Ο Πιανίστας (ταινία): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αναίρεση έκδοσης 5546095 από τον 2001:648:2300:4690:752F:BDD6:657A:3C38 (Συζήτηση)
Γραμμή 19:
|μουσική = Β. Κίλαρ, Φρεντερίκ Σοπάν
|}}
 
== Υπόθεση ==
Ο Βλαντισλάβ Σπίλμαν, ένας διάσημος Εβραιοπολωνός [[Πιάνο|πιανίστας]] που δουλεύει στον [[Ραδιόφωνο|ραδιοφωνικό]] σταθμό της [[Βαρσοβία|Βαρσοβίας]], βλέπει τον κόσμο του να καταρρέει με το ξέσπασμα του [[Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος|Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου]] και την εισβολή των [[Γερμανία|Γερμανών]] στην [[Πολωνία]], τον Σεπτέμβριο του [[1939]]. Αφού ο ραδιοφωνικός σταθμός καταστρέφεται από τις εκρήξεις, ο Βλαντισλάβ επιστρέφει σπίτι όπου και μαθαίνει ότι η [[Μεγάλη Βρετανία]] και η [[Γαλλία]] έχουν κηρύξει πόλεμο ενάντια στη Γερμανία. Πιστεύοντας ότι ο πόλεμος θα τελειώσει γρήγορα, αυτός και η οικογένειά του γιορτάζουν το γεγονός.
 
Ωστόσο κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής που λαμβάνει χώρα τους επόμενους μήνες, οι συνθήκες διαβίωσης των Εβραίων σταδιακά χειροτερεύουν και τα δικαιώματά τους περιορίζονται: κάθε οικογένεια επιτρέπεται να έχει ένα ελάχιστο χρηματικό ποσό, όλοι πρέπει να φοράνε ένα περιβραχιόνιο με το [[Αστέρι του Δαβίδ]] για να ξεχωρίζουν και γενικά να ωφελούν να δέχονται αδιαμαρτύρητα διάφορες ταπεινώσεις. Ώσπου τελικά το [[1940]], συγκεντρώνονται όλοι στο [[Γκέτο της Βαρσοβίας]]. Εκεί αντιμετωπίζουν την πείνα, την καταδίωξη και τον εξευτελισμό από τους [[Ναζί]] και τον συνεχή φόβο του θανάτου ή βασανισμού. Σύντομα, τους πηγαίνουν στις εγκαταστάσεις εξολόθρευσης στην Τρεμπλίνκα. Ο Βλαντισλάβ σώζεται την τελευταία στιγμή από έναν αστυνομικό του Εβραϊκού Γκέτο, που τυγχάνει να είναι οικογενειακός φίλος. Μακριά πλέον από την οικογένειά του, παραμένει στο Γκέτο ως εργάτης-σκλάβος στις γερμανικές μονάδες κατασκευής ενώ αργότερα αφήνεται στη βοήθεια όσων μη-Εβραίων γνωστών του τον θυμούνται ακόμα.
 
Όσο ζει κρυμμένος, γίνεται μάρτυρας πολλών θηριωδιών που διαπράττουν τα [[Ες-Ες]], όπως μαζικές δολοφονίες, ξυλοδαρμούς και εμπρησμούς. Παρακολουθεί επίσης την επανάσταση που λαμβάνει χώρα στο Γκέτο, χωρίς να μπορεί να προσφέρει ή να αντιδράσει με άλλο τρόπο. Τελικά, τα Ες-Ες μπαίνουν με τη βία στο Γκέτο και σκοτώνουν όλους σχεδόν τους εναπομείναντες αντάρτες. Ανάμεσα στις τρομακτικές σκηνές που εξελίσσονται γίνεται μια αναφορά στη δράση του [[Γιόζεφ Μπλός]], ενός αξιωματικού των Ες-Ες γνωστού σήμερα για τις ιδιαίτερα βάναυσες πράξεις του. Χαρακτηριστικά συγκεντρώνει και εκτελεί μια ομάδα Εβραίων που έμοιαζαν αρκετά μεγάλοι ή αδυνατισμένοι για να δουλέψουν. Σε κάποια άλλη σκηνή, η απάντησή του σε μια νεαρή μητέρα που τον ρωτά πού πηγαίνουν τα τρένα είναι ένας εξ επαφής πυροβολισμός.
 
Ένα χρόνο μετά, η ζωή στη Βαρσοβία γίνεται όλο και χειρότερη. Η Πολωνική αντίσταση γνωρίζει αποτυχίες ενάντια στη γερμανική κατοχή, κάτι που οδηγεί στη ραγδαία μείωση του πληθυσμού. Ο Σπίλμαν εν τω μεταξύ, αγγίζει το θάνατο λόγω αρρώστιας (ίκτερου) και υποσιτισμού. Μετά την απομάκρυνση όλου του πληθυσμού της Βαρσοβίας και των Γερμανών λόγω του Ρώσικου στρατού που πλησιάζει, μένει εντελώς μόνος.
 
Τριγυρνά στα λιγοστά σπίτια που δεν έχουν καταστραφεί εντελώς και ψάχνει για φαγητό. Ενώ προσπαθεί απεγνωσμένα να ανοίξει μια κονσέρβα διαπιστώνει με τρόμο πως κάποιος τον παρακολουθεί. Ωστόσο δεν ήταν η περίπολος, αλλά ένας ένστολος Γερμανός, ο [[Βιλμ Χόσενφελντ]]. Ο Σπίλμαν έχει παραλύσει στην ιδέα του θανάτου, αλλά ο Γερμανός του ζητά απλά να του παίξει κάτι στο πιάνο. Ο Σπίλμαν, μια σκιά πλέον του παλιού εαυτού του, παίζει την Μπαλάντα του [[Σοπέν]] σε Σολ Μινόρε. Ο Γερμανός συγκινημένος του επιτρέπει να συνεχίσει να κρύβεται στη σοφίτα και του φέρνει τακτικά φαγητό, σώζοντάς του τη ζωή.
 
Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι Γερμανοί αναγκάζονται να υποχωρήσουν λόγω του [[Κόκκινος Στρατός|Κόκκινου Στρατού]]. Στην τελευταία τους συνάντηση, ο Γερμανός ρωτά τον Σπίλμαν το όνομά του και όταν εκείνος του απαντά, αναφωνεί πως είναι ταιριαστό όνομα για πιανίστα (το Szpilman είναι ομόφωνο του γερμανικού spielmann που σημαίνει «αυτός που παίζει»), και του υπόσχεται πως θα τον ακούει στο ραδιόφωνο. Επίσης του δίνει το σακάκι του, κάτι που παραλίγο να αποβεί μοιραίο αφού οι Πολωνοί τον μπερδεύουν για Γερμανό και τον πυροβολούν. Όταν αντιλαμβάνονται ότι είναι Πολωνός τον ρωτούν γιατί φοράει γερμανικό σακάκι και εκείνος απαντά απλά «κρυώνω».
 
Σε ένα κοντινό στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο Γερμανός ευεργέτης του Σπίλμαν βρίσκεται εκεί μαζί με πολλούς άλλους Γερμανούς και παρακαλεί έναν Πολωνό μουσικό να μιλήσει στον Σπίλμαν για να τον ελευθερώσει. Ο Σπίλμαν, που πλέον εργάζεται ξανά στον ραδιοφωνικό σταθμό, φτάνει πολύ αργά. Όλοι οι αιχμάλωτοι έχουν μεταφερθεί χωρίς να αφήσουν ίχνος πίσω τους. Στην τελευταία σκηνή της ταινίας, ο Βλαντισλάβ Σπίλμαν θριαμβεύει παίζοντας Σοπέν μπροστά σε ένα μεγάλο κοινό. Στους τίτλους τέλους μαθαίνουμε πως ο Σπίλμαν παρέμεινε στη Βαρσοβία όπου πέθανε το 2000 σε ηλικία 88 ετών και πως ο Γερμανός ευεργέτης του πέθανε το 1952 σε ένα [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικό]] στρατόπεδο, μετά από εφτά χρόνων απάνθρωπα βασανηστήρια, σε κατάσταση πλήρους ψυχικής διαταραχής. Συν τοις άλλοις είχε υποστεί και ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο Σπίλμαν τον έψαχνε για ένα χρόνο. Το 1950 έμαθε το όνομα, προσπάθησε να τον απελευθερώσει χωρίς, όμως, επιτυχία. Το 1957 επισκεφθηκε την οικογένεια του στη Δυτική Γερμανία.
 
== Παραγωγή ==