Ευαγγέλιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Αφαιρώ 95 σύνδεσμους interwiki, που τώρα παρέχονται από τα Wikidata στο d:Q34274
IM-yb (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{Χριστιανισμός}}
Ο όρος '''{{πολυτονικό|εὐαγγέλιον}}''' ή '''ευαγγέλιο''' σημαίνει "καλά νέα", "χαρμόσυνη είδηση", "χαρούμενη αγγελία".
 
== Χρήση του όρου ==
{{Χριστιανισμός}}
 
Στη [[Χριστιανισμός|χριστιανική]] Εκκλησία ο όρος ''Ευαγγέλιο'' χαρακτηρίζει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψαν στην ελληνική γλώσσα ο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίος]], ο [[Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον|Μάρκος]], ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]] και ο [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ιωάννης]] και διηγούνται τα γεγονότα της γέννησης, της ζωής και του θανάτου του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού]], εκθέτουν το περιεχόμενο του κηρύγματός του και τα κυριότερα δογματικά και ηθικά σημεία του [[Χριστιανισμός|χριστιανισμού]]. Τα τέσσερα Ευαγγέλια έγιναν πλήρως αποδεκτά από τις πρωτοχριστιανικές εκκλησίες και αποτελούν μέρος του [[Βιβλικός κανόνας|κανόνα]] της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], ενώ μεταγενέστερα εμφανίστηκαν και άλλα μη κανονικά [[απόκρυφα]] συγγράμματα ως ''Ευαγγέλια''.<ref>Σύμφωνα με τον Χάρνακ (Adolf von Harnack), τα μη κανονικά απόκρυφα Ευαγγέλια για τα οποία διασώζονται κάποιες πληροφορίες, είναι τα εξής:
* [[Κατά Εβραίους Ευαγγέλιο]],
Γραμμή 24 ⟶ 25 :
 
Η ονομασία του φιλολογικού αυτού είδους προέρχεται από μια λέξη του αρχαίου ελληνικού κόσμου που πήρε νέο περιεχόμενο στο χριστιανισμό. Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, η λέξη ''ευαγγέλιο'' που τη συναντάμε από τον 8ο αιώνα π.Χ. στα έπη του [[Όμηρος|Ομήρου]]<ref>Στην [[s:Ὀδύσσεια ξ|ξ ραψωδία]] της [[Οδύσσεια|Οδύσσειας]] (στίχοι 152 και 166) αναφερεται «{{πολυτονικό|ἀλλ' ἐγὼ οὐκ αὔτως μυθήσομαι, ἀλλὰ σὺν ὅρκῳ, ὡς νεῖται Ὀδυσεύς· '''εὐαγγέλιον''' δέ μοι ἔστω αὐτίκ', ἐπεί κεν κεῖνος ἰὼν τὰ ἃ δώμαθ' ἵκηται ... τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφης, Εὔμαιε συβῶτα· ὦ γέρον, οὔτ' ἄρ' ἐγὼν '''εὐαγγέλιον''' τόδε τείσω οὔτ' Ὀδυσεὺς ἔτι οἶκον ἐλεύσεται}}».</ref>, έχει την έννοια της χαρμόσυνης αγγελίας κάποιας νίκης ή της αμοιβής που παίρνει ο κομιστής της αγγελίας ή και της θυσίας που προσφέρεται στους θεούς για τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης.
 
[[Αρχείο:Evangel.JPG|thumb|left|150px|Αντίτυπο χρυσοποίκιλτου ''Ιερού Ευαγγελίου'']]
 
Στον Χριστιανισμό, όπως φαίνεται κι από τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων των πρώτων αιώνων, με τη λέξη ''ευαγγέλιο'' δηλώνεται είτε το λυτρωτικό μήνυμα της Καινής Διαθήκης γενικά, είτε κάποιο από τα τέσσερα βιβλία της Καινής Διαθήκης που περιέχουν και αφηγούνται το γεγονός της νίκης του Χριστού κατά των δαιμονικών δυνάμεων με τα θαύματα, τις διδασκαλίες του, το θάνατο και την ανάσταση του. Η χρήση του όρου ''ευαγγέλιο'' ως τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]] περιέγραφε και τα 4 Ευαγγέλια μαζί, ενώ από τον [[4ος αιώνας|4ο αιώνα]] άρχισε να χρησιμοποιείται ο όρος και για καθένα από τα βιβλικά Ευαγγέλια<ref>Alexander Souter, ''The Text and Canon of the New Testament'' Second ed., 1953, σελ. 11.</ref>.
Γραμμή 32 ⟶ 31 :
 
== Το περιεχόμενο του χριστιανικού ευαγγελίου ==
[[Αρχείο:Evangel.JPG|thumb|left|150px|Αντίτυπο χρυσοποίκιλτου ''Ιερού Ευαγγελίου'']]
 
Η λέξη «Ευαγγέλιο» ορίζεται ως «το άγγελμα που έχει σχέση με τον Χριστό, τη βασιλεία του Θεού και τη σωτηρία»<ref>''Ένατο Νέο Κολεγιακό Λεξικό του Γουέμπστερ'' (''Webster’s Ninth New Collegiate Dictionary'').</ref>. Ή, αναφορικά με την Καινή Διαθήκη, το Ευαγγέλιο «έχει την έννοια των καλών ειδήσεων σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού και της σωτηρίας μέσω του Χριστού, η οποία μπορεί να αποκτηθεί μέσω πίστης, με βάση τον εξιλεωτικό Του θάνατο».<ref>''Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Καινής Διαθήκης του Βάιν'' (''Vine’s Expository Dictionary of New Testament Words'')</ref>.