Λατινοκρατία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Αναίρεση έκδοσης 5675835 από τον 81.186.147.78 (Συζήτηση)
Γραμμή 1:
[[Image:San Marco horses.jpg|thumb|Τα [[Άλογα του Αγίου Μάρκου]] λεηλατήθηκαν από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης το 1204 και μεταφέρθηκαν στη Βενετία ως τρόπαιο.]]
[[Image:San Marco horses.jpg|thumb|
d
Τα [[Άλογα του Αγίου Μάρκου]] λεηλατήθηκαν από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης το 1204 και μεταφέρθηκαν στη Βενετία ως τρόπαιο.]]
[[Αρχείο:Flag of Most Serene Republic of Venice.svg|thumb|right|250px|O Eνετικός πτερωτός λέοντας, έμβλημα των Ενετών.]]
'''Λατινοκρατία''' ή '''Φραγκοκρατία''' ονομάζεται η χρονική περίοδος της λατινικής κυριαρχίας στο [[βυζαντινή αυτοκρατορία|Βυζάντιο]] και στην Ελληνική ανατολή.
afssdafdsfφορέων της συγκεντρωτικής εξουσίας και της φεουδαρχικής αριστοκρατίας, που η μεταξύ τους αναμέτρηση υπονόμευε κάθε αποτελεσματική αντίσταση. Τέλος η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση των πληθυσμών, η διοικητική καταπίεση και η βαριά φορολόγησή τους καθόριζε τη στάση των μαζών.<ref>Τηλέμαχος Λουγγής, Επισκόπηση Βυζαντινής Ιστορίας, τομ.Β (1204-1453), εκδ. Σύγχρονη Εποχή,Αθήνα, 2011, σελ.19</ref>
 
Σε αντίθεση με άλλες περιόδους ξενικής κυριαρχίας, όπως η Ρωμαιοκρατία ή Τουρκοκρατία, δεν παρουσιάζει καθολικότητα και πληρότητα, επειδή δεν είναι σταθερά για όλες τις περιοχές τα χρονολογικά όρια της έναρξης και του τέλους της, ενώ διαφορετική είναι και η καταγωγή των εγκατεστημένων ξένων στον ελληνικό χώρο. <ref>Χρύσα Μαλτέζου, «Graecolatinitas Nostra: Ζητήματα και προοπτικές», στο: Διεθνές συμπόσιο Πλούσιοι και φτωχοί στην κοινωνία της Ελληνολατινικής ανατολής (Χρύσα Μαλτέζου επίμ), Βενετία 1998, σελ.11-12</ref>
 
==Λατινοκρατία ή Φραγκοκρατία;==
Η περίοδος 1204 έως 1566 ή ακόμα 1669 και 1797, ως ακρότατο όριο τερματισμού της Λατινοκρατίας στον ελληνικό χώρο χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία δυτικών κυριάρχων: Φράγκων/Βουργουνδών, Φλαμανδών, Γενουατών, Λομβαρδών, Βενετών, Καταλανών<ref>Μαρία Ντούρου-Ηλιοπούλου, «Καταλανική παρουσία στην Κρήτη τον 14ο αιώνα», στο:Πεπραγμένα του Ζ΄Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τομ. Β2 τμήμα Βυζαντινών και Μέσων χρόνων, Ρέθυμνο 1995, σελ.587-591</ref>, Φλωρεντινών, Ναβαρραίων, Ιπποτών Ναϊτών ή Ιωαννιτών. Όλοι αυτοί είχαν ως κοινό πολιτιστικό χαρακτηριστικό την πολιτισμική-θρησκευτική τους ταυτότητα: όλοι ήταν Λατίνοι, οπαδοί της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και αναγνώριζαν τον Πάπα της Ρώμης ως ανώτατο θρησκευτικό και πνευματικό τους ηγέτη.<ref>Αλέξιος Σαββίδης, «''Λατινοκρατία''-''Φραγκοκρατία'' μετά το 1204 μ.Χ. Όροι ταυτόσημοι; Ένα βιβλιογραφικό δοκίμιο για τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυριαρχιών στον ελλαδικό χώρο», Βυζαντιακά, τομ.23 (2003),σελ.187</ref>
Στις πηγές το όνομα ''Λατίνος'' προσδιορίζει γενικά τον δυτικό άνθρωπο, ανεξαρτήτως εθνικής υπόστασης, ενώ το όνομα ''Φράγκος'' ταυτίζεται με το ''Λατίνος'' και δηλώνει τον Δυτικοευρωπαίο. Τέλος το ''Φράγκος'' καταλήγει να δηλώνει τον γαλλόφωνο ή τον γαλλικής καταγωγής δυτικό.<ref>Χρύσα Μαλτέζου, «Graecolatinitas Nostra: Ζητήματα και προοπτικές», στο: Διεθνές συμπόσιο Πλούσιοι και φτωχοί στην κοινωνία της Ελληνολατινικής ανατολής (Χρύσα Μαλτέζου επίμ), Βενετία 1998, σελ11 Νικόλαος Κοντοσόπουλος, «Το εθνικό όνομα Φράγκος και τα παράγωγά του», Λεξικογραφικόν Δελτίον της Ακαδημίας Αθηνών, τομ. 18 (1993), σελ.81</ref>
Ο όρος ''Φραγκοκρατία'' επικράτησε στην ελληνική βιβλιογραφία μετά την Κάρολο Χοπφ στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τον Ουίλιαμ Μίλλερ κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Και οι δύο έδωσαν έμφαση στον όρο ''Φραγκοκρατία'' αν και η επικράτηση του όρου αυτού στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία σχετίζεται λιγότερο με το συνθετικό έργο του Χοπφ, το οποίο ποτέ δεν μεταφράστηκε στα ελληνικά και θα μπορούσε να επηρεάσει μόνο εξειδικευμένο ερευνητικό κοινό. Ο [[Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος]] τον χρησιμοποίησε ευρέως και τον Χοπφ και τον όρο ''Φραγκοκρατία''. <ref>Αλέξιος Σαββίδης, «Λατινοκρατία-Φραγκοκρατία μετά το 1204 μ.Χ. Όροι ταυτόσημοι; Ένα βιβλιογραφικό δοκίμιο για τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυριαρχιών στον ελλαδικό χώρο», Βυζαντιακά, τομ.23 (2003),σελ.196-198</ref>Ο όρος ''Φραγκοκρατία'' είναι περιοριστικός σχετικά με τον ευρύτερο ''Λατινοκρατία'', ευρύτερο από άποψη πολιτισμικο-θρησκευτικού περιεχομένου.<ref>Αλέξιος Σαββίδης, «Λατινοκρατία-Φραγκοκρατία μετά το 1204 μ.Χ. Όροι ταυτόσημοι; Ένα βιβλιογραφικό δοκίμιο για τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυριαρχιών στον ελλαδικό χώρο», Βυζαντιακά, τομ.23 (2003),σελ.206</ref>
 
==Δυτικές κυριαρχίες στον ελλαδικό χερσαίο και νησιωτικό χώρο==
Η πρώτη γνωστή μακροπρόθεσμη λατινική κυριαρχία επί ελληνικών (βυζαντινών) κτήσεων είναι αυτή στην Κύπρο, από το 1191 και εξής. Άλλε διαδοχικά είναι οι εξείς:
*Η Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης ή Αυτοκρατορία της Ρωμανίας (Imperium Romaniae) (1204-1261)
*Το Λατινικό (Λομβαρδικό) Βασίλειο της Θεσσαλονίκης του οίκου των Μομφερατικών (1204/7-1224)
*Το Φραγκικό Πριγκηπάτο της Αχαΐας, η φραγκοκρατούμενη Πελοπόννησος/Μορέας (1204/5-1262/1430). Στον Μορέα άσκησαν μικρές περιόδους εξουσίας οι Ναβαρραίοι, οι Ναΐτες και οι Ιωαννίτες Ιππότες
*Το Δουκάτο των Αθηνών και των Θηβών, δηλαδή η λατινοκρατούμενη Αττικοβοιωτία (1204/5-1456/58), που άλλαξε διαδοχικά κατακτητές: τους Βουργουνδούς Ντελαρός (1204/5-1311), την Καταλανοκρατία (1311-1388) και την Φλωρεντινοκρατία των Ατζαγιόλι/Ατζαγιωλών (1388-1456/58) και μία εμβόλιμη Βενετοκρατία (1397-1403)
*Την αρχικά Λομβαρδοκρατία (1204/5-1216) και κατόπιν Βενετοκρατία (1216-1470) της Εύβοιας (Negreponte)
*Τη Βενετοκρατία του Αιγαίου Πελάγους (Κυκλάδων) με το Δουκάτο της Νάξου ή ''Αρχιπελάγους'' (του δυναστικού οίκου των Σανούδων πρώτα και των Κρίσπων αργότερα). Παρεμβλήθηκαν διαλείμματα Γενουατοκρατίας σε ορισμένες από τις Κυκλάδες (1207-1566) και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (Γενουατοκρατούμενη Χίος 1329-1566 και Γατελούζου Λέσβου 1355-1462)
*Τη Βενετοκρατία των Επτανήσων (Ιονίου Πελάγους): μια μακρόχρονη κατάκτηση από το 1207 ως την ανατροπή της από τον Μέγα Ναπολέοντα (1797). Αρχικά υπήρχαν εναλλαγές εξουσίας των Βενετών με τη δυναστεία των Ανδηγαυών (Ανζού) της Σικελίας και Νάπολης και με την παλατινή δυναστεία των Τόκκο/Τόκκων του Βρινδισίου (Μπρίντεζι) (με κτήσεις στα Επτάνησα και την δυτική Ήπειρο)
*Την αρχικά Γενουατοκρατία (1204/6-1210) και κατόπιν Βενετοκρατία της Κρήτης (Candia) (1210-1669)
*Iπποτοκρατία (ηγεμονία των Ιωαννιτών Ιπποτών του Νοσοκομείου/Οσπιταλλιτών) στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα (1309/10-1522/23)<ref>Αλέξιος Σαββίδης, «Λατινοκρατία-Φραγκοκρατία μετά το 1204 μ.Χ. Όροι ταυτόσημοι; Ένα βιβλιογραφικό δοκίμιο για τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυριαρχιών στον ελλαδικό χώρο», Βυζαντιακά, τομ.23 (2003),σελ188-192</ref>
 
==Η διανομή των περιοχών==
[[Image:Venetian lion spears Moreas.jpg|thumb|right|260px|Ο Λέων, σύμβολο της Βενετίας, περιστοιχισμένος από λόγχες της εποχής. [[Εθνικό Ιστορικό Μουσείο]], Αθήνα]]
 
Οι δυτικοί κατακτητές της Κωνσταντινούπολης προχώρησαν στον διαμερισμό των προηγούμενων εδαφών της Αυτοκρατορίας μεταξύ τους με μαθηματική ακρίβεια: Ένα τέταρτο κατανεμήθηκε στον Αυτοκράτορα, τρία όγδοα δόθηκαν στη Βενετία ως αμοιβή για τη μεταφορά, τις προμήθειες και τη ναυτική υποστήριξη και τα υπόλοιπα τρία όγδοα επρόκειτο να διανεμηθούν μεταξύ των Λατίνων ιπποτών ως τιμάρια. Η ίδια η Κωνσταντινούπολη μοιράστηκε εξίσου μεταξύ του Αυτοκράτορα και των Βενετών. Στην πραγματικότητα οι Λατίνοι δεν ήλεγχαν ολόκληρη την περιοχή που διεκδικούσαν επειδή υπήρχαν θύλακες αντίστασης με επικεφαλής βυζαντινούς ή τοπικούς αξιωματούχους.<ref>Robert Browining, Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, μτφρ. Νικόλαος Κονομής,εκδ.Παπαδήμας, Αθήνα, 1992, σελ.259</ref>
 
[[Image:Constantinople Mural Fourth Crusade.jpg|thumb|left|260px|O ενετικός στόλος σπάζει τις αλυσίδες του Κεράτιου]]
 
==Κοινωνικοί παράγοντες εξάπλωσης των Λατίνων==
afssdafdsfφορέωνΤα αίτια εξάπλωσης και υποδοχής των Λατίνων ήταν διάφορα: η επιθυμία συμβιβασμών ή η σκοπιμότητα για αποφυγή καταστροφών ή άσκοπων θυσιών, η αδράνεια ή δράση κάποιων τοπικών αρχόντων. Επίσης οι αντιθέσεις μεταξύ των φορέων της συγκεντρωτικής εξουσίας και της φεουδαρχικής αριστοκρατίας, που η μεταξύ τους αναμέτρηση υπονόμευε κάθε αποτελεσματική αντίσταση. Τέλος η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση των πληθυσμών, η διοικητική καταπίεση και η βαριά φορολόγησή τους καθόριζε τη στάση των μαζών.<ref>Τηλέμαχος Λουγγής, Επισκόπηση Βυζαντινής Ιστορίας, τομ.Β (1204-1453), εκδ. Σύγχρονη Εποχή,Αθήνα, 2011, σελ.19</ref>
 
==Φραγκικά και ενετικά κράτη==
Από την πρώτη επίσημη και καταγεγραμdasfdsaμένηκαταγεγραμμένη μοιρασιά το φθινόπωρο του 1204 μ.Χ. προέκυψαν 2 μεγάλες σφαίρες επιρροής: των Ενετών, sadfsadfυτήπου απόαποδείχτηκε τονη γηραιότατομακροβιότερη [[Δόγης|δόγη]]και τηςfsafdsaδιέθετε [[Βενετία]]ςτην [[Ερρίκοςαόρατη Δάνδολος|Ερρίκοσυνοχή Δάνδολο]]του εμπορίου, παρότικαι ήταντων μόλιςΦράγκων, 32που ετώνόμως ήταν ίσωςκατακερματισμένοι και γι'δίχως αυτόουσιαστικά ακριβώς.πολιτική Στόχοςστήριξη των Ενετών<ref>Βασίλιεφ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας</ref> ήταν να έχουν αυτοκράτορα,από στητις πραγματικότηταπατρίδες Αρμοστήτους.
 
Συγκεκριμένα η αρχική μοιρασιά προέβλεπε οι [[Ενετοί]] να πάρουν περίπου το 3/8 της επικράτειας των Βυζαντινών (τα οποία παρέμειναν σταθερά στα χέρια τους και επαυξήθηκαν) ενώ οι ηγέτες της Σταυροφορίας θα μοιραζόταν τα υπόλοιπα 5/8. Ετσι η πρώτη διανομή δημιούργησε τη Λατινή Αυτοκρατορία των Φράγκων και ένα μεγάλο και σχετικά ενιαίο ναυτικό κράτος (των Ενετών) σε νησιά, λιμάνια και παράλια. Η [[Λατινική Αυτοκρατορία]] όμως για λόγους πολιτικών ισορροπιών<ref>π.χ. η πρώτη συμφωνία του Μαρτίου δεν κάλυπτε τον Βονιφάτιο και αυτός απαιτούσε να πάρει την πλήρη κυριότητα της Θεσσαλονίκης, οπότε όλο το καλοκαίρι πέρασε με "παζάρια" όπως αναφέρει στο "The papacy and the levant: 1204 -1571", σελίδα 18, ο Kenneth M. Setton</ref> μεταξύ των δυσαρεστημένων ηγετών της [[Σταυροφορίες|Δ΄ Σταυροφορίας]], αν και περιλάμβανε την Ελλάδα, τελικά αποκόπηκε από αυτήν. Ο λόγος ήταν πως η Ελλάδα αποφασίστηκε να ανήκει στο [[Βασίλειο της Θεσσαλονίκης]], ηγέτης του οποίου ορίστηκε ο δυσαρεστημένος Βονιφάτιος που επέμεινε να μην τον λένε μαρκήσιο, αλλά βασιλιά. Και καθώς οι πολιτικές ισορροπίες αλλά και οι πολιτικές ανάγκες πίεζαν τους νέους ηγέτες, το [[Βασίλειο της Θεσσαλονίκης]], δηλαδή η Ελλάδα κατατμήθηκε ακόμα περισσότερο και ουσιαστικά αποσυνδέθηκε από τη νεοσύστατη Λατινική αυτοκρατορία.
 
Σε κομμάτια όμως χωρίστηκαν ακόμη και πόλεις με βασικό κριτήριο το τι εξυπηρετούσε τους Ενετούς. Για παράδειγμα, αρχικά είχαν πάρει τη μισή χερσόνησο της Καλλιπόλεως, από την οποία αποχώρησαν το 1206 και παράλληλα είχαν κρατήσει περίπου τα 3/8 σχεδόν σε όλες τις σημαντικές πόλεις και όλα τα λιμάνια, δημιουργώντας παντού "τομείς" στις κεντρικές αγορές.
 
[[Αρχείο:Byzantium1204-el.svg|thumb|300px|right|Οι παντοδύναμοι Ενετοί είναι αόρατοι στο χάρτη καθώς τους ανήκουν τα μικρά νησιά και αρχικά δεν είχαν πάρει την Κρήτη, αλλά φαίνονται οι υπόλοιποι βασικοί παράγοντες: η Λατινική Αυτοκρατορία (κόκκινο), η [[Αυτοκρατορία της Νίκαιας]] (γκρι), η [[Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας]] (φούξια) και το [[Δεσποτάτο της Ηπείρου]] (πράσινο).]]
 
===Η Λατινική Αυτοκρατορία Κωνσταντινουπόλεως===
{{Κύριο|Λατινική Αυτοκρατορία}}
Αυτοκράτορας στέφθηκε ο Φράγκος [[Βαλδουίνος Θ' της Φλάνδρας]], που προωθήθηκε ουσιαστικά στη θέση αυτή από τον γηραιότατο [[Δόγης|δόγη]] της [[Βενετία]]ς [[Ερρίκος Δάνδολος|Ερρίκο Δάνδολο]], παρότι ήταν μόλις 32 ετών -ή ίσως και γι' αυτό ακριβώς. Στόχος των Ενετών<ref>Βασίλιεφ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας</ref> ήταν να έχουν αυτοκράτορα, στη πραγματικότητα Αρμοστή.
 
Εξαρχής αποδείχτηκε ότι επέλεξαν σωστά, γιατί η "Λατινική Αυτοκρατορία της Ρωμανίας" πήρε στην ουσία το μικρότερο μερίδιο και ο αυτοκράτοράς της έπρεπε να πεισθεί ότι αυτά ήταν εκείνα που του αναλογούσαν και να φανεί διαλλακτικός. Στην αυτοκρατορία του ορίστηκε να ανήκει η σημερινή Ευρωπαϊκή Τουρκία, ορισμένες περιοχές της βόρειας [[Μικρά Ασία|Μικράς Ασίας]] που όμως ήταν πολύ δύσκολο να ελέγξει καθώς εκεί ορθωνόταν η μεγαλύτερη αντίσταση των Βυζαντινών και τα νησιά [[Σαμοθράκη]], [[Λέσβος]], [[Χίος]], [[Σάμος]], [[Λήμνος]] και [[Κως]].<br>
Ο Βαλδουίνος σκοτώθηκε ένα χρόνο αργότερα πολεμώντας τους Βουλγάρους. Τελικά η εγκάθετη αυτοκρατορία του επιβίωσε μέχρι το [[1261]], οπότε και καταλύθηκε από την ελληνική [[Αυτοκρατορία της Νίκαιας]].
 
Στον περίπου μισό αιώνα της ζωής της, η επίσημη ονομασία που της έδιναν οι υπερασπιστές της ήταν Imperium Romaniae.
asdfadfsadfsάτορα Ισαάκ Β' Αγγέλου) και κατά συνέπεια δεν ήταν σώφρον να αποτελεί εκείνος τη διάδοχη κατάσταση. Όμως ούτε τη Θεσσαλονίκη ουσιαστικά του χάρισαν, γιατί χρειάστηκε να πολεμήσει για να την κατακτήσει, κάτι που κατάφερε πάντως γρήγορα. Παρά λίγο μάλιστα να γίνει και εμφύλιος, γιατί ήγειρε αξιώσεις στη Θεσσαλονίκη και ο αυτοκράτορας. Με τη μεσολάβηση των Βενετών και ανταλλάγματα σε λωρίδες γης, ο Βαλδουΐνος αποδέχτηκε τα σχεδόν αποκλειστικά δικαιώματα του Βονιφάτιου στη Θεσσαλονίκη. Και αυτός σκοτώθηκε πολεμώντας Βουλγάρους -το 1207. Εναντίον του βασιλείου της Θεσσαλονίκης πολέμησε ο [[Λέων Σγουρός]], μια ενδιαφέρουσα, αλλά αμφιλεγόμενη προσωπικόdfsτητα, που ηγείτο του Ναυπλίου, της Κορίνθου και του Άργους. Ο Σγουρός δεν κατάφερε κάτι, αλλά κατάφερε ο δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος. Αυτός κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη το 1224. Την κράτησε μέχρι το 1246, οπότε αυτή ενσωματώθηκε στην αυτοκρατορία της Νίκαιας και μετά το 1261 στην σχετικά αναγεννημένη βυζαντινή αυτοκρατορία. Στη Θεσσαλονίκη υπαγόταν και η [[Κρήτη]], αλλά ο Βονιφάτιος την είχε ήδη πουλήσει από το 1205 στους Ενετούς (πιθανόν και να την εκχώρησε δωρεάν), με αντάλλαγμα την υποστήριξή τους σε ζητήματα αυτονομίας a
[[File:LatinEmpire2-el.png|thumb|right|400px|Τα κράτη των Σταυροφόρων αμέσως μετά την Δ' Σταυροφορία, που είχε στόχο την κατάληψη του Βυζάντιο]]
 
===Το Λατινικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης===
===sdfsdfsdfοχές που ο Βονιφάsdfadsfaαι ίδρυσαν καταλανικό κράτος που επιβίωσε περίπου 80 χρόνια -μέχρι το 1387. Τότε οι Καταλανοί νικήθηκαν από ===
{{Κύριο|Βασίλειο της Θεσσαλονίκης}}
sfasdffd
asdfadfsadfsάτοραΑυτό το Βασίλειο δόθηκε στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό που νόμιζε μέχρι τότε ότι ως ηγέτης της Σταυροφορίας θα γινόταν αυτοκράτορας -αντ' αυτού του έδωσαν ένα τμήμα της αυτοκρατορίας, δηλαδή τη σημερινή Ελλάδα. Θα είχε αυξημένη αυτονομία, πλην όμως τυπικά θα υπαγόταν στο Λατίνο αυτοκράτορα. Υπάρχει μάλιστα πιθανότητα να μην του επιτράπηκε επισήμως να κάνει ποτέ χρήση του τίτλου "βασιλέας". Ο δόγης της [[Βενετία]]ς δεν θέλησε να τον στηρίξει σαν υποψήφιο για αυτοκράτορα μάλλον επειδή τον έβρισκε πολύ δυναμικό. Επίσημη δικαιολογία των Ενετών ήταν πως είχε συγγενικούς δεσμούς με τους εκδιωχθέντες Βυζαντινούς (στενός συγγενής του είχε παντρευτεί μέλος της οικογένειας του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκ Β' Αγγέλου) και κατά συνέπεια δεν ήταν σώφρον να αποτελεί εκείνος τη διάδοχη κατάσταση. Όμως ούτε τη Θεσσαλονίκη ουσιαστικά του χάρισαν, γιατί χρειάστηκε να πολεμήσει για να την κατακτήσει, κάτι που κατάφερε πάντως γρήγορα. Παρά λίγο μάλιστα να γίνει και εμφύλιος, γιατί ήγειρε αξιώσεις στη Θεσσαλονίκη και ο αυτοκράτορας. Με τη μεσολάβηση των Βενετών και ανταλλάγματα σε λωρίδες γης, ο Βαλδουΐνος αποδέχτηκε τα σχεδόν αποκλειστικά δικαιώματα του Βονιφάτιου στη Θεσσαλονίκη. Και αυτός σκοτώθηκε πολεμώντας Βουλγάρους -το 1207. Εναντίον του βασιλείου της Θεσσαλονίκης πολέμησε ο [[Λέων Σγουρός]], μια ενδιαφέρουσα, αλλά αμφιλεγόμενη προσωπικόdfsτηταπροσωπικότητα, που ηγείτο του Ναυπλίου, της Κορίνθου και του Άργους. Ο Σγουρός δεν κατάφερε κάτι, αλλά κατάφερε ο δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος. Αυτός κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη το 1224. Την κράτησε μέχρι το 1246, οπότε αυτή ενσωματώθηκε στην αυτοκρατορία της Νίκαιας και μετά το 1261 στην σχετικά αναγεννημένη βυζαντινή αυτοκρατορία. Στη Θεσσαλονίκη υπαγόταν και η [[Κρήτη]], αλλά ο Βονιφάτιος την είχε ήδη πουλήσει από το 1205 στους Ενετούς (πιθανόν και να την εκχώρησε δωρεάν), με αντάλλαγμα την υποστήριξή τους σε ζητήματα αυτονομίας aπρος τον Λατίνο αυτοκράτορα ή άλλα εδαφικά ζητήματα που αντιμετώπιζε.
 
Στο βασίλειο του Βονιφάτιου ανήκαν και εδάφη που δεν μπόρεσαν να πάρουν οι Έλληνες. Ανάμεσά τους ήταν:
sad
*η "Βαρωνία των Σαλώνων" (με έδρα την [[Άμφισσα]]),
*η "Μαρκιωνία της Βοδονίτσης" (κωμόπολη κοντά στις [[Θερμοπύλες]])
*το "Δουκάτο της Ανατολικής Ελλάδος" ή "Δουκάτο των Αθηνών".
 
===Το Δουκάτο των Αθηνών===
aιωτικά. Επειδή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του τον είχε βοηθήσει ο [[Φράγκοι|Φράγκος]] σταυροφόρος [[Όθων ντε Λα Ρος]], ως ανταμοιβή του έδωσε τον τίτλο του δούκα ή του κυρίου (αυθέντου) -ο ίδιος συστηνόταν ως Μέγας Κύρης των Αθηνών. Το [[δουκάτο των Αθηνών]] αρχικά υπαγόταν στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης αλλά μετά την καfάλυση αυτού, "μεταφέρθηκε" στη δικαιοδοσία του [[Πριγκιπάτο της Αχαΐας|Πριγκιπάτου της Αχαΐας]]. Το 1311 Καταλανοί μισθοφόροι νίκησαν τους Φράγκους δούκες των Αθηνών και ίδρυσαν καταλανικό κράτος που επιβίωσε περίπου 80 χρόνια -μέχρι το 1387. Τότε οι Καταλανοί νικήθηκαν από τους [[Ατσαγιόλι]] της [[Φλωρεντία]]ς. Οι τελευταίοι κράτησαν το δουκάτο 70 χρόνια μέχρι την Τουρκοκρατία και, πιο συγκεκριμένα, ως το 1460.
{{Κύριο|Δουκάτο των Αθηνών}}
aιωτικάΑυτό περιλάμβανε αρχικά την [[Αθήνα]] και τη [[Θήβα]], πιθανόν και το [[Άργος]]. Ήταν από τις περιοχές που ο Βονιφάτιος έπρεπε να δώσει μάχη για να κυριεύσει, όπως ήταν και η Εύβοια και η Πελοπόννησος. Για κάθε σπιθαμή γης που έπαιρνε στα χέρια του, ακόμα και αμαχητί, έπρεπε να ανταμείβει εκείνους που τον είχαν συνδράμει στρατιωτικά. Επειδή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του τον είχε βοηθήσει ο [[Φράγκοι|Φράγκος]] σταυροφόρος [[Όθων ντε Λα Ρος]], ως ανταμοιβή του έδωσε τον τίτλο του δούκα ή του κυρίου (αυθέντου) -ο ίδιος συστηνόταν ως Μέγας Κύρης των Αθηνών. Το [[δουκάτο των Αθηνών]] αρχικά υπαγόταν στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης αλλά μετά την καfάλυσηκατάλυση αυτού, "μεταφέρθηκε" στη δικαιοδοσία του [[Πριγκιπάτο της Αχαΐας|Πριγκιπάτου της Αχαΐας]]. Το 1311 Καταλανοί μισθοφόροι νίκησαν τους Φράγκους δούκες των Αθηνών και ίδρυσαν καταλανικό κράτος που επιβίωσε περίπου 80 χρόνια -μέχρι το 1387. Τότε οι Καταλανοί νικήθηκαν από τους [[Ατσαγιόλι]] της [[Φλωρεντία]]ς. Οι τελευταίοι κράτησαν το δουκάτο 70 χρόνια μέχρι την Τουρκοκρατία και, πιο συγκεκριμένα, ως το 1460.
O [[Καρλ Χοπφ]] με βιβλίο του Chroniques greco–romanes (Bερολίνο 1873),<ref>[http://stabikat.sbb.spk-berlin.de/DB=1/SET=1/TTL=8/MAT=/NOMAT=T/REL?PPN=400399776]</ref>
 
Γραμμή 37 ⟶ 84 :
{{Κύριο|Δεσποτάτο της Ηπείρου}}
 
===ΗasffadsΗ Αυτοκρατορία της Νίκαιας===
{{Κύριο|Αυτοκρατορία της Νίκαιας}}
 
==H Ορθόδοξη Εκκλησία στην περίοδο της Λατινοκρατίας==
Με τη δημιουργία Λατινικών κρατιδίων αποδιοργανώνεται ο ακμαίος εκκλησιαστικός βίος. Η εχθρική πολιτική των κατακτητών έναντι της τοπικής ορθόδοξης ιεραρχίας και του λαού εκφραζόταν με την βίαιη εγκαθίδρυση λατινικής ιεραρχίας, η οποία με καταπιεστικά μέσα επεδίωκε την υποταγή στον Πάπα. Ορθόδοξοι αρχιερείς εγκαταλείπουν τις Μητροπόλεις και επισκοπές τους: οι Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης και Κρήτης καταφεύγουν στην Νίκαια και άλλοι σε άλλους τόπους, ναοί και μοναστήρια λεηλατούνται ή παραχωρούνται στην λατινική ιεραρχία, ενώ σημαντικές κτήσεις δίδονται σε Ιπποτικά τάγματα. Η Ρώμη υπάγει στο λατίνο Πατριάρχη ΚωνστανfdsdfsaaγκοκρατίαΚωνσταντινουπόλεως τις λατινικές Αρχιεπισκοπές Κορίνθου, Θεσσαλονίκης, Αθηνών, Πατρών, Λαρίσης, Θηβών και Νέων Πατρών (Υπάτης). Επιβλήθηκε η φορολογία της δεκάτης και η λατινική ομολογία πίστης της Ραβεννίκης<ref>Νίκος Ζαχαρόπουλος, Η Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία, εκδ.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1998, σελ.212-214</ref>. Η διασπορά των λατινικών κτήσεων και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός υπονόμευαν την όποιας μορφής ενεργοποίηση της Ορθόδοξης Ιεραρχίας.<ref>Χρύσα Μαλτέζου, «Λατινοκρατούμενη Ελλάδα-Βενετικές και Γενουατικές κτήσεις», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.245-246</ref>Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1223) ελάφρυνε γενικότερα τη σκληρότητα της πολιτικής των Λατίνων, όπως αποτυπώθηκε στην απόφαση της δεύτερης συνόδου της Ραβεννίκης (1223), η οποία αναγνώρισε ορισμένα προνόμια στον Ορθόδοξο κλήρο: μη φυλάκιση των Ελλήνων ιερέων αν δεν κατέβαλαν τους φόρους τους, καταδίκη κοσμικών λατίνων αρχόντων από λατινικές εκκλησιαστικές αρχές λόγω αυθαιρεσιών σε βάρος του ορθόδοξου κλήρου<ref>Νίκος Ζαχαρόπουλος, Η Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία, εκδ.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1998, σελ. 214-219</ref>. Ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδας διεκδίκησε ανεξάρτητη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Εκκλησία, αλλά ναυάγησε λόγω της συρρίκνωσης των εδαφών του κρατιδίου από τους Βούλγαρους<ref>Donald Nicol, «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204-1261)», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.104</ref>. Η παρουσία ελληνικών κρατιδίων στην ηπειρωτική Ελλάδα και η ανάκαμψή τους συνέβαλε στην σταδιακή αποκατάσταση της ορθόδοξης ιεραρχίας και των περιορισμό της δραστηριότητας των λατίνων Αρχιεπισκόπων. Όπου όμως διατηρήθηκε η λατινική κατοχή (Κρήτη, Μεθώνη, Κορώνη) η σκληρή πολιτική σε βάρος της ορθόδοξης ιεραρχίας συνεχίστηκε: χαρακτηριστικά σε ολόκληρη την Κρήτη δεν υπήρχε ορθόδοξος Επίσκοπος και οι ενετικές αρχές εμπόδιζαν την αποστολή τέτοιου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ή από τη Μητρόπολη Μονεμβασίας.<ref>Χρύσα Μαλτέζου, «Λατινοκρατούμενη Ελλάδα-Βενετικές και Γενουατικές κτήσεις», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.277-278</ref>Η Φραγκοκρατία στην Κύπρο συνδέθηκε με την επιβολή της λατινικής ιεραρχίας, κάτι που ερχόταν ως αντάλλαγμα στην επιδίωξη, εκ μέρους του λατινικού βασιλείου της Κύπρου, της παπικής αναγνώρισης. Τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν παραχωρήσεις εκτάσεων και επιβολή της δεκάτης, ο περιορισμός της ορθόδοξης ιεραρχίας και του μοναχισμού αριθμητικά (14 επίσκοποι σε 4) και γεωγραφικά-τοπικά.<ref>Θεόδωρος Παπαδόπουλος, «Το μεσαιωνικό βασίλειο της Κύπρου», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.308-311 Θεόδωρος Παπαδόπουλος, «Η Βενετική κυριαρχία στην Κύπρο», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.Ι (1974), σελ 196</ref>
Στην Κύπρο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας (1489-1571) το νομικό καθεστώς της Εκκλησίας δεν βελτιώθηκε και οι αντιδράσεις του Ορθόδοξου κλήρου και λαού συνεχίστηκαν αμείωτες, όπως φαίνεται από τα γεγονότα της άλωσης της Λεμεσού από τους Τούρκους. Η πολιτική της Βενετίας ήταν μετριοπαθέστερη και διευκόλυνε την Ορθόδοξη Εκκλησία στη δυναμική ανάκτηση πολλών από τις χαμένες ελευθερίες της προηγούμενης περιόδου.<ref>Θεόδωρος Παπαδόπουλος, «Η Βενετική κυριαρχία στην Κύπρο», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.Ι (1974), σελ.196-197</ref>
Στα [[Ενετική κυριαρχία στα Επτάνησα|Βενετοκρατούμενα Επτάνησα]] εγκαταστάθηκε Λατινικό ιερατείο, υφαρπάχθηκε η εκκλησιαστική περιουσία των Ορθοδόξων, ενώ επιβλήθηκε η δεκάτη για τη συντήρηση του λατινικού κλήρου. Ο προσηλυτισμός γινόταν με σεμινάρια, αναβαπτισμούς και εξαναγκασμό στην τέλεση άλλων λατινότροπων μυστηρίων και ιερών ακολουθιών<ref> Χρύσα Μαλτέζου, «Επτάνησα», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.Ι (1974), σελ.223-226</ref>.
Γραμμή 47 ⟶ 94 :
==Η ιστορία των ερευνών της Λατινοκρατίας στην Ελλάδα==
Η στροφή της ιστοριογραφίας που προκάλεσε ο [[Ρομαντισμός]] στη μελέτη ιστορικών πεδίων που ενδιέφεραν στενά τη Δύση, όπως η Λατινική Ανατολή, η Λατινοκρατία, η Φραγκοκρατία, προώθησαν αρκετά την έρευνα<ref>Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Οι βυζαντινές ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα. Από τον Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο στο Διονύσιο Ζακυθηνό», ''Σύμμεικτα'', τομ. 9β (1994), σελ.157-158 [http://byzsym.org/index.php/bz/article/view/789/686]
</ref>. Από τις αρχές του 19ου αιώνα εκδηλώνονται οι πρώτες έρευνες της ιστορικής αυτής περιόδου. Τα πλούσια ιστορικά αρχεία στα Επτάνησα αποτελούν σημαντικό πεδίο ερευνών για τους ιστοριοδίφες της περιόδου: Aνδρέας Mουτσοξύδης, E. Λούντζης, Π. Xιώτης είναι οι πρώτοι σκαπανείς της μελέτης αυτής της περιόδου. Ο Μ. Βερνάρδος εκδίδει κάdνετίαςκάποιες τηςαρχειακές αρχειακήςπηγές σειράςαπό τουτη Δούκα[[Βενετία]] τηςσχετικά Kρήτηςμε (Ducaτη diΛατινοκρατούμενη Candia)<ref name="webcache.googleusercontent.com">Kώστας Γ. TσικνάκηςΚρήτη, ''Σπουδέςχωρίς καιόμως έρευνεςσυνέχεια. ΈλληνεςΟ και[[Κωνσταντίνος ξένοιΣάθας]] ερευνητέςπραγματοποιεί γύρωσυστηματικές απόμελέτες τηνστα ελληνολατινικήΒενετικά Aνατολήαρχεία απόσχετικά τονμε 19οτην αι.περίοδο έως σήμερα''[http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:x4KngWMRej0J:helios-eie.ekt.gr/EIE/bitstream/10442/12753/1/kathimerini_7_31.pdf+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr]</ref>αυτή.
[[Αρχείο:Konstantinos Sathas.JPG|thumb|right|Ο Κωνσταντίνος Σάθας, σκαπανέας της έρευνας της Λατινοκρατίας στην Ελλάδα.]]
Ο 19ος αιώνας συνδέεται με την έκδοση corpus χειρογράφων και από ξένους ερευνητές: G. L. Fr. Tafel, G. M. Thomas, Vl. Lamansky, Fr. Miklosich, Ios Müller, G. Pojago, L. de Mas Latrie. Τότε εμφανίζονται και οι πρώτες συνθετικές απόπειρες ιστοριογραφικών μελετών για τη λατινοκρατία σε διάφορες περιοχές του Ελλαδικού χώρου: ο L. von Ranke δημοσιεύει άρθρο στο περιοδικό ''Geschichte des Osmanischen Reiches'' (1856) αναφερόμενο στη βενετοκρατούμενη Kρήτη<ref>Kώστας Γ. Tσικνάκης, ''Σπουδές και έρευνες. Έλληνες και ξένοι ερευνητές γύρω απ την ελληνολατινική Aνατολή από τον 19ο αι. έως σήμερα''[http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:x4KngWMRej0J:helios-eie.ekt.gr/EIE/bitstream/10442/12753/1/kathimerini_7_31.pdf+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr]</ref>.
Η Κρήτη θα αποτελέσει πεδίο έρευνας χάρη σε δυο θεμελιώδεις μελέτες που εκδόθηκαν στα τέλη του 19ου αι. Πρόκειται για το βιβλίο του H. Noiret, στο οποίο δημοσιευόταν βενετικά έγγραφα των ετών 1385 – 1485. Ανάλογης σπουδαιότητας είναι η μονογραφία του Γερμανού βυζαντινολόγου E. Gerland, με την οποία για πρώτη φορά έγινε γνωστή στο επιστημονικό κοινό η ύπαρξη στο Kρατικό Aρχείο της Bενετίας της αρχειακής σειράς του Δούκα της Kρήτης (Duca di Candia)<ref name="webcache.googleusercontent.com">Kώστας Γ. Tσικνάκης, ''Σπουδές και έρευνες. Έλληνες και ξένοι ερευνητές γύρω από την ελληνολατινική Aνατολή από τον 19ο αι. έως σήμερα''[http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:x4KngWMRej0J:helios-eie.ekt.gr/EIE/bitstream/10442/12753/1/kathimerini_7_31.pdf+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr]</ref>.
Ο 20ος αιώνας εισέρχεται με την εργασία του W. Miller, ''The Latins in the Levant. A history of Frankish Greece (1204 – 1566)'', Λονδίνο 1908<ref>William Miller, ''Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα 1204-1566'', μτφρ. Άγγελου Φουριώτη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997</ref>.
Τοπικοί λόγιοι όπως ο Σπ. Δε Bιάζης, ο Λ. Zώης στη Zάκυνθο, ο Hλ. Tσιτσέλης στην [[Κεφαλονιά]], ο Λ. Σ. Bροκίνης και ο Λ. Bελέλης στην [[Κέρκυρα]], ο Σπ. Bλαντής στη [[Λευκάδα]]) χρησιμοποιούν το αρχειακό υλικό για τη σύνταξη των μελετών τους. Στις [[Κυκλάδες]] ξεχωρίζει η φυσιογνωμία του [[Περικλής Ζερλέντης|Περικλή Ζερλέντη]]<ref>Π. Ζερλέντης, «Γράμματα Φράγκων δουκών του Αιγαίου Πελάγους», ''Byzantinische Zeitschrift'', τομ. 13 (1904), σελ. 136-157 και Π. Ζερλέντης, ''Γράμματα των τελευταίων Φράγκων δουκών του Αιγαίου Πελάγους (1438-1565)'', Ερμούπολις 1924</ref> και του Tρ. Eυαγγελίδη.
Ο [[Στέφανος Ξανθουδίδης]] και ο Giuseppe Gerola είναι δύο ακόμα ερευνητές της περιόδου. Ο δεύτερος κατάρτισε ένα συνολικό πρόγραμμα καταγραφής των δυτικών μνημείων της Aνατολής. Για την επιτυχία του σχεδίου του, ταξίδεψε επανειλημμένα στην περιοχή: Oι μελέτες του για τα μνημεία αρκετών νησιών της Eπτανήσου (Kέρκυρας και Kεφαλονιάς), των Kυκλάδων (Σερίφου, Kύθνου και Tζιάς κυρίως), Πελοποννήσου (Nαυπλίου κυρίως) είναι σημαντικές ακόμα και σήμερα. Σημαντική είναι η συμβολή των, Iταλών κυρίως, ερευνητών (G. B. Cervellini, C. Manfroni, F. Nani Mocenigo, P. Molmenti, N. Papadopoli Adobrandini, G. Scafini και η Eva Tea) που θα συντάξουν αξιόλογες μελέτες τα επόμενα χρόνια. Πολλά σχετικά άρθρα δημοσιεύονται στα βενετικά επιστημονικά περιοδικά ''Archivio Veneto'', ''Ateneo Veneto'' και ''Atti del Istituto Veneto di Scienze Lettere ed Arti''<ref name="webcache.googleusercontent.com" />.
O καθηγητής του Πανεπιστημίου Aθηνών Σπ. Λάμπρος, έπειτα από συνεννόηση με το Σύμβουλο της Παιδείας Aντ. Bορεάδη, συνέταξε νομοσχέδιο για την ανάγκη διερεύνησης του Kρατικού Aρχείου Bενετίας. Δεν υπήρξε ωστόσο συνέχεια, καθώς το νομοσχέδιο δεν εγκρίθηκε από την Kρητική Bουλή, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης οικονομικών πόρων.
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αι. αρχίζουν τα πρώτα σχετικά δημοσιεύματα σε ελληνικά περιοδικά: ''Nέος Eλληνομνήμων'', ''Aθηνά'', ''Eστία'', ''Δελτίον της Iστορικής και Eθνολογικής Eταιρείας της Eλλάδος'', ''Παρνασσός''.
Η περίοδος προσεγγίστηκε και μέσω άλλων επιστημών. O καθηγητής της Δημόσιας Oικονομίας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Aθηνών [[Ανδρέας Ανδρεάδης|A. M. Aνδρεάδης]] τυπώνει το δίτομο έργο του για τα βενετοκρατούμενα Eπτάνησα <ref>''Περί της Oικονομικής Διοικήσεως της Eπτανήσου επί Bενετοκρατίας'' (1914)</ref> και ο καθηγητής του Aστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Aθηνών A. Γ. Mομφερράτος για τη Mεθώνη και την Kορώνη.
Tο 1920, τα αρχεία της Βενετίας προσελκύουν εκ νέου το ενδιαφέρον της Ελληνικής επιστημονικής κοινότητας και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Bερολίνου [[Iωάννης Kαλιτσουνάκης]] υπέβαλε στον τότε πρωθυπουργό Eλ. Bενιζέλο την πρόταση διερεύνησης των αρχείων της Bενετίας με στόχο τον εντοπισμό υλικού που αφορούσε την Kρήτη. Πρότεινε, μάλιστα, μεταξύ άλλων, την αποστολή στην πόλη ειδικών επιστημόνων. Η πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα ματαίωσαν κάθε σχέδιο<ref name="webcache.googleusercontent.com" />.
 
Η περίοδος της Φραγκοκρατίας έχει μεγάλη σημασία για ιστορικούς της [[ελληνικός εθνικισμός|ελληνικής εθνικιστικής]] ιστοριογραφικής σχολής, όπως ο [[Απόστολος Βακαλόπουλος]]. Η απώλεια της Κωνσταντινούπολης θεωρείται καταλύτης για την απομάκρυνση από τον Ρωμαϊκό αυτοκρατορικό οικουμενισμό, τον προσανατολισμό προς τον εθνικισμό και την εστίαση στις [[ιστορικές ελληνικές χώρες]], ενώ η προτίμηση από συγγραφείς της περιόδου της ονομασίας «Έλληνες» αντί της επικρατούσας έως τότε «Ρωμαίοι» θεωρείται ότι αποδεικνύει τη συνέχεια του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού.<ref>{{harvnb|Page|2008|pp=8-9}}</ref>