Εκκλησιαστικά αξιώματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 197:
 
=== Νεότερα Οφφίκια ===
Τα κάτωθι οφφίκια απονέμονται από τους Οικουμενικού Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως μέχρι σήμερα.<ref>βλ. Ερμηνεία των οφφικίων της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Γεν. Διευθυντού Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος: http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=hist&NF=1&main=texts&file=46.htm</ref> Παρατίθενται αλφαβητικά:
 
* '''''[[Αγιογράφος]]''''': Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους αγιογράφους.
* '''''[[]]''''':
 
* '''''[[Ακτουάριος]]''''': Ο Ακτουάριος ήταν κρατικός υπάλληλος του ρωμαϊκού κράτους. Αργότερα, επί Βυζαντίου, ο τίτλος αποδώθηκε σε ειδικευμένους γιατρούς.Γνωστός ήταν και ο '''''«Ακτουάριος του Ιπποδρομίου»'''''.
* '''''[[]]''''':
 
* '''''[[Αρχιτέκτων των Πατριαρχείων]]''''': Οφφίκιο, που απονέμεται σε αρχιτέκτονες, που υπηρετούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
* '''''[[]]''''':
 
* '''''[[Αρχόντίσσα του Οικουμενικού Θρόνου]]''''': Οφφίκιο, που απονέμεται σε γυναίκες για διακεκριμένες φιλανθρωπικές πράξεις.
 
* '''''[[Ασηκρήτις]]''''': Ο Ασηκρήτις ή Ασεκρήτις προέρχεται από τη λατινική λέξη ''scriba'' και περιγράφει τα καθήκοντα του γραμματέα. Εκκλησιαστικά, ταυτίζεται τρόπον τινά με το οφφίκιο του Νοτάριου.
 
Του . είναι πολιτικόν και εκκλησιαστικόν αξίωμα. Ο όρος Ασηκρήτις προέρχεται από την λατινικήν λέξιν « » σημαίνουσα τον γραμματέα, τον εκτελούντα γραφικήν εργασίαν. Ουσιαστικώς εις την Εκκλησίαν ο Ασηκρήτις ευρίσκεται εν τω προσώπω του Νοταρίου (Δευτέρα Πεντάς Οφφικίων, Νο 1). Εις τα Πρακτικά της Στ Ο ἰ κουμενικ ῆ ς Συνόδου (680-681 μ.Χ.) μνημονεύονται «Παύλος ο μεγαλοπρεπέστατος ασεκρέτις και βασιλικός σεκρετάριος» και «Διογένης του μεγαλοπρεπεστάτου ασεκρέτις σεκρεταρίου βασιλικού», οι οποίοι παρηκολούθουν τας συνεδριάσεις αυτής εκ μέρους του αυτοκράτορος επί σκοπώ όπως πληροφορούν αυτόν επί των διαφόρων συζητουμένων θεμάτων και της όλης εξελίξεως των εργασιών της Συνόδου. Η θέσις αυτού ήτο λίαν εμπιστευτική και απαιτούσε ιδιαιτέραν ικανότητα με μόρφωσιν και γλωσσομάθειαν. Ετέρα θέσις η οποία εδίδετο εις αυτόν κατά περιστάσεις ήτο η προεδρία του ανωτάτου αυτοκρατορικού δικαστηρίου.
 
* '''''[[]]''''':
 
* '''''[[]]''''':
Γραμμή 216 ⟶ 222 :
* '''''[[Μανδάτωρ]]''''': Ο ακόλουθος του Πατριάρχη που φέρει ράβδο και με τους κτύπους στο έδαφος σημαίνει την άφιξη, διέλευση ή αποχώρησή του. Στις Επισκοπές χρέη Μανδάτωρος εκτελεί ο ''Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης'', που φέρει σχετική ράβδο (με επιπρόσθετα καθήκοντα του τελετάρχη στις λιτανείες). Κατά δε τη διάρκεια των Αρχιερατικών συλλείτουργων χρέη Μανδάτωρα εκτελεί ο Αρχιδιάκονος ή Διάκονος κατά την αναγγελία της φήμης ενός εκάστου Αρχιερέως. Επί Βυζαντίου, ήταν ανώτατος υπάλληλος της Βασιλικής (Αυτοκρατορικής) Αυλής, έργο του οποίου ήταν να μεταβιβάζει τις διαταγές του Αυτοκράτορα. Το αξίωμα αυτό έφεραν πολλοί, με επί κεφαλής αυτών τον '''''"Πρωτομανδάτωρα"'''''.
 
* '''''[[Ακτουάριος]]''''':
 
* '''''[[Ορφανοτρόφος]]''''': Ο [[Ορφανοτρόφος]] ήταν ένα από τα αξιώματα "έξω της τάξεως της Εκκλησίας" και αναφερόταν στον διευθυντή ενός ή περισσοτέρων ορφανοτροφείων (υπό κρατικό οικονομικό έλεγχο) στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συνήθως ήταν κληρικός αλλά ήταν και κοσμικό αξίωμα. Ορισμένοι από τους κληρικούς Ορφανοτρόφους ανήλθαν στο αξίωμα του Πατριάρχη ενώ οι εκτός κλήρου Ορφανοτρόφοι, ήταν κυρίως ευγενείς, μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας. Ο προϊστάμενος όλων των ευαγών ιδρυμάτων ονομαζόταν Μέγας Ορφανοτρόφος.
Γραμμή 227 ⟶ 232 :
 
* '''''[[Ρήτωρ]]''''':
 
 
α. Του Αγιογράφου.
 
β. Του Ακολούθου. Ο Ακόλουθος εις την Εκκλησίαν υπήρχεν εις το πρόσωπον του Υποδιακόνου. Το υπούργημα του Ακολούθου θεσμοποιείται εις τον εκκλησιαστικόν βίον κατά τον πέμπτον αιώνα μ.Χ. και ούτος αναλαμβάνει διαφόρους υπηρεσίας εντός του ιερού ναού. Κατά τον έβδομον αιώνα μ.Χ. ο θεσμός του Ακολούθου αρχίζει και φθίνει, τα καθήκοντα δε τούτου αναλαμβάνουν και επιτελούν οι λαϊκοί. Ως πολιτικόν αξίωμα ευρίσκομεν τον Ακόλουθον ως στρατιωτικόν αξιωματούχον και επί κεφαλής της φρουράς των ανακτόρων.
 
γ. Του Ακτουαρίου.
 
ζ. Του Διερμηνέως. Ο Διερμηνεύς ανελάμβανεν την ερμηνείαν των διαφόρων συζητήσεων επί θεμάτων μετά των άλλων Εκκλησιών. Ούτοι ήσαν μία ειδική ομάς, ο πρώτος δε τούτων εκαλείτο «Μέγας Διερμηνεύς». Ο θεσμός ούτος διαφαίνεται περισσότερον, όταν ο αξιωματούχος της Εκκλησίας «Λογοθέτης» αναλαμβάνει καθήκοντα διερμηνέως, έτι δε περισσότερον κατά τον δέκατον έκτον αιώνα μ.Χ., όταν ο Μέγας Λογοθέτης αναλαμβάνει τα καθήκοντα αυτά και την ευθύνην δια την διερμηνείαν μεταξύ του Πατριάρχου και του Σουλτάνου.
 
η. Του Δικαιοφύλακος. Εις τας διαφόρους Συνόδους, ως και εις τας συγγραφάς των Πατέρων της Εκκλησίας, γίνεται μνεία της θέσεως του Δικαιοφύλακος και το νομικόν έργον αυτού, το οποίον απέβλεπεν εις την διαχείρισιν των δικαίων της Εκκλησίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ούτος δεν εθεωρείτο νομικός, αλλά σύμβουλος και προστάτης του δικαίου. Κατά τον έκτον αιώνα μ.Χ. ο Δικαιοφύλαξ καθίσταται ο πραγματικός ερμηνευτής των νόμων και ο φύλαξ και προστάτης των δικαίων του λαού του Βυζαντίου.
 
θ. Του Μεγάλου Εκκλησιάρχου.
 
ι. Του ʼρχοντος Μυρεψού. Ο ʼρχων Μυρεψός χειροθετείται υπό του Πατριάρχου την Κυριακήν των Βαίων μετά των «Ειδικών Κοσμητόρων» οι οποίοι είχον την ευθύνην της κατασκευής του Αγίου Μύρου.
 
ια. Του Νομοφύλακος. Ο Νομοφύλαξ ήτο πολιτικόν αξίωμα εις την Βυζαντινήν εποχήν συνδεόμενον και με τον εκκλησιαστικόν βίον, ιδιαιτέρως δε μετά την επανίδρυσιν του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως, εν έτει 1045 μ.Χ., υπό του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Θ το ῦ Μονομάχου (1042-1055 μ.Χ.), με τας δύο σχολάς, την φιλοσοφικήν και την νομικήν. Επί κεφαλής της νομικής σχολής διωρίσθη ο Ιωάννης ο Ξιφιλίνος (1005-1075 μ.Χ.), διαπρεπής νομομαθής και νομοθέτης, εις τον οποίον εδόθη υπό του αυτοκράτο-ρος ο τίτλος «Νομοφύλαξ». Επί αυτοκράτορος Μανουήλ Α το ῦ Κομνηνού (1143-1180 μ.Χ.), το αξίωμα του Νομοφύλακος εδίδετο και εις κληρικούς, οι οποίοι διεκρίνοντο δια τας γνώσεις αυτών εις την νομικήν επιστήμην και τα νομικά θέματα.
 
ιβ. Του Ορφανοτρόφου. Ο Ορφανοτρόφος είναι εκκλησιαστικόν και πολιτικόν αξίωμα εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν και Βυζαντινήν αυτοκρατορίαν. Η προστασία των ορφανών θεωρείται από τους αρχαίους χριστιανικούς χρόνους ένα εκ των κυρίων καθηκόντων της Εκκλησίας. Η Δ Ο ἰ κουμενική Σύνοδος (451 μ.Χ.) καθώρισεν (Κανών 3ος) όπως επί κεφαλής των ιδρυμάτων δια την προστασίαν των ορφανών τεθούν κληρικοί διαχειριζόμενοι ως κηδεμόνες απάσας τας υποθέσεις αυτών, οικογενειακάς, κοινωνικάς και κληρονομικάς. Μετά τον ένατον αιώνα μ.Χ. ο Ορφανοτρόφος ανήκεν εις την τάξιν των ευγενών και έχαιρεν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως εις την βυζαντινήν κοινωνίαν. Οι Ορφανοτρόφοι απεστέλλοντο, πολλάκις, υπό των Πατριαρχών και εις ετέρας εμπιστευτικάς αποστολάς. Εις την Κωνσταντινούπολιν ελειτουργούσαν τα ορφα-νοτροφεία του Αγίου Ζωτικού, του Αποστόλου Παύλου, της μονής της Πετριτσιωτίσσης, ως και το Βρεφοτροφείον. Ο Ορφανοτρόφος, εις την λιτανείαν της Κυριακής των Βαίων, η οποία εγένετο εις τον Ιππόδρομον, μετέφερεν το «Σύμβολον της Πίστεως», δηλαδή τον Σταυρόν, δια να τον ασπασθή ο αυτοκράτωρ ο οποίος ευρίσκετο εις το χρυσοτρίκλινον.
 
ιγ. Του Οστιαρίου. Ο Οστιάριος ανήκει εις τον κατώτερον κλήρον και ανυψούται εις το αξίωμα τούτο δια της ειδικής Ακολουθίας της Εκκλησίας («Τάξις δια τον εισερχόμενον εις διακονίαν εκκλησιαστικήν», Μέγα Ευχολόγιον). Η λέξις «Οστιάριος» προέρχεται εκ της λατινικής λέξεως «οstium» σημαίνουσα την θύραν. Το κύριον λειτούργημα του Οστιαρίου εις την Αρχαίαν Εκκλησίαν ήτο η φροντίς δια την τάξιν εν τη Εκκλησία, έτι δε ούτος εβάσταζεν το σκήπτρον, την ράβδον του Αρχιερέως εις τας ιεράς Ακολουθίας και προεπορεύετο πάντοτε εις τας επισήμους τελετάς και εκδηλώσεις. Επίσης ήτο υπεύθυνος όπως επιβλέπη και μη επιτρέπη την είσοδον εις τον ναόν ανθρώπων μη βεβαπτισμένων, δια το άνοιγμα ή το κλείσιμον των θυρών του κυρίως ναού κατά την καθιερωμένην τάξιν και την ώραν του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων και την ανάγνωσιν του Συμβόλου της Πίστεως. Εν τοις ανακτόροις, ο Οστιάριος επαρουσίαζεν εις τον αυτοκράτορα τους ξένους επισήμους αντιπροσώπους και πρεσβευτάς η και ανωτέρους αξιωματούχους, ως και τους υποψηφίους δια τα διάφορα αξιώματα και τας θέσεις εις την υπηρεσίαν της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
 
ιδ. Του Πρωτοκανονάρχου. Ο Πρωτοκανονάρχης, κρατεί το ισοκράτημα και δίδει την μουσικήν βάσιν δια την ψαλμωδίαν, ενώ απαγγέλει εις την τονικήν συνήθως του ήχου, την μουσικήν φράσιν την οποίαν ψάλλει εν συνεχεία ο Ψάλτης.
 
ιε. Του Πρωτομα ΐ στορος. Ο Μα ΐ στωρ είναι τίτλος πολιτικός, στρατιωτικός και εκκλησιαστικός και ο κατέχων την θέσιν αυτήν ήτο ο ανώτατος εις την ιεραρχίαν των αξιωματούχων των διαφόρων υπηρεσιών της αυτοκρατορίας. «Μα ΐ στορες» απεκαλούντο συνήθως και οι πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι. Εις την ιστορίαν της Εκκλησίας ο Μα ΐ στωρ είναι συνδεδεμένος με τον μοναχικόν βίον και ήτο υπεύθυνος δια τους νεοφύτους, οι οποίοι προετοιμάζοντο δια την μοναχικήν ζωήν.
 
ιστ. Του Ρήτορος. Ο Ρήτωρ είναι εκκλησιαστικόν αξίωμα το οποίον υπάρχει καθ' όλην την ιστορικήν πορείαν της Εκκλησίας εν τω κόσμω και η ρητορική είναι η συζήτησις της τέχνης και της θεολογίας του κηρύττειν. Το αξίωμα του Ρήτορος είναι χάρισμα, δια τούτο και απονέμεται ως οφφίκιον εις εκείνους οι οποίοι κηρύττουν τον λόγον του Θεού και ενισχύουν τον λαόν Του οδηγούντες αυτόν εις την επίγνωσιν του Αληθινού Θεού και του Λόγου Αυτού Ιησού Χριστού.
 
ιζ. Του Ταβουλαρίου. Ο Ταβουλάριος ειργάζετο ως γραμματοφύλαξ ή αρχειοφύλαξ αλλά από τον έκτον αιώνα μ.Χ. αναλαμβάνει την σύνταξιν συμβολαίων και γενικώς τα δικαιοπρακτικά έγγραφα των πολιτών.
 
ιη. Του Υμνογράφου.
 
ιθ. Του Φωτογράφου της Πατριαρχικής Αυλής.
 
κ. Του Χαρτουλαρίου. Ο Χαρτουλάριος εμφανίζεται δια πρώτην φοράν ως αξιωματούχος εις την Βυζαντινήν αυτοκρατορίαν κατά τον πέμπτον αιώνα μ.Χ. Το ιερόν ιματιοφυλάκιον ήτο ειδική υπηρεσία υπό την διεύθυνσιν του Κόμητος των Προμηθειών επί κεφαλής της οποίας ήτο ο Χαρτουλάριος. Κατά τον όγδοον αιώνα μ.Χ. ο Χαρτουλάριος αναλαμβάνει καθήκοντα εις την υπηρεσίαν επί των οικονομικών. Ο Χαρτουλάριος του Σακελλίου ήτο υπεύθυνος την εποχήν αυτήν και δια την ομαλήν λειτουργίαν των διαφόρων φιλανθρωπικών και ευαγών ιδρυμάτων, τα οποία ενισχύοντο οικονομικώς υπό της Πολιτείας. Εις την ζωήν της Εκκλησίας ο Χαρτουλάριος έχει την ευθύνην του ληξιαρχείου, των ληξιαρχικών πράξεων και των ληξιαρχικών βιβλίων. Ούτος αναφέρεται και ως αντιπρόσωπος Εκκλησιών με εμπιστευτικήν αποστολήν.
 
κα. Του Χοράρχου.
 
κβ. Του Χρονογράφου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.