Χελάνδιον: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 3:
Το χελάνδιον αποτελούσε τον βασικό τύπο πολεμικού πλοίου του Βυζαντίου, κατά τους 9ο-11ο αιώνες. Υπήρχαν δύο βασικές παραλλαγές: το «ουσιακόν χελάνδιον» με πλήρωμα περίπου 110 ατόμων (δηλαδή μία «ουσία»), και το μεγαλύτερο «[[Πάμφυλος (πλοίο)|πάμφυλον]] χελάνδιον» με πλήρωμα 120 έως 160 ατόμων (το όνομα δηλώνει είτε προέλευση από την [[Παμφυλία]] είτε επάνδρωση με διαλεχτά πληρώματα, από το πᾶν+φῦλον). Όπως και όλα τα μεσαιωνικά πλοία, δεν έφερε [[έμβολο]], αλλά ήταν συχνά εξοπλισμένο με έναν ή περισσότερους σίφωνες για την εκτόξευση [[υγρό πυρ|υγρού πυρός]].
 
Ο τύπος του χελανδίου, ή κάποιος αρκετά παρόμοιος, φαίνεται πως υπήρχε και στα [[ισλάμ|ισλαμικά]] ναυτικά της Μεσογείου, με την [[αραβικά|αραβική]] ονομασία ''shalandī'' (πληθ. shalandiyyāt), ενώ στις δυτικές λατινικές πηγές εμφανίζεται ως ''chelandiumChelandium'' ή ''scelandriumScelandrium, Chelandrium, Chelindrus, Salandra, Salandria''.
 
Η λέξη “χελάνδιον” από πολλούς μελετητές θεωρείται ως προερχόμενη από την ελληνική λέξη “κέλης” (=πολεμικός ίππος) και το ρήμα “αντάω-ώ”<ref>το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το "αντι-άγω". Παράγωγα: απαντώ, συναντώ, καταντώ, προϋπαντώ κλπ</ref>, και σημαίνει “ιππαγωγό πλοίο”. Οι Λατίνοι την μετέτρεψαν σε “chelandium”, και η λέξη επανήλθε στην ελληνική γλώσσα ως αντιδάνειο εκ της Λατινικής, μέσα από τη Ρωμαϊκή στρατιωτική ορολογία που κληροδοτήθηκε και χρησιμοποιήθηκε στο Βυζάντιο.