Μεσοχώρι Φθιώτιδας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Thiseas (συζήτηση | συνεισφορές)
Μη επαληθεύσιμα στοιχεία
Γραμμή 1:
Ο οικισμός '''Μεσοχώρι''' (πρώην '''Λιάσκοβο'''(σλάβικη λέξη)) είναι κτισμένος στους ΒΔ πρόποδες της οροσειράς της [[Οίτη]]ς (υψόμ. 640 μ.) του [[Νομός Φθιώτιδας|νομού Φθιώτιδας]]. Διοικητικά ανήκει στον [[Δήμος Υπάτης|Δήμο Λαμίας]] και κατά την απογραφή του 2001 είχε 167 κατοίκους.[[Κατηγορία:Χωριά του νομού Φθιώτιδας]]
 
 
 
[[Κατηγορία:Χωριά του νομού Φθιώτιδας]]
 
 
Μεσοχώρι Υπάτης. Ή αλλιώς, Λιάσκοβο.
Ένα πανέμορφο χωριουδάκι σκαρφαλωμένο χίλια μέτρα ψηλά μέσα στα έλατα και στις καστανιές της Οίτης. Στα βουνά της κεντρικής Φθιώτιδας. Βαρύς φόρος αίματος από τους Γερμανούς το ’40 που το’ καψαν απ’ άκρη σ’ άκρη, το ξεθεμέλιωσαν κι εκτέλεσαν εκατό χωριανούς. Άλλο ένα ολοκαύτωμα που ποτέ όμως δεν πήρε τη δημοσιότητα και την τιμητική αναγνώριση άλλων καταστροφών... του πολέμου. Ίσως γιατί η καταστροφή ΚΑΙ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ στο χωριό – ότι είχε απομείνει δηλαδή - συνεχίστηκαν μετά ΚΑΙ από τους εθνοπροδότες συμμορίτες του ΕΛΑΣ για πολλά χρόνια ακόμη. Βλέπεις η «ηγεσία» τους είχε «εκεί» την έδρα της. Στις πλαγιές του χωριού.
Πολιτική;
Ίσως αυτός να’ ταν ο λόγος.
Πως θα «ισορροπούσε» βλέπεις αυτό (η Πολιτειακή Τιμητική αναγνώριση της θυσίας του χωριού) με το «τιμητικό» άγαλμα του Σφαγέα Βελουχιώτη στη Λαμία;
Άλλωστε, αυτό δεν συνέβη σ’ όλη την Ελλάδα; Άλλος νίκησε στον συμμοριτοπόλεμο κι άλλος στον μεθέπειτα διαρκή ύπουλο πόλεμο της πολιτικοκοινωνικής (αριστεροκρατούμενης) καθημερινότητας των Ελλήνων.
Παρ’ όλα αυτά όμως, στην ντοπιολαλιά – κυρίως των παλαιοτέρων – της περιοχής έχει μείνει παροιμιακή η φράση :
 
«…Συμμορφωθείτε γιατί θα γίνει Λιάσκοβο…»
Τάδε έφη [[Άρης Βελουχιώτης]]
 
Κανένα βιβλίο δυστυχώς δεν τα γράφει. Ούτε μια αράδα δεν έχει αφιερωθεί σ’ αυτόν τον έρμο τόπο.
Ως ελάχιστο φόρο Τιμής λοιπόν , τοποθετώ τον παρακάτω υποθετικό διάλογο σε κείνο το δεύτερο Δίστομο που ποτέ κανείς δεν έμαθε την θυσία του – διότι προφανώς «κάποιοι δεν θέλησαν».
 
Δυστυχώς, το χωριό δεν αναστήθηκε ποτέ από τις απανωτές καταστροφές. Κάποιοι ελάχιστοι υπέργηροι κάτοικοι όλοι κι όλοι. Πάλι καλά που κάμποσοι απόγονοι εκείνων των διασκορπισμένων ταλαίπωρων χωριανών του πολέμου έχουν επιστρέψει ως συνταξιούχοι κι έχουν ξαναχτίσει εν μέρει το χωριό. Έτσι, που και που, κάποιες μέρες το χρόνο το καφενείο και η εκκλησία βλέπουν λίγο κόσμο παραπάνω. Το χωριό δεν έχει δικό του Ιερέα γιατί κανείς ποτέ (ούτε η Εκκλησία) δεν θεώρησε πως η θυσία του χωριού ίσως άξιζε μια τέτοια ελάχιστη θυσία από την Πολιτεία. Δεν έχει Δάσκαλο γιατί δεν έχει παιδιά πια. Δεν έχει νέους γιατί δεν έχει τοπική οικονομία και μπροστάρηδες να την αναπτύξουν. Και γιατί και πάλι ποτέ η αναιδής Πολιτεία δεν θεώρησε πως η στήριξή του θα ήταν ελάχιστος φόρος Τιμής στο Ολοκαύτωμα που υπέστη.