Κωνσταντίνος Ρωμαίος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
GiannisKourbelis (συζήτηση | συνεισφορές)
GiannisKourbelis (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 5:
Ο Κωνσταντίνος Ρωμαίος ήταν πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του [[Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών|Πανεπιστημίου Αθηνών]]. Από το 1897 ως το 1901 εργάστηκε ως σχολάρχης. Κατά τα έτη 1901 - 1904 πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Κλασικής Αρχαιολογίας στα Πανεπιστήμια Βερολίνου, Μονάχου και Βόννης με καθηγητές τους A. Furtwaengler, A.Kalkmann και G.Loeschcke.
 
== Επιστημονικό/,διδακτικό/ και διοικητικό έργο ==
Το 1904 επέστρεψε στην Ελλάδα και προσελήφθη στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Από το 1909 ώς το 1928 πραγματοποίησε ανασκαφές εργαζόμενος στην [[Πελοπόννησος|Πελοπόννησο]], την [[Αιτωλοακαρνανία]], την [[Ήπειρος|Ήπειρο]], την [[Κέρκυρα]] και την [[Αθήνα]]. Από το 1922 έως το 1925 τοποθετήθηκε σε θέση Τμηματάρχη του Αρχαιολογικού Τμήματος στο Υπουργείο Παιδείας και το 1925 έως το 1928 σε θέση Εφόρου του [[Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο|Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου]]. Το 1928 με την ίδρυση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εξελέγη καθηγητής αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή, θέση στην οποία υπηρέτησε ώς το 1940. Στο Πανεπιστήμιο δίδαξε ιστορία της Αρχαίας Τέχνης σε πλήθος νέων αρχαιολόγων και ίδρυσε την Πανεπιστημιακή Ανασκαφή της Βεργίνας για την ανασκαφική άσκηση των φοιτητών του, την οποία διηύθυνε μέχρι το 1956, πραγματοποιώντας ανασκαφές στο "ανάκτορο" και στον μακεδονικό τάφο που ονομάστηκε από αυτός "τάφος του Ρωμαίου". Το 1945 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1956 διετέλεσε πρόεδρός της. Ήταν επίσης επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λυών και τακτικό μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου.