Μορφολογία (γλωσσολογία): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
NiKouts (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
NiKouts (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 23:
Η άνθηση της ενασχόλησης με τη Μορφολογία παρατηρείται στις αρχές του 20ου αιώνα με τη [[Δομισμός|Σχολή του δομισμού]] (structuralism) τόσο στην Ευρώπη (ευρωπαϊκός δομισμός) όσο και στην Αμερική (αμερικανικός δομισμός) και αφορούσε κυρίως τη μελέτη μη ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (βλ. Sapir 1921, Bloomfield 1933). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η μελέτη των γλωσσών περιοριζόταν κυρίως στην εξέταση της μορφολογίας και της [[φωνολογία]]ς των γλωσσών και έχει κυρίως περιγραφικό και ταξινομικό χαρακτήρα.
 
Στα μέσα του 20ου αι., με την εμφάνιση της σχολής της [[Γενετική-μετασχηματιστική γραμματική|Γενετικής Γραμματικής]] (Generative Grammar) (Chomsky 1957, 1965) η γλωσσολογική θεωρία θέτει καινούργιους στόχους τόσο στη μεθοδολογία όσο και στη θεωρητική ανάλυση. Ως προς τη θεωρητική ανάλυση, ο στόχος της γλωσσολογίας είναι να μελετήσει τη φύση της γλωσσικής ικανότητας ([[linguistic competence]]) των ομιλητών και πώς η γλώσσα κατακτιέται στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης ([[γλωσσική κατάκτηση]]). Μεθοδολογικά, οι γλωσσολογικές αναλύσεις δεν πρέπει πλέον να περιορίζονται μόνο στη στείρα περιγραφή, αλλά να καλύπτουν όλες τις πιθανές περιπτώσεις (περιγραφική επάρκεια, (Levels of adequacy), και να προχωρούν και σε γενικεύσεις (ερμηνευτική επάρκεια). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ενδιαφέρον στρέφεται κυρίως στη μελέτη της [[Σύνταξη (γλωσσολογία)|Σύνταξης]], καθώς η συστηματικότητα και η προβλεψιμότητα που προσφέρουν οι συντακτικές κατασκευές οδηγούν τους γλωσσολόγους να προσεγγίσουν ευκολότερα αυτό που ονομάζεται [[Καθολική Γραμματική]] (Universal Grammar).
 
Ωστόσο, είναι πλέον κοινώς αποδεκτό ότι ο [[φυσικός ομιλητής]] μίας γλώσσας (native speaker) έχει μία έμφυτη γνώση που του επιτρέπει να αναλύει υπάρχουσες λέξεις, να σχηματίζει νέες λέξεις (παραγωγή νέων λέξεων), και να καταλαβαίνει νέες λέξεις που δεν έχει ακούσει ποτέ (πρόσληψη νέων λέξεων). Η μελέτη αυτής της γνώσης είναι το αντικείμενο του κλάδου της Μορφολογίας (Lieber 2010).