Εκστρατεία στη Σικελία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
μ παράθεση παραπομπής μετάφρασης χωρίου
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
μ .
Γραμμή 35:
Με τον όρο '''Εκστρατεία στη Σικελία''' εννοούμε την εκστρατεία των [[Αρχαία Αθήνα|Αθηναίων]] στη [[Σικελία]], η οποία ξεκίνησε το 415 π.Χ και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 413 π.Χ, στα πλαίσια του [[Πελοποννησιακός Πόλεμος|Πελοποννησιακού Πολέμου]]. Στόχος της εκστρατείας ήταν η κατάλυση της ηγεμονίας των [[Συρακούσες|Συρακουσών]] στη Σικελία, την οποία οι Αθηναίοι ήθελαν να καταστήσουν ορμητήριο κατά των ελληνικών πόλεων της Κάτω Ιταλίας. Παρά τη μεγάλη εκστρατευτική δύναμη, καθώς και τις ενισχύσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους υπέστησαν καταστροφική ήττα από τα στρατεύματα των Συρακουσίων και των συμμάχων τους. Κύριος λόγος της αποτυχίας ήταν η προδοσία του [[Αλκιβιάδης|Αλκιβιάδη]], ο οποίος έπεισε τους Σπαρτιάτες να στείλουν τον [[Γύλιππος|Γύλιππο]] να ηγηθεί των Συρακουσίων. Ο Γύλιππος κατάφερε να συγκεντρώσει μεγάλο στράτευμα και πέτυχε σημαντικές νίκες στη ξηρά και στη θάλασσα, αναγκάζοντας τους Αθηναίους να παραδοθούν.
 
Η εκστρατεία στη Σικελία υπήρξε η σημαντικότερη απ' όλες τις ελληνικές πολεμικές επιχειρήσεις του Πελοποννησιακού Πολέμου και απέφερε δόξα στους νικητές, ενώ οι ηττημένοι υπέστησαν ολοκληρωτική πανωλεθρία.<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Ζ.87 (β)</ref>Ο Θουκυδίδης γράφει με ουδέτερο γένος «''οὐδὲν [έστι] ὅ,τι οὐκ ἀπώλετο''»(:δεν έμεινε τίποτε που να μη χαθεί)<ref>[[ Νικόλαος Σκουτερόπουλος], Θουκυδίδη Ιστορία, σ. 105, εκδ. ΠΟΛΙΣ, 2011 ISBN 978-960-435-402-3]</ref> και όχι «οὐδείς έστι».<ref>Θουκυδίδης, [[s:Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου/Ζ|Ζ LΧΧΧVΙΙ]]</ref> Το ότι χάθηκαν σχεδόν όλοι οι Αθηναίοι είναι γεγονός. Με το στρατό παγιδευμένο «ἐν ταῖς λιθοτομίαις», περισσότεροι από 40.000 Αθηναίοι,<ref>Γεώργιος Ράπτης, [[Λυσίας]], Οι υπερασπιστικοί του λόγοι, σ. 351, εκδ. Ζήτρος 2002 ISBN 960-7760-79-4 </ref> μέσα σε πελώρια νταμάρια σε βουνά της Σικελίας κοντά στον [[Άνατος|Άνατο]] ποταμό, πτώματα και ζωντανοί μαζί καθώς διψούν τρέχουν όλοι μαζί να πιουν από το θολωμένο με το αίμα των συντρόφων τους νερό του Άναπου ποταμού, που κοκκίνιζε γιατί λίγο νωρίτερα οι Συρακούσιοι έσφαζαν Αθηναίους στις όχθες του.
 
== Προηγούμενες συγκρούσεις ==
Γραμμή 68:
Η εκστρατεία στη Σικελία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 415 π.Χ, μετά από επίδειξη ισχύος στο λιμάνι του Πειραιά για τους Αθηναίους και τους ξένους της πόλης<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 31</ref>. Οι Αθηναίοι απέπλευσαν για την Αίγινα και μετά έφθασαν στην [[Κέρκυρα]], όπου ενώθηκαν με τους συμμάχους τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 32</ref>. Οι φήμες για την επικείμενη εκστρατεία είχαν φθάσει στις Συρακούσες, αλλά κανένας δεν τις πίστεψε. Κατά τη διάρκεια λαϊκής συνέλευσης, ο Ερμοκράτης, ο οποίος είχε ακριβείς πληροφορίες για το θέμα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 33</ref>, ζήτησε τον λόγο και τόνισε πως οι Αθηναίοι δεν είχαν σκοπό να βοηθήσουν τους Εγεσταίους και τους Λεοντίνους, αλλά να επεκτείνουν την ηγεμονία τους. Ο Ερμοκράτης θύμισε πως οι υπερπόντιες εκστρατείες που διεξήχθησαν στο παρελθόν είχαν αποτύχει και έφερε το παράδειγμα των [[Πέρσες|Περσών]], οι οποίοι απέτυχαν να καταλάβουν την Αθήνα το 490 π.Χ και το 480 π.Χ, λόγω της απόστασης και της έλλειψης πολεμοφοδίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 33 (β)</ref>. Τέλος, ο Ερμοκράτης ζήτησε από τους Συρακούσιους να συνάψουν συμμαχίες με τις άλλες πόλεις της Σικελίας, τις πόλεις της Ιταλίας, καθώς και με την [[Καρχηδόνα]], ενώ απαίτησε την αποστολή στόλου στον Τάραντα και στο ακρωτήριο της Ιαπυγίας με διαταγή να επιτεθεί στους Αθηναίους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 34</ref>. Μετά τον Ερμοκράτη μίλησε ο Αθηναγόρας, ο οποίος αμφισβήτησε την ακρίβεια της είδησης για την επικείμενη αθηναϊκή εκστρατεία, καθώς ήταν σίγουρος πως οι Αθηναίοι δεν θα επιχειρούσαν εκστρατεία στη Σικελία ενώ δεν είχε λήξει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 36</ref>, και έδωσε έμφαση στην αμυντική ικανότητα της Σικελίας, στην αριθμητική υπεροχή του στρατού και του ιππικού των Συρακουσίων και στην έλλειψη εφοδίων που θα αντιμετώπιζαν οι Αθηναίοι<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 37</ref>. Μετά τον Αθηναγόρα μίλησε ένας εκ των Συρακουσίων στρατηγών και δήλωσε πως θα συγκέντρωναν ιππικό και άλλα εφόδια και θα ετοίμαζαν την πόλη για άμυνα. Παράλληλα, αποφασίστηκε να σταλούν πράκτορες στις άλλες πόλεις της Σικελίας για να συλλέξουν πληροφορίες σχετικά με την εκστρατεία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 41</ref>.
 
Στην Κέρκυρα, εν τω μεταξύ, οι Αθηναίοι είχαν συγκεντρώσει τις δυνάμεις τους και χώρισαν τον στόλο σε τρεις μοίρες, κάθε μια από τις οποίες θα είχε ως αρχηγό ένα από τους στρατηγούς, ενώ έστειλαν πρέσβεις στις πόλεις της Ιταλίας και της Σικελίας για να μάθουν ποιες ήταν πρόθυμες να τους υποδεχτούν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 42</ref>. Στην Κέρκυρα, οι Αθηναίοι είχαν συγκεντρώσει την εξής δύναμη: 134 τριήρεις (100 από την Αθήνα και 34 από τη [[Χίος|Χίο]] και άλλες περιοχές), 2 πεντηκοντόρους, 5.100 οπλίτες (1.500 Αθηναίοι πολίτες, 700 θήτες πεζοναύτες, 500 Αργείοι, 250 Μαντινείς και άλλοι μισθοφόροι και 2.150 οπλίτες από συμμαχικές πόλεις), 480 τοξότες (80 Κρήτες και 100 από άλλες περιοχές), 700 σφενδονιστές (Ρόδιοι), 120 ψιλοί (Μεγαρείς) και 30 ιππείς, τους οποίους μετέφερε ένα ιππαγωγό πλοίο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 43</ref>. Αυτή τη δύναμη συνόδευαν 30 μεταγωγικά πλοία με τρόφιμα, προσωπικά και διάφορα εργαλεία, ενώ τους είχαν ακολουθήσει και αρκετά εμπορικά πλοία. Ο στόλος διέσχισε αθρόος τον Ιόνιο κόλπο και προσέγγισε στο ακρωτήριο της Ιαπυγίας - οι ιταλικές πόλεις είχαν αρνηθεί να βοηθήσουν τους Αθηναίους, αν και μερικές τους έδωσαν την άδεια να αγκυροβολήσουν. Στο τέλος, η αθηναϊκή δύναμη έφθασε στο Ρήγιο, οι κάτοικοι του οποίου αποφάσισαν να μείνουν ουδέτεροι και να συμμορφωθούν με την απόφαση του συνεδρίου των ελληνικών πόλεων της Ιταλίας. Τότε, οι Αθηναίοι άρχισαν να μελετούν τρόπους βελτίωσης της κατάστασης και περίμεναν πλοία από την Έγεστα για να επιβεβαιώσουν την ύπαρξη του θησαυρού, για τον οποίο έκαναν λόγο οι Εγεσταίοι<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 44</ref>. Ωστόσο, τους περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: οι Εγεσταίοι είχαν στη διάθεση τους μονάχα 30 τάλαντα, ενώ τα διάφορα μεταλλικά σκεύη τους (τα οποία είχαν δανειστεί από άλλες πόλεις) είχαν μεγάλο μέγεθος που ήταν δυσανάλογο με την αξία τους. Παρ' ολ' αυτά, η μεγάλη ποσότητα των χρυσών και άλλων μεταλλικών σκευών έπεισε τους Αθηναίους πως οι Εγεσταίοι διέθεταν αρκετά χρήματα για τη χρηματοδότηση του αθηναϊκού στόλου. Οι Αθηναίοι κατηγόρησαν τους πρώτους απεσταλμένους στην Έγεστα ότι τους οδήγησαν σε πλάνη, ενώ οι στρατηγοί αποφάσισαν να συγκαλέσουν πολεμικό συμβούλιο.<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 46</ref>.
 
Ο Νικίας πρότεινε να επιτεθούν οι Αθηναίοι κατά του [[Σελινούντας Σικελίας|Σελινούντος]], ο οποίος ήταν ο κύριος σύμμαχος των Συρακουσών και κύριος εχθρός των Εγεσταίων, με σκοπό να αναγκάσουν τους Σελινουντίους να συνάψουν ειρήνη με τους Εγεσταίους (είτε μέσω βίας είτε μέσω συνεννόησης), ενώ μετά να προχωρήσουν σε επίδειξη ισχύος και να πείσουν τις άλλες πόλεις να συνάψουν συμμαχία. Αν η αποστολή έληγε με επιτυχία, τότε θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην Αθήνα, εκτός και αν οι Λεοντίνοι αντιμετώπιζαν ξαφνικά νέα απειλή<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 47</ref>. Ο Αλκιβιάδης πρότεινε την αποστολή πρεσβευτών στις ελληνικές πόλεις της Σικελίας για να τις αποσπάσουν από τους Συρακούσιους και να συνάψουν συμφωνία τροφοδότησης του αθηναϊκού στρατεύματος. Ο Αλκιβιάδης έδωσε έμφαση στη Μεσσήνη που ήταν το κλειδί της Σικελίας και δήλωσε πως έπρεπε πρώτα να συνάψουν συμμαχία με τους κατοίκους της πόλης και μετά να προχωρήσουν σε επίθεση κατά των Συρακουσών και του Σελινούντος<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 48</ref>. Τελευταίος μίλησε ο Λάμαχος, ο οποίος αν και συμφώνησε με τον Αλκιβιάδη όσον αφορά τη σημασία της Μεσσήνης, πρότεινε να επιτεθούν αμέσως κατά των Συρακουσών, ενώ στους Μεσσηνίους θα πήγαινε ο ίδιος για να συνάψει συμμαχία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 49</ref>. Το ότι η άποψη του Λάμαχου επικράτησε, ο [[Ντόναλντ Κάγκαν]] το αποδίδει (πέραν της εκτίμησης την οποία έχαιρε λόγω της πολεμικής του εμπειρίας) στο ότι οι Αθηναίοι προσπαθούσαν να βρουν μια ισορροπία μεταξύ ενός νεαρού και επιθετικού ηγέτη -του Αλκιβιάδη, που ήταν ο πρωτοστάτης της εκστρατείας- και μιας παλαιάς συντηρητικής προσωπικότητας - του Νικία που ήταν ο κορυφαίος αντίπαλος της εκστρατείας και αρχηγός του κόμματος της ειρήνης.<ref name=Kagan170>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 170–171.</ref>. Ο Λάμαχος ήταν ένας 50χρονος στρατιώτης, τον οποίο ο [[Αριστοφάνης]] παρουσιάζει ως μόνιμα φτωχό στρατιώτη στην κωμωδία «[[Αχαρνής]]».