Εθνικό Μουσείο του Καποντιμόντε: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 24:
Ο [[Κάρολος Γ΄ της Ισπανίας]] ανήλθε στον θρόνο της Νάπολι το 1734. Έθεσε το ερώτημα αν υπήρχε κατάλληλος χώρος για τη στέγαση των έργων τέχνης που είχε κληρονομήσει από τη μητέρα του, [[Ελιζαμπέττα Φαρνέζε]],<ref>Sapio, σελ. 9</ref> τμήμα της οικογενειακής συλλογής που είχε εκκινήσει από τον [[Πάπας Παύλος Γ΄|Πάπα Παύλο Γ΄]] (Αλεσσάντρο Φαρνέζε) τον 16ο αιώνα και συνεχίστηκε από τους κληρονόμους του.<ref>Utili, σελ. 4.</ref> Διαμοιρασμένα μεταξύ [[Ρώμη]]ς και [[Πάρμα]], μερικά έργα τέχνης, ιδιαίτερα όσων η αξία υπερέβαινε το κόστος μεταφοράς, μεταφέρθηκαν στο Βασιλικό ανάκτορο της Νάπολι (μεταξύ αυτών και πίνακες των [[Ραφαήλ]], [[Αννιμπάλε Καρράτσι]], [[Κορρέτζο]], [[Τιτσιάνο]] και [[Παρμιτζανίνο]]),<ref name=tc1sr>Touring Club Italiano, 2008, σελ. 349.</ref> αλλά εκεί έλειπε μια αίθουσα εκθέσεων. Προϊόντος του χρόνου, η υπόλοιπη συλλογή μεταφέρθηκε και φυλάχτηκε στις αποθήκες, γεγονός που απειλούσε την ακεραιότητά τους, ακόμη και από τα στοιχεία της φύσης, λόγω της μικρής απόστασης από τη θάλασσα.<ref>Touring Club Italiano, 2012, σελ. 9.</ref> Το 1738 ο βασιλέας ξεκίνησε την κατασκευή ενός κτιρίου στον λόφο του Καποντιμόντε, ώστε να το χρησιμοποιήσει ως μουσείο,<ref name=tc2nd>Touring Club Italiano, 2008, σελ. 348.</ref> ενώ παράλληλα κάλεσε μια ομάδα ειδικών για να διαμορφώσει το εσωτερικό, ώστε να δεχτεί τη συλλογή: Το σχέδιο προέβλεπε ότι τα έργα θα στεγάζονταν σε δωμάτια που έβλεπαν προς τον νότο, προς τη θάλασσα.<ref>[http://www.realcasadiborbone.it/dinastia/pallazzi-e-residenze/la-reggia-di-capodimonte/ Brevi cenni sul Museo nazionale di Capodimonte, στον ιστότοπο Realcasadiborbone.it]</ref> Ενώ η κατασκευή δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί, οι πρώτοι πίνακες άρχισαν να τοποθετούνται το 1758 σε δώδεκα κοιτώνες, διαχωρισμένοι κατά καλλιτέχνη και κατά σχολή ζωγραφικής. Σήμερα δεν είναι γνωστό ποιοι πίνακες είχαν τοποθετηθεί πού, γιατί οι επετηρίδες της εποχής καταστράφηκαν κατά τον [[ΒΠΠ|Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]]. Επόμενο στάδιο ήταν ο εξοπλισμός του Μουσείου, που άρχισε ήδη από το 1755 υπό τη διεύθυνση του ζωγράφου [[Τζουζέππε Μπονίτο]] (Giuseppe Bonito) από το [[Καστελλαμάρε ντι Σταμπία]] (Castellammare di Stabia), κοντά στη Νάπολι.<ref>Touring Club Italiano, 2012, σελ. 11.</ref>
 
Το 1759 μεταφέρθηκε και το υπόλοιπο της συλλογής: Τα προπαρασκευαστικά σχέδια για τη μεταφορά των τοιχογραφιών από την ''Cappella Paolina'' (παρεκκλήσιο των Αγίων Πέτρου και Παύλου στο Αποστολικό Ανάκτορο του [[Βατικανό|Βατικανού]]), που είχε δημιουργήσει ο [[Μιχαήλ Άγγελος]] και αυτάτα αντίστοιχα για την αίθουσα του Ηλιοδώρου, δημιουργίες του Ραφαήλ,<ref>Utili, σελ. 5.</ref> πίνακες των [[Τζόρτζιο Βαζάρι]], [[Αντρέα Μαντένια]] και [[Μαζολίνο ντα Πανικάλε]].
 
Μεταξύ των επισκεπτών εκείνης της εποχής συγκαταλέγονται οι [[Ζαν Ονορέ Φραγκονάρ]], ο [[Μαρκήσιος ντε Σαντ]], ο [[Τζόζεφ Ράιτ]], ο [[Αντόνιο Κανόβα]], ο [[Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε]], και ο [[Γιόχαν Γιοάχιμ Βινκελμαν]].<ref>Touring Club Italiano, 2012, σελ. 10.</ref> Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1770, ύστερα από τη μεταφορά και των άλλων τμημάτων της Συλλογής Φαρνέζε, το Μουσείο έφτασε να καταλαμβάνει εικοσιτέσσερις αίθουσες: Έγινε, εν τω μεταξύ, προμήθεια και νέων πινάκων, των πρώτων των ζωγράφων του ιταλικού νότου, όπως των [[Πολίντορο ντα Καραβάτζιο]], [[Τσέζαρε ντα Σέστο]], [[Χοσέ Ριμπέρα]], [[Λούκα Τζιορντάνο]] εκτός των ήδη υπαρχόντων πινάκων των [[Αντόν Ράφαελ Μενγκς]], [[Αντζέλικα Κάουφμαν]], [[Ελιζαμπέτ Βιζέ-λε Μπρεν]] και [[Φραντσέσκο Λιάνι]], ενώ το 1783 το Μουσείο αγόρασε τη συλλογή του κόμητος Καρλ Γιόζεφ φον Φίρμιαν, που περιείχε περίπου 20.000 χαρακτικά και σχέδια καλλιτεχνών όπως οι [[Φρα Μπαρτολομέο]], [[Περίν ντε Βάγκα]], [[Άλμπρεχτ Ντύρερ]] και [[Ρέμπραντ]].<ref name=p12>Touring Club Italiano, 2012, σελ. 12.</ref> Την ίδια περίπου εποχή δημιουργήθηκε ένα εργαστήριο αποκατάστασης, το οποίο αρχικά ανέλαβε ο Κλεμέντε Ρούτα και στη συνέχεια ο Φεντερίκο Αντρές, ύστερα από σύσταση του ζωγράφου της Αυλής [[Γιάκομπ Φίλιπ Χάκερτ]].<ref name=p12/>
 
 
<!-- Among the visitors of the time they included Jean-Honore Fragonard , the Marquis de Sade , Joseph Wright of Derby , Antonio Canova , Johann Wolfgang von Goethe and Johann Joachim Winckelmann [12] . Around the late ' 70s with the transfer of other parts of the Farnese collection, the museum came to own twenty-four rooms: were also purchased new paintings, the first of painters southerners, as Polidoro da Caravaggio , Cesare da Sesto , Jusepe de Ribera , Luca Giordano , in addition to panels of Anton Raphael Mengs , Angelica Kauffman , Elisabeth Vigee-Le Brun and Francesco Liani , while in 1783 it purchased the collection of Count Karl Joseph von Firmian , containing about twenty thousand of engravings and drawings by artists such as Fra Bartolomeo , Perin del Vaga , Albrecht Dürer and Rembrandt [13] . In the same period it was opened a restoration laboratory entrusted first to Clemente Ruta , then Federico Andres, at the suggestion of the court painter Jacob Philipp Hackert [13] . With Ferdinand I of the Two Sicilies , in 1785, was established the Regulations of the Museum of Capodimonte were then defined the opening hours, the duties of guardians, the responsibility of the consignee, access to copiers, while there was liberalized access the population, which however was already the case in other museums Bourbon, except with a permit issued by the Secretary of State [10] . At the end of the eighteenth century , when the museum housed about eighteen hundred paintings, the decision was made ​​to create a single museum complex Neapolitan: the choice fell on Palazzo degli Studi, the future National Archaeological Museum , where the work on the new public use were already initiated since 1777 by Ferdinando Fuga , with the intent to carry you all the Farnese collection and the Herculaneum, it formed as a result of archaeological finds from the excavations of Pompeii , Herculaneum and Stabia , as well as making the seat of the library and of ' Academy [14] . -->
 
==Παραπομπές==