Αποστασία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{πηγές|27|11|2016}}
{{άλλεςχρήσεις4|αποστασία γενικότερα|την αποστασία του 1965|Αποστασία του 1965}}
{{επιμέλεια}}
{{πηγές}}
Η '''αποστασία''' (προερχόμενη από τις λέξεις ''από'' και ''στάσις'', δηλαδή κατα λέξη, απομάκρυνση) είναι όρος που περιγράφει την αποκήρυξη εκ μέρους ενός ατόμου της [[Θρησκεία|θρησκείας]] του, ειδικά όταν θεωρείται ότι υποκινείται από ποταπά κίνητρα. Από τεχνικής άποψης, κατά τη χρήση του όρου στην [[Κοινωνιολογία]] χωρίς την υποτιμητική απόχρωση του όρου, ο όρος αναφέρεται στην αποκήρυξη ''και'' την άσκηση κριτικής ή εναντίωσης προς την θρησκεία στην οποία ανήκε προηγουμένως το άτομο. Το άτομο που διαπράττει την αποστασία ονομάζεται '''αποστάτης''', εκείνος ο οποίος '''αποστατεί'''. Στην παλιότερη [[Δυτικός κόσμος|Δυτική]] φιλολογία, ο όρος αναφερόταν τυπικά στους [[Βάφτισμα|βαφτισμένους]] [[Χριστιανισμός|Χριστιανούς]] οι οποίοι εγκατέλειψαν την πίστη τους. Οι όροι αποστάτες και αποστασία δεν αποτελούν συνήθως αυτοπροσδιορισμό: ελάχιστα πρώην μέλη κάποιας θρησκείας αποκαλούν τους εαυτούς τους αποστάτες και γενικά θεωρούν τους όρους αυτούς υποτιμητικούς. Κάποιοι λόγοι που οδηγούν κάποιον στην αποκήρυξη της θρησκείας του είναι η απώλεια της [[Πίστη|πίστης]] του, η υποτιθέμενη αποτυχία της θρησκευτικής [[Κατήχηση|κατήχησης]] και/ή η [[πλύση εγκεφάλου]].