Πρωτοχριστιανική περίοδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ WPCleaner v1.33b - Fixed using Βικιπαίδεια:WikiProject Check Wikipedia (Ιεραρχία επικεφαλίδων)
Yobot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Διόρθωση συντακτικού κώδικα με τη χρήση AWB (10454)
Γραμμή 8:
Το [[50]] μ.Χ. έλαβε χώρα και η σύνοδος της Ιερουσαλήμ, η πρώτη σύνοδος του χριστιανισμού με τη παρουσία του [[Απόστολος Παύλος|αποστόλου Παύλου]] και του αδερφόθεου Ιακώβου.
 
Το 1ο αιώνα ο απόστολος Παύλος από την [[Ιερουσαλήμ]] πήγε στην Δαμασκό και τη Βαβυλώνα, στην Αντιόχεια, Ταρσό, Έφεσο και από κεί πέρασε στην Ελλάδα και στη Ρώμη και θεμελίωσε τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες. Από την Ιερουσαλήμ άλλοι απόστολοι κήρυξαν το Ευαγγέλιο στην [[Αλεξάνδρεια]] και στη [[Κυρήνη]] και τη [[Καρχηδόνα]]. Από τη Ρώμη, πάλι ιεραπόστολοι πέρασαν στην Ισπανία και στους [[Γαλατία|Γαλάτες της Γαλλίας]]. <ref>από την ιστοσελίδα της Βικιπαίδεια για τον απόστολο Παύλο</ref>
 
Ο [[Απόστολος Πέτρος]] ξεκίνησε από την Ιουδαία, κήρυξε στην [[Αντιόχεια]] όπου χειροτόνησε πολλούς επισκόπους, μετά πήγε στη [[Σικελία]] όπου χειροτόνησε επισκόπους στις Συρακούσες και στην Κατάνη, κατέληξε στη Ρωμη και χειροτόνησε τον Πάπας Λίνος|άγιο Λίνο]], πρώτο επίσκοπο της Ρώμης. <ref>από την ιστορσελίδα του αποστόλου Πέτρου στη Βικιπαιδεία</ref>
 
Ο [[Απόστολος Ανδρέας]] μετά τη Πεντηκοστή έφυγε μαζί με τον αδερφό του Πέτρο και έφτασε και στη [[Σινώπη]] του Πόντου και από κεί στη [[Σαμψούντα]] .Περιόδευσε και σε άλλες περιοχές της [[Παρθία|Παρθίας]]ς και της [[Ιβηρία|Ιβηρίας]]ς και το 34 ξαναγύρισε στην Ιερουσαλήμ. Στη δεύτερη πορεία του πήγε [[Λαοδίκεια]] της [[Φρυγία|Φρυγίας]]ς, τη [[Βιθυνία]], τη [[Νικομήδεια]], τη [[Χαλκηδόνα]], και ξανά Σαμψούντα, [[Τραπεζούντα]], Βυζάντιο, Θράκη, Μακεδονία, Πελοπόννησο και κυρίως Αχαϊα και χειροτόνησε το πρώτο επίσκοπο Πατρών μετά το θάνατό του, τον [[Στρατοκλής|Στρατοκλή]] έναν από τους πρώτους μαθητές του, μαζί με τη γυναίκα του Μαξιμιλίνα. Αυτός και η γυναίκα του αφού πήραν το σώμα του αποστόλου Ανδρέα, το έθαψαν, και επίσης έχτισαν το κτίριο της επισκοπής και πολλά ησυχαστήρια. Έδωσαν όλη τη περιουσία τους στους φτωχούς και κήρυξαν ακούραστα το χριστιανισμό.<ref>από το λήμμα Απόστολος Ανδρέας</ref>
 
Ο [[Απόστολος Ιάκωβος]], αδερφός του ευαγγελιστή Ιωάννη, μετά τη Πεντηκοστή ανέλαβε να κηρύξει το ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης και αφού συνελήφθη, τον αποκεφάλισαν το [[44]] μ.Χ. κάνοντας τον, τον πρώτο μάρτυρα των Αποστόλων.<ref>από το λήμμα Απόστολος Ιάκωβος</ref>
Γραμμή 18:
Ο [[Απόστολος Ιωάννης]] μετά τη καταστροφή των Ιεροσολύμων από το Τίτο το [[70]] μ.Χ. πήγε να κηρύξει στη Μικρα Ασία, την [[Έφεσος|Έφεσο]] και εκεί συνελήφθη με διαταγή του αυτοκράτορα Δομιτιανού και εξορίστηκε στη Πάτμο, το [[82]] μ.Χ . Κάποια στιγμή επανήλθε στην Έφεσο και χειροτόνησε πολλούς επισκόπους –αυξάνοντας τις εκεί χριστιανικές κοινότητες<ref>από το λήμμα Απόστολος Ιωάννης της Βικιπαιδεία</ref>
 
Ο [[Απόστολος Φίλιππος]], αδερφός του Ναθαναήλ, κήρυξε το ευαγγέλιο στους [[Παρθία|Πάρθους]], στους [[Λυδία|Λυδούς]] και στους [[Μυσία|Μυσούς]]. Στην Ιεράπολη της Φρυγίας πέθανε με μαρτυρικό θάνατο.<ref name="όπως παραπάνω">όπως παραπάνω</ref>
 
Ο [[Απόστολος Βαρθολομαίος]] ή Ναθαναήλ κήρυξε το ευαγγέλιο στην [[Ινδία]] και στην [[Αρμενία]] και θεωρείται ο θεμελιωτής του χριστιανισμού στους Αρμένιους.<ref> name="όπως παραπάνω<"/ref>
 
Ο [[Απόστολος Θωμάς]] πήγε και αυτός στους Ινδούς και στους Πέρσες.<ref>ό.π.</ref>
Γραμμή 28:
Ο [[Απόστολος Ματθίας]] εξελέγη ύστερα από την ανάληψη του Ιησού, από τους 120 περίπου μαθητές του, στη θέση του Ιούδα για να ξαναγίνουν 12 οι απόστολοι. Πιστέύεται ότι κήρυξε στη σημερινή [[Γεωργία]] και εκεί, στη Σεβαστούπολη, πέθανε με μαρτυρικό θάνατο.
 
Υπολογίζεται οτι γύρω στο 100 μ.Χ. υπήρχαν 40 χριστιανικές κοινότητες και το [[301]] μ.Χ. το βασίλειο της [[Αρμενία|Αρμενίας]]ς ήταν το πρώτο που έκανε το χριστιανισμό επίσημη θρησκεία, αφού η βασιλική οικογένεια μεταστράφηκε σε αυτόν.
 
==Τόποι λατρείας των πρώτων Χριστιανών==
 
[[File:Ephesus IchthysCrop.jpg|right|thumb]]
Φαίνεται γενικά παραδεκτό πως στην αρχή τουλάχιστον οι χριστιανοί δεν είχαν συγκεκριμένους τόπους λατρείας παρά μαζεύονταν σε ευρύχωρα σπίτια και εκεί έψαλλαν και έκαναν όλες τις ιεροτελεστίες. Αργότερα, από το [[200]] και μετά και κυρίως με το τέλος των διωγμών, που οι χριστιανοί γίνονταν όλο και περισσότεροι ιδρύθηκαν ξεχωριστοί τόποι λατρείας.
 
Στην αρχή μετέτρεπαν οικίες σε ναούς, όπως βλέπουμε σε ένα πολύ καλά διατηρημένο ιερό που βρήκαν οι αρχαιολόγοι στην πόλη Δούρα-Ευρωπος της Συρίας, που χρονολογείται το 3οαι. Σε αυτό το ναό βρήκαν ένα μεγάλο δωμάτιο, με υπερυψωμένο δάπεδο στην ανατολική πλευρά (που θεωρούν ότι τοποθετούνταν η αγία τράπεζα), ένα διπλανό δωμάτιο με το βαφτιστήριο και τις ανάλογες εγκαταστάσεις ύδρευσης και διακοσμημένο με τοιχογραφίες, και μια αυλή να χωρίζει αυτά τα δύο δωμάτια.
Γραμμή 51:
*προσφορά άρτου και οίνου μαζί με νερό
*ο προεστώς αναπέμπει την «ευχή της Αναφοράς» ο λαός επευφημεί λέγοντες «αμήν»
*μετάληψη
 
που όπως χαρακτηριστικά γράφει, και όπως ακόμα συντηρεί η ορθόδοξη εκκλησία ''«Διότι δεν λαμβάνομεν ταύτα ως κοινόν άρτον και κοινόν ποτόν∙ αλλά καθ΄ ον τρόπον ο Ιησούς Χριστός ο Σωτήρ ημών σαρκοποιηθείς δια λόγου του Θεού έλαβε και σάρκα και αίμα υπέρ της σωτηρίας ημών, ούτως εδιδάχθημεν ότι και η τροφή η αγιασθείσα δια της ευχής του παρ’ αυτού προερχομένου λόγου, εκ της οποίας το αίμα και αι σάρκες ημών τρέφονται κατά μετουσίωσον, είναι σάρξ και αίμα εκείνου του σαρκοποιηθέντος Ιησού».'' <ref>Α΄απολογία Ιουστίνου κεφ.66.2</ref>
Γραμμή 63:
Συνεχίζοντας στην ίδια περίοδο ο Ιουστίνος μας δίνει πληροφορίες και για το βάφτισμα. Προηγείται η κατήχηση και η αποδοχή του τρόπου ζωής των χριστιανών, προσευχές και νηστεία και του κατηχούμενου και όλης της κοινότητας. Οι βαφτισμένοι οδηγούνται σε τοποθεσία με νερό και βαφτίζονται στο όνομα της Αγίας Τριάδας. Έπειτα οδηγούνται στη κοινή σύναξη, όπου λέγονται προσευχές και ύμνοι, γίνεται ο ασπασμός, τα μέλη έτσι καλωσορίζουν τον νεοεισερχόμενο στη κοινότητά τους και μετά ακολουθείται όλη η διαδικασία της Θείας Ευχαριστίας.<ref>Ιουστίνου, α’ απολογία, κεφάλαια 61 και 65</ref>
 
Την ίδια περίοδο πληροφορίες για το βάφτισμα στη Βόρεια Αφρική παίρνουμε από το Τερτυλλιανό και το [[Κυπριανός Καρχηδόνας|Κυπριανό]]. Έτσι έχουμε τη περίοδο της κατήχησης που περιλαμβάνει συχνές προσευχές, νηστείες, γονυκλισίες και εξομολόγηση αμαρτιών. Ευχή καθαγιασμού των υδάτων. Απόταξη του Σατανά. Χρίσμα, προσευχή με όλη τη χριστιανική κοινότητα και συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία.<ref>Τερτυλλιανός:De Baptismo,De Corona και αλλού </ref>
 
Οι πληροφορίες που έχουμε για το βάφτισμα και τον τρόπο που γινόταν στη Συρία είναι από το κείμενο της ''Διδαχής''. <ref>Ο πλήρης τίτλος είναι ''Διδαχή Κυρίου διὰ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων τοῖς ἔθνεσιν''.κείμενο που ανακαλύφθηκε και δημοσιεύτηκε το 1888 στη Κωνσταντινούπολη απο τον Φιλόθεο Βρυέννιο </ref>
Μετά από κατήχηση, και νηστεία 1 ή 2 ημερών τόσο του κατηχούμενου όσο και όλης της κοινότητας, ο κατηχούμενος βαφτίζεται σε ''«ύδωρ ζων»'' ''«στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»''. Οι βαφτισμένοι πλέον μπορούσαν να μεταλάβουν τη Θεία Κοινωνία. Από τα κείμενα του 3ου αιώνα βλέπουμε ότι στη Συρία δινόταν σημασία μεγάλη και στο χρίσμα πριν από τη βάπτιση, στην αρχή μόνο στο κεφάλι και αργότερα σε όλο το σώμα. Κατεξοχήν ημέρα βαπτίσεως θεωρούνταν τα [[Επιφάνεια (θρησκειολογία)|Επιφάνεια]] στις 6 Γενάρη και συνήθως προηγούνταν 3 βδομάδες κατήχησης πριν το βάπτισμα.
Το βάφτισμα των νηπίων άλλες κοινότητες το δέχονταν και το πραγματοποιούσαν και άλλες όχι αν και το συχνότερο ήταν να βαπτίζουν τα νήπια για να τα εντάσσουν από νωρίς στο σώμα της Εκκλησίας. Οπωσδήποτε μετά την εποχή του [[Μέγας Κωνσταντίνος|Μεγάλου Κωνσταντίνου]] το βάφτισμα των νηπίων καθιερώθηκε.<ref>''H λειτουργική ζωή της Εκκλησίας τον β' και γ' αιώνα''. Του Στέφανου Αλεξόπουλου, δρος Θεολογίας </ref>
 
=== Προσευχή ===
{{Κύριο|Προσευχή}}
Τη πρωτοχριστιανική περίοδο δεν υπήρχε ακόμα οργανωμένο σύστημα προσευχών καθ’όλο το 24ωρο. Υπήρχε αρκετή ελευθερία ως προς τις ώρες και τη συχνότητα προσευχής των πιστών. Στο κείμενο της ''Διδαχής'' (8.2-3), αναφέρεται ότι οι πιστοί πρέπει να λένε τη ''Κυριακή Προσευχή'' τρεις φορές τη μέρα, ενώ ο Τερτυλλιανός μιλάει για δυο επίσημες ώρες προσευχής, πρωί και βράδυ.
Η ''Αποστολική Παράδοση'' (στο κεφάλαιο 41)<ref> εκκλησιαστικό κείμενο του 3ου αιώνα το οποίο οι ειδικοί θεωρούν πως το έγραψε ο Ιππόλυτος Ρώμης γύρω στο 215 μ.Χ. Χρήστου, Ἑλληνικὴ Πατρολογία Τόμος Β΄σελ. 44-45.</ref> λέει πως πρέπει κανείς να προσεύχεται όταν ξυπνάει, τη 3η ώρα γιατί είναι η ώρα της Σταύρωσης, την 6η γιατί εκείνη την ώρα ο Χριστός ήταν στο σταυρό και έπεσε σκοτάδι, και την 9η ώρα γιατί τότε πέθανε ο Χριστός πάνω στο σταυρό. Προσευχή ξανά τα μεσάνυχτα αλλά και στο πρώτο λάλημα του κόκκορα γιατί τότε αρνήθηκαν τα παιδιά του Ισραήλ το Χριστό.
 
Ήδη από [[150]]μ.Χ. και μετά, η Κυριακή είχε γίνει η κατ’ εξοχήν μέρα λατρείας, η αρχαιότερη χριστιανική γιορτή, αρχαιότερη ακόμα και από το Πάσχα. Η αρχαιότερη νηστεία είναι αυτή της Τετάρτης και της Παρασκευής. Οι χριστιανοί γιόρταζαν το Πάσχα, συνήθως την ίδια μέρα με το εβραϊκό Πάσχα, τη 14η μέρα του μήνα Νισσάν(περίπου ο σημερινός Απρίλης), ημέρα θανάτου του Ιησού σύμφωνα με τα ημερολόγια της εποχής. Από τη αρχή η γιορτή του Πάσχα συνδέθηκε με μια περίοδος νηστείας πριν τον εορτασμό του που ποίκιλλε ανάλογα από τη τοπική παράδοση, από 2 ημέρες μέχρι 1 εβδομάδα. Η εκκλησία από τότε τιμούσε τη μνήμη των μελών της που μαρτύρησαν για τον Ιησού Χριστό με τις λεγόμενες ''«γενέθλιες ημέρες»''. Την ημέρα του θανάτου του μια φορά το χρόνο η τοπική εκκλησία τελούσε τη Θεία Ευχαριστία στο ''«μαρτύριο»'' δηλαδή στο τάφο του μάρτυρα και σύντασσε τη ζωή και το θάνατό του, σα διδαχή προς τους μεταγενέστερους, κάτι που αργότερα θα ονομαστεί Συναξάρι. Σε αυτή τη περίοδο βρίσκουμε κάποιες αρχές της λατρείας της Παναγίας, μια λατρεία που αναπτύχθηκε μετά το [[431]] και τη [[Πρώτη Σύνοδος της Εφέσου|Γ’ Οικουμενική σύνοδο στην Έφεσο]].<ref>Η Λειτουργική ζωή της Εκκλησίας κατά τους β’ και γ’ αιώνες του Στέφανου Αλεξόπουλου,Δρος Θεολογίας</ref>