιάμβους, αλλά και ένα νέο ενδιαφέρον για το φυσικό περιβάλλον που παρουσιάζεται εξιδανικευμένο στη βουκολική ποίηση.<ref>Κακριδής, σελ. 186.</ref> Το σημαντικότερο όμως χαρακτηριστικό της ελληνιστικής εποχής είναι η πολυμάθεια.<ref>Mossé, σελ. 453.</ref> Στα πνευματικά ιδρύματα που λειτουργούν σε μεγάλα κέντρα, την [[Αλεξάνδρεια]], την [[Αντιόχεια]], την [[Πέργαμος|Πέργαμο]], που τα πιο φημισμένα είναι το Μουσείο και η [[Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας]], συγκεντρώνεται και καταγράφεται το σύνολο της πνευματικής παραγωγής, που μελετάται, εκδίδεται και σχολιάζεται από σημαντικούς λογίους.
===Η ποίηση στα νέα πνευματικά κέντρα===
Η ποίηση που αναπτύχθηκε στα νέα πνευματικά κέντρα, και ιδίως την Αλεξάνδρεια, ήταν ποίηση που προοριζόταν για ένα στενό κύκλο ανθρώπων με υψηλή μόρφωση, και σχετιζόταν στενά με τους αυλικούς κύκλους.<ref>Easterling - Knox, σελ. 715.</ref> Οι σημαντικότεροι ποιητές της περιόδου είναι ο [[Καλλίμαχος]], ο [[Απολλώνιος ο Ρόδιος]] και ο [[Θεόκριτος]]. Ο '''Καλλίμαχος''' είχε πλούσιο φιλολογικό και ποιητικό έργο. Συγκέντρωσε τις βιογραφίες και τους τίτλους των έργων όλων των προγενέστερων συγγραφέων, έγραψε επιστημονικές διατριβές και ασχολήθηκε με πολλά ποιητικά είδη. Από το ποιητικό του έργο έχουν χαθεί τα περισσότερα, εκτός από έξι ύμνους για θεούς, οι οποίοι αξιοποιούν με πρωτοτυπία την ομηρική γλώσσα, το ύφος και το μέτρο.<ref>Κακριδής, σελ. 197-199.</ref> Ο '''Θεόκριτος''' εγκαινίασε ένα νέο λογοτεχνικό είδος, την [[ποιμενική ποίηση]], και αν και δεν έγραψε πολλά, άσκησε μεγάλη επίδραση στους μεταγενεστέρους.<ref>Lesky, σελ. 981.</ref> Τα έργα του, σύντομα ποιήματα που από τους φιλολόγους ονομάστηκαν ειδύλλια, δεν έχουν όλα ποιμενικό περιεχόμενο. Άλλα διαδραματίζονται σε αστικό περιβάλλον και άλλα έχουν μυθολογικό θέμα.<ref>Κακριδής, σελ. 200-201.</ref> Ο '''Απολλώνιος''' έγραψε επική ποίηση, τα ''Αργοναυτικά'', το μόνο έπος που έχει σωθεί ολόκληρο μετά τον Όμηρο, και το οποίο εξιστορεί την [[αργοναυτική εκστρατεία]]. Την ίδια εποχή γράφτηκαν και άλλα έπη, που όμως δεν έχουν σωθεί.
Γραμμή 166 ⟶ 165 :
 
===Ιστοριογραφία===
Στην ιστοριογραφία της ελληνιστικής εποχής συνεχίζονται οι δύο αντίθετες τάσεις που εμφανίστηκαν τον 4ο αι. π.Χ.: από τη μία πλευρά οι ιστοριογράφοι που ενδιαφέρονταν πρωτίστως για την ιστορική αλήθεια και την ωφέλεια του αναγνώστη και από την άλλοι οι συγγραφείς που απέβλεπαν κυρίως στην τέρψη και τον εντυπωσιασμό των αναγνωστών.<ref>Κακριδής, σελ. 209-210.</ref> Στην πρώτη ομάδα ξεχωρίζει η μορφή του [[Πολύβιος|Πολύβιου]] από τη [[Μεγαλόπολη]] της [[Αρκαδία|Αρκαδίας]]ς, που έγραψε ιστορία της [[ρωμαϊκή αυτοκρατορία|ρωμαϊκής αυτοκρατορίας]]. Πολλοί ιστορικοί συνέγραψαν ιστορίες της εκστρατείας του [[Μέγας Αλέξανδρος|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], αλλά σώθηκαν ελάχιστα αποσπάσματα από αυτές. Μεγαλύτερα τμήματα έχουν σωθεί από την ιστορία που έγραψε ο [[Πτολεμαίος ο Σωτήρ|Πτολεμαίος Α΄]], την οποία χρησιμοποίησε ως πηγή ο [[Αρριανός]].<ref>Κακριδής, σελ. 206.</ref> Άλλοι ιστορικοί συνέθεσαν συμπιλήματα παλαιοτέρων ιστοριογραφικών έργων. Ο πιο γνωστός από αυτούς είναι ο [[Διόδωρος ο Σικελιώτης]], που συνέγραψε παγκόσμια ιστορία, από την μυθολογική εποχή έως την κατάκτηση της Βρετανίας από τον [[Ιούλιος Καίσαρας|Καίσαρα]]. Την ίδια εποχή γνώρισε άνθηση η συγγραφή τοπικών ιστοριών, όπως του Νεάνθη από την [[Κύζικος|Κύζικο]], του Μέμνονος από την [[Ηράκλεια η Ποντική|Ηράκλεια]] του [[Πόντος|Πόντου]], του Φιλόχορου από την Αττική κ.α. Ακόμη, γράφτηκαν έργα με γεωγραφικές, ιστορικές και εθνολογικές πληροφορίες για τους λαούς της ανατολής, όπως ο ''Περίπλους'' του [[Νέαρχος|Νεάρχου]], ναύαρχου του Μ. Αλεξάνδρου, που δεν σώζεται σήμερα αλλά ήταν γνωστός στον Αρριανό και τον [[Στράβων|Στράβωνα]]α.<ref>Κακριδής, σελ. 211.</ref>
===Νέα κωμωδία===
{{Κύριο|Νέα κωμωδία]]''
Γραμμή 173 ⟶ 172 :
Η Αθήνα παραμένει το κέντρο της φιλοσοφικής παραγωγής. Κατά την ελληνιστική περίοδο οι φιλόσοφοι εγκαταλείπουν την ενασχόληση με θέματα του φυσικού κόσμου και στρέφουν την προσοχή τους κυρίως στο άτομο, χωρίς ενδιαφέρον για τα πολιτικά προβλήματα: «Σε έναν ταρασσόμενο κόσμο από τις πολιτικές ανακατατάξεις και υποκείμενο σε απότομες αλλαγές της τύχης θέλουν κατ' αρχήν να διδάξουν τους ανθρώπους πώς να ανθίστανται στις πιέσεις των εξωτερικών συνθηκών και να υπερνικούν τα πάθη τους. Η επιζήτηση της "αταραξίας" (ανυπαρξία ανησυχιών) και της "απάθειας" (απουσία πάθους) αποτελεί κοινό τόπο σε όλες τις φιλοσοφικές σχολές».<ref>Saïd - Trédé - le Boulluec, σελ. 113.</ref>
 
Παράλληλα με την Ακαδημία και το Λύκειο, που συνεχίζουν να λειτουργούν, αναπτύσσονται νέα φιλοσοφικά συστήματα. Οι '''[[κυνικοί φιλόσοφοι|κυνικοί]]''' αμφισβητούν κάθε παραδεδομένη αξία και προτείνουν την επιστροφή στη φύση. Από τους κύκλους των κυνικών προέρχονται και δύο λογοτεχνικά είδη με μεγάλη εξάπλωση, ο «διατριβή», δηλαδή μια φανταστική συνομιλία με στόχο την ηθική διδασκαλία, και η σάτιρα, που αναμειγνύει το κωμικό με το σοβαρό για να γελοιοποιήσει σοβαρά θέματα.<ref>Saïd - Trédé - le Boulluec, σελ. 117-119.</ref> Ο [[Επίκουρος]] ίδρυσε φιλοσοφική σχολή, τον '''Κήπο''', που άσκησε μεγάλη επίδραση τους επόμενους αιώνες. Η ανθρώπινη ευτυχία, σύμφωνα με τις αρχές του [[επικουρισμός|επικουρισμού]], ταυτίζεται με την ηδονή, που εννοείται ως απουσία οδύνης και αταραξία και επιτυγχάνεται με μια απλή ζωή, την ικανοποίηση των βασικών αναγκών και την τήρηση αρχών όπως το μέτρο και η δικαιοσύνη.<ref>Saïd - Trédé - le Boulluec, σελ. 123.</ref> Ο [[Ζήνων ο Κιτιεύς|Ζήνων]] ήταν ιδρυτής μιας άλλης σχολής, της '''Στοάς''', από την οποία ονομάστηκαν και οι εκπρόσωποι του φιλοσοφικού κινήματος: '''στωικοί'''. Για τους [[στωικισμός|στωικούς]], ο δρόμος προς την ηρεμία και την αταραξία δεν είναι οι ηδονές, αλλά η αρετή, και η φιλοσοφία το μέσο που μπορεί να υποδείξει την ενάρετη ζωή.<ref>Θ.Ν. Πελεγρίνης, ''Οι πέντε εποχές της φιλοσοφίας'', εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 111.</ref> Οι [[σκεπτικοί φιλόσοφοι|σκεπτικοί]], εκπρόσωποι του σκεπτικισμού που αναπτύχθηκε από τον [[Πύρρων|Πύρρωνα]]α, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει κριτήριο που μπορεί να καθορίσει τι είναι αλήθεια ή ψέμα και αν γνωρίζουμε με βεβαιότητα κάτι ή όχι, γι’ αυτό για να εξασφαλίσει κανείς την αταραξία θα πρέπει να αποφεύγει να εκφέρει κρίσεις και έτσι δεν θα κυριαρχείται από την πλάνη ότι πιστεύει ή γνωρίζει την αλήθεια.<ref>Πελεγρίνης, σελ. 125</ref>
==Αυτοκρατορική εποχή==
Μετά τη [[ναυμαχία του Ακτίου]] το 31 π.Χ. ολοκληρώνεται η ρωμαϊκή κατάκτηση των ελληνικών περιοχών. Η ελληνική γλώσσα και γραμματεία όμως ελκύει το ενδιαφέρον των καλλιεργημένων τάξεων της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η ελληνική γλώσσα κυριαρχεί στην παιδεία της εποχής και η γνώση και η καλλιέργεια των ελληνικών γραμμάτων επεκτείνεται σε όλες τις περιοχές της αυτοκρατορίας.<ref name="ReferenceA">Saïd - Trédé - le Boulluec, σελ. 166. </ref> Τα πνευματικά χαρακτηριστικά της εποχής μπορούν να συνοψιστούν στα συγγενή ρεύματα του '''κλασικισμού''' και του '''[[αττικισμός|αττικισμού]]''', δηλαδή στη μίμηση των προτύπων της κλασικής εποχής και ως προς τη γλώσσα ειδικότερα της αττικής διαλέκτου του 5ου και 4ου αι. και αργότερα στη νέα άνθηση της ρητορικής, που είναι γνωστή ως '''δεύτερη σοφιστική'''. Η ποίηση παρακμάζει και καλλιεργείται κυρίως η πεζογραφία, ενώ εμφανίζεται και ένα νέο είδος, που θα ασκήσει σημαντική επίδραση στη σύγχρονη [[λογοτεχνία]], το [[μυθιστόρημα]].<ref>Saïd - Trédé - le Boulluec, σελ. 166.<name="ReferenceA"/ref>
===Ποίηση===
Το επίγραμμα συνέχισε να είναι δημοφιλές ποιητικό είδος και σώζονται αρκετά ονόματα ποιητών, όπως ο Κριναγόρας από τη Μυτιλήνη, ο Φίλιππος και ο Αντίπατρος από τη Θεσσαλονίκης, ο Αντίφιλος από το Βυζάντιο, ο Λεωνίδας από την Αλεξάνδρεια και ο Νικόδημος από την Ηράκλεια. Οι δύο τελευταίοι έγραψαν παιγνιώδη επιγράμματα: ο Λεωνίδας έγραψε τα ''ισόψηφα'', επιγράμματα που αν τα γράμματά τους αντιστοιχιστούν σε αριθμούς δίνουν το ίδιο άθροισμα, και ο Νικόδημος τα ''ανακυκλωτικά'', που μπορούν να διαβαστούν κανονικά και ανάποδα.<ref>Κακριδής, σελ. 245.</ref> Γράφτηκαν επίσης ύμνοι, μία ομάδα από τους οποίους είναι 87 ορφικοί ύμνοι για διάφορους θεούς. Μια άλλη σημαντική ομάδα είναι η συλλογή των ποιημάτων που είναι γνωστά ως «ανακρεόντεια», επειδή ακολουθούν τη θεματική και την τεχνοτροπία του [[Ανακρέων|Ανακρέοντα]], εξυμνώντας τον έρωτα, τη διασκέδαση και το κρασί. Συντέθηκαν ακόμη αρκετά ιστορικά και μυθολογικά έπη, που σήμερα δεν σώζονται, και αρκετά διδακτικά έπη, γνωστότερα από τα οποία είναι τα ''Αλιευτικά'' του [[Οππιανός|Οππιανού]], τα ''Κυνηγετικά'' και άλλα χαμένα με ποικίλα εγκυκλοπαιδικά θέματα (λίθοι, πουλιά, ασθένειες κ.α.).
Γραμμή 191 ⟶ 190 :
{{reflist|4}}
 
{{Link FA|sh}}
[[Κατηγορία:Αρχαία ελληνική γραμματεία]]
 
{{Link FA|sh}}
[[be:Старажытнагрэчаская літаратура]]
[[bg:Старогръцка литература]]