Τσαρούχι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 3:
Το '''τσαρούχι''' είναι ένα ελαφρύ, [[δέρμα|δερμάτινο]] χειροποίητο ανδρικό ή γυναικείο υπόδημα με ή χωρίς φούντα<ref>Ελληνικές Φορεσιές, Συλλογή Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, β' έκδοση, Αθήνα 2005, σελ. 271.</ref> το οποίο φορούσαν οι χωρικοί στην ηπειρωτική [[Ελλάδα]] αλλά και σε άλλες ορεινές περιοχές των [[Βαλκάνια|Βαλκανίων]] και της [[Τουρκία|Τουρκίας]] μέχρι και τις αρχές του εικοστού αιώνα. Σήμερα φοριούνται στην Ελλάδα ως υποδήματα μαζί με τη [[φουστανέλα]] και με τη στολή των [[Εύζωνες|Ευζώνων]].
 
Η αρχική τους ονομασία ήταν «πίγγες»<ref>{{Cite book|title = Η Ελληνική ενδυμασία. Από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 20ου αιώνα|last = Παπαντωνίου|first = Ιωάννα|publisher = Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος|year = 2000|isbn = ISBN 960-7059-10-7|location = Αθήνα|pages = 242}}</ref> ενώ η σημερινή λέξη που προσδιορίζει τα συγκεκριμένα υποδήματα προέρχεται από το τουρκικό «τσαρίκ» (''carik''). Κατασκευαζόταν από ακατέργαστο ή κατεργασμένο δέρμα από τέσσερα συνήθως τεμάχια την «πατωσιά» (ή σόλα) τα δύο πλάγια και στην άκρη του τη «μύτη» σε διάφορες παραλλαγές, άλλοτε γυμνή και γυρισμένη προς τα πάνω είτε καλυμμένη με πλούσια, μάλλινη φούντα, η οποία ήταν συνήθως μαύρη για τους άνδρες και τις γυναίκες είτε πολύχρωμη για τα παιδιά. Το δέρμα από το οποίο κατασκευάζονταν ήταν το λεγόμενο «τελατίνι» χρώματος [[κόκκινο|ερυθρού]]. Τα τσαρούχια καθημερινής χρήσης ήταν απλά χωρίς στολίδια, ενώ τα πλουσιώτερα είχαν κορδόνια και πούλιες.
 
Τα τσαρούχια που χρησιμοποιούνται στις μέρες μας στην [[Προεδρική Φρουρά]] φέρουν επίσης στο κάτω μέρος τους περίπου 50 καρφιά το καθένα. Τα καρφιά αυτά είναι υπεύθυνα για τον χαρακτηριστικό ήχο που παράγουν τα τσαρούχια κατά τη διάρκεια ευζωνικών [[παρέλαση|παρελάσεων]]. Ως συνεπακόλουθο, τα καρφιά αυτά αυξάνουν αρκετά το βάρος του τσαρουχιού, το οποίο μπορεί να φτάσει και τα τρία [[Χιλιόγραμμο|κιλά]] το καθένα.