Ιστορία μιας κάλπικης λίρας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 57:
=== 4η Ιστορία ===
Η τέταρτη και τελευταία ιστορία ξεκινά στη φτωχική σοφίτα του Παύλου, ενός ζωγράφου, που έκανε μποέμικη ζωή. Μαζί του, έμενε και η γυναίκα του, η Αλίκη, κόρη πλούσιας οικογένειας. Οι οικονομίες τους δεν έφταναν ούτε για τα βασικά, αλλά υπήρχε μεγάλη αγάπη. Μία φορά, λοιπόν, καθώς η Αλίκη αγκάλιαζε τον Παύλο του είπε: ''σ' αγαπώ''. Εκείνος εμπνεύστηκε, από το γυναικείο πρόσωπο, που τόσο αγνά και αληθινά, έλεγε ''σ' αγαπώ'', έτσι αποφάσισε να αποθανατίσει αυτό το βλέμμα, ζωγραφίζοντάς το. Ενώ, εκείνη τη λίρα που είχαν κερδίσει από τον θείο του Παύλου, τον Μαυρίδη, τη βάλανε σε ένα κουμπαρά, παίρνοντας όρκο να μη τη χαλάσουν ποτέ, ως δείγμα που αντικατροπτίζει την αγάπη τους.
[[Αρχείο:Λαμπέτη-Χορν, Κάλπικη λίρα.jpg|200px|thumb|right| Χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας, στην οποία η Αλίκη λέει στον Παύλο: «''σ' αγαπώ''», κι εκείνος εμπνέεται για τον νέο του πίνακα. ([[Δημήτρης Χορν]] & [[Έλλη Λαμπέτη]])]]
 
Για μέρες η Αλίκη καθόταν εκεί, και του έλεγε ''σ' αγαπώ'', αλλά αυτός ο πίνακας, ποτέ δεν τελείωνε, γιατί κι ο Παύλος την αγαπούσε, κι όλο άρχισαν τις αγκαλιές. Παράλληλα, τα πράγματα όλο και δυσκόλευαν, οι μαγαζάτορες του έκοψαν και την πίστωση, ενώ τους είχαν κόψει και το ρεύμα και το αέριο. Τη λίρα όμως, ακόμα να τη χαλάσουν. Ο Παύλος σαν μποέμ καλλιτέχνης που ήταν δεν ήθελε να δουλέψει, και μετά από συζήτηση που κάνανε, ο Παύλος είπε στην Αλίκη ότι οι καλλιτέχνες καλύτερα να μην παντρεύονται. Εν συνεχεία, όμως, ο Παύλος πήγε, τελικά και έβαψε, μία ταβερνίτσα, εκεί στην Πλάκα. Γυρίζοντας όμως η Αλίκη είχε φύγει, αφήνοντας ένα γράμμα, στο οποίο του έγραφε πως δε θέλει να σταθεί εμπόδιο στην τέχνη του, ενώ, τέλος, ημιτελής έμεινε και ο πίνακας «σ' αγαπώ».