Τριστάν ντα Κούνια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 2.84.30.255 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό [[Χρήστη... |
CHE (συζήτηση | συνεισφορές) |
||
Γραμμή 58:
Τα νησιά τα πρωτοείδε το 1506 ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος, [[Τριστάο ντα Κούνια]], αλλά λόγω κακοκαιρίας δεν αποβιβάστηκε σε κάποιο από αυτά. Ονόμασε το κύριο νησί με το όνομα του, Ίλια ντε Τριστάο ντα Κούνια (''Ilha de Tristão da Cunha''), και αργότερα επικράτησε το μεταφρασμένο στα Αγγλικά όνομα του (''Tristan da Cunha Island''). Η πρώτη εξερεύνηση του αρχιπελάγους έγινε από την Γαλλική φρεγάτα ''L'Heure du Berger'' το 1767. Έγιναν βυθομετρήσεις και μια βιαστική επιτήρηση της ακτογραμμής. Η παρουσία νερού στον μεγάλο καταρράκτη ''Μπιγκ Ουατρόν'' και σε μια λίμνη στην βόρεια ακτή σημειώθηκαν, και τα αποτελέσματα της εξερεύνησης δημοσιεύτηκαν από έναν υδρογράφο του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού το 1781. Ο πρώτος μόνιμος έποικος ήταν ο Τζόναθαν Λάμπερτ, από το Σάλεμ της Μασσαχουσέττης των [[Ηνωμένες Πολιτείες|Ηνωμένων Πολιτειών]], που έφτασε στα νησιά το 1810. Ανακήρυξε τα νησιά ως ιδιοκτησία του και τα ονόμασε Νησιά Αναψυχής. Η ηγεμονία του ήταν βραχύχρονη, καθώς πέθανε σε ένα ατύχημα με βάρκα το 1812.
Τα νησιά αρχικά κατοικούνταν από μια Βρετανική στρατιωτική φρουρά, και σταδιακά αναπτύχθηκε ένας πολιτικός πληθυσμός. Οι φαλαινοθήρες χρησιμοποιούσαν επίσης το νησί ως βάση για τις επιχειρήσεις τους στον νότιο Ατλαντικό Ωκεανό. Η διάνοιξη όμως της [[Διώρυγα του Σουέζ|Διώρυγας του Σουέζ]] το 1869, και η μετακίνηση από τα ιστιοφόρα πλοία στα ατμοκίνητα πλοία, αύξησαν την απομόνωση των νησιών, καθώς δεν χρειάζονταν πλέον ως ενδιάμεσος σταθμός στα ταξίδια από την [[Ευρώπη]] προς την [[Άπω Ανατολή]].
|