Πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Spiros790 (συζήτηση | συνεισφορές)
Palalos (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 1:
{{πηγές|5|04|2015}}
[[Αρχείο:Civilt%C3%A0ValleIndoMappa.png|μικρογραφία|250 px|Κοιλάδα αποροής του [[Ινδός Ποταμός|Ινδού]].]]
Οι πρώτοι καλλιεργητικοί [[πολιτισμός (αρχαιολογία)|πολιτισμο]]ί της Ν. Ασίας αναπτύχθηκαν στους λόφους του Βαλουχιστάν, στα δυτικά της κοιλάδας του [[Ινδός ποταμός|Ινδού]], σε ένα ομοιογενές σύνολο που έγινε γνωστό ως '''πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού'''. Η πιο γνωστή περιοχή αυτού του αρχαίου πολιτισμού, το Μεχργκάρχ, αναπτύχθηκε περίπου το 6500 Π.Κ.Ε. Τούτοι οι πρώτοι αγρότες καλλιέργησαν το σιτάρι και εξημέρωσαν διάφορα ζώα, συμπεριλαμβανομένων των βοοειδών. Επίσης, ανέπτυξαν την αγγειοπλαστική ήδη από το 5500 Ππ.Κ.ΕΧ. Ο μεταγενέστερος πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού στηρίχθηκε στην τεχνολογική βάση αυτού του πολιτισμού, καθώς και στη γεωγραφική του επέκτασή στις [[Αλλούβιες αποθέσεις|αλλούβιες]] πεδιάδες που γνωρίζουμε σήμερα ως επαρχίες Σιντχ και Παντζάμπ, στο σύγχρονο [[Πακιστάν]].
 
== Η ανάδυση του πολιτισμού ==
Γραμμή 7:
Ήδη από το 4000 Π.Κ.Ε. γνωρίζουμε πλέον πως είχε αναπτυχθεί ένας διακριτός περιφερειακός πολιτισμός, προ-Χαράπειος, στην περιοχή. Τον ονομάζουμε προ-Χαράπειο επειδή τα υπολείμματα του βρίσκονται στα πρώιμα στρώματα των πόλεων του πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού. Εκτενή εμπορικά δίκτυα τον συνέδεαν με τους σχετικούς περιφερειακούς πολιτισμούς και τις απόμακρες πηγές πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένου του lapis lazuli και άλλων υλικών για την παραγωγή διακοσμητικών χαντρών Οι χωρικοί, στο μεταξύ, εισήγαγαν πολυάριθμες καλλιέργειες, ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται το μπιζέλι, ο σπόρος του σουσαμιού, το βαμβάκι. Επίσης, εξημέρωσαν ένα ευρύ φάσμα κατοικίδιων ζώων, ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβανόταν ο υδροβούβαλος, ένα ζώο ουσιαστικό ακόμη και σήμερα για τη γεωργική παραγωγή σε όλη την Ασία.
 
Ο [[πολιτισμός]] της κοιλάδας του Ινδού, 2600 Ππ.ΚΧ.Ε.-1500 Ππ.Κ.ΕΧ., δημιουργήθηκε κατά μήκος του [[Ινδός ποταμός|Ινδού ποταμού]] στην ινδική υποήπειρο. Τα αρχαιολογικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι πιθανώς επηρέασε σε σημαντικό βαθμό τον [[Ινδουϊστικός πολιτισμός|ινδουϊστικό πολιτισμό]]. Ξεχασμένος από την ιστορία, ως την ανακάλυψή του το [[1920]], τούτος ο πολιτισμός ταξινομείται μαζί με τους συγχρόνους του, τον [[Μεσοποταμιακός πολιτισμός|Μεσοποταμιακό]] και τον [[Αιγυπτιακός πολιτισμός|Αιγυπτιακό πολιτισμό]], ως ένας από τους τρεις αρχαιότερους πολιτισμούς πάνω στον πλανήτη, λαμβάνοντας υπ' όψιν τα στοιχεία της εμφάνισης πόλεων, της [[γεωργία|γεωργίας]], της [[αρχιτεκτονική|αρχιτεκτονικής]] και της [[γραφή|γραφής]].
 
Από το 2600 Ππ.Κ.ΕΧ., ορισμένες προ-Χαράπειες εγκαταστάσεις έγιναν αστικά κέντρα με χιλιάδες ανθρώπους, που δεν είχαν ως πρώτιστο μέλημά τους τη γεωργία. Στη συνέχεια, προέκυψε ένας ενοποιημένος πολιτισμός σε όλη την περιοχή, που εξομοίωσε και αναδιαμόρφωσε όλες αυτές τις ξεχωριστές εγκαταστάσεις σε ακτίνα τουλάχιστον 1.000 χλμ. Τόσο ξαφνική ήταν η εμφάνιση αυτού του πολιτισμού, ώστε οι πρώτοι ερευνητές σκέφτηκαν πως μάλλον ήταν προϊόν εξωτερικής κατάκτησης ή μετανάστευσης. Όμως οι αρχαιολόγοι απέδειξαν με εκτεταμένες ανασκαφές ότι αυτός ο πολιτισμός ήταν αποτέλεσμα του προκατόχου του προ-Χαράπειου. Ό,τι φαίνεται ως ξαφνική εμφάνιση του πολιτισμού, είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα μιας προγραμματισμένης και συνειδητής προσπάθειας. Για παράδειγμα, ορισμένες από τις παλαιότερες εγκαταστάσεις φαίνεται πως αναμορφώθηκαν, για να προσαρμοστούν σε ένα συνειδητά και καλά ανεπτυγμένο σχέδιο. Για αυτόν τον λόγο ο πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού θεωρείται πως είναι ο πρώτος που ανέπτυξε τον αστικό σχεδιασμό.
 
Χαρακτηριστικά, οι πόλεις διαιρούνται σε δύο τμήματα. Η πρώτη περιοχή περιλαμβάνει ένα εξυχωμένο, χωμάτινο ανάχωμα, που ονομάστηκε «ακρόπολη» από τους πρώτους αρχαιολόγους. Η δεύτερη περιοχή, η «κάτω πόλη», περιέχει σφιχτοδεμένα μεταξύ τους σπίτια και καταστήματα, σε καθορισμένες με σαφήνεια οδούς που σχεδιάστηκαν βάσει ακριβούς σχεδίου. Χρησιμοποιείτο ομοιόμορφο σύστημα μέτρων και σταθμών, ενώ οι δρόμοι και οι αλέες ήταν άκαμπτα δομημένες με ομοιόμορφο πλάτος σε όλες ουσιαστικά τις Χαράπειες περιοχές. Το κύριο οικοδομικό υλικό ήταν η πλίνθος, ψημμένη ή άψητη, σε αυστηρά τυποποιημένη μορφή. Οι μεγαλύτερες πόλεις αυτού του προ-ινδουϊστικού πολιτισμού φαίνεται πως φιλοξενούσαν τουλάχιστον 30.000 ανθρώπους.
Γραμμή 43:
[[Αρχείο:Mohenjodaro_Sindh.jpeg|μικρογραφία|150px|Τα ερείπια του Μοχέντζο ντάρο, όπως προβάλλουν από τις ανασκαφές.]]
 
Επί 700 συνεχή έτη ο πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού παρείχε στους λαούς του ευημερία και αφθονία και οι τεχνίτες του παρήγαγαν τα αγαθά της υπέρβασης της ομορφιάς και της τελειότητας. Αλλά σχεδόν όσο ξαφνικά γεννήθηκε ο πολιτισμός, τόσο ξαφνικά εξαφανίστηκε. Κανείς δεν ξέρει το γιατί. Περίπου το 1900 Ππ.Κ.ΕΧ., αρχίζουν τα σημάδια της παρακμής και τα προβλήματα και οι άνθρωποι αρχίζουν να εγκαταλείπουν τις πόλεις. Εκείνοι που παρέμειναν, τρέφονταν φτωχά. Από το 1800 Π.Κπ.ΕΧ. περίπου οι περισσότερες από τις πόλεις εγκαταλείφθηκαν. Στους επόμενους αιώνες οι αναμνήσεις του πολιτισμού του Ινδού και των επιτευγμάτων του φαίνεται να ξεθωριάζουν από το αρχείο της ανθρώπινης εμπειρίας. Αντίθετα από τους [[Αρχαία Αίγυπτος|αρχαίους Αιγυπτίους]] και τους [[Μεσοποταμία|Μεσοποτάμιους]], οι άνθρωποι πολιτισμού του Ινδού δεν έκτισαν μεγαλιθικά μνημεία για να επιβεβαιώσουν και να απαθανατίσουν την ύπαρξή τους. Εδώ θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι δεν μπορούσαν να το κάνουν, επειδή η πέτρα είναι δύσκολο να βρεθεί στις [[Αλλούβιες αποθέσεις|αλλούβιες]] κοιλάδες του Ινδού. Αλλά θα μπορούσε και κάποιος άλλος να υποστηρίξει ότι η έννοια ενός τεράστιου φοβικού μνημείου ήταν ξένη προς την αντίληψή τους για τον κόσμο.
 
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι άνθρωποι του πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού δεν εξαφανίστηκαν. Ως συνέπεια της κατάρρευσης του πολιτισμού τους, προέκυψαν οι περιφερειακοί πολιτισμοί, οι οποίοι διατήρησαν –αν και σε διαφορετικό βαθμό- την πολιτισμική επιρροή των προηγούμενων αιώνων. Στη μεγάλη πόλη της [[Χαράππα]] βρέθηκαν ταφικά συμπλέγματα που αντιστοιχούν σε έναν περιφερειακό πολιτισμό, τον οποίο οι αρχαιολόγοι ονόμασαν [[Πολιτισμός του Νεκροταφείου Η|Πολιτισμό του Νεκροταφείου Η]], γιατί βρέθηκε στην περιοχή Η των ανασκαφών. Άλλοι φαίνεται πως ταξίδεψαν ανατολικά και άφησαν τα ίχνη τους στα υψίπεδα του Γάγγη. Αυτό που εξαφανίστηκε δεν ήταν οι άνθρωποι, αλλά ο τεχνολογικός πολιτισμός: οι πόλεις, το σύστημα γραφής, τα εμπορικά δίκτυα και –τελικά- η ιδεολογία που προφανώς αποτέλεσε τη διανοητική βάση για την ολοκλήρωση αυτού του πολιτισμού.
Γραμμή 49:
Στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι αρχαιολόγοι υποστήριξαν ότι η κατάρρευση ήταν τόσο ξαφνική, που πρέπει προκλήθηκε από κάποια εισβολή μιας υποθετικής άριας φυλής. Αυτή η ιδέα βασίστηκε στην από μακρού υφιστάμενη αντίληψη ότι οι «ανώτεροι» [[άριοι]] εισβολείς, με τα άλογα και τα άρματά τους κατέκτησαν τους «πρωτόγονους» και «αδύναμους» λαούς που αντιμετώπισαν στην αρχαία Ν. Ασία. Στη συνέχεια, αυτοί οι «λευκοί» εισβολείς αναμίχθηκαν με το γηγενή «σκουρόχρωμο» πληθυσμό και έγιναν «αδύναμοι», υποτελείς συνεπώς σε μια ενδεχόμενη νέα εισβολή. Στην πραγματικότητα όλα τα παραπάνω είναι τμήμα μιας μυθοπλασίας που είχε ως στόχο της τη νομιμοποίηση της αγγλικής αποικιοκρατίας επί των «αδύναμων» και «μελαμψών» λαών της Ινδίας. Αυτές οι ιδέες αναπτύχθηκαν πριν από την ανακάλυψη του πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού και μποορύσε να περάσει η άποψη πως οι προ-άριοι ινδικοί πληθυσμοί ζούσαν με πρωτόγονες μεθόδους. Όταν ανακαλύφθηκε ο πολιτισμός του Ινδού στη δεκαετία του '20, όλα αυτά τα επιχειρήματα αναπροσαρμόστηκαν για να παρουσιάσουν του Ινδο-άριους ως βάρβαρους πολεμιστές που νίκησαν έναν ειρηνικό αστικό πολιτισμό.
 
Η σημερινή άποψη διαφέρει. Αυτό που προκάλεσε την κατάρρευση φαίνεται αναμφισβήτητα ότι ήταν μια σημαντική κλιματολογική αλλαγή. Το 2600 Ππ.Κ.ΕΧ., η κοιλάδα του Ινδού ποταμού ήταν κατάφυτη, δασική και γεμάτη ζωή. Ήταν επίσης υγρότερη. Οι πλημμύρες ήταν ένα πρόβλημα, καθώς φαίνεται πως σε εκείνο το απώτατο παρελθόν κατέστρεφαν ενίοτε ορισμένες εγκαταστάσεις. Όμως δεν ήταν αυτό το μόνο μειονέκτημα που μπορούσε πιθανώς να οδηγήσει σε κατάρρευση. Το βασικό σημείο είναι ότι οι άνθρωποι του πολιτισμού του Ινδού συμπλήρωναν τη διατροφή τους με το κυνήγι, γεγονός σχεδόν αδιανόητο, όταν εξετάζει κανείς το σύγχρονο, απογυμνωμένο από βλάστηση περιβάλλον. Από τo 1800 Π.Κ.Ε. γνωρίζουμε πως το κλίμα έχει ήδη αλλάξει και έχει δροσερότερο αλλά ξηρότερο. Και πάλι όμως τούτο από μόνο του δεν ήταν αρκετό να προκαλέσει την κατάρρευση ενός πολιτισμού.
 
Ο κρίσιμος παράγοντας φαινεται πως είναι ουσιαστικά η εξαφάνιση σημαντικών τμημάτων του ποτάμιου συστήματος Γκχάγγαρ-Χάκρα ή [[Σαρασβάτι]]. Συγκεκριμένες τεκτονικές αλλαγές προκάλεσαν την εκτροπή των πηγών του συστήματος προς την πεδιάδα του [[Γάγγης ποταμός|Γάγγη]], αν και δεν είμαστε βέβαιοι για την ακριβή ημερομηνία του συμβάντος. Για να συνειδητοποιήσουμε πόσο εύκολη είναι η εκτροπή, αρκεί να πούμε πως η εκτροπή από την κοιλάδα του Ινδού στην κοιλάδα του Γάγγη από τα υψίπεδα είναι ζήτημα μερικών μόνο μέτρων. Η περιοχή από την οποία προέκυψαν οι πηγές του ποταμού στο παρελθόν είναι γεωλογικά ενεργή και υπάρχουν στοιχεία σημαντικών τεκτονικών ανακατατάξεων κατά την εποχή που κατέρρευσε ο πολιτισμός του Ινδού. Η ύπαρξη του ποταμού ήταν άγνωστη μέχρι τον 20ο αιώνα, όταν οι γεωλόγοι χρησιμοποίησαν δορυφορικές φωτογραφίες για να ανιχνεύσουν την προηγούμενη πορεία του μέσω της κοιλάδας του Ινδού. Εάν το ποτάμιο σύστημα Σαρασβάτι αποξηράνθηκε όταν ο πολιτισμός του Ινδού βρισκόταν στην ακμή του, τότε οι συνέπειες ήταν καταστροφικές. Οι πρόσφυγες μάλλον πλημμύρισαν τις άλλες πόλεις προκαλώντας δημογραφικό πρόβλημα και αποσταθεροποίηση της οικονομίας. Από το 1600 Ππ.Κ.ΕΧ. οι πόλεις εγκαταλείφθηκαν. Στο 19ο αιώνα, οι βρετανοί μηχανικοί ανακάλυψαν ότι τα άφθονα τούβλα αυτών των πόλεων που βρίσκονταν στα ερείπια παρείχαν άριστες πρώτες ύλες για την κατασκευή των σιδηροδρόμων. Προχώρησαν, λοιπόν, στην καταστροφή ενός μεγάλου μέρους των διαθέσιμων αρχαιολογικών στοιχείων.
 
Η σχέση μεταξύ του πολιτισμού του Ινδού και του πρόωρου [[Σανσκριτική γλώσσα|σανσκριτικού]] γλωσσικού πολιτισμού που παρήγαγαν τα ινδουϊστικά βεδικά κείμενα είναι ασαφής. Τα αρχαιότερα βεδικά κείμενα μιλούν για έναν όμορφο ποταμό, τον Σαρασβάτι. Καταγράφουν τις μνήμες ενός εξελιγμένου, ουτοπιστικού τρόπου ζωής που αναπτύχθηκε στις όχθες του. Τα πιο πρόσφατα κείμενα περιγράφουν επίσης τη λυπημένη ιστορία της εξαφάνισης του ποταμού. Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία είναι, λοιπόν, οι αρχαίες βεδικές αναφορές στον ποταμό Σαρασβάτι καθαρά μυθολογικές; Μάλλον όχι, αν και ακόμα βρισκόμαστε στη σφαίρα της υπόθεσης. Σύμφωνα με μια θεωρία οι υποτιθέμενοι «άριοι» μετανάστες που έφθασαν στην Ινδία είναι εκείνοι οι λαοί που μετανάστευσαν στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη στην ίδια περίοδο και έφεραν μαζί τους τη λατρεία ενός ηλιακού θεού. Στην Ινδία αυτές οι πεποιθήσεις εξελίχθηκαν στην περίπλοκη θρησκευτική παράδοση του [[Ινδουϊσμός|Ινδουϊσμού]], που αποδέχεται τις πανάρχαιες ''[[Βέντα]]'' ως πηγή νομιμότητας. Είναι σαφές ότι η κληρονομιά του πολιτισμού του Ινδού συνέβαλε στην ανάπτυξη του Ινδουϊσμού. Όπως έχουν σημειώσει διάφοροι αρχαιολόγοι, υπάρχει κάτι το απερίγραπτα «ινδικό» στον πολιτισμό κοιλάδων του Ινδού ποταμού. Κρίνοντας από τα άφθονα ειδώλια αφιερωμένα στη θηλυκή γονιμότητα που άφησαν πίσω τους οι άνθρωποι του πολιτισμού του Ινδού -όπως οι σύγχρονοι Ινδουϊστές- είχαν μια ειδική θέση στη λατρεία τους για τη μητέρα-θεά και τις αρχές που αντιπροσωπεύει στη ζωή (βλ. [[Σάκτι]] και [[Κάλι]]). Οι σφραγίδες τους απεικονίζουν τα ζώα με έναν τρόπο που προτείνει σεβασμό στο ζωικό βασίλειο και πιθανώς από εκεί προέρχονται οι αντιλήψεις των Ινδών σχετικά με την ιερότητα των βοοειδών. Όπως Ινδουϊστές σήμερα, έτσι και οι άνθρωποι πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού φαίνεται πως απέδιδαν υψηλή αξία στο λούσιμο, την προσωπική καθαριότητα και τη ζωή του ατόμου σε μια εκτεταμένη οικογένεια.