Ιστορία μιας κάλπικης λίρας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 62:
Ο καιρός πέρασε και η Αλίκη, που είχε γυρίσει στον πατέρα της, του έκανε τη χάρη να παντρευτεί ένα οικογενειακό, πλούσιο, φίλο. Όμως δε σταμάτησε ποτέ να αγαπά τον Παύλο. Μετά το ταξίδι του μέλιτος, η Αλίκη πήγε με τον Δημήτρη, τον άντρα της, σε εκείνη την ταβέρνα, που ο Παύλος είχε ζωγραφίσει αρχικά ένα κίτρινο φεγγάρι και αργότερα την είχε βάψει. Εκεί, ρώτησε τον ταβερνιάρη για τον Παύλο, κι εκείνος της είπε ότι ακόμα είναι ο ίδιος κι ότι ακόμα πεινάει, ενώ, τέλος, της είπε ότι ετοιμάζει έκθεση με τους πίνακές του. Στην έκθεση αυτή, υπήρχε και ο πίνακας «σ' αγαπώ». Αυτό δεν άρεσε στον Δημήτρη: να "εκθέτουν" τη γυναίκα του. Έτσι πήγε να τον αγοράσει, αλλά ο πίνακας δεν πουλιόταν. Όταν ο Παύλος τους είδε, είπε: ''αυτός ο πίνακας δεν πουλιέται, όπως έκανε το μοντέλο''. Αργότερα η Αλίκη απόκτησε και παιδί.
 
Ο Παύλος, όμως, αν κι έγινε ένας διάσημος ζωγράφος, συνέχισε να ζει μποέμικα. Έτσι, σκέφτηκε να σπάσει τον κουμπαρά για να χαλάσει τη λίρα. Προς έκπληξή του, όμως, του είπαν πως τελικά είναι κάλπικη. Εφτά χρόνια πέρασαν και ο Παύλος συνάντησε ξανά την Αλίκη. Της είπε ότι η λίρα ήταν τελικά κάλπικη, αλλά εκείνη είπε πως ο έρωτάς του δεν ήταν κι αυτός κάλπικος. Οι δύο νέοι, αν και ο ένας αγαπούσε τον άλλον ακόμα, τραβήξανε ξανά για τις ζωές τουτους, με τον Παύλο, να πετάει, κάτω στον δρόμο τη λίρα.
 
=== Επίλογος ===