Στρατής Δούκας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
PanosAmst (συζήτηση | συνεισφορές)
PanosAmst (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 23:
Θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της [[Αιολική Σχολή|Αιολικής Σχολής]], όπως αυτή προσδιορίζεται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της [[Γενιά του ’30 (πεζογραφία)|Γενιάς του 1930]].
== Βιογραφία ==
Ο Στρατής Δούκας γεννήθηκε στα Μοσχονήσια του Αδραμυτινού κόλπου της Μικράς Ασίας, γιος του Κωσταντή Δούκα και της Αιμιλίας το γένος Χατζηαποστολή. Είχε ένα μεγαλύτερο αδερφό τον Αλέκο. Τέλειωσε το σχολαρχείο στη γενέτειρά του και το γυμνάσιο στο Αϊβαλί. Το 1912 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών και συγκατοίκησε με το Φώτη Κόντογλου, με τον οποίο συνδεόταν φιλικά από τα γυμνασιακά χρόνια. Διέκοψε τις σπουδές του μετά το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και επισκέφτηκε τη Λέσβο και το Άγιο Όρος. Το 1913 οργάνωσε λαογραφικές μελέτες στη Μυτιλήνη από κοινού με τον Αντώνη Πρωτοπάτση και τρία χρόνια αργότερα κατατάχτηκε εθελοντικά στην Εθνική Άμυνα. Πολέμησε στη Μακεδονία και τη Μικρασία και τραυματίστηκε. Αποστρατεύτηκε το 1923 και στράφηκε στην προσπάθεια διάδοσης της μικρασιατικής λαϊκής τέχνης και βιοτεχνίας (αγγειοπλαστική και ταπητουργία) στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα οργάνωσε εκθέσεις ζωγραφικής με έργα των Φώτη Κόντογλου και Σπύρου Παπαλουκά. Με τους δυο τελευταίους υπήρξε επίσης συνιδρυτής του Συλλόγου Μουσικών Τεχνών της Μυτιλήνης (μαζί με τον Στρατή Μυριβήλη) και της Εταιρείας Διακοσμητικής Τέχνης της Αθήνας. Υπήρξε επίσης βασικό στέλεχος των περιοδικών Φιλική Εταιτρεία και Φραγγέλιο και καλλιτεχνικός διευθυντής της εταιρείας Αγγειοπλαστικής της Κιουτάχειας. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Μακεδονία και Εφημερίς των Βαλκανίων (Θεσσαλονίκης) και Ελεύθερος λόγος (Μυτιλήνης). Μετά από μια σοβαρή ασθένεια το 1927 και ανάρρωσή του στη Θεσσαλονίκη, άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και περιόδευσε δύο φορές ανά τη μακεδονική επαρχία, εμπειρία που του έδωσε υλικό για δημοσιογραφική έρευνα που δημοσίευσε στην εφημερίδα Πρωία (Ορεινή Ελλάδα), για κάποια εικαστικά έργα του, καθώς επίσης για το αφήγημα Η ιστορία ενός αιχμαλώτου. Από το 1929 άρχισε να συνεργάζεται με τις αθηναϊκές εφημερίδες Πρωία, Πολιτεία και Νέος Κόσμος ως δημοσιογράφος και παράλληλα δημοσίευσε λυρικά κείμενα στο περιοδικό Κύκλος. Το 1931 ξεκίνησε η ενασχόλησή του με το έργο του γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά και γνωρίστηκε με το Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη. Το 1934 πήρε μέρος στην ίδρυση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Συνεργάστηκε επίσης στην ίδρυση και την κυκλοφορία του περιοδικού Το τρίτο μάτι μαζί με τους Πικιώνη, Παπαλουκά, Χατζηκυριάκο - Γκίκα και Καραντινό 1935-1937) και το περιοδικό Νεοελαία (1939-1940). Από το 1937 ως το 1939 εργάστηκε ως γραμματέας της τουριστικής επιτροπής Θεσσαλονίκης και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε ως αξιωματικός. Το 1942 επέστρεψε στην Αθήνα και παντρεύτηκε τη Δήμητρα Δούκα που ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνία. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση από τις γραμμές του ΕΑΜ και εντάχτηκε στο ΚΚΕ. Κακοποιήθηκε από τους γερμανούς κατακτητές για τη δράση του. Μετά την απελευθέρωση υπηρέτησε στα ιατρεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ελεύθερα Γράμματα (1949-1950 διευθυντής), Ο αιώνας μας, Ποιητική Τέχνη και Ζυγός. Υπήρξε σύμβουλος (1949-1953) και γενικός γραμματέας (1953-1960) της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Το 1962 έφυγε για να υποβληθεί σε εγχείρηση προστάτη στη Μόσχα. Η εγχείρηση δεν έγινε τελικά και ο Δούκας πέρασε την υπόλοιπη ζωή του κατάκοιτος στο σπίτι του στην Αθήνα. Συνεργάστηκε τότε με το περιοδικό Διαγώνιος της Θεσσαλονίκης και ολοκλήρωσε τα λογοτεχνικά του έργα Οδοιπόρος και Ενώτια, καθώς και τα κείμενά του για τον Χαλεπά. Διώχθηκε από το δικτατορικό καθεστώς του Παπαδόπουλου και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε γηροκομεία. Τη χρονιά του θανάτου του πρόλαβε να αναγορευτεί επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και επίτιμο μέλος του Pen - Club και επίτιμος δημότης Ζωγράφου. Ο Δήμος Ζωγράφου δημιούργησε ένα μικρό μουσείο με χειρόγραφα και σχέδια του Στρατή Δούκα στο πνευματικό του κέντρο. Το συγγραφικό έργο του Στρατή Δούκα τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία του μεσοπολέμου και εκτείνεται χρονικά ως τη μεταπολεμική πεζογραφία μας. Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι η παράλληλη στήριξή του τόσο στην παράδοση, όσο και στα ανανεωτικά ρεύματα του καιρού του, η αξιοποίηση της λαϊκής γλώσσας και το βιωματικό στοιχείο.
Ο Σ. Δούκας, γιος του Κωνσταντίνου Δούκα και της Αιμιλίας Χατζαποστόλη, γεννήθηκε το 1895 στα Μοσχονήσια. Είχε τέσσερα αδέλφια: τον Δούκα (γεν. 1893), τον Δημήτρη (γεν. 1896), την Ελένη (γεν. 1898) και τον Αλέκο (1900-1962). Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κυδωνιών (1912) και γράφτηκε στη Νομική σχολή, χωρίς να την τελειώσει. Υπηρέτησε ως εθελοντής στην Εθνική Άμυνα (1916-1923) και ως έφεδρος αξιωματικός (1940-1941). Ασχολήθηκε με την προβολή της βιοτεχνίας της Ανατολής (αγγειοπλαστική Κιουτάχειας, ταπητουργία), οργάνωσε εκθέσεις των φίλων του ζωγράφων Κόντογλου και Παπαλουκά, με τους οποίους σύστησε και την εταιρία «Διακοσμητικής τέχνης». Λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει τον Σύλλογο Μουσικών Τεχνών στη Μυτιλήνη με τον Σ. Μυριβήλη. Από το 1928 πραγματοποίησε μεγάλες περιοδείες στη Μακεδονία. Το 1930 παρουσίασε δική του έκθεση ζωγραφικής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών (1934). Υπηρέτησε ως γραμματέας της τουριστικής επιτροπής Θεσσαλονίκης (1937-1939) και στα Ιατρεία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (1945-1946). Στην Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, συνελήφθη και κακοποιήθηκε από τους Γερμανούς. Παντρεύτηκε (1942) την Δήμητρα Μαγκανά (γεν. 1903), η οποία είχε δύο παιδιά από τον πρώτο της γάμο. Δημοσίευσε αισθητικά, τεχνοκριτικά και λογοτεχνικά κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά. Στα 1935-1937 εξέδωσε το καλλιτεχνικό περιοδικό ''Το τρίτο μάτι'', στα 1948-1950 ήταν συνεργάτης και αργότερα διευθυντής του περιοδικού ''Ελεύθερα γράμματα'', και στα 1965-1969 ήταν τακτικός συνεργάτης του περιοδικού ''Διαγώνιος''. Πέθανε το 1983.
 
Ο αδελφός του Αλέκος μετανάστευσε από το 1927 στην Αυστραλία όπου αναδείχθηκε σε σημαντική μορφή των ελληνικών γραμμάτων και του εργατικού κινήματος εκεί.  Σκοτώθηκε επιστρέφοντας από διαδήλωση υπέρ της ειρήνης.