Διφθερίτιδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 19:
Η '''διφθερίτιδα''' προκαλείται από το {{ασαφές|corynebacterium diphtheriae}}. Mεταδίδεται με τα σταγονίδια της αναπνοής από ασθενείς, από φορείς και σπανιότερα με μολυσμένα τρόφιμα ή αντικείμενα.Η λοιμογόνος δύναμή του εξαρτάται από την επιμόλυνσή του από λυσιγόνο βακτηριοφάγο που περιέχει γονίδιο υπεύθυνο για παραγωγή της τοξίνης<ref>www.emedi.gr</ref><ref> Office of Laboratory Security, Public Health Agency of Canada Corynebacterium diphtheriae Material Safety Data Sheet. January 2000</ref>. Η νόσος που προκαλεί χαρακτηρίζεται από πονόλαιμο, χαμηλό πυρετό, και μια προσκολλημένη μεμβράνη (μια ψευδομεμβράνη) στις αμυγδαλές, στο φάρυγγα και / ή στη ρινική κοιλότητα<ref> Ryan KJ, Ray CG (editors) (2004).Sherris Medical Microbiology (4th ed.). McGraw Hill. pp. 299–302. ISBN 0-8385-8529-9</ref>. Μια ηπιότερη μορφή της διφθερίτιδας μπορεί να περιορίζεται στο δέρμα. Οι λιγότερο κοινές συνέπειες περιλαμβάνουν μυοκαρδίτιδα (περίπου 20% των περιπτώσεων)<ref>Havaldar, PV; Sankpal MN, Doddannavar RP. (2000). "Diphtheritic myocarditis: clinical and laboratory parameters of prognosis and fatal outcome." Annals of Tropical Paediatrics 20 (3): 209–15.. PMID 11064774</ref> και περιφερική νευροπάθεια (περίπου 10% των περιπτώσεων).<ref>Solders, G; Nennesmo I, Persson A. (1989). "Diphtheritic neuropathy, an analysis based on muscle and nerve biopsy and repeated neurophysiological and autonomic function tests". J Neurol Neurosurg Psychiatry 52 (7): 876–80.. doi:10.1136/jnnp.52.7.876. PMC 1031936.P MID 2549201</ref>. Η διφθερίτιδα είναι μια μεταδοτική ασθένεια που μεταδίδεται από την άμεση φυσική επαφή ή με τα εκκρίματα του ρινοφάρυγγα ασθενών και υγιών μικροβιοφορέων.<ref> Atkinson W, Hamborsky J, McIntyre L, Wolfe S, eds. (2007). Diphtheria in Epidemiology and Prevention of Vaccine-Preventable Diseases (The Pink Book) (10 ed.). Washington DC: Public Health Foundation. pp. 59–70</ref>. Ο χρόνος επώασης της νόσου έχει εύρος 2-6 ημέρες και αφορά συνήθως παιδιά ηλικίας μεγαλύτερης του ενός έτους, ενώ στα μικρότερα και κυρίως τα κάτω των 6 μηνών, τα μητρικά αντισώματα είναι η ασπίδα προστασίας τους.<ref> www.iatropedia.gr </ref>
[[Αρχείο:Diphe1.jpg|μικρογραφία|Το Κορυνοβακτηρίδιο της Διφθερίτιδας κατά τη μικροσκόπηση.]]
[[Αρχείο:Diphe4.jpg|μικρογραφία|Ψευδομεμβράνη του Κορυνοβακτηριδιίου προσκολλημένη τις αμυγδαλές.]]
 
 
Στο αρχικό της στάδιο η διφθερίτιδα μοιάζει με τις λοιμώξεις του ρινοφάρυγγα, αλλά σύντομα μία λευκή μεμβράνη καλύπτει την επιφάνεια του λάρυγγα, του φάρυγγα και του εσωτερικού της μύτης, βοηθώντας τον ειδικό να φθάσει στη σωστή διάγνωση. Tο βακτηρίδιο της διφθερίτιδας προκαλεί την παραγωγή μίας τοξίνης, η οποία επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλεί παραλύσεις σε διάφορα όργανα του σώματος. Ωστόσο, είναι ασθένεια που θεραπεύεται μετά από 3 εβδομάδες περίπου, χωρίς να αφήνει κανένα πρόβλημα. Tο τελευταίο κρούσμα διφθερίτιδας στην Eλλάδα παρουσιάστηκε το 1970.
Γραμμή 70 ⟶ 72 :
===Loeffler Serum Medium===
Η πρωταρχική αξία του βρίσκεται στην ανάπτυξη και στον μορφολογικό χαρακτηρισμό των κορυνοβακτηριδίων. Η σύνθεση αυτή ενισχύει το σχηματισμό των μεταχρωματικών κοκκίων εντός των κυττάρων των οργανισμών. Mπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των πρωτεολυτικών δραστηριοτήτων των μικροοργανισμών. Επιπλέον, η γκρι-λευκή επιφάνεια του παρέχει ένα εξαιρετικό υπόβαθρο για την ανίχνευση και παρατήρηση της αποικιακής μελάγχρωσης.
[[Αρχείο:Diphe5.jpg|μικρογραφία| Ορός Loeffler για το Κορυνοβακτηρίδιο της Διφθερίτιδας.]]
 
Συστατικά: